Κυπαρίσσι: Στην άκρη του κόσμου

Ανάμεσα στον Πάρνωνα, που στέκει πίσω του υπερήφανος φρουρός, και το Μυρτώο πέλαγος, που απλώνεται μπροστά του ως εκεί που φτάνει το μάτι, το Κυπαρίσσι περιμένει όσους αναζητούν τη δική τους "άκρη του κόσμου" για να το ερωτευτούν.
Κυπαρίσσι: Στην άκρη του κόσμου
της Ηρώς Κουνάδη

Πέμπτη απόγευμα, στο γραφείο. Σε αναζήτηση προορισμού για το Σαββατοκύριακο.
- Υπάρχει ένα μέρος που το λένε Κυπαρίσσι.
- Κυπαρισσία.
- Όχι Κυπαρισσία. Κυπαρίσσι.
- … (απορημένο βλέμμα)
- Είναι κοντά στη Μονεμβασιά. Κάποιοι λένε ότι είναι το ομορφότερο μέρος στην Ελλάδα. Εκεί να πας.

Σάββατο μεσημέρι, στην άκρη του κόσμου. Μετά από πολλές στροφές, στην τελική ευθεία –κατ’ ευφημισμόν– για το Κυπαρίσσι. Ο δρόμος περνάει μέσα από ένα βράχο κομμένο στα δύο. Κι από άλλον έναν. Κι από έναν τρίτο –ακόμη μεγαλύτερο. Αφήνουμε το αυτοκίνητο στο φυσικό υπόστεγο που σχηματίζει. Απότομος γκρεμός, επιβλητικά βουνά ολόγυρα, κι ακριβώς από κάτω η θάλασσα. Μια θάλασσα καταγάλανη, που από εδώ πάνω φαίνεται απόκοσμα ήρεμη. Στον ορίζοντα τίποτα. Μόνο θάλασσα. Κοιτάζω το τοπίο εκστασιασμένη. Μια ησυχία απίστευτη, σχεδόν ονειρική. Ούτε τζιτζίκια, ούτε πουλιά. Μόνο η ησυχία. Που διακόπτεται, τελικά, από ένα διερχόμενο αυτοκίνητο.

- Πες του να φύγει, εδώ είναι η δική μου άκρη του κόσμου.
- Αν σταματήσει θα του το πω.
Δε σταματάει.

Μισή ώρα και πολλές στροφές αργότερα, τα πρώτα σπίτια του χωριού ξεπροβάλλουν στην πλαγιά κάτω από το δρόμο. Οι πρόχειρες πληροφορίες που έχω προλάβει να συγκεντρώσω μιλούν για ένα μέρος μακριά απ’ όλους και απ’ όλα, προφυλαγμένο από τον Πάρνωνα, που υψώνεται ακοίμητος φρουρός πίσω του, και από τη θάλασσα του Μυρτώου που απλώνεται μπροστά του ως εκεί που φτάνει το μάτι. Ένα μέρος που συνδυάζει ορεινή φιλοσοφία με θαλασσινές εικόνες, αλμύρα με πρωινή ομίχλη, ησυχία με έντονες, prive στιγμές. Οι πρώτες εικόνες τις επαληθεύουν απόλυτα.

Διαιρεμένο σε τρεις οικισμούς, τη Βρύση, που είναι και ο πρώτος που συναντά ο επισκέπτης καθώς κατεβαίνει τον ελικοειδή δρόμο από το βουνό, την Παραλία, που συγκεντρώνει και το μεγαλύτερο ποσοστό επισκεπτών με τα μπαράκια, τα ενοικιαζόμενα δωμάτια και τα ταβερνάκια της, και τη Μητρόπολη, το τρίτο και τελευταίο κομμάτι του χωριού, που "βλέπει" στην ομορφότερη παραλία του, το Κυπαρίσσι αποτελεί πατρίδα περίπου 350 μόνιμων κατοίκων και προσεκτικά φυλαγμένο μυστικό αρκετών εγχώριων «σκαφάτων» και επίτιμων προσκεκλημένων τους –όπως ο Τζορτζ Μπους πατήρ και η μακαρίτισσα πριγκίπισσα Νταϊάνα, προς τιμήν της οποίας οι ντόπιοι έχουν ανεπίσημα ονομάσει την παραλία όπου έκανε τις τελευταίες διακοπές της «παραλία της Νταϊάνας».

Από τις πρώτες διαπιστώσεις που εντυπωσιάζουν τον επισκέπτη, πέραν της μοναδικής ατμόσφαιρας και της αίσθησης ότι βρίσκεται χιλιόμετρα μακριά από τον υπόλοιπο κόσμο, είναι η απουσία σαφούς διαχωρισμού ιδιωτικού και δημόσιου χώρου. Οι αυλές των σπιτιών, στη συντριπτική πλειοψηφία τους, δεν περικλείονται από τοίχους –πράγμα που, λόγω της τόσο αρμονικής χωροταξικής σύνθεσης των οικισμών, δε γίνεται αμέσως αντιληπτό. Το καταλαβαίνεις όταν, καθισμένος σε ένα πεζούλι πλάι στη θάλασσα, αντιλαμβάνεσαι δίπλα σου την ύπαρξη ενός τραπεζιού με σφυρήλατες καρέκλες, που μοιάζει απίθανο να αποτελεί μέρος αυτού που μέχρι στιγμής εκλάμβανες ως μικρή πλατεία –το οποίο, με μια δεύτερη ματιά, αποδεικνύεται αυλή σπιτιού.

Απόρροια της διαπίστωσης αυτής, είναι η φιλόξενη αίσθηση που αποπνέει ολόκληρο το χωριό. Κάνοντας βόλτα στα στενά δρομάκια του, που το βράδυ είναι τόσο ήσυχα και ατμοσφαιρικά φωτισμένα, λες και βγήκαν από κάποιο παραμύθι, αισθάνεσαι ότι επισκέπτεσαι ένα φίλο, ότι περπατάς σε ένα γνώριμο σπίτι, όπου τίποτα δεν κρύβεται πίσω από βαριές κουρτίνες ή κλειδωμένες πόρτες, τίποτα δεν εκτίθεται σε βιτρίνες που μπορείς να θαυμάζεις χωρίς να αγγίζεις. Όλη η ομορφιά αυτού του τόπου είναι προσβάσιμη, διαθέσιμη στον καθένα, έτοιμη να παραδοθεί και στις πέντε αισθήσεις του διψασμένου ταξιδιώτη. Ο φόβος του άλλου, του «ξένου» δεν έχει θέση εδώ. Την έκπληξη διαδέχεται η ανακούφιση. Υπάρχουν ακόμη τέτοια μέρη. Και συνεχίζεις να περπατάς.

Σε στενά δρομάκια που μόλις και μετά βίας χωράνε ένα αυτοκίνητο, ανάμεσα σε παραδοσιακά κτίσματα που δεν είναι ακριβώς νησιώτικα, αλλά ούτε και αντιπροσωπευτικά δείγματα αρχιτεκτονικής ορεινού χωριού –κατάλευκα, κάποια με γαλάζια παραθυρόφυλλα, όλα με κόκκινα κεραμίδια, πολλά με εντυπωσιακές καμάρες, συνδιαλέγονται τόσο αρμονικά που το αποτέλεσμα προκύπτει εξαιρετικά ομοιόμορφο– οι ντόπιοι σταματούν για να πιάσουν κουβέντα, να καλωσορίσουν τους επισκέπτες τους, να χαιρετίσουν νέους φίλους. «Ακόμα δεν παντρεύτηκες, Έριχ;» ρωτάει μια γιαγιά «πόσων χρονών είσαι;». «Τριάντα έξι» απαντά ο Έριχ σε σπαστά ελληνικά. Πολλοί είναι εκείνοι που ήρθαν εδώ για διακοπές, ερωτεύτηκαν την ήσυχη ανεξαρτησία του χωριού και δεν έφυγαν ποτέ. Με τον καιρό έμαθαν να μιλούν και σπαστά ελληνικά.

Πολλά μονοπάτια, άλλα καλοδιατηρημένα και άλλα όχι, ξεκινούν από διαφορετικά σημεία του χωριού, για να οδηγήσουν τους φυσιολάτρες, μέσα από καταπράσινα δάση και πανέμορφα φυσικά τοπία, σε αξιοθέατα όπως η αρχαία πόλη των Κυφάντων, Παλαιοχώρα για τους ντόπιους, ή το Καστράκι της περιοχής Καστέλλι, αλλά και στα δύο σπήλαια της περιοχής, Θυννί και Σπήλαιο του Μπάμπολα. Το τελευταίο, σύμφωνα με το θρύλο, υπήρξε το άνδρο του φτερωτού θηρίου που τρομοκρατούσε τους κατοίκους του χωριού προτού το παγιδεύσουν και το σκοτώσουν. Για την ασφαλή πρόσβαση στα σπήλαια, αλλά και για να διασχίσετε τα πιο δύσβατα μονοπάτια θα χρειαστείτε οπωσδήποτε τη βοήθεια των ντόπιων.

Ώρα για βουτιές. Στη Μεγάλη Άμμο και την Αγία Κυριακή, τις δυο απέραντες παραλίες του χωριού, με τα πολύχρωμα βότσαλα, τα κρυστάλλινα νερά και την πανοραμική θέα στον παραλιακό οικισμό. Πιάνουμε σκιά κάτω από τα δέντρα της Μεγάλης Άμμου ή τα βράχια της Αγίας Κυριακής και χαζεύουμε τα νερά που λαμπυρίζουν κάτω από τον ήλιο του μεσημεριού, μέχρι τη γραμμή του ορίζοντα. Τα βότσαλα της Μεγάλης Άμμου είναι άσπρα και μαύρα, ανακατεμένα σαν πιόνια στο εσωτερικό σκακιέρας. Ο κόσμος και στις δύο παραλίες λιγοστός, ακριβώς όσος χρειάζεται για να δημιουργείται η αίσθηση της ιδιωτικότητας –αλλά όχι της ερημιάς. Η ησυχία ειδυλλιακή, το τοπίο αυθεντικό, χωρίς ξαπλώστρες, χωρίς ομπρέλες, χωρίς την οποιαδήποτε ανθρώπινη παρέμβαση. Το θέαμα του ήλιου που αναδύεται από τη θάλασσα το ξημέρωμα στη Μεγάλη Άμμο μαγικό, από τις εικόνες που κουβαλάς μαζί σου όλο το χειμώνα. Μέχρι να επιστρέψεις.

Info:
* Υπάρχουν τρεις διαφορετικές διαδρομές που μπορείτε να ακολουθήσετε για να φτάσετε στο Κυπαρίσσι. Η πρώτη και συντομότερη περνά από το Δήμο Θεραπνών, λίγο πριν την είσοδο στη Σπάρτη, η δεύτερη από το χωριό Σκάλα και η τρίτη από τους Μολάους. Υπολογίστε περίπου 4-5 ώρες, ανάλογα με τη διαδρομή που θα ακολουθήσετε και την εξοικείωσή σας με τους… φιδίσιους δρόμους. Αναλυτικές οδηγίες και χάρτες θα βρείτε στην ιστοσελίδα του Συλλόγου Κυπαρισσιωτών.
* Για τη διαμονή σας, θα βρείτε εξαιρετικά προσεγμένα ενοικιαζόμενα δωμάτια, κυρίως στην Παραλία, σε τιμές που δύσκολα θα ξεπεράσουν τα 60 ευρώ. Από τις καλύτερες προτάσεις, το Μυρτώο (τηλ.: 27320 55033, 6944180300) διαθέτει studios 2, 3 ή 4 ατόμων, με κουζίνα, ψυγείο, τηλεόραση, air condition (ψύξης/ θέρμανσης) και ιδιωτικό μπαλκόνι με εξαιρετική θέα στην θάλασσα. Οι τιμές του για την low season ξεκινούν από 40 ευρώ, για ένα δίκλινο, και φτάνουν τα 70 ευρώ για το ίδιο δωμάτιο την high season.
* Εξαιρετικές τοπικές σπεσιαλιτέ θα απολαύσετε στο «Τροκαντερό», στην Παραλία –μη χάσετε τα κεφτεδάκια φούρνου και τα τοπικά ζυμαρικά γκόγκες– και στον Τίρη, στη Μητρόπολη. Για εκπληκτικά σουβλάκια, τυλιχτά ή μερίδα, φρεσκοκομένες τηγανιτές πατάτες και δροσερές σαλάτες, πιάστε ένα από τα τραπεζάκια κάτω από την Κληματαριά, που δάνεισε το όνομά της στο μαγαζί.
* Παρά τα φαινόμενα, το Κυπαρίσσι ξενυχτάει. Καλή μουσική, καθαρά ποτά και εξαιρετική ατμόσφαιρα –όλο το χωριό μαζί με τους επισκέπτες του μια παρέα– θα βρείτε στα δύο café της Παραλίας που μένουν ανοιχτά μέχρι αργά. Φροντίστε την τελευταία σας παραγγελία πριν φύγει το προσωπικό –εσείς μπορείτε να μείνετε.

Τελευταία ενημέρωση: 18 / 05 / 2010
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v