της Ίριδος Κρητικού
Η αναδρομική έκθεση Γ. Ιακωβίδη που εγκαινιάστηκε από τον Πρωθυπουργό κ. Κώστα Καραμανλή και παρουσιάζεται στην Εθνική Πινακοθήκη με την αποκλειστική χορηγία της Eurobank έως τις 30 Ιανουαρίου 2006, αποτελεί σύμφωνα με την επιμελήτριά της και Επιμελήτρια της Εθνικής Πινακοθήκης και Μουσείου Αλεξάνδρου Σούτζου, κυρία Όλγα Μεντζαφού ”ελάχιστο φόρο τιμής προς τον μεγάλο δημιουργό.
Αυτός ως πρώτος διευθυντής της Εθνικής Πινακοθήκης έθεσε τα θεμέλια λειτουργίας της αλλά και ως δάσκαλος και Διευθυντής της Σχολής Καλών Τεχνών της Αθήνας για τριάντα περίπου χρόνια συνέβαλε στον εκσυγχρονισμό της”.
-----Το έργο του Ιακωβίδη
Ο Γεώργιος Ιακωβίδης (1853-1932), καθιερώθηκε με το πολύπλευρο έργο του ως μια από τις ηγετικές μορφές της νεοελληνικής τέχνης του τέλους του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα, και συντέλεσε στη διαμόρφωση του καλλιτεχνικού κλίματος της εποχής του.
Εκφραστής του καλλιτεχνικού πνεύματος του Μονάχου, άριστος σχεδιαστής και ικανότατος χειριστής του χρώματος αλλά και εκ φύσεως προσηνής, μετέδωσε στους μαθητές του γνώσεις που διαφαίνονται στο έργο τους, ακόμη και στην περίπτωση που ακολούθησαν διαφορετικούς δρόμους από εκείνον.
Στην έκθεση παρουσιάζονται 200 περίπου έργα που καλύπτουν όλο το φάσμα της δημιουργίας του, από τα πρώτα σπουδαστικά του έργα γύρω στο 1875 έως το θάνατό του, το 1932.
Με αφετηρία τα νεανικά έργα της μαθητείας στο Σχολείο των Τεχνών της Αθήνας, όπου και διακρίνουμε τη σφραγίδα του δασκάλου του, Νικηφόρου Λύτρα, προχωρούμε στις μυθολογικές σκηνές των πρώτων χρόνων των σπουδών του στο Μόναχο για να καταλήξουμε στην χαρακτηριστική ηθογραφική ζωγραφική του με θέματα από την ειδυλλιακή ζωή της οικογένειας όπου κυριαρχεί το παιδί.
Περιλαμβάνονται ακόμη προσωπογραφίες και νεκρές φύσεις, που κυριάρχησαν στην ζωγραφική του μετά την επιστροφή του στην Αθήνα το 1900. Επίσης, τοπία, συχνά με ηθογραφικό περιεχόμενο, αλλά και κάποια έργα με θέματα συμβολιστικά. Τέλος, σχέδια, εικονογραφήσεις, γλυπτά, μετάλλια και νομίσματα που ολοκληρώνουν την παρουσίαση του πολύπλευρου έργου του.
Με δεδομένο την παραμονή του Γ. Ιακωβίδη του στο Μόναχο για τριάντα περίπου χρόνια (1877–1900), όπου και ενσωματώθηκε στο καλλιτεχνικό γίγνεσθαι του τόπου, στην έκθεση συμπεριλαμβάνονται επίσης και έργα Γερμανών καλλιτεχνών που προέρχονται κυρίως από τις συλλογές της Neue Pinakothek του Μονάχου άλλά και από τη πλούσια συλλογή της Πινακοθήκης Κουβουτσάκη στην Αθήνα.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και το υλικό τεκμηρίωσης, χαρακτικά ή φωτογραφίες χαμένων έργων, έγγραφα, άρθρα της εποχής, ιδιαίτερα από τον Γερμανικό τύπο που σκιαγραφούν ουσιαστικά τον βίο και το έργο του Γ. Ιακωβίδη.
-----Ζωγράφος της Παιδικής Ηλικίας
Σύμφωνα με τη Διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης, κυρία Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, ”ο Ιακωβίδης οδήγησε τη ζωγραφική της Σχολής του Μονάχου στα ακραία της όρια. Δεν ήταν ασφαλώς επαναστάτης. Υπήρξε όμως σπουδαίος τεχνίτης, απαράμιλλος σχεδιαστής.
Κυρίως, μας αποκάλυψε με την τέχνη του έναν κόσμο, βαθιά ανθρώπινο, πλούσιο σε αισθήματα και συγκινήσεις. Η ζεστασιά, η ανθρωπιά που αποπνέουν τα έργα του είναι αρχετυπική και άμεσα μεταδοτική. Ίσως αυτό εξηγεί γιατί οι πίνακες του Ιακωβίδη, ιδιαίτερα αυτοί που αφιέρωσε στα παιδιά, είναι τόσο δημοφιλείς”.
Αποκαλώντας ορθά τον Γεώργιο Ιακωβίδη ”Ζωγράφο της Παιδικής Ηλικίας”, η κυρία Λαμπράκη αναλύει τις αρετές των έργων του: ”Η νηπιακή και παιδική ανθρωπότητα που παρελαύνει από τους πίνακες του Ιακωβίδη έχει ορισμένα αρχετυπικά χαρακτηριστικά: πλούσια ή φτωχή, ντυμένη με ακριβά ρούχα ή με ράκη, είναι υγιής, εύρωστη, αμέριμνη και ευτυχισμένη”, σημειώνει.
”Αυτό και μόνο το χαρακτηριστικό διακρίνει τη ζωγραφική του Ιακωβίδη από το κοινωνικό κήρυγμα των ρεαλιστών ή από το νοσηρό κλίμα των ρομαντικών και των συμβολιστών, που αγγίζει κάπου-κάπου και τον μεγάλο Γύζη, όταν ζωγραφίζει ανάλογα θέματα. Οι σκηνές από την παιδική ηλικία ανήκουν ασφαλώς στην ανώδυνη ηθογραφική ζωγραφική αλλά ο Ιακωβίδης ερμηνεύει το θέμα του με τη φιλαλήθεια ενός ρεαλιστή.
Σπάνια μπορείς να δεις νήπια ζωγραφισμένα με τόση ακρίβεια, γιατί δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι πρόκειται για ένα από τα δυσκολότερα σχεδιαστικά γυμνάσματα. Με τέλειο τρόπο αποδίδονται τα άπλαστα ακόμη μέλη, οι αδέξιες κινήσεις, οι εκφράσεις, ακόμη και η ασκήμια τους, ιδιαίτερα όταν κλαίνε.
Και τα παιδιά του Ιακωβίδη θυμώνουν, επαναστατούν και κλαίνε γοερά. Όχι όμως από πείνα και δυστυχία. Αλλά γιατί υπομένουν με δυσκολία τα μικρά βάσανα που τους επιβάλλουν οι μεγαλύτεροι, κυρίως οι γιαγιάδες και οι παππούδες.
Γιατί ο Ιακωβίδης αγαπά να απεικονίζει αυτές τις δυο ακραίες ηλικίες και την ξεχωριστή σχέση που αναπτύσσουν”.
”Οι ”παιδογραφίες του Έλληνα ζωγράφου βρίσκουν θερμή ανταπόκριση τόσο στην κριτική τους υποδοχή, όσο και στο αγοραστικό κοινό της βαυαρικής πρωτεύουσας. Το θέμα αυτό θα κυριαρχήσει στη δημιουργία του μέχρι το 1900.
Μετά την επάνοδό του στην Ελλάδα οι ιεραρχίες ανατρέπονται, καθώς ο ορίζοντας προσδοκίας του κοινού αλλάζει.
Ο Ιακωβίδης κατακλύζεται από παραγγελίες. Από τον βασιλικό οίκο ως τους εκπροσώπους της πολιτικής και οικονομικής ζωής του τόπου, όλοι φιλοδοξούν να διαιωνιστούν από τον διάσημο ζωγράφο και πράγματι, ο Ιακωβίδης μας άφησε μια συναρπαστική πινακοθήκη από προσωπογραφίες που ζωντανεύουν μια ολόκληρη εποχή”, καταλήγει η κυρία Μαρίνα Λαμπράκη.