Νικηφόρος Βρεττάκος: Ένας αιώνας ποιητικού φωτός

Ο «ποιητής της ειρήνης και της αγάπης» συμπληρώνει εκατό χρόνια «ζωής» στα ελληνικά γράμματα, και το in2life τιμά τα εκατοστά του γενέθλια με μια αναδρομή στο έργο του, μέσα από τα βιώματα, τις απαγγελίες, και φυσικά μέσα από τους στίχους του.
Νικηφόρος Βρεττάκος: Ένας αιώνας ποιητικού φωτός
του Γιώργου Κόκουβα

«Ἀγαπῶ, ἄρα ὑπάρχω»
Αυτός ο μικρός αλλά τόσο ηχηρός στίχος από το «Μεσουράνημα της Φωτιάς» ίσως πρεσβεύει με μεστό τρόπο την ουσία της ποίησης αλλά και της προσωπικότητας του Νικηφόρου Βρεττάκου. Ο ποιητής της αγάπης, της ειρήνης, της ελληνικότητας και του ανθρωπισμού, παρ’ ότι λείπει από κοντά μας εδώ και δύο δεκαετίες, συμπληρώνει φέτος 100 χρόνια «ζωής», κι εμείς γιορτάζουμε τα εκατοστά του γενέθλια, επιχειρώντας μια αναδρομή στην ζωή του, στο έργο του, στο «είναι» του.

*Έτος Νικηφόρου Βρεττάκου
Το 2012, μετά από αίτηση του Αρχείου Ν. Βρεττάκου προς το Υπουργείο Πολιτισμού, ανακηρύχθηκε «Έτος Νικηφόρου Βρεττάκου», και πολλοί φορείς ανά την Ελλάδα τιμούν την μνήμη και το έργο του μεγάλου λογοτέχνη, με εκδηλώσεις αφιερωμένες στην ποίησή του. Επίσημος φορέας στον οποίο ανατέθηκε ο επετειακός εορτασμός είναι το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου, στην ειδική ιστοσελίδα του οποίου μπορείτε να ενημερωθείτε για όλες τις εκδηλώσεις που προγραμματίστηκαν. Την 5η Δεκεμβρίου, που σηματοδοτεί την έναρξη του τελευταίου μήνα των εορτασμών, θα λάβει χώρα ειδική ποιητική βραδιά στην αίθουσα εκδηλώσεων του ΟΛΠ (Ακτή Μιαούλη 10, στις 19.00), σε συνεργασία με το ΕΚΕΒΙ και την Δημόσια Βιβλιοθήκη Σπάρτης. Την εκδήλωση θα συντονίσει ο γιος του ποιητή, Κώστας Βρεττάκος.

*Η ζωή του Νικηφόρου Βρεττάκου
Γεννημένος την πρωτοχρονιά του 1912 στις Κροκεές της Λακωνίας, ο Νικηφόρος Βρεττάκος ζει τα πρώτα του χρόνια μαζί με τους γονείς και τα πέντε αδέλφια του σε ένα αγρόκτημα στην Πλούμιτσα και μεγαλώνει κοντά στην φύση και τον Ταΰγετο, που καθόρισε την αγάπη του για το φυσικό κάλλος και κατ’ επέκταση την ποιητική του ιδιοσυγκρασία – οι αναφορές σε αυτά τα κομμάτια ελληνικής γης είναι διάχυτα σε όλο του το έργο.

Ως μαθητής στο Γύθειο και ως φοιτητής στην Νομική Σχολή της Αθήνας, ο Νικηφόρος Βρεττάκος αντιλαμβάνεται τελικά ότι δεν τον γοητεύουν οι νόμοι, αλλά μόνο τα γράμματα. Στην διακοπή των σπουδών του, σημαντικό ρόλο παίζει και η οικονομική δυσπραγία της οικογένειάς του, αφού από νωρίς έπρεπε να αναζητήσει δουλειά. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια πως άφησε ποτέ του κάτω την πένα του: Στα τέλη της δεκαετίας του ’20 εκδίδεται η πρώτη του ποιητική συλλογή («Κάτω από σκιές και φώτα»), ενώ με την δεύτερη («Κατεβαίνοντας στην Σιγή των αιώνων»), αναγκάζει τον Κωστή Παλαμά να δηλώσει δημόσια πως θέλει να τον γνωρίσει.

Από εκείνη την στιγμή, και μέσα σε δέκα χρόνια, η ζωή του γίνεται ένα πεδίο διαρκούς μάχης: Ένας γάμος, το πρώτο του παιδί, ένα βιβλίο του στην πυρά από το καθεστώς της 4ης Αυγούστου, ο ελληνοϊταλικός πόλεμος στον οποίο υπηρετεί ενεργά και στην συνέχεια η Αντίσταση, κατά την οποία οργανώνεται στο ΕΑΜ συνθέτουν το σκηνικό μιας πολυτάραχης, «θορυβώδους» δεκαετίας. Ο θόρυβος όμως δεν μπόρεσε να ανακόψει την έμπνευσή του, η οποία διοχετευόταν στους λυρικούς του στίχους, που εξυμνούσαν την ειρήνη, την αγάπη, την ελληνικότητα, και ενέπνεαν ταυτόχρονα και τους υπόλοιπους συναγωνιστές του κατά την Κατοχή.

Κι ενώ, μεταπολεμικά, έρχονται οι πρώτες διακρίσεις και τα τιμητικά βραβεία, αρχίζουν και οι διώξεις για τα πολιτικά του φρονήματα, καθώς αποτελούσε μέλος του ΚΚΕ. Αργότερα, εξαιτίας του δράματός του «Δυο άνθρωποι μιλούν για την ειρήνη του κόσμου» διαγράφεται και από το ΚΚΕ, ενώ η μοίρα του παίζει παράξενα παιχνίδια: Ενώ λαμβάνει το Κρατικό Βραβείο Ποίησης και τα ποιήματα του γνωρίζουν διεθνή καταξίωση, στις αρχές της δεκαετίας του ’60 μένει άνεργος, το σπίτι του στην Πειραιά όπου ζούσε με την σύζυγό του κατεδαφίζεται, και καταλήγει να δουλεύει ως ιματιοφύλακας στο Εθνικό Θέατρο.

Η δικτατορία των συνταγματαρχών το ’67 σηματοδοτεί την φυλάκιση του γιου του, Κώστα, και την αυτοεξορία του ίδιου στην Ελβετία, όπου συνεχίζει να συγγράφει και να γνωρίζει διεθνή αποθέωση – έκτοτε προτάθηκε τέσσερις φορές για το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Λίγο μετά την Μεταπολίτευση, εγκαθίσταται μόνιμα στην αγαπημένη του Πλούμιτσα στην Λακωνία και ξεκινά την τελευταία γόνιμη ποιητική του περίοδο, μέχρι την 4η Αυγούστου του 1991, οπότε και αφήνει την τελευταία του πνοή. Το πλήρες έργο του μπορείτε να το δείτε εδώ

*Μια ζωή ποίησης μέσα από video
Ποίηση γεμάτη φυσιολατρικά σύμβολα, γεμάτη… Ταΰγετο, γεμάτη παιδικά βιώματα. Τον ρόλο της φύσης μέσα στο έργο του Νικηφόρου Βρεττάκου αναζήτησε η σειρά «Προσώπων Τόποι», το σχετικό επεισόδιο της οποίας μπορείτε να δείτε στο παρακάτω video, στο οποίο οι φιλόλογοι Γεωργία Κακούρου-Χρόνη και Παναγιώτης Βρεττάκος αναλύουν την έννοια της εντοπιότητας και της θρησκευτικότητας στην ποίησή του. Η φωνή του ίδιου του ποιητή ακούγεται να απαγγέλει ποιήματά του. Επίσης, εδώ μπορείτε να δείτε ένα αφιέρωμα στην γενέτειρα του ποιητή, τις Κροκεές, και τον Νικηφόρο Βρεττάκο να απαγγέλει τον περίφημο «Πικραμένο Αναχωρητή» του.


Ο «Πικραμένος Αναχωρητής» γνώρισε και μελοποίηση, από τους καλλιτέχνες Π. Κωνσταντακόπουλο και τον Β. Σκουλά, εκτέλεση που μπορείτε να ακούσετε στο παρακάτω video.


«Υπάρχουν και σήμερα ακόμα λαοί που ζουν μια συνεχή Μεγάλη Παρασκευή… Οι Καϊάφες και οι Ηρώδηδες εξακολουθούν να υπερβασιλεύουν ακόμη και σήμερα. Και εξακολουθούν να είναι αδυσώπητοι». Τα λόγια του Νικηφόρου Βρεττάκου ακούγονται από τον ίδιο στο ειδικό αφιέρωμα της ΕΡΤ για το Πάσχα, κι όμως, μοιάζουν να ταιριάζουν απόλυτα και με τις πληγές του ελληνισμού ανά τις εποχές, μέχρι και σήμερα. Δείτε παρακάτω το σχετικό αφιέρωμα με την συνέντευξη του ποιητή.


Η ημέρα του θανάτου του Νικηφόρου Βρεττάκου, το 1991, σήμανε το τέλος ενός μεγάλου κεφαλαίου για τα ελληνικά γράμματα και οι τηλεοπτικοί σταθμοί αφιέρωσαν αρκετό χρόνο στην ανασκόπηση του σημαντικού του έργου. Παρακάτω μπορείτε να παρακολουθήσετε το ειδικό αφιέρωμα του MEGA στον ποιητή, καθώς και πλάνα από παλαιότερες συνεντεύξεις του.


«Στην ποίηση έδωσα την ψυχή μου, και χωρίς να είμαι βέβαιος ότι είμαι ποιητής, ξέρω τώρα πως δεν είμαι τίποτε άλλο». Ο Νικηφόρος Βρεττάκος ήξερε κατά βάθος πως γεννήθηκε για την ποίηση. Άλλωστε αυτό αποδίδει και με τους στίχους του:
«Ἔχω ἤδη ἀφήσει τὴν καρδιά μου στὴ γῆ
νὰ χτυπάει μονάχη της. (Αὐτὸ εἶναι ἄλλωστε
ἡ ποίηση). Νὰ μποροῦν νὰ τὴν ἔχουν
στὶς σάκκες τους τὰ παιδιά, νὰ τὴν μετακινοῦνε
οἱ ταξιδιῶτες. Κ’ οἱ πικραμένοι
ποὺ ξέμειναν ἀπὸ ἥλιο, ν’ ἀκοῦν
το φλοῖσβο του μέσα της.»

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v