Αθήνα-Παρίσι: Κολοσσοί της τέχνης στην Πινακοθήκη

Μια απο τις σημαντικότερες εκθέσεις που έχει τα τελευταία χρόνια αντικρύσει η Αθήνα οργανώνεται από την Εθνική Πινακοθήκη από τις 20 Δεκεμβρίου έως το τέλος Μαρτίου. Με τίτλο ”Παρίσι- Αθήνα 1863- 1940” έργα Γάλλων και Ελλήνων εικαστικών παραβάλλονται και ξεδιπλώνουν στον επισκέπτη τις αλληλεπιδράσεις και τις ανταλλαγές των ”μεγάλων” ομοεθνών μας με κολοσσούς όπως ο Πικάσο, ο Σεζάν, ο Ρενουάρ, ο Ντε Κίρικο και ο Ματίς.

Μία από τις λαμπρότερες και τις πλέον ευφάνταστες εκθέσεις που είδε τα τελευταία χρόνια η Αθήνα οργανώνεται από τις 20 Δεκεμβρίου έως το τέλος Μαρτίου στην Εθνική Πινακοθήκη.

Πικάσο, Ματίς, Ντε Κίρικο, Μπονάρ, Ρενουάρ, Σεζάν και άλλα κολοσσιαία ονόματα της παγκόσμιας τέχνης εκτίθενται δίπλα στους δικούς μας Παρθένη, Γκίκα, Μπουζιάνη, Τσαρούχη, Εγγονόπουλο και πολλούς άλλους, επιχειρώντας να φωτίσουν τις επιρροές που αντάλλαξαν στο Παρίσι οι Έλληνες εικαστικοί με Γάλλους συναδέλφους τους από το τέλος του 19ου αιώνα έως και το 1940.

Αν ο 19ος αιώνας κυριαρχείται από τη λεγόμενη Σχολή του Μονάχου, ο 20ός αιώνας σημειώνει τη στροφή των Ελλήνων καλλιτεχνών προς το Παρίσι, καλλιτεχνική πρωτεύουσα της Ευρώπης, όπου κυοφορούνται τα πιο ριζοσπαστικά κινήματα της τέχνης. Ο διάλογος ανάμεσα στην Αθήνα και το Μόναχο είναι ένα κεφάλαιο που έτυχε ιδιαίτερης προσοχής και έρευνας τα τελευταία χρόνια. Η έκθεση ”Αθήνα-Μόναχο, τέχνη και πολιτισμός στη Νέα Ελλάδα”, που οργανώθηκε από την Εθνική Πινακοθήκη το 2000 και ο μνημειώδης κατάλογος που τη συνόδευσε φώτισαν τις πολλαπλές πτυχές αυτού του κεφαλαίου και διέλυσαν πολλές προκαταλήψεις, εξηγεί η διευθύντρια της Πινακοθήκης κ. Μαρίνα Λαμπράκη- Πλάκα.

Αντίθετα, συνεχίζει η ίδια, ο διάλογος ανάμεσα στο Παρίσι και την Αθήνα παραμένει στο επίπεδο του θρύλου, ενώ ιδιαίτερη βαρύτητα έχει έως σήμερα δοθεί στη ”γαλλική” θητεία των Ελλήνων μετά τον πόλεμο με αποτέλεσμα το προπολεμικό κεφάλαιο Παρίσι Αθήνα να μένει σε μεγάλο υποφωτισμένο. ”Δεν υπάρχουν μόνο μετά τον πόλεμο Έλληνες στο Παρίσι”, σημειώνει η κ. Λαμπράκη.

Η έκθεση ”ξεκινά” το 1863, χρονιά της διάσημης έκθεσης των απορριφθέντων και απαρχή της ρήξης του κλασσικού με το μοντέρνο και ”σταματά” το 1940 έτος κατά το οποίο, λόγω της αναταραχής στην Ευρώπη οι περισσότεροι ξενιτεμένοι Έλληνες ζωγράφοι επαναπατρίζονται.

Και αν κατά τη γέννηση του μοντερνισμού στο Παρίσι βρίσκονταν αρκετοί Έλληνες αυτό δεν θα πει πως το ίδιο τους το έργο ανήκει στον μοντερνισμό. Δεν ήταν ”μοντέρνα” η ζωγραφική ζωγράφων που σπούδασαν και έκαναν καριέρα στο Παρίσι όπως ο Θεόδωρος Ράλλης, που ανήκει στην ακαδημαϊκή σχολή του Οριενταλισμού, και ο Ιάκωβος Ρίζος που καλλιεργεί μια ζωγραφική της μεγαλοαστικής τάξης, έκφραση του πνεύματος της Belle époque- και αυτό είναι ανάγλυφο στην έκθεση.

Τα νέα ρεύματα θα φτάσουν στην Ελλάδα αργότερα, όταν η πολιτική και κοινωνική ανανέωση θα έχει ετοιμάσει τον ορίζοντα υποδοχής τους. Από την αρχή του 20ού αιώνα στο Παρίσι θα βρεθούν ο Γαλάνης και ο Μαλέας.

Λίγο αργότερα έρχεται ο Παρθένης και έπονται όλοι σχεδόν οι πρωταγωνιστές της καλλιτεχνικής σκηνής του ελληνικού Μεσοπολέμου: Μιχάλης Οικονόμου, Τριανταφυλλίδης, Περικλής Βυζάντιος, Παπαλουκάς, Κόντογλου, Γουναρόπουλος, Εγγονόπουλος, Χατζηκυριάκος-Γκίκας, Τσαρούχης, Διαμαντόπουλος, Μπουζιάνης, Μόραλης κ.ά. Οι Έλληνες καλλιτέχνες είχαν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν από κοντά τις ριζοσπαστικές και αλλεπάλληλες επαναστάσεις, ανατροπές και παλινδρομήσεις που λάβαιναν χώρα στο Παρίσι τα χρόνια πριν από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και στον Μεσοπόλεμο.

Αν και μπορεί να θεωρηθεί δεδομένο ότι οι Έλληνες επηρεάζονται κυρίως από τους ”Φωβ” και τους ”Ναμπί”, τα ρεύματα που βρήκαν πρόσφορο έδαφος στους Έλληνες του Παρισιού είναι από τα ζητούμενα της έκθεσης που σκοπεύει να μεταφέρει σε μεγάλο βαθμό το ερώτημα στον θεατή- επισκέπτη.

Τι κάνει αυτή την έκθεση ξεχωριστή, πέρα από το τεράστιο ειδικό βάρος των έργων που μετέχουν; ”Είναι μια όχι εγκεφαλική προσέγγιση, αλλά μια απόλαυση για τα μάτια”, θα πει η κ. Λαμπράκη. Και έχει απόλυτο δίκιο.

Το στήσιμο της έκθεσης είναι σωστό και επεξηγηματικό, καθώς στις περισσότερες των περιπτώσεων ζεύγη Έλληνα και Γάλλου εκτίθενται δίπλα- δίπλα με ευκρινή απόσταση διακριτικά επιτρέποντας την αισθητική σύγκριση, αφήνοντας στην άκρη τις ακαδημαϊκές γνώσεις και την γνώση της ιστορίας της τέχνης. Πικάσο- Γκίκας, Ντεραίν- Γαλάνης και Μόραλης, Ντε Κίρικο- Εγγονόπουλος, Παρθένης- Σεζάν, Ντενί, Ματίς- Τσαρούχης είναι μερικά μόνο από τα ζευγάρια που ξεδιπλώνουν μπροστά μας τις καλλιτεχνικές τους σχέσεις.

Ξεχωριστή αναφορά αξίζει να γίνει στο μεσαίο- χωρικά- τμήμα της έκθεσης όπου εκτίθενται επίσης κατ’ αντιπαραβολή χαρακτικά από Έλληνες και Γάλλους. Πολλά εξ αυτών ανήκουν στη συλλογή χαρακτικών της Πινακοθήκης που επί δεκαετίες ”περιμένει τη σειρά της” για δει τη δημοσιότητα. Πρόκειται για πραγματικά αριστουργήματα, υπέροχα στημένα από την επιμελήτρια του τμήματος αυτού, την κ. Μαριλένα Κασιμάτη. Αν και η ίδια νιώθει υπερήφανη για την παρουσίαση ενός εξαιρετικά σπάνιου χαρακτικού του Γαλάνη με τίτλο ”Η παριζιάνα”, το βλέμμα τραβούν εξίσου κάποια χαρακτικά του Γιάννη Τσαρούχη όπου προφανείς είναι οι επιρροές του από τον Νταλί.

Να πούμε ακόμη ότι οι λάτρεις του Παρθένη θα έμεναν πραγματικά ενθουσιασμένοι ακόμα και αν δεν υπήρχε κανένα άλλο έργο παρά μόνο τα δικά του. Και αυτό γιατί κατά τη γνώμη μας στην συγκεκριμένη έκθεση είναι συγκεντρωμένα μερικά από τα ωραιότερα έργα του- αν και όχι τα γνωστότερα.

Η έκθεση αποτελεί συλλογική εργασία υπό τη γενική εποπτεία και τον συντονισμό της Διευθύντριας Μαρίνας Λαμπράκη-Πλάκα, που είχε και την ιδέα για την διοργάνωσή της. Συνεργάστηκαν οι επιμελήτριες Όλγα Μεντζαφού, που είχε και την επιμέλεια του μνημειώδους καταλόγου 450 σελίδων, Έφη Αγαθονίκου, Μαρία Κατσανάκη, Μαριλένα Κασιμάτη, Ναυσικά Λιτσαρδοπούλου, Λίνα Τσίκουτα.

Η Διευθύντρια της Πινακοθήκης εκτός από το καμάρι της για τη διοργάνωση της έκθεσης, δύσκολα έκρυψε και την αισιοδοξία της για την προσέλευση του κοινού, η οποία εκτίμησε ότι θα κινηθεί υπεράνω των 200.000 επισκεπτών.

Η έκθεση τελεί υπό την αιγίδα του Γαλλικού και Ελληνικού Υπουργείου Πολιτισμού, το οποίο άλλωστε μέσω του Υπουργού κ. Βουλγαράκη έχει ήδη υποσχεθεί οικονομική ενίσχυση προκειμένου να καλυφθεί το τεράστιο κόστος ενός τέτοιου εγχειρήματος.

Πολύτιμη χαρακτήρισε τη συμβολή του Private Bank της Εurobank η κ. Λαμπράκη, αφού σε αυτό ανήκει η σημαντική χορηγία της πραγματικά αξιέπαινης αυτής προσπάθειας. Ο Αναπληρωτής Διευθύνων Σύμβουλος της Τράπεζας κ. Ν. Καραμούζης με την ευκαιρία της εκπνοής της τριετούς χορηγικής συμφωνίας που η Eurobank είχε με την Εθνική Πινακοθήκη, δεν έκρυψε την πρόθεσή του για την ανανέωσή της- εξέλιξη που αν πραγματοποιηθεί θα είναι αναμφισβήτητα θετική για τα επόμενα σχέδια της Πινακοθήκης που, όπως μαθαίνουμε, είναι τόσο φιλόδοξα, όσο και κοστοβόρα.

Αν για φέτος προγραμματίζετε να πάτε σε μία μόνο έκθεση επί ελληνικού εδάφους, ας είναι αυτή.

Δημήτρης Γλύστρας

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v