Λέγονται bookarazzi, από το “paparazzi”, και πιθανότατα έχουν φωτογραφήσει το εξώφυλλο του βιβλίου σας, αν έτυχε να σας πετύχουν να διαβάζετε στο μετρό. Γιατί να το κάνουν αυτό; Μα, για να ποστάρουν την φωτογραφία στο δημοφιλέστατο γκρουπ του Facebook που λέγεται «Τι διαβάζουν οι άνθρωποι στο μετρό και στο λεωφορείο; Ε;». Τι δεν καταλαβαίνετε;
«Η ομάδα δημιουργήθηκε τον Οκτώβριο του 2010, έτσι χωρίς λόγο: Απλά επειδή εγώ είχα την περιέργεια να κοιτάζω τι διαβάζουν οι άνθρωποι στο μετρό» λέει ο Γιώργος Τσακνιάς, εμπνευστής και δημιουργός του ΤΙΔΑΜΕΛΕ.Ε; (ναι, φυσικά έχει και συντομογραφία). «Το γκρουπ ξέφυγε πολύ γρήγορα από τον αρχικό πυρήνα των φίλων που πίστευα ότι θα ενδιαφέρονται: Απέκτησε σε χρόνο ρεκόρ διακόσια-τριακόσια μέλη που ασχολούνταν ενεργά. Μπήκαν πολύ νωρίς και άνθρωποι από τον χώρο του βιβλίου, απ’ όλα τα επαγγέλματα: εκδότες, συγγραφείς, μεταφραστές και πάει λέγοντας. Σε καμία περίπτωση, όμως, δεν είναι μια κλειστή λέσχη που απευθύνεται σε συγκεκριμένους ανθρώπους ή επαγγελματίες ενός χώρου. Προσωπικά, έχω χαρεί πρωτίστως που ανακάλυψα αναγνώστες. Έχουμε γίνει φίλοι μέσα από το γκρουπ. Υπάρχουν ακόμα και ζευγάρια που γνωρίστηκαν έτσι!».
Σήμερα, το γκρουπ αριθμεί 2.100 μέλη, που ήρθαν αρχικά από περιέργεια, και εν συνεχεία «κόλλησαν» με το βιβλιοφιλικό του περιεχόμενο, και τις ενδιαφέρουσες συζητήσεις που ξεκινούν κάτω από κάθε post. «Το βασικό δεν είναι οι φωτογραφίες των βιβλίων που διαβάζει ο κόσμος στο μετρό ή τα άλλα μέσα μαζικής μεταφοράς» εξηγεί ο Γιώργος. «Με αφορμή ένα post μπορεί να συζητήσουμε οτιδήποτε, από το αν έχουμε διαβάσει το συγκεκριμένο βιβλίο μέχρι άλλες δουλειές του ίδιου συγγραφέα ή του εκδοτικού οίκου. Απλώς, οι συζητήσεις ξεκινούν από το τι διαβάζει ο κόσμος στο μετρό.
»Πλέον, έχουμε και αρκετούς ανταποκριτές στο εξωτερικό, μέλη μας που μετακόμισαν σε άλλες πόλεις και μας στέλνουν φωτογραφίες από το μετρό του Λονδίνου, του Άμστερνταμ, της Στοκχόλμης ή της Κωνσταντινούπολης». Είναι πιο ενδιαφέροντα αυτά τα post; αναρωτιέμαι. «Είναι σίγουρα ενδιαφέρον να βλέπεις κάτι που έγινε πριν από πέντε λεπτά σε μια άλλη πόλη. Οι διαφορές, όμως, στο τι διαβάζει ο κόσμος δεν είναι τεράστιες: Μπορεί στο εξωτερικό να διαβάζει περισσότερο ο κόσμος, αλλά το ενδιαφέρον μοιράζεται κι εκεί κατά παρόμοιο τρόπο».
Επόμενη στάση… λογοτεχνία
Τι διαβάζει, λοιπόν, ο κόσμος στο μετρό της Αθήνας; «Κατ’ αρχήν, η είδηση είναι ότι ο κόσμος διαβάζει» μου λέει ο Γιώργος. «Πρακτικά, σε κάθε βαγόνι θα βρεις κάποιον να διαβάζει. Αυτό δεν ισχύει μόνο στο μετρό, βέβαια, αλλά και σε άλλα μέσα μαζικής μεταφοράς. Απλώς στο μετρό το ‘φαινόμενο’ παρατηρείται πιο συχνά, γιατί είναι τέτοια και η φύση του μέσου: Δεν έχει να χαζέψεις έξω, οπότε ή θα χαζεύεις τους άλλους, ή θα διαβάζεις ή θα ακούς μουσική. Αυτοί που διαβάζουν περισσότερο είναι οι ‘μόνιμοι’, όσοι δηλαδή χρησιμοποιούν καθημερινά το μετρό για τις μετακινήσεις τους.
»Γενικώς, στην Ελλάδα διαβάζουμε λίγο. Σκέψου ότι οι ‘καλοί’ αναγνώστες, εκείνοι που διαβάζουν δέκα βιβλία τον χρόνο –που δεν τους λες και βιβλιοφάγους δηλαδή– είναι μόλις το 8% του πληθυσμού. Οπότε είναι τουλάχιστον εντυπωσιακό το ότι υπάρχει τόσος κόσμος στο μετρό και τα λεωφορεία που διαβάζει. Προφανώς, δε διαβάζουν όλοι βιβλία: Παίζουν πολύ και οι εφημερίδες, και τα free press, και οι σημειώσεις των φοιτητών ή οι δικογραφίες των δικηγόρων. Διαβάζουν όμως και πολλά best seller, είτε με την καλή έννοια, είτε με την κακή. Κάθε εποχή έχει τους συρμούς της και στο διάβασμα». Ποια είναι, δηλαδή, η κακή έννοια του best seller, αναρωτιέμαι, και ο Γιώργος μου λέει ότι «είναι κάποια αναγνώσματα που δεν θα μείνουν στην Ιστορία: Οι Πενήντα Αποχρώσεις του Γκρι, ας πούμε, δεν είναι ο Εραστής της Λαίδης Τσάτερλι».
«Ο κόσμος διαβάζει και καλή λογοτεχνία, σύγχρονη και παλαιότερη, ελληνική και ξένη. Συναντάς ακόμα και παλιές εκδόσεις τριάντα ετών, ή δερματόδετα βιβλία που καταλαβαίνεις ότι βγήκαν μόλις από τη δανειστική βιβλιοθήκη. Είναι ωραίο να φαντάζεσαι την ιστορία ενός τέτοιου αντίτυπου. Και τέλος, παίζουν πολλά ιστορικά και θρησκευτικά επίσης».
Ποιος διαβάζει στο μετρό;
Στην ερώτησή μου αν είναι περισσότερες οι γυναίκες ή οι άνδρες που διαβάζουν στο μετρό, ο Γιώργος απαντά «εντελώς εμπειρικά, θα έλεγα ότι οι γυναίκες είναι ίσως λίγο περισσότερες από τους άνδρες. Όσον αφορά τις ηλικίες, ο μέσος όρος είναι σχετικά χαμηλός, κοντά στα 30 θα έλεγα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι διαβάζουν οι πιτσιρικάδες, ενώ οι μεγαλύτεροι σε ηλικία όχι. Βλέπουμε, τέλος, και μερικά Kindle και iPad, σε μικρότερη όμως αναλογία».
Αυξάνεται, άραγε, ο κόσμος που διαβάζει στο μετρό τα τελευταία χρόνια; «Από το 2010 που αρχίσαμε να παρατηρούμε, δεν μπορώ να πω ότι έχω δει κάποια ιδιαίτερη διαφορά. Ίσως λιγάκι, όσο συνηθίζουμε το μετρό και το κάνουμε κομμάτι της καθημερινότητάς μας, να αυξάνεται και ο κόσμος που διαβάζει».
Γενικά, ο Γιώργος δε δηλώνει αισιόδοξος για το μέλλον της αναγνωσιμότητας στην Ελλάδα. «Είναι και θέμα πολιτικής. Υπάρχουν πολλές κινήσεις που μπορείς να κάνεις για να αυξήσεις την φιλαναγνωσία. Εύκολα λέμε ότι δεν υπάρχουν χρήματα, ή ότι είναι δουλειά του κράτους να το κάνει αυτό. Δεν είναι, όμως, όλα άσπρο-μαύρο. Θα μπορούσαν κάλλιστα να δημιουργηθούν δημόσιες ή ανταλλακτικές βιβλιοθήκες μέσα στο μετρό, όπως υπάρχουν στο εξωτερικό. Οι εκδότες που φοβούνται οτιδήποτε έχει να κάνει με ανταλλαγές, όπως φοβούνται και τα e-books, πολύ κακώς τα φοβούνται. Διότι ό,τι αυξάνει το αναγνωστικό κοινό, μακροπρόθεσμα θα κάνει καλό και στους ίδιους. Κάποιος που διαβάζει ένα βιβλίο που δανείστηκε, ή ένα e-book, μοιραία κάποια στιγμή θα αγοράσει και ένα παραδοσιακό βιβλίο. Σε περίοδο κρίσης χρειάζονται βιβλιοθήκες, για πολλούς λόγους».
«Η ομάδα δημιουργήθηκε τον Οκτώβριο του 2010, έτσι χωρίς λόγο: Απλά επειδή εγώ είχα την περιέργεια να κοιτάζω τι διαβάζουν οι άνθρωποι στο μετρό» λέει ο Γιώργος Τσακνιάς, εμπνευστής και δημιουργός του ΤΙΔΑΜΕΛΕ.Ε; (ναι, φυσικά έχει και συντομογραφία). «Το γκρουπ ξέφυγε πολύ γρήγορα από τον αρχικό πυρήνα των φίλων που πίστευα ότι θα ενδιαφέρονται: Απέκτησε σε χρόνο ρεκόρ διακόσια-τριακόσια μέλη που ασχολούνταν ενεργά. Μπήκαν πολύ νωρίς και άνθρωποι από τον χώρο του βιβλίου, απ’ όλα τα επαγγέλματα: εκδότες, συγγραφείς, μεταφραστές και πάει λέγοντας. Σε καμία περίπτωση, όμως, δεν είναι μια κλειστή λέσχη που απευθύνεται σε συγκεκριμένους ανθρώπους ή επαγγελματίες ενός χώρου. Προσωπικά, έχω χαρεί πρωτίστως που ανακάλυψα αναγνώστες. Έχουμε γίνει φίλοι μέσα από το γκρουπ. Υπάρχουν ακόμα και ζευγάρια που γνωρίστηκαν έτσι!».
Σήμερα, το γκρουπ αριθμεί 2.100 μέλη, που ήρθαν αρχικά από περιέργεια, και εν συνεχεία «κόλλησαν» με το βιβλιοφιλικό του περιεχόμενο, και τις ενδιαφέρουσες συζητήσεις που ξεκινούν κάτω από κάθε post. «Το βασικό δεν είναι οι φωτογραφίες των βιβλίων που διαβάζει ο κόσμος στο μετρό ή τα άλλα μέσα μαζικής μεταφοράς» εξηγεί ο Γιώργος. «Με αφορμή ένα post μπορεί να συζητήσουμε οτιδήποτε, από το αν έχουμε διαβάσει το συγκεκριμένο βιβλίο μέχρι άλλες δουλειές του ίδιου συγγραφέα ή του εκδοτικού οίκου. Απλώς, οι συζητήσεις ξεκινούν από το τι διαβάζει ο κόσμος στο μετρό.
»Πλέον, έχουμε και αρκετούς ανταποκριτές στο εξωτερικό, μέλη μας που μετακόμισαν σε άλλες πόλεις και μας στέλνουν φωτογραφίες από το μετρό του Λονδίνου, του Άμστερνταμ, της Στοκχόλμης ή της Κωνσταντινούπολης». Είναι πιο ενδιαφέροντα αυτά τα post; αναρωτιέμαι. «Είναι σίγουρα ενδιαφέρον να βλέπεις κάτι που έγινε πριν από πέντε λεπτά σε μια άλλη πόλη. Οι διαφορές, όμως, στο τι διαβάζει ο κόσμος δεν είναι τεράστιες: Μπορεί στο εξωτερικό να διαβάζει περισσότερο ο κόσμος, αλλά το ενδιαφέρον μοιράζεται κι εκεί κατά παρόμοιο τρόπο».
Επόμενη στάση… λογοτεχνία
Τι διαβάζει, λοιπόν, ο κόσμος στο μετρό της Αθήνας; «Κατ’ αρχήν, η είδηση είναι ότι ο κόσμος διαβάζει» μου λέει ο Γιώργος. «Πρακτικά, σε κάθε βαγόνι θα βρεις κάποιον να διαβάζει. Αυτό δεν ισχύει μόνο στο μετρό, βέβαια, αλλά και σε άλλα μέσα μαζικής μεταφοράς. Απλώς στο μετρό το ‘φαινόμενο’ παρατηρείται πιο συχνά, γιατί είναι τέτοια και η φύση του μέσου: Δεν έχει να χαζέψεις έξω, οπότε ή θα χαζεύεις τους άλλους, ή θα διαβάζεις ή θα ακούς μουσική. Αυτοί που διαβάζουν περισσότερο είναι οι ‘μόνιμοι’, όσοι δηλαδή χρησιμοποιούν καθημερινά το μετρό για τις μετακινήσεις τους.
»Γενικώς, στην Ελλάδα διαβάζουμε λίγο. Σκέψου ότι οι ‘καλοί’ αναγνώστες, εκείνοι που διαβάζουν δέκα βιβλία τον χρόνο –που δεν τους λες και βιβλιοφάγους δηλαδή– είναι μόλις το 8% του πληθυσμού. Οπότε είναι τουλάχιστον εντυπωσιακό το ότι υπάρχει τόσος κόσμος στο μετρό και τα λεωφορεία που διαβάζει. Προφανώς, δε διαβάζουν όλοι βιβλία: Παίζουν πολύ και οι εφημερίδες, και τα free press, και οι σημειώσεις των φοιτητών ή οι δικογραφίες των δικηγόρων. Διαβάζουν όμως και πολλά best seller, είτε με την καλή έννοια, είτε με την κακή. Κάθε εποχή έχει τους συρμούς της και στο διάβασμα». Ποια είναι, δηλαδή, η κακή έννοια του best seller, αναρωτιέμαι, και ο Γιώργος μου λέει ότι «είναι κάποια αναγνώσματα που δεν θα μείνουν στην Ιστορία: Οι Πενήντα Αποχρώσεις του Γκρι, ας πούμε, δεν είναι ο Εραστής της Λαίδης Τσάτερλι».
«Ο κόσμος διαβάζει και καλή λογοτεχνία, σύγχρονη και παλαιότερη, ελληνική και ξένη. Συναντάς ακόμα και παλιές εκδόσεις τριάντα ετών, ή δερματόδετα βιβλία που καταλαβαίνεις ότι βγήκαν μόλις από τη δανειστική βιβλιοθήκη. Είναι ωραίο να φαντάζεσαι την ιστορία ενός τέτοιου αντίτυπου. Και τέλος, παίζουν πολλά ιστορικά και θρησκευτικά επίσης».
Ποιος διαβάζει στο μετρό;
Στην ερώτησή μου αν είναι περισσότερες οι γυναίκες ή οι άνδρες που διαβάζουν στο μετρό, ο Γιώργος απαντά «εντελώς εμπειρικά, θα έλεγα ότι οι γυναίκες είναι ίσως λίγο περισσότερες από τους άνδρες. Όσον αφορά τις ηλικίες, ο μέσος όρος είναι σχετικά χαμηλός, κοντά στα 30 θα έλεγα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι διαβάζουν οι πιτσιρικάδες, ενώ οι μεγαλύτεροι σε ηλικία όχι. Βλέπουμε, τέλος, και μερικά Kindle και iPad, σε μικρότερη όμως αναλογία».
Αυξάνεται, άραγε, ο κόσμος που διαβάζει στο μετρό τα τελευταία χρόνια; «Από το 2010 που αρχίσαμε να παρατηρούμε, δεν μπορώ να πω ότι έχω δει κάποια ιδιαίτερη διαφορά. Ίσως λιγάκι, όσο συνηθίζουμε το μετρό και το κάνουμε κομμάτι της καθημερινότητάς μας, να αυξάνεται και ο κόσμος που διαβάζει».
Γενικά, ο Γιώργος δε δηλώνει αισιόδοξος για το μέλλον της αναγνωσιμότητας στην Ελλάδα. «Είναι και θέμα πολιτικής. Υπάρχουν πολλές κινήσεις που μπορείς να κάνεις για να αυξήσεις την φιλαναγνωσία. Εύκολα λέμε ότι δεν υπάρχουν χρήματα, ή ότι είναι δουλειά του κράτους να το κάνει αυτό. Δεν είναι, όμως, όλα άσπρο-μαύρο. Θα μπορούσαν κάλλιστα να δημιουργηθούν δημόσιες ή ανταλλακτικές βιβλιοθήκες μέσα στο μετρό, όπως υπάρχουν στο εξωτερικό. Οι εκδότες που φοβούνται οτιδήποτε έχει να κάνει με ανταλλαγές, όπως φοβούνται και τα e-books, πολύ κακώς τα φοβούνται. Διότι ό,τι αυξάνει το αναγνωστικό κοινό, μακροπρόθεσμα θα κάνει καλό και στους ίδιους. Κάποιος που διαβάζει ένα βιβλίο που δανείστηκε, ή ένα e-book, μοιραία κάποια στιγμή θα αγοράσει και ένα παραδοσιακό βιβλίο. Σε περίοδο κρίσης χρειάζονται βιβλιοθήκες, για πολλούς λόγους».