Τα νέα σημαντικά δεδομένα που προέκυψαν από τη μεγαλύτερη παγκόσμια έρευνα που έγινε ποτέ στην επιδημιολογία της δυσκοιλιότητας, παρουσιάστηκαν στις 23 Μαΐου 2006 σε μεγάλο συνέδριο για τις Παθήσεις του Πεπτικού (Digestive Disease Week), που διεξήχθη στο Los Angeles.
Το σημαντικότερο στοιχείο που προέκυψε είναι ότι οι πάσχοντες πολλές φορές δεν αντιμετωπίζουν το πρόβλημα της δυσκοιλιότητας και όσοι το κάνουν δεν καταφεύγουν στις αποτελεσματικότερες θεραπείες.
Η παγκόσμια αυτή επιδημιολογική έρευνα, η οποία διερεύνησε τη συχνότητα και τη διάρκεια της δυσκοιλιότητας σε 13.879 συμμετέχοντες από Ευρώπη, Αμερική και Ασία, έδειξε ότι 12% των ανθρώπων παγκοσμίως αναφέρουν ότι πάσχουν από δυσκοιλιότητα. Αυτός ο αριθμός ποικίλει μεταξύ των χωρών. Στην Αμερική και την Ασία οι πάσχοντες είναι δύο φορές περισσότεροι από ό,τι στην Ευρώπη.
Τα αποτελέσματα της έρευνας έφεραν στο φως πολλά στοιχεία σχετικά με τη δυσκοιλιότητα και την αντιμετώπισή της, που προβληματίζουν και προκαλούν το ενδιαφέρον τόσο των ιατρών όσο και των πασχόντων.
Αρκεί να σημειωθεί ότι στην Ιταλία και τη Γαλλία, το 38% και 43%, αντίστοιχα, των πασχόντων υποφέρουν για περισσότερο από 10 χρόνια.
Το 44% των πασχόντων από δυσκοιλιότητα σε ολόκληρο τον κόσμο αντιμετωπίζει το πρόβλημα τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα. Στην Αγγλία συγκεκριμένα το ποσοστό αυτό φτάνει μέχρι και το 57%. Ένα ακόμα συμπέρασμα που βγαίνει από την έρευνα είναι ότι οι γυναίκες είναι πιο ευπαθείς από τους άνδρες.
Τέλος, το σημαντικότερο ίσως στοιχείο που προκύπτει είναι, ότι το 1/4 των ανθρώπων που πάσχουν από δυσκοιλιότητα δεν κάνει τίποτα για να ανακουφιστεί από τα συμπτώματα του. Αντιθέτως, προτιμά να περιμένει με την ελπίδα ότι θα περάσουν, χωρίς κάποια παρέμβαση.
Ενώ, από τους πάσχοντες που προχωρούν τελικά στη θεραπεία της κατάστασής τους, λιγότερο από το 1/3 χρησιμοποιεί υπακτικά, παρόλο που πρόσφατη μελέτη έδειξε ότι τα υπακτικά αποτελούν από τις πλέον ασφαλείς και αποτελεσματικές θεραπείες.
Στην Ασία, στην οποία εντοπίζονται και τα υψηλότερα ποσοστά πασχόντων από δυσκοιλιότητα (17%), τα ποσοστά των χρηστών υπακτικών είναι τα χαμηλότερα. Αρκεί να σημειωθεί ότι από τους 10 πάσχοντες λιγότεροι από δύο θεραπεύουν αποτελεσματικά τη δυσκοιλιότητα με τη χρήση υπακτικών. Ακόμα και στην Αμερική που τα ποσοστά της θεραπείας με υπακτικά είναι από τα υψηλότερα, οι πάσχοντες που θεραπεύουν τη δυσκοιλιότητα με υπακτικά είναι λιγότεροι από 4 στους 10.
Η συγκεκριμένη επιδημιολογική μελέτη οδήγησε και σε επιπλέον έρευνα, ειδικά για τους πάσχοντες από σοβαρή δυσκοιλιότητα (αυτοί που υποφέρουν για τουλάχιστον δύο χρόνια και τουλάχιστον μία φορά κάθε δύο ή τρεις μήνες), η οποία έχει σκοπό να προσφέρει μία ολοκληρωμένη και πλήρη εικόνα για τη συγκεκριμένη ομάδα.
Τα αποτελέσματα αυτής της πρωτοποριακής, πιο εξειδικευμένης έρευνας, αναμένεται να ανακοινωθούν στο Συνέδριο 14η Ευρωπαϊκή Γαστρεντερολογική Εβδομάδα (United European Gastroenterology Week), στο Βερολίνο της Γερμανίας, στις 21-25 Οκτωβρίου 2006. Επίσης, η ίδια έρευνα διεξάγεται αυτή τη στιγμή και στην Ελλάδα και τα αποτελέσματά της θα γίνουν γνωστά το ερχόμενο καλοκαίρι.
Η ελλιπής ενημέρωση, η καχυποψία και η άγνοια είναι ίσως οι σημαντικότεροι λόγοι, για τους οποίους το πρόβλημα παραμένει αθεράπευτο.
Συμπερασματικά, η δυσκοιλιότητα είναι ένα πρόβλημα που κατά μέσο όρο ταλαιπωρεί το 12% του πληθυσμού παγκοσμίως και από τους πάσχοντες μόνο το 30% καταφεύγει στην αντιμετώπισή του με φαρμακευτική αγωγή, ενώ το υπόλοιπο ποσοστό, είτε δεν συνειδητοποιεί ότι αντιμετωπίζει πρόβλημα, είτε ντρέπεται να μιλήσει για αυτό.
Ο Δρ. Ιωάννης Καραϊτιανός, Επίκ. Καθηγητής Χειρουργικής Πανεπιστημίου Αθηνών, Αναπλ. Δ/ντής Νοσοκ. Άγιος Σάββας, τ. Πρόεδρος Ευρωπαϊκής Εταιρείας Κολοπρωκτολογίας και Πρόεδρος Εταιρείας Ιατρικών Σπουδών, σχολιάζει ότι η καθημερινή κλινική εμπειρία επιβεβαιώνει τα στοιχεία της έρευνας επισημαίνοντας ότι ”Πολλοί ασθενείς δεν βρίσκουν ανακούφιση με τις μέχρι σήμερα συνιστώμενες μεθόδους, δηλαδή αυξάνοντας τη λήψη φυτικών ινών, την πρόσληψη υγρών ή αυξάνοντας τη σωματική δραστηριότητα”.
”Σε ορισμένους οι λύσεις αυτές μπορεί να επιδεινώσουν το πρόβλημα. Οι μύθοι και οι παρανοήσεις γύρω από τη δυσκοιλιότητα είναι ταυτόχρονα και η αιτία που οι περισσότεροι δεν αναζητούν ιατρική βοήθεια και δεν χρησιμοποιούν κάποια φαρμακευτική αγωγή, που είναι η μόνη τεκμηριωμένη και ασφαλής αντιμετώπιση του προβλήματος”.
”Σημαντική είναι η βοήθεια που παρέχει η λήψη μίας δόσης δισακοδύλης σε περιστασιακή ή παροδική δυσκοιλιότητα (μετακινήσεις – ταξίδια - αγχώδεις καταστάσεις- χειρουργική επέμβαση κλπ). Εξάλλου, η παρατεταμένη χρήση υπακτικών αποδεικνύεται, σε πολλές πρόσφατες μελέτες, αποτελεσματική και απαλλαγμένη από τον κίνδυνο εθισμού ή καρκινογένεσης του εντέρου”.
Ο Δρ Δημήτρης Καραμανώλης, Διευθυντής Γαστρεντερολόγος στο Νοσοκομείο ”Ευαγγελισμός”, Γραμματέας του ΕΛΙΓΑΣΤ (Ελληνικό Ίδρυμα Γαστρεντερολογίας & Διατροφής) σχολιάζει: ” Τα αποτελέσματα αυτά που ανακοινώθηκαν στο πλέον καταξιωμένο Παγκόσμιο συνέδριο DDW, αποκαλύπτει το μέγεθος και τα αίτια του προβλήματος. Η έρευνα αποδεικνύει ότι το πρόβλημα αφορά περισσότερο τις γυναίκες και τις ηλικίες άνω των 60 ετών.
”Το 40% από τους πάσχοντες προσπαθεί να θεραπεύσει τη δυσκοιλιότητα με την αλλαγή της διατροφής του, παρόλο που εκτενείς έρευνες έχουν δείξει ότι στην πραγματικότητα η διατροφή και ο τρόπος ζωής δεν αποτελούν υποχρεωτικά αιτίες για την εμφάνιση της δυσκοιλιότητας. Τα νέα στοιχεία που προέκυψαν από την έρευνα, αποκαλύπτουν ότι υπάρχει ακόμα μία σημαντική ανικανοποίητη ανάγκη αναφορικά με τη θεραπεία της δυσκοιλιότητας.”
”Αποτελεί δική μας ευθύνη να δημοσιεύουμε τέτοια στοιχεία και να διορθώνουμε τις παρανοήσεις που υπάρχουν ώστε να καταστήσουμε τους ανθρώπους ενήμερους και να τους προσφέρουμε τις καλύτερες λύσεις για το πρόβλημα της δυσκοιλιότητας”.
Ο Καθηγητής Scarpignato, Καθηγητής Φαρμακολογίας στην Ιατρική Σχολή Πανεπιστημίου Πάρμας, ένας από τους επικεφαλής της εν λόγω έρευνας σχολιάζει: ”αβάσιμες ανησυχίες και λανθασμένες πεποιθήσεις, αποτελούν εμπόδιο για τους περισσότερους πάσχοντες να καταφύγουν στη χρησιμοποίηση των καλύτερων διαθέσιμων θεραπειών, όπως είναι η χρήση υπακτικών. Εάν χρησιμοποιούσαν ένα υπακτικό, όπως η δισακοδύλη, θα είχαν διαλέξει μία ασφαλή και αποτελεσματική θεραπεία, για να ανακουφίσουν την κατάστασή τους”.