Δημητσάνα: (Π)λούσιες μαγικές εικόνες

Πάνω από το Λούσιο, ένα ποτάμι που έγινε θρύλος, υψώνεται ένα βουνό σκεπασμένο από έλατα. Στην πλαγιά του, ένα χωριό με πέτρινα καλντερίμια και παραδοσιακά αρχοντικά αντιστέκεται στο μύθο του τουρισμού που "χαλάει" τον τόπο. Εσείς, πιστεύετε στα θαύματα;
Δημητσάνα: (Π)λούσιες μαγικές εικόνες
της Ηρώς Κουνάδη

Τελευταία ανανέωση: 23 Νοεμβρίου 2009
Πώς να περιγράψεις μια περιοχή το όνομα της οποίας έφτασε να γίνει συνώνυμο της Ουτοπίας; Τι να πεις για την Αρκαδία, που να μην έχει ειπωθεί από συγγραφείς και ποιητές που την είδαν και την εξύμνησαν χιλιάδες χρόνια πριν από εσένα; Και τι να ανακαλύψεις στα χωριά της, που να μην το έχουν ανακαλύψει αμέτρητοι διαβάτες, ταξιδιώτες και, τα τελευταία χρόνια, τουρίστες; Σκέψεις σαν κι αυτές ήταν που με προκατέβαλαν αρνητικά, καθώς ο φιδίσιος δρόμος στένευε, μετά τη Βυτίνα, προμηνύοντας το τέλος της διαδρομής. Αλλά γι’ αυτό υπάρχουν οι αρνητικές προκαταλήψεις. Για να διαλύονται, στη θέα μιας μαγικής εικόνας.

Είναι, όντως, μαγική η εικόνα της Δημητσάνας το βράδυ. Όχι γιατί είναι ένα πανέμορφο, πέτρινο χωριό, αμφιθεατρικά κτισμένο στην πλαγιά του Μαινάλου. Ή μάλλον όχι μόνο για αυτό. Αλλά γιατί αποπνέει αυτήν την ονειρική γαλήνη που σπάνια συναντάς σε όμορφα, πέτρινα, ορεινά χωριά που δεν έχουν μείνει κρυμμένα από το αδηφάγο βλέμμα της ταξιδιωτικής βιομηχανίας. Γιατί καθένα από τα πέτρινα σπιτάκια με τις κεραμιδοσκεπές τυλίγεται στο δικό του γλυκό, υποκίτρινο φως που καθώς αντανακλάται πάνω στην πέτρα δημιουργώντας σκιές κάνει το σύνολό τους να φαντάζει από μακριά σαν μεσαιωνικό χωριό που φωτίζεται από λάμπες πετρελαίου.

Καθώς ανηφορίζεις τα λιθόκτιστα δρομάκια του, ακούγοντας την ηχώ των βημάτων σου να διακόπτει τη νυχτερινή σιωπή, συνειδητοποιείς ότι η επέλαση των… βαρβάρων δε χαλάει τα μέρη εκείνα που δεν είναι διατεθειμένα να χαλάσουν στο όνομα της τουριστικής «ανάπτυξης». Ότι δεν είναι η δημοτικότητα ενός μέρους που αλλοιώνει την αυθεντικότητα της ομορφιάς του στο όνομα ενός επίκτητου, εμπορικού hype. Είναι οι προτεραιότητές του.

Στη Δημητσάνα δε θα βρείτε πεντάστερα resort με spa και Jacuzzi, ούτε mainstream clubs που σερβίρουν φανταχτερά κοκτέιλ σε στιλάτους σκιέρ. Δε θα βρείτε καν την κλασική πλατεία γύρω από την οποία είναι μαζεμένα τα café-bar-εστιατόρια του χωριού. Θα βρείτε ζεστούς, πέτρινους ξενώνες με ξύλινα παράθυρα που ανοίγουν για να αποκαλύψουν τη μαγευτική θέα στις χιονισμένες κορυφές του Μαινάλου, δυο-τρία παραδοσιακά ταβερνάκια που σερβίρουν αυθεντικά σπιτικές γεύσεις χωρίς gourmet κορώνες, και ένα-δυο cozy café. Θα βρείτε και αυθεντική φιλοξενία, και οικογενειακή ατμόσφαιρα, και αίσθηση χωριού. Θα βρείτε όλα αυτά που δεν περιμένατε να βρείτε σε εκείνο το χωριό της Αρκαδίας για το οποίο μιλά κάθε Δευτέρα όλη η Αθήνα, δημιουργώντας τις αρνητικές προκαταλήψεις που σας έκαναν τόσο καιρό να το αποφεύγετε.

Πέτρινα, στενά καλντερίμια πλαισιωμένα από ψηλές, ξύλινες πόρτες που οδηγούν σε αναπαλαιωμένα αρχοντικά ή «ταπεινά» μονώροφα σπιτάκια, όλα κτισμένα με τη χαρακτηριστική, γκριζωπή πέτρα της Πελοποννήσου και σκεπασμένα με τα ίδια κόκκινα κεραμίδια. Σαν συμφωνία. Και κάθε τόσο ένα ξέφωτο, ένα ύψωμα, και μία ακόμα μαγευτική θέα. Στο χωριό, στο φαράγγι του Λούσιου, στα χιονισμένα έλατα του Μαινάλου. Δεν απέκτησε τυχαία η Αρκαδία τους ουτοπικούς συμβολισμούς της.

Ο μοναδικός δρόμος που μοιάζει φτιαγμένος για μηχανοκίνητα οχήματα οδηγεί, μετά από ενάμισι χιλιόμετρο, στο εντυπωσιακό Μουσείο Υδροκίνησης, που αξίζει οπωσδήποτε μια επίσκεψη όταν χορτάσετε βόλτες στο χωριό. Σε μια καταπράσινη έκταση όλο τρεχούμενα νερά, ένας νερόμυλος με την συστεγασμένη νεροτριβή, ένα βυρσοδεψείο με την κατοικία του βυρσοδέψη, ένας μπαρουτόμυλος και οι μόνιμοι εξοπλισμοί τους αναστηλώνονται και ζωντανεύουν μπροστά στα μάτια μας τα παραδοσιακά επαγγέλματα της προβιομηχανικής κοινωνίας και τις εργασίες που στηρίζονταν στη χρήση του νερού. Κάθε ένα από τα αποκατεστημένα κτίρια των παλιών παραδοσιακών εργαστηρίων φιλοξενεί μια μόνιμη έκθεση με θεματικό περιεχόμενο σχετικό με το εργαστήριο στο οποίο στεγάζεται, ενώ στους εξωτερικούς χώρους του μουσείου οι επισκέπτες πληροφορούνται για τις υπόλοιπες μορφές χρήσης της υδροενέργειας. Το μουσείο λειτουργεί καθημερινά εκτός Τρίτης, από τις 10.00 το πρωί έως τις 17.00 το απόγευμα, ενώ η είσοδος κοστίζει μόλις 3 ευρώ.

Από εδώ ο δρόμος κατηφορίζει προς το καταπράσινο φαράγγι του Λούσιου, του ποταμού που οφείλει ένα μεγάλο μέρος της γοητείας που ασκεί στους απανταχού λάτρεις των χειμερινών σπορ στο απρόβλεπτο της συμπεριφοράς του. Το αγαπημένο… λουτρό του Δία μαγνητίζει με τα κρυστάλλινα νερά του, την πυκνή βλάστηση που το πλαισιώνει, τα πέτρινα γεφυράκια, τους νερόμυλους και τις δύο εντυπωσιακές μονές, Φιλοσόφου και Προδρόμου, που κτίσθηκαν πριν από αιώνες στις απόκρημνες όχθες του, και ταυτόχρονα απειλεί, ανάλογα με τις διαθέσεις του, τους φαν της περιπέτειας που θα τολμήσουν να πλησιάσουν, με βάρκες rafting ή σκοινιά canyoning, τα φουσκωμένα από τα ρέματα που κατεβαίνουν από το βουνό νερά του. Ακριβώς όπως ο Ολύμπιος θεός που το αγαπούσε.

Ακοίμητος φρουρός υψώνεται από πάνω του το Μαίναλο, με τις ελατοσκέπαστες πλαγιές του να δείχνουν ακόμα γοητευτικότερες πασπαλισμένες με κατάλευκες νιφάδες χιονιού, να μοιάζουν να σας καλούν να τις ανεβείτε. Αν το αποφασίσετε, μην παραλείψετε μια επίσκεψη στο εντυπωσιακό, ομώνυμο χιονοδρομικό: με οκτώ πίστες διαφορετικών επιπέδων δυσκολίας, ένα σαλέ ”κρυμμένο” μέσα στο καταπράσινο δάσος, snowboard park και ένα πάρκο για μηχανάκια ATV’s (γουρούνες - snowmobiles) που σίγουρα δε θα αφήσει ασυγκίνητους τους λάτρεις των μηχανοκίνητων sports, υπόσχεται δυνατές συγκινήσεις σε υψόμετρο 1600 μέτρων. Στη σχολή σκι Κλαουδάτος λειτουργούν προγράμματα για όλα τα επίπεδα εκμάθησης σκι.

Κι όταν πέφτει το σκοτάδι, επιστροφή στο χωριό για νοστιμότατη, τοπική κουζίνα, ντόπιο κρασί και… μίνι, αυτοσχέδια πάρτι σε ένα ατμοσφαιρικό café. Που τα ανακαλύπτεις καθώς περπατάς σε ένα λιθόστρωτο σοκάκι που δεν είχες διασχίσει, παρατηρώντας λεπτομέρειες που το πρωί σου είχαν ξεφύγει, και πιστεύοντας ότι θα πας για ύπνο νωρίς, όπως (νομίζεις ότι) κάνει όλο το χωριό. Αλλά είπαμε. Γι’ αυτό είναι οι προκαταλήψεις. Για να διαλύονται. Από τις εικόνες αυτού του χωριού, που είναι μαγικές γιατί αλλάζουν. Αναλόγως από πού θα τις κοιτάξεις.

Πού θα μείνετε
Σε ατμοσφαιρικούς ξενώνες που αποπνέουν αύρα περασμένων εποχών, και βρίσκονται διάσπαρτοι στα σοκάκια του χωριού. Από τις καλύτερες επιλογές, ο Πύργος Ξενιού, αναπαλαιωμένο αρχοντικό του 19ου αιώνα, με μοναδικά διακοσμημένα δωμάτια και σουίτες, σε τιμές που κυμαίνονται στα 110 ευρώ με πρωινό στην ειδυλλιακή… σπηλιά του υπογείου, και ο εξίσου ατμοσφαιρικός ξενώνας Προσέληνος, με διαφορετική διακόσμηση σε καθένα από τα όμορφα δωμάτια, και τιμές που ξεκινούν από 110 ευρώ με πρωινό. Αν αναζητάτε κάτι οικονομικότερο, το 3 αστέρων ξενοδοχείο Koustenis Village, δίπλα ακριβώς στο Μουσείο Υδροκίνησης, διαθέτει προσεγμένα δίκλινα δωμάτια που ξεκινούν από 80 ευρώ με το πρωινό.

Πού θα φάτε
Αυθεντική… μαμαδίσια ελληνική κουζίνα –μη χάσετε τον κόκορα με σπιτικές χυλοπίτες– στο Δρυμώνα, τοπικές συνταγές –με hit το αγριογούρουνο– στο Στέκι της Γεύσης και εξαιρετικά μαγειρευτά, αλλά και ζουμερή σχάρα, στον ατμοσφαιρικό Θόλο. Για ελαφριά σνακ, καφεδάκι για τη χώνεψη και την απαραίτητη απογευματινή ζεστή σοκολάτα, κατευθυνθείτε στο Café Αντίκα, ενώ για σπιτικά, σιροπιαστά γλυκά στο εργαστήριο Φιλέματα.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v