Πώς μιλάμε στα παιδιά για τη σεξουαλική παρενόχληση
Η σεξουαλική εκμετάλλευση ανηλίκων υπήρχε και υπάρχει. Πώς πρέπει να μιλήσουμε στο παιδί για να το προστατεύσουμε;
Παλαιότερο των 360 ημερών
Γράφει ο Δημήτρης Κούκης, ψυχολόγος (BA, MSc) – συστημικός ψυχοθεραπευτής, Κέντρο Ψυχοθεραπείας “ψυχής άκος”
Κάθε γονιός τρέμει στη σκέψη της σεξουαλικής παρενόχλησης ενός παιδιού. Τις τελευταίες εβδομάδες ανατριχιαστικές πληροφορίες κυριαρχούν στην επικαιρότητα και προκαλούν αποτροπιασμό. Δυστυχώς, η πραγματικότητα είναι ζοφερή και τα στοιχεία αποδεικνύουν ότι η σεξουαλική εκμετάλλευση ανηλίκων υπήρχε και υπάρχει σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από όσο πιστεύουμε. Σχεδόν ένα στα δέκα παιδιά στην Ελλάδα αναφέρουν ότι έχουν υποστεί κάποια μορφή σεξουαλικής βίας κατά τη διάρκεια της ζωής τους και στο 70-85% των περιστατικών ο θύτης είναι άτομο που γνωρίζει και εμπιστεύεται ο ίδιος ο γονιός.
Ας ορίσουμε ότι σεξουαλική παρενόχληση / κακοποίηση δεν είναι αποκλειστικά και μόνο ο βιασμός, αλλά οποιαδήποτε κίνηση γίνεται χωρίς την επιθυμία του άλλου ανθρώπου προς το σώμα του, η οποία είναι εμπρόθετη και στοχεύει στην σεξουαλική - ερωτική ικανοποίηση αυτού που ενεργεί πάνω σ’ αυτό το σώμα. Αν σε αυτόν τον ορισμό προσθέσουμε και το ότι τα παιδιά δεν έχουν σεξουαλική ωρίμανση και επομένως δεν έχουν δομημένες σεξουαλικές επιθυμίες καταλαβαίνουμε, πόσο εύκολα μπορεί το σώμα τους να γίνει αντικείμενο παραβίασης.
Στο ερώτημα «πώς μιλάμε στα παιδιά για τη σεξουαλική παρενόχληση» θα πρέπει να οδηγήσουμε τη σκέψη και τη δράση μας προς τρεις βασικές κατευθύνσεις.
Ενημερωνόμαστε
Χρειάζεται να αναζητήσουμε πληροφόρηση και να ενημερωθούμε για τη σεξουαλικότητα των παιδιών μας, αλλά και για τις σεξουαλικές εκτροπές ορισμένων ανθρώπων. Οργανισμοί, φορείς, επιστημονικό προσωπικό διαθέτουν έγκυρο υλικό και η πρόσβαση σε αυτό δεν είναι δύσκολη. Η σωστή κι έγκυρη ενημέρωση θα προστατέψει το παιδί από κάθε μορφή σεξουαλικής παρενόχλησης.
Ταυτοχρόνως πρέπει να ομολογήσουμε, πως το θέμα της σεξουαλικότητας αποτελεί ένα «άβατο», ένα ταμπού για την ελληνική κοινωνία. Δεν κουβεντιάζεται μέσα στην οικογένεια και η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση δυστυχώς δεν κρίνεται απαραίτητο να διδαχθεί στο σχολείο. Συνεπώς η πολιτεία, η κοινωνία και η οικογένεια εκπέμπουν ένα λανθάνον μήνυμα ενοχής και ντροπής για την σεξουαλικότητα γενικώς, πολύ περισσότερο για ό,τι αφορά την παιδική ηλικία.
Θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι η σεξουαλικότητα του παιδιού ξεκινά από τη γέννηση του και αναπτύσσεται σταδιακά. Χρειάζεται λοιπόν να ενημερωθούμε και να προετοιμαστούμε, ώστε να μιλήσουμε από νωρίς στο παιδί για το σώμα του και για τη λειτουργία του. Να κατανοήσουμε ότι η περιέργεια για τα γεννητικά όργανα του ίδιου και των άλλων αποτελεί φυσιολογική συνθήκη και δεν χρειάζεται να μας ταράζει. Στα πλαίσια αυτής της συζήτησης χρειάζεται να προετοιμαστούμε και για αναφορές σε επιτρεπτές και μη επιτρεπτές συμπεριφορές και να επιμείνουμε στο δικαίωμά του να αρνείται κάθε κίνηση, που ξεφεύγει από τα όρια που εμείς θα του περιγράψουμε. Και να επιμείνουμε ότι αυτή η συνθήκη των ορίων αφορά τους πάντες, γνωστούς κι αγνώστους, συγγενείς, φίλους, δασκάλους, προπονητές… Στα πρώτα χρόνια της ζωής των παιδιών, όσα συζητάμε μαζί τους αποτελούν πολύτιμο εφόδιο προστασίας, απαιτείται όμως και μία διακριτική επίβλεψη, δίχως να καταντά ασφαλώς εμμονή.
Κρίσιμη είναι και η ενημέρωση αναφορικά με το ζήτημα του τι θεωρείται στα παιδιά ακατάλληλη σεξουαλική συμπεριφορά. Δηλαδή να γνωρίζουμε εγκαίρως τι ξεφεύγει της φυσιολογικής αναπτυξιακής πορείας ενός νέου ανθρώπου.
Δε θα πρέπει να γίνει αποδεκτή, ως φυσιολογική, η συνεχής χρήση σεξουαλικής γλώσσας, ακατάλληλων χειρονομιών ή ακατάλληλου παιχνιδιού. Ανησυχητική θεωρείται και η εμμονή με σεξουαλικού περιεχομένου ζητήματα, όπως ο αυνανισμός, η επιθυμία για έκθεση των γεννητικών οργάνων στην παρέα ή η παρότρυνση μεταξύ συνομηλίκων για τρίψιμο των γεννητικών οργάνων ή παιχνιδιών, που επιτρέπουν άγγιγμα στη γεννητική περιοχή.
Ενημερώνουμε
Χρειάζεται να είμαστε διαθέσιμοι για συζήτηση με το παιδί μας, προσιτοί και ξεκαθαρίζουμε ότι μπορεί να μας πει ό,τι θελήσει. Εξηγούμε ότι τα μυστικά για τέτοια ζητήματα δε βοηθούν κι η ντροπή ή η ενοχή φεύγουν εύκολα με τη συζήτηση.
Η ενημέρωση για τα ζητήματα αυτά χρειάζεται να ξεκινήσει από την προσχολική ηλικία (παραμύθια, βιβλία, κατάλληλο υλικό) κι ολοκληρώνεται στην εφηβεία. Κάθε φορά δίνουμε περισσότερες πληροφορίες, συνυπολογίζοντας την αντίληψη του παιδιού, αλλά και την πληροφόρηση που λαμβάνει από το περιβάλλον. Είναι κρίσιμο η ενημέρωση να προέλθει από εμάς έγκαιρα και να μην επιτρέψουμε στην παρέα, το διαδίκτυο ή σε πορνογραφικό υλικό να το πράξει νωρίτερα από εμάς.
Εξηγούμε ότι απαγορεύεται να αγγίξει το σώμα του οποιοσδήποτε, εκτός του πατέρα και της μητέρας. Ακόμα και ο παιδίατρος το αγγίζει, γιατί έχει δώσει άδεια νωρίτερα ο γονιός, ο οποίος άλλωστε είναι και παρών στην εξέταση. Αν κάποιος συγγενής, παππούς, γιαγιά, θείος… θελήσει να πλησιάσει την περιοχή των γεννητικών οργάνων του δεν είναι αποδεκτό, εκτός κι αν το επιτρέψει ο ίδιος ή οι γονείς. Συνεπώς τονίζουμε στο παιδί μας, ότι κανένας δεν επιτρέπεται να το φέρνει σε άβολη θέση, να το κάνει να φοβάται ή να το πιέζει. Ούτε όμως και το ίδιο επιτρέπεται να συμπεριφέρεται όμοια σε άλλο παιδί. Σε μεγαλύτερες ηλικίες ενημερώνουμε και για τους πολλαπλούς κινδύνους σεξουαλικής παρενόχλησης μέσω του διαδικτύου.
Γενικότερα ένα παιδί είναι επαρκώς θωρακισμένο:
* αν είναι ενήμερο για τη σεξουαλικότητα και δε ζει σε ένα μαγικό κουτί άγνοιας ή ενοχής,
* αν έχει μάθει να διακρίνει τα «καλά» από τα «κακά» αγγίγματα και αν έχει εκπαιδευτεί στο δικαίωμα να λέει «όχι» και να το διεκδικεί,
* αν έχει ικανοποιητική αυτοεικόνα και αποδοχή προς το σώμα του,
* αν έχει μάθει από νωρίς να εμπιστεύεται τη διαίσθησή του και να προστατεύει τον εαυτό του, όταν νιώθει εκτεθειμένος
* αν μπορεί να διακρίνει το δώρο από τη δωροδοκία (δώρο είναι κάτι που σου δίνει κάποιος γιατί σε αγαπάει, ενώ δωροδοκία είναι όταν κάποιος σου δίνει κάτι ή σε αφήνει να κάνεις κάτι και ζητάει αντάλλαγμα για αυτό)
Συζητάμε
Η συζήτηση με το παιδί μας για τη σεξουαλική παρενόχληση, αλλά και γενικότερα, δε σημαίνει ένα γονιό που δίνει πληροφορίες και διατυπώνει οδηγίες ή απαγορεύσεις. Χρειάζεται περισσότερο να ακούμε και λιγότερο να κατευνάζουμε τις αγωνίες μας, μιλώντας κυρίως εμείς. Είναι κρίσιμο να διαπιστώσουμε τι σκέφτεται και πώς σκέφτεται το παιδί για το συγκεκριμένο ζήτημα.
Συνεπώς σε κάθε ευκαιρία που δίνεται από την επικαιρότητα, από μία συζήτηση στο οικογενειακό τραπέζι, από ένα περιστατικό στο σχολείο ή στην εργασία μας προσπαθούμε να συζητήσουμε το ζήτημα της σεξουαλικής εκμετάλλευσης και να μην αφήσουμε κανένα ερώτημα ή απορία, δίχως απάντηση. Αυτό αποδεικνύει ότι είμαστε δεκτικοί να συζητήσουμε, δίχως ντροπή ή ενοχή κάθε «δύσκολο» θέμα και κυρίως διαθέσιμοι να ακούσουμε την άποψη του νέου ανθρώπου. Αυτή η διαρκής ανταλλαγή γνώσεων και εμπειριών αποτελεί αμυντική θωράκιση σε ενδεχόμενη προσπάθεια προσβολής του παιδιού μας από κάποιο τρίτο.
Τέλος, ίσως είναι χρήσιμο να αναγνωρίζουμε συμπεριφορές που θα πρέπει να μας υποψιάσουν, ότι το παιδί μας ίσως παρενοχλείται. Ασφαλώς καμία από τις ακόλουθες συμπεριφορές δεν αποτελεί απαραίτητα ένδειξη σεξουαλικής κακοποίησης του παιδιού. Αν όμως συνεχίζεται για μεγάλο χρονικό διάστημα, τότε θα ήταν καλό να μας θέσει σε εγρήγορση.
Μερικά ενδεικτικά σημεία μπορεί να είναι τα εξής:
* καταβάλλει προσπάθεια να αποφύγει συγκεκριμένο ενήλικο άτομο, χωρίς κανένα φανερό λόγο.
* έχει ξαφνικό αίσθημα ντροπής για το σώμα του.
* έχει αδικαιολόγητα αυξημένες γνώσεις ή ενδιαφέρον για σεξουαλικές δραστηριότητες ή χρησιμοποιεί λεξιλόγιο σεξουαλικής φύσης ακατάλληλο για την ηλικία του.
* εμφανίζει αιφνιδιαστικά ενοχική συμπεριφορά, θλίψη, ντροπή, ανησυχία κι αποφεύγει τη βλεμματική επαφή.
* σε προσχολική και πρώτη σχολική ηλικία παρουσιάζει, δίχως άλλη εξήγηση, σημάδια παλινδρόμησης στη συμπεριφορά του (κλαίει εύκολα, βρέχει το κρεβάτι του, πιπιλάει το δάχτυλό του, κάνει ανήσυχο ύπνο με συχνούς εφιάλτες…).
* εμφανίζονται ψυχοσωματικές αντιδράσεις, που δε μπορούν να αποδοθούν σε άλλη αιτία, όπως τραυλισμός, εξανθήματα, τικ, υπερδιέγερση ή υποτονικότητα.