Το φθινόπωρο είναι η καλύτερη εποχή για διάβασμα, και οι νέες κυκλοφορίες των εκδοτικών οίκων το επιβεβαιώνουν.
Παλαιότερο των 360 ημερών
της Ηρώς Κουνάδη
Ζεστό τσάι, κουβερτούλα στα πόδια, σκοτάδι απλωμένο έξω από τα παράθυρα ήδη από τις 17.00. Όχι πες μας, υπάρχει ιδανικότερη εποχή από το φθινόπωρο για να κουλουριάζεσαι με ένα βιβλίο στον καναπέ; Δεν είναι τυχαίο που η εκδοτική παραγωγή βρίσκεται παραδοσιακά κάθε χρόνο αυτές τις μέρες στο peak της. Και αν δεν ξέρεις τι να (πρωτο)διαβάσεις, εμείς είμαστε εδώ, με μερικούς από τους καλύτερους τίτλους ελληνικής και ξένης λογοτεχνίας που κατέφτασαν πρόσφατα στα ράφια των βιβλιοπωλείων.
Πώς σώθηκαν η Χάνα Άρεντ, ο Μαρκ Σαγκάλ και ο Αντρέ Μπρετόν μεταξύ άλλων, πολλών άλλων, από τον ναζιστικό εφιάλτη; Χάρη στον αμερικανό δημοσιογράφο Βάριαν Φράι που έφτασε το 1941 στη Μασσαλία με μια φαινομενικά ακατόρθωτη αποστολή: Να φυγαδεύσει, με ελάχιστα μέσα, Eβραίους καλλιτέχνες και συγγραφείς, την ώρα που οι στρατιές του Χίτλερ κατακτούν την Ευρώπη. Αυτή είναι η αληθινή ιστορία του, απολαυστικά γραμμένη σε ένα έπος σχεδόν χιλίων σελίδων.
«Ο Φράι επί έναν χρόνο, με κίνδυνο της ζωής του, μπλεγμένος και σε τις προσωπικές του ιστορίες, εκδίδει πλαστά έγγραφα και δημιουργεί ένα κρυφό δίκτυο διάσωσης, παρακάμπτοντας τα εμπόδια των γαλλικών Αρχών αλλά και του προξενείου της χώρας του. Στην πορεία θα κληθεί να επιλέξει ανάμεσα στην ηθική αποστολή και την προσωπική του ευτυχία» διαβάζουμε στο οπισθόφυλλο.
Γυρίζοντας το βλέμμα πίσω του Juan Gabriel Vásquez Εκδόσεις Ίκαρος
Τον Οκτώβριο του 2016, ο κολομβιανός σκηνοθέτης Σέρχιο Καμπρέρα, που παρευρίσκεται σ’ ένα αναδρομικό αφιέρωμα των ταινιών του στη Βαρκελώνη, αντιμετωπίζει μια δύσκολη προσωπική στιγμή: ο πατέρας του μόλις πέθανε, ο γάμος του περνάει κρίση, ο λαός της Κολομβίας απέρριψε τις ειρηνευτικές συμφωνίες που θ’ άνοιγαν το δρόμο για τη λήξη ενός πενηντάχρονου αιματηρού εμφυλίου, κι όλα αυτά τον ωθούν να ξανακάνει νοερά τη διαδρομή τριών γενεών της οικογένειάς του.
Αυτή είναι λίγο-πολύ η υπόθεση του νέου μυθιστορήματος του πολυβραβευμένου Κολομβιανού Juan Gabriel Vásquez, που μας παίρνει από το χέρι για να μας πάει μια βόλτα στην Ιστορία μισού και βάλε αιώνα, από τον Ισπανικό Εμφύλιο ως την Πολιτιστική Επανάσταση της Κίνας και τα ένοπλα αντάρτικα κινήματα της δεκαετίας του 1970. Πεντακόσιες και κάτι σελίδες που διαβάζονται απνευστί, αριστοτεχνικά μεταφρασμένες από τον Αχιλλέα Κυριακίδη.
Το τελευταίο μυθιστόρημα του Χωμενίδη εκτυλίσσεται στο τώρα, πιο τώρα δεν γίνεται, στην Αθήνα της πανδημίας και του 2021. Ο ήρωάς του, ο Τζίμης Παπιδάκης, παιδί των 60s και των 70s, γιος μιας θυρωρίνας, υιοθετημένος από έναν παλιό πρωταγωνιστή του Εθνικού Θεάτρου, βρίσκεται –στο κατώφλι των εξήντα του– ένα βήμα πριν από την εκπλήρωση του μεγάλου του ονείρου: να αναδειχθεί στον πρώτο και καλύτερο θεατρικό επιχειρηματία στην Ελλάδα.
Το θέατρο που έχει κληρονομήσει στη Φωκίωνος Νέγρη και που επί σαράντα σχεδόν χρόνια ανέβαζε παραστάσεις τρίτης κατηγορίας, φτηνές φαρσοκωμωδίες και επιθεωρήσεις της συμφοράς είναι πλήρως ανακαινισμένο και ετοιμάζεται να ανεβάσει την παράσταση της χρονιάς, με τους καλύτερους ηθοποιούς, μουσικούς, συγγραφείς και σκηνοθέτες. Μόνο που τα πράγματα θα πάνε στραβά. Πολύ στραβά. Γιατί, όπως διαβάζουμε στο οπισθόφυλλο, «ο Τζίμης στην Κυψέλη είναι το ρέκβιεμ όσων ανεπαισθήτως μένουν πίσω, σε έναν κόσμο που μεταβάλλεται ραγδαία. Η επί του φοβερού βήματος απολογία ενός καλού ανθρώπου που απλώς τον ξεπερνάει η εποχή».
Νέα Υόρκη, άνοιξη 1967. Ο εικοσάχρονος Άνταμ Γουόκερ, φοιτητής στο πανεπιστήμιο Κολούμπια και επίδοξος ποιητής, συναντάει τον αινιγματικό Γάλλο Ρούντολφ Μπορν και τη λιγομίλητη, γοητευτική σύντροφό του Μαργκό. Πολύ γρήγορα ο Γουόκερ βρίσκεται μπλεγμένος σε ένα νοσηρό τρίγωνο που οδηγεί σε μια ξαφνική, ανατριχιαστική πράξη βίας, η οποία θα αλλάξει την πορεία της ζωής του. Τρεις διαφορετικοί αφηγητές διηγούνται μια ιστορία αχαλίνωτης σεξουαλικής επιθυμίας και ασίγαστης αναζήτησης της δικαιοσύνης, η οποία εξελίσσεται, τόσο στον χρόνο, από το 1967 στο 2007, όσο και στον χώρο, από τη Νέα Υόρκη στο Παρίσι και αποκεί σ’ ένα απομακρυσμένο νησί της Καραϊβικής.
Αυτή είναι η ιστορία του νέου μυθιστορήματος του τεράστιου Paul Auster, που κυκλοφόρησε πριν από λίγες μέρες σε αριστουργηματική μετάφραση του Χρήστου Γιανναρά. Ένα ψυχογράφημα 320 σελίδων που διαβάζονται μονορούφι, και ταυτόχρονα μια παραβολή για την ζωή στο γύρισμα του αιώνα.
Κλέβουμε λίγο, καθότι δεν κυκλοφόρησε ακόμα, έρχεται όμως σε λίγες μέρες (στις 22 Νοεμβρίου, για να είμαστε ακριβείς) και δεν θα μπορούσε να λείπει από αυτή τη λίστα, αν μη τι άλλο γιατί οι λάτρεις της μεγάλης κυρίας των ελληνικών γραμμάτων το περιμένουν πάνω από δεκαετία. Το βιβλίο που κλείνει την τριλογία με το παράξενο όνομα Ραμάνθις Ερέβους θα είναι, σύμφωνα με τον εκδοτικό οίκο, «μια μαγική αναζήτηση για τα άρρητα της γραφής, μέσα στα μυστικότερα μονοπάτια της μυθοπλασίας».
Ιδού μια πρώτη γεύση: «Έρχονταν κι έφευγαν οι εποχές, οι μέρες καταπίνανε τις μέρες, κι η Λεύκα παράδερνε μες στην σιωπή και στους δισταγμούς της. Όλο ένοιωθε να την φυσάει το αεράκι της ευφορίας, να παρακινείται συθέμελα να γράψει επιτέλους την «ιστορία φάντασμα», όλο μαζεύονταν τα σύννεφα πάνω από το κεφάλι της, κι έλεγες τώρα θ’ ανοίξουν οι κρουνοί και να πώς ξεκινούν οι καταιγίδες. Πέφτανε τότε μερικές ωραίες στάλες, το ρίγος την συνέπαιρνε, κι ύστερα πάλι όλα χάνονταν, κρύβονταν κατά πού δεν ξέρουμε. Και πόσο ακόμα να περιμένει ν’ αποδημήσει ένας άνθρωπος για να λάβει το λάκτισμα, την ευλογία!... Πώς αντέχω και δεν απελπίζομαι; αναρωτιόταν, την ώρα που μέσα της βαθειά εφτά φορές είχε αλλάξει δέρμα απ’ την απελπισία. Κι εκεί ήταν το ζήτημα: οι φοβερότερες στιγμές και σκέψεις, οι πιο ανείπωτες, δύνανται άραγε να γραφούν σ’ ένα χαρτί ή μήτε στον αιώνα τον άπαντα; Δύναται να «κρυφτεί» η ίδια μέσα σ’ αυτά που έγραφε ή μόνο να κρυφτεί απ’ αυτά; Κι αν δεν υπήρχε διαφορά;»