Επειδή η τηλεργασία δεν φαίνεται να φεύγει σύντομα από τις ζωές μας, ένας μικρός οδηγός-απόσταγμα συσσωρευμένης εμπειρίας.
Παλαιότερο των 360 ημερών
της Ηρώς Κουνάδη
Αναλόγως πόσο συμπαθούσες τους συναδέλφους σου, ο πρώτος μήνας ήταν ή εφιάλτης ή παράδεισος. Μετά, όλα συνηθίζονται –ειδικά αν έχεις σοβαρότερα προβλήματα, τύπου μια φονική πανδημία έξω από την πόρτα σου. Καθότι όμως οι μέρες της τηλεργασίας κάθε άλλο παρά μετρημένες φαίνονται να είναι, ιδού μερικά μικρά μαθήματα που πήραμε αυτό το εξάμηνο, και τα οποία μπορεί να σου χρησιμεύσουν.
Είναι μεγάλος ο πειρασμός να κάτσεις μπροστά στο λάπτοπ όπως σηκώθηκες από το κρεβάτι, με το τρύπιο σου μακό, τις παντόφλες-αρκουδάκια και την τσίμπλα στο μάτι. Αντιστάσου. Δε λέμε να ντυθείς σαν να πήγαινες στο γραφείο, αλλά ένα ντουζάκι κι ένα ρούχο με το οποίο δεν θα ντρεπόσουν να βγεις έξω αν το σπίτι σου έπιανε ξαφνικά φωτιά σε προστατεύουν από την ψυχολογία «δε δουλεύω ακριβώς, απλώς κάθομαι μπροστά στο λάπτοπ». Νούμερο ένα εχθρός της παραγωγικότητας, γνωστός και ως βάλτωμα.
Ωράριο, ωράριο, ωράριο. Βαλ’ το και τήρησέ το, ακόμα και αν η εταιρεία που δουλεύεις δεν το κάνει. Όχι επειδή πιστεύουμε πως θα τεμπελιάζεις επειδή είσαι στο σπίτι, αλλά ακριβώς για το ανάποδο: Επειδή πολλοί την πάτησαν και κατέληξαν να δουλεύουν πολύ περισσότερες ώρες απ’ όσες αν ήταν στο γραφείο, ειδικά τις μέρες του λοκντάουν, αφού «εντάξει μωρέ, δεν έχεις και τίποτα καλύτερο να κάνεις, όλη μέρα μπροστά στο λάπτοπ είσαι». Το ότι δουλεύεις από το σπίτι δε σημαίνει πως δεν έχεις άλλη ζωή.
Διαλείμματα, παιδιά, σώζουν ζωές. Ειδικά οι καπνιστές, που ήμασταν συνηθισμένοι να βγαίνουμε για τσιγάρο κάθε λίγες ώρες στα γραφεία, συνειδητοποιήσαμε στην τηλεργασία δύο πράγματα: Πρώτον, πόσο πονάει ο αυχένας των άλλων ανθρώπων, που δε σηκώνονται από την καρέκλα τους αν δεν τελειώσει το οχτάωρο, και δεύτερον, πόσο περισσότερο καπνίζεις αν έχεις το τασάκι σου δίπλα στο λάπτοπ, και κανέναν στον χώρο που να ενοχλείται από τον καπνό σου.
Είναι απίστευτο πόσα λεφτά ξοδεύεις στο γραφείο για καφέ και φαγητό, ακόμα και αν δεν είσαι από εκείνους που παραγγέλνουν συστηματικά delivery. Από την άλλη, είναι και μεγάλη παγίδα το «κάνω διάλειμμα για να μαγειρέψω και να φάω» αν αποφασίσεις αντί ας πούμε για μια γρήγορη ομελέτα να φτιάξεις έναν μουσακά, που θα σου φάει δυο ώρες στην κουζίνα κι άλλες δύο μέχρι να τον χωνέψεις. Και τι θα γίνει αυτό το χαμένο τετράωρο; Μπίνγκο, δουλειά ως τις 21.00 το βράδυ ενώ κανονικά θα είχες ξεμπερδέψει στις 17.00.
Όσοι μένουμε πραγματικά μακριά από τις δουλειές μας, σκεφτήκαμε σοβαρά το ενδεχόμενο να μετακομίσουμε όταν τελικά τελειώσει η τηλεργασία. Ειδικά αν δουλεύεις καιρό και το έχεις συνηθίσει, είναι δύσκολο να συνειδητοποιήσεις πόσο πολύτιμο είναι αυτό το κερδισμένο δίωρο από τις μετακινήσεις. Μέχρι να το ζήσεις.
Και είναι επίσης δύσκολο να μη σκεφτείς με τούτα και με κείνα «βρε μήπως τελικά η τηλεργασία είναι το μέλλον;». Καθόλου δεν θα διαφωνούσαμε, αν δεν ερχόταν αυτό εδώ το κομμάτι του Guardian να μας προσγειώσει απότομα, θέτοντας το εύλογο ερώτημα: Αν όλοι μπορούμε να κάνουμε οποιαδήποτε δουλειά από οποιοδήποτε μέρος του κόσμου, τι εμποδίζει τους εργοδότες να μας αντικαταστήσουν με υπαλλήλους από την άλλη άκρη της Γης, που θα παίρνουν το ένα τρίτο του μισθού μας και θα είναι και εξαιρετικά ευτυχείς, επειδή ο κανονικός τους μισθός ήταν μέχρι τώρα το ένα εκατοστό;
Κι επειδή το βαρύναμε, και δεν ήταν ο σκοπός μας να σε τρομάξουμε, ας κλείσουμε με μια αισιόδοξη παρατήρηση: Όσο περισσότερο καλείσαι να αυτοπειθαρχήσεις –έστω κι αν είναι μόνο για να τελειώσεις τη δουλειά μια ώρα αρχύτερα− τόσο συνειδητοποιείς ότι οι μεσαιωνικές τακτικές που ακόμα εφαρμόζονται σε κάποιες εταιρείες, του τύπου κλειδώνω την πρόσβαση στο μισό ίντερνετ σαν άλλος Κιμ Γιονγκ-Ουν για να μη μου χαζολογούν οι υπάλληλοι, έχουν τελικά τα αντίθετα αποτελέσματα στην παραγωγικότητα. Άσε τους ανθρώπους να δουλέψουν όπως θέλουν, και θα μεγαλουργήσουν.