Τι είναι αυτή η μυστήρια αίσθηση μελαγχολίας όταν κοιτάμε ωραία τοπία;
Σε πιάνει κι εσένα αυτή η περίεργη αίσθηση μελαγχολίας στην θέα ενός εντυπωσιακού φυσικού τοπίου; Υπάρχει λόγος –και δεν είναι αυτός που φαντάζεσαι.
Σε πιάνει κι εσένα αυτή η περίεργη αίσθηση μελαγχολίας στην θέα ενός εντυπωσιακού φυσικού τοπίου; Υπάρχει λόγος –και δεν είναι αυτός που φαντάζεσαι.
«Δεν ξέρω τι να την κάνω τόση ομορφιά». Αυτή η σκέψη ήταν, στην πολύ απλοϊκή της μορφή, η απάντηση στην ερώτηση που έγινε ο τίτλος του παρόντος. Στην πιο σύνθετη εκδοχή της, η απάντηση είναι λίγο μακάβρια, οφείλουμε να σε προειδοποιήσουμε.
Αν πιστεύεις ότι σε λόγια θα σου πέσει βαριά, μπορούμε να αφήσουμε τον Caspar David Friedrich να σου το ζωγραφίσει:
Αυτός ο πίνακας, που λέγεται Monk by the sea, ήτοι Καλόγερος στην ακροθαλασσιά, λέει σε μια εικόνα όσα εμείς θα πούμε παρακάτω σε τετρακόσιες λέξεις.
Το μεγαλείο της φύσης, αγαπητέ αναγνώστη που συνέχισες παρόλα αυτά να διαβάζεις, είναι εκτός από συναρπαστικό, επιβλητικό, εντυπωσιακό και λοιπά κοσμητικά επίθετα, και κάτι σημαντικότερο: Είναι πολύ μεγαλύτερο από τις μικρές ζωές μας. Σαν τη γραμμή του ορίζοντα στον πίνακα του Friedrich που έχει κατέβει ασυνήθιστα, σχεδόν παράλογα χαμηλά, το βλέμμα μας και η αντίληψή μας δεν φτάνουν για να το χωρέσουν όλο. Συνειδητοποιώντας το αυτό, αντιλαμβανόμαστε πόσο είμαστε μικροί μέσα σε έναν γιγάντιο κόσμο.
Και γίνεται χειρότερο: Δεν πρόκειται απλώς για έναν κόσμο που μας ξεπερνά χωροταξικά. Πρόκειται, κυρίως, για έναν κόσμο που μας ξεπερνά χρονικά. Η ομορφιά της φύσης είναι μια υπενθύμιση της θνητότητάς μας. Είναι παράλογο, άσπλαχνο, αν όχι και αισχρό το ότι αυτό το συγκλονιστικό τοπίο θα συνεχίσει να υπάρχει όταν δεν θα υπάρχεις όχι απλά εσύ που το κοιτάς ετούτη τη στιγμή, αλλά όλοι οι άνθρωποι που ξέρεις, και όλοι εκείνοι που δεν ξέρεις, όλοι όσοι ζουν στον πλανήτη αυτή τη δεδομένη στιγμή.
Δεν είναι, προφανώς, συνειδητές αυτές οι σκέψεις. Κανείς δεν σκέφτεται «τι κρίμα που θα πεθάνουμε όλοι» κοιτώντας ένα δάσος με κόκκινα φύλλα που πέφτουν. Ο λόγος, όμως, που τα συναισθήματά σου είναι στην καλύτερη ανάμεικτα, στην χειρότερη μελαγχολικά σκέτο, μπροστά στην θέα ενός ωραίου τοπίου είναι αυτός. Η αίσθηση του πεπερασμένου, η συνειδητοποίηση του πόσο μικροί και αναλώσιμοι είμαστε μπροστά στο μεγαλείο του κόσμου.
Δεν είναι, βέβαια, ο μοναδικός. Μπλέκονται μέσα και άλλοι, περισσότερο πεζοί λόγοι, όπως η σύγκριση ενός ωραίου τοπίου με την κατά κανόνα πολύ πιο μουντή καθημερινότητά μας. Μετά είναι και το εφέ του διαλογισμού που προκαλεί το να κοιτάμε για λίγη ώρα σιωπηλοί την φύση, που φέρνει καμιά φορά στην επιφάνεια καταπιεσμένα συναισθήματα, και ποιος είναι ο πιο συνήθης ύποπτος των καταπιεσμένων συναισθημάτων; Μπίνγκο, η μελαγχολία.
Αλλά να σου πούμε ένα μυστικό, που σου το έχει ήδη πει η Pixar αλλά επιμένεις να το ξεχνάς; Δεν είναι κακιά η μελαγχολία. Κακό είναι να προσπαθείς να την απωθήσεις, να την αρνηθείς και να την αποφύγεις, τόσο μανιασμένα που τις σπάνιες φορές που καταλήγεις να τη συναντάς, σε τρομάζει σε σημείο να γκουγκλάρεις «τι είναι αυτή η μυστήρια αίσθηση μελαγχολίας όταν κοιτάμε ωραία τοπία;». Και να πέφτεις πάνω σε αναλύσεις σαν κι αυτήν.