Πόλη παιδιών: Στη Θεσσαλονίκη του 1975

Ο Πέτρος Κουτσιαμπασάκος υπογράφει ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα με πρωταγωνιστές παιδιά, που εκτυλίσσεται στη Θεσσαλονίκη του 1975.
Πόλη παιδιών: Στη Θεσσαλονίκη του 1975
Βρισκόμαστε στα 1975, σε μια Παιδόπολη (ή Παιδούπολη) στη Θεσσαλονίκη, όπου μερικές δεκάδες, αν όχι εκατοντάδες, παιδιά μεγαλώνουν υπό τη φροντίδα του κράτους. Δεν είναι ακριβώς ορφανοτροφεία, αφού τα περισσότερα παιδιά έχουν –κάπου εκεί έξω– τον έναν τουλάχιστον γονέα, αλλά οι δομές και η καθημερινότητα παραπέμπουν σε τέτοια ιδρύματα, τα οποία λειτουργούν με την οργάνωση και την πειθαρχία του στρατού, ή έστω των κατασκηνώσεων.

Ένα από τα παιδιά, ο Γιώργος Χαλκίτης, ξεχωρίζει αφηγηματικά, αφού αναλαμβάνει τον πρωταγωνιστικό ρόλο, πιο πολύ όμως σαν πρώτος μεταξύ ίσων, και σταδιακά εξερευνάται η δική του περίπτωση με στόχο την άφαντη μάνα. Στο πρόσωπό του συνοψίζονται οι καθημερινές ενασχολήσεις και τα βουβά όνειρα, τα αδήλωτα αισθήματα και οι καταπιεσμένες προσδοκίες όλων των παιδιών. Στο παιδικό του βλέμμα παρελαύνουν στοιχεία της μυθολογίας της δεκαετίας του ’70, από τα κόμικς Μπλεκ που δημιουργούν στην παιδική του συνείδηση την αίσθηση ενός παράλληλου κόσμου, όπου ο φανταστικός ήρωας μπορεί να τον απελευθερώσει, μέχρι το “Φιδάκι” και από τους θρύλους των Μουντιάλ Πελέ και Εουσέμπιο έως την ασπρόμαυρη τηλεόραση και τη μαγεία της.

Τα παιχνίδια του διακρίνονται από αυτοσυγκράτηση, οι ελπίδες του από άφωνο πόνο. Ο μικρός πηδάει από δέντρο σε δέντρο στη σειρά των κυπαρισσιών, που τρέχει παράλληλα με την υψηλή περίφραξη, κι έτσι νιώθει τη δυνατότητα να πηδήξει έξω και να φύγει, όσο κι αν αυτό είναι εθελούσια ανέφικτο. Την ίδια δυνατότητα φυγής εκφράζουν οι τρύπες στο σύρμα που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν, αλλά κανείς δεν διανοήθηκε κάτι τέτοιο, όχι τόσο από τον φόβο της τιμωρίας όσο από την πεποίθηση ότι εκεί μέσα είναι η καταφυγή και η μοίρα τους, η προφύλαξη και η φυλακή τους. Το ίδιο υπαγορεύει και ο “γύρος του θανάτου” που προκαλεί φαντασιώσεις για ένα ηρωικό άλμα εκτός της Παιδόπολης.

Το έργο είναι ένα μυθιστόρημα (συλλογικής) μαθητείας με πρωταγωνιστές παιδιά που ωριμάζουν στις γκρίζες στολές τους, οι οποίες σταδιακά γίνονται πολύχρωμα καθημερινά ρούχα, ξυπνάνε σεξουαλικά στη θέα ενός γυναικείου στήθους ή δυο άσπρων μηρών και αναζητούν το παραπάνω στην άνοδο στη μυθική Κορυφή. Το κοινωνικό και πολιτικό σκηνικό –κάπου ακούγεται φευγαλέα η πτώση της χούντας– ωχριά μπροστά στο ψυχικό δράμα, που υπόκωφα εξελίσσεται και σταδιακά εκρήγνυται.

Ειδικά για τον Γιώργο, η άφαντη μάνα και το μυστήριο της απουσίας της γίνεται ο βαθύς, ολοένα και πιο συνειδητός, υπαρξιακός στόχος που τον καίει και του δίνει νόημα πάνω από την ομαλή συμβίωση, πάνω από τις μικρές χαρές και λύπες της καθημερινότητας. Η δραπέτευσή του, προκειμένου να τη βρει, δείχνει μετωνυμικά ότι η αναζήτηση του αίματος, αυτού που όλα τα άλλα παιδιά θεωρούν αυτονόητο όρο ύπαρξης, αντικατοπτρίζει και την έρευνα για μια οικειότητα, μια θαλπωρή, ένα αρχέγονο σημείο εκκίνησης από το οποίο ξεκίνησε η ζωή και σ’ αυτό πάντα κατευθύνεται. Η αναζήτηση φέρνει την αφήγηση στην καταρχάς αδιάφορη κορύφωση, που θα κάνει όλες τις επιμέρους γραμμές να συγκλίνουν στον δικό της ποταμό.

Εξαιρετικό βιβλίο που δίκαια έχει ακουστεί, αφού αποζημιώνει κάθε αναγνώστη για τον χρόνο που του αφιέρωσε.

Ο blogger Πατριάρχης Φώτιος

Πέτρος Κουτσιαμπασάκος, “Πόλη παιδιών”, εκδόσεις Πατάκη, 2012, σελ. 419, τιμή: 17,50€
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v