Η Ελλάδα της γεύσης στην Αθήνα

Ναξιώτικες πατάτες, κρητικοί χοχλιοί, χιώτικο μαστέλο, καλαθάκι Λήμνου. Γυρνάμε την Ελλάδα σε πέντε αθηναϊκά ταβερνάκια που κηρύττουν τον δικό τους κλεφτοπόλεμο στις μεσογειακές προσμίξεις και τα ακριβά υλικά.
Η Ελλάδα της γεύσης στην Αθήνα
των Ηρώς Κουνάδη, Έλενας Μπούλια

Στην τελευταία σεκάνς του ντισνεϊκού Ρατατούη, ο δύστροπος κριτικός εστιατορίων δοκιμάζει ένα από τα «ταπεινότερα» πιάτα της γαλλικής κουζίνας και μεταφέρεται στην Προβηγκία των παιδικών του χρόνων, δακρύζοντας από συγκίνηση. Ο συνειρμός δεν είναι πρωτόγνωρος: ακριβώς όπως η όσφρηση, που σύμφωνα με έρευνες συνδέεται με τα κέντρα του εγκεφάλου που αποθηκεύουν αναμνήσεις, η αλληλένδετη με αυτήν αίσθηση της γεύσης, έχει την ιδιότητα να μας ταξιδεύει. Στα παιδικά μας χρόνια, στα καλοκαίρια που περάσαμε ανακαλύπτοντας τις τοπικές σπεσιαλιτέ του νησιού που τελικά αγαπήσαμε, σε μέρη που δεν έχουμε επισκεφτεί ποτέ μέχρι τώρα –τα γνωρίζουμε, όμως, μέσα από την κουζίνα τους.

Μετρώντας αντίστροφα μέχρι την αυγουστιάτικη άδεια, κάνουμε… προθέρμανση διακοπών, ταξιδεύοντας σε τέσσερα αγαπημένα νησιά –την Κρήτη, τη Νάξο, τη Χίο και τη Λήμνο– μέσα από τις κουζίνες τους, που τρυπώνουν διακριτικά στον αθηναϊκό γευστικό χάρτη για να τον κάνουν λίγο πιο ενδιαφέροντα.

Μαζωμός: Η Νάξος στο πιάτο
Κυπρίων Αγωνιστών 19-21, Παράδεισος Αμαρουσίου, τηλ. 210 8035800 

Ήταν μία από τις ελάχιστες φορές που νιώσαμε τέτοια ζεστή φιλοξενία και εξυπηρέτηση σε αθηναϊκό εστιατόριο-ταβέρνα. Ο κύριος Δημήτρης, ιδιοκτήτης του Μαζωμού, χωρίς να γνωρίζει, φυσικά, τον σκοπό της επίσκεψής μας, μας υποδέχθηκε όλο χαμόγελο, ρωτώντας, με χαρακτηριστική προφορά, τα μικρά μας ονόματα έναν προς έναν και αποκαλώντας μας με αυτά καθ’όλη την διάρκεια της βραδιάς.

Ο Μαζωμός βρίσκεται στην συγκεκριμένη γειτονιά του Αμαρουσίου, απέναντι από το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας του Δήμου, εδώ και τέσσερα περίπου χρόνια. Την φήμη του σίγουρα δεν την απέκτησε για το περιβάλλον και την ατμόσφαιρά του: πρόκειται για ένα λιτότατο μαγαζί, με την σάλα να θυμίζει παραδοσιακή ναξιώτικη ταβέρνα, χάρη στην σχετική διακόσμηση, και μία ακόμα πιο λιτή αλλά περιποιημένη αυλή με θέα στον δρόμο και ένα πράσινο παρκάκι ακριβώς απέναντι. Απλά, φιλικά και με το ενδιαφέρον να στρέφεται αποκλειστικά στο φαγητό.

Ο κατάλογος ζουμάρει στο πανέμορφο κυκλαδίτικο νησί και δη στο χωριό από το οποίο κατάγεται ο ιδιοκτήτης, την περίφημη Απείρανθο, και ο ίδιος δεν χάνει ευκαιρία να μας μιλήσει για τον τόπο του και τα εξαιρετικά προϊόντα που αυτός «βγάζει», τα οποία άλλωστε χρησιμοποιεί σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα και στην ταβέρνα. Όπως λέει και το εισαγωγικό ποιηματάκι του καταλόγου «Στον Μαζωμό μας σίγουρα, τα προϊόντα όλα, έρχονται φρέσκα και αγνά, από τη Νάξο όλα». Έτσι, τα κρέατα, τα τυριά, οι πατάτες είναι όλα από την Νάξο, όπως είναι και το «ρακάκι» που απαραιτήτως πρέπει να «κοινωνήσετε» στο τέλος, καθώς είναι ένα από τα πιο καθαρά που έχετε δοκιμάσει.

Στον Μαζωμό, λοιπόν, δοκιμάσαμε την ομώνυμη σαλάτα με την μυζήθρα και την λιαστή ντομάτα, ωραία και δροσερή, πατατούλες τηγανιτές πεντανόστιμες, τις οποίες «βουτήξαμε» σε ένα σχεδόν μελωμένο τζατζίκι επαρκώς «δυνατό», παραδοσιακή απειραθιώτικη κολοκυθοπαστίτσα, με γλυκειά κολοκύθα, τσιγαρισμένα κρεμμυδάκια και καυτερή πιπέρια, που ήταν πρωτότυπη χωρίς να αποτελεί must. Από κρεατικά, πήραμε το πεντανόστιμο χωριάτικο λουκάνικο που ήταν μαλακό και ζουμερό και μία εκπληκτική «τηανιά Μαζωμός» με χοιρινό, ντομάτα, κρεμμύδι, πιπεριές και μανουρομυζήθρα από την οποία δεν περίσσεψε ούτε μία σταγόνα σάλτσα.

Τέλος, στα κυρίως, ακούσαμε την συμβουλή του Δημήτρη και περιοριστήκαμε σε ένα Ροστό, το παραδοσιακό χοιρινό κατσαρόλας της Απειράνθου με γέμιση σκόρδο, λευκό κρασί και σάλτσα ντομάτας, το οποίο ήταν πεντανόστιμο και μαλακό, και σε μία κατσικομακαρονάδα, για την οποία… απλά δεν έχω λόγια. Πιο μαλακό και ζουμερό «ριφάκι» δεν έχουμε ξαναδοκιμάσει, τα μακαρόνια είχαν βράσει και αναμειχθεί με το κρέας και την σάλτσα του και ήταν καταπληκτικά, ενώ η μερίδα ήταν αρκετή για να ταΐσει τρεις.

Πραγματικά ήταν όλα εξαιρετικά και το καλύτερο δεν είχε έρθει ακόμα… Μία μερίδα λουκουμάδες με μέλι, μία μερίδα λουκουμάδες «αμέλωτοι» (σαν ντόνατς δηλαδή) με ρευστή σοκολάτα και ένα καραφάκι ρακί… για την χώνεψη. Για να σηκωθούμε από το τραπέζι χρειάστηκε πολλή ώρα και κουράγιο, αλλά δώσαμε υπόσχεση πως η «κραιπάλη» θα επαναλαμβανόταν. Από Σεπτέμβρη, όμως, γιατί όλον τον Αύγουστο ο Μαζωμός θα μείνει κλειστός. Και δεν αναφέραμε ακόμα το καλύτερο: Για όλα τα παραπάνω -με την σαλάτα εις διπλούν και μισό κιλό κρασί- πληρώσαμε 50 ευρώ. Κοινώς, είναι μάλλον αδύνατο να πληρώσει κανείς εκεί περισσότερα από 15 ευρώ κατ’άτομο.

Τζουγκρί: Η Κρήτη μέσα από το βλέμμα του Παρτσαλάκη
Θουκυδίδου 53-55, Καλαμάκι, τηλ. 210 9836260 

Όσο κι αν ο ίδιος προσπαθεί να διατηρήσει χαμηλό το προφίλ του εστιατορίου του, το Τζουγκρί, του ηθοποιού Γιώργου Παρτσαλάκη, έχει γίνει στέκι διάσημων και μη καλλιτεχνών, οι οποίοι αναμειγνύονται με το πολυσυλλεκτικό κοινό, κάθε ηλικίας. Ο χώρος, άλλωστε, εμπνέει την hype διάθεση, με τις όμορφες, αρχοντικές φωτογραφίες αφενός και την λευκή πέτρα στον τοίχο αφετέρου. Είναι λιτός αλλά όχι αδιάφορος, παραδοσιακός αλλά με μοντέρνα ματιά. Σε κάθε περίπτωση πάντως, τώρα το καλοκαίρι, αξίζει να καθίσετε στον καταπράσινο κήπο του εστιατορίου, ο οποίος είναι εξίσου φροντισμένος με το εσωτερικό και πολύ δροσερός.

Σεφ στο Τζουγκρί είναι ο -Κρητικός φυσικά- Μανώλης Χουλάκης, ενώ εξίσου γνήσια κρητικά είναι, σύμφωνα με τον κατάλογο, όλα τα υλικά που χρησιμοποιούνται στην κουζίνα, από το ελαιόλαδο, που έρχεται απευθείας από τα Χανιά, έως τα κρέατα από την Κίσσαμο, το σταμναγκάθι από την Γραμπούσα και τους χοχλιούς από την Επισκοπή. Κρητικά, φυσικά, είναι και τα κρασιά. Τι να πρωτοδιαλέξει κανείς…;

Με την βοήθεια του εξυπηρετικότατου και φιλικότατου προσωπικού δοκιμάσαμε κατ' αρχήν την φρεσκότατη σαλάτα με το σταμναγκάθι, η οποία ήταν αρκετά ενδιαφέρουσα, ενώ από ορεκτικά προτιμήσαμε τα νόστιμα στριφτά χορτοπιτάκια και μία περίεργη πίτα με κολοκύθια που θύμιζε μουσακά χωρίς κιμά, η οποία ήταν πραγματικά καταπληκτική. Συνεχίζοντας με τα κυρίως, δεν μπορούσαμε να ξεφύγουμε από το χοιρινό φιλέτο γεμιστό με γραβιέρα, τομάτα και κρίταμο πάνω σε οφτή πατάτα με σος από κρητικό κρασί και ρόζμαρι και τους χοχλιούς, με χυμούς εσπεριδοειδών. Ήταν και τα δύο εξαίσια, πλούσια σε ποσότητα, τόσο που έκαναν την επιθυμία για γλυκό, απόφαση… ζωής. Την πήραμε, όμως, και δεν το μετανιώσαμε ποτέ: Πίτα σφακιανή, με μυζήθρα, μέλι και καρυδάκι. Μοσχομυριστή, πεντανόστιμη και άριστα συνδυασμένη με την τσικουδιά της… χώνεψης.

Φεύγοντας, στο Τζουγκρί, πέρα από το αξιοπρεπές φαγητό, μας ενθουσίασε το άριστο service και το όμορφο περιβάλλον. Αυτό που μας ξένισε, ωστόσο, κάπως ήταν οι τιμές, οι οποίες παρόλο που έχουν μειωθεί λόγω κρίσης, σύμφωνα με ανακοίνωση του Γ. Παρτσαλάκη, κατά 20%, παραμένουν αρκετά τσιμπημένες. Υπολογίστε, λοιπόν, ότι ένα πλήρες γεύμα δύο ατόμων στο Τζουγκρί, συμπεριλαμβανομένου γλυκού και ποτού, δεν θα σας κοστίσει λιγότερο από 80 ευρώ.

Αρισμαρί: Λίγη Κρήτη (με δεντρολίβανο) ακόμη
Αριστοτέλους 43, Χαλάνδρι, τηλ.: 210 6800808

Το λευκό κυριαρχεί στον cozy χώρο ενός από τα πλέον «φρέσκα» εστιατόρια της χαλανδριώτικης γευστικής πιάτσας. Λευκό τουβλάκι στον τοίχο, λευκές καρέκλες καφενείου και τραπεζάκια, αυτοσχέδιες γιρλάντες από πολύχρωμες πιπεριές και χαριτωμένα γλαστράκια αραδιασμένα εδώ κι εκεί, για να σπάνε τη μονοτονία.

Το Αρισμαρί αντλεί την έμπνευσή του από την κουζίνα της Κρήτης, πειραματίζεται με γεύσεις και υλικά και σερβίρει, τελικά, ένα αποτέλεσμα ευφάνταστο μεν, που δεν ξενίζει στο ελάχιστο δε. Δύο υλικά που αγαπά πολύ είναι το δεντρολίβανο –από το οποίο δανείζεται και το όνομά του– και το μέλι, το οποίο «παίζει» ως βασικό συστατικό σε όλες σχεδόν τις σαλάτες, και φυσικά στη σφακιανή πίτα, η οποία αποτελεί το hit του καταλόγου με τα επιδόρπια.

Τα ορεκτικά κλέβουν την παράσταση και υπερτερούν σε αριθμό στο μενού. Εμείς δοκιμάσαμε και προτείνουμε ανεπιφύλακτα τα original κρητικά σκαλτσούνια, πιττάκια με τυρί και αρωματικά χορταρικά, την πατατοσαλάτα με λουκάνικα, που σε αντίθεση με τη συνήθη πρακτική δεν πνιγόταν στη μαγιονέζα, τους αφράτους κολοκυθοκεφτέδες και τη σαλάτα με σπανάκι και ρόκα, η πικράδα της οποίας έκανε ωραία αντίθεση με το μέλι στη σως.

Στα κυρίως, ξεχωρίζουν το κλέφτικο, μοσχαράκι με ντομάτα και γραβιέρα, το κοτόπουλο με σάλτσα από πορτοκάλι και δεντρολίβανο και η ζουμερή σταβλίσια μπριζόλα, για τους ορκισμένους οπαδούς της κρεατοφαγίας.

Μια δοκιμή αξίζει οπωσδήποτε το «ιδιαίτερο, κρητικό» -όπως μας το σύστησαν– χύμα κρασί, ενώ για το τέλος μην παραλείψετε και το εξαιρετικό ρακόμελο. Στα επιδόρπια, πέρα από τη σφακιανή πίττα, ξεχωρίζει και το καλοψημένο σουφλέ σοκολάτας με παγωτό.

Το Αρισμαρί θα το βρείτε ανοιχτό καθημερινά από το μεσημέρι, έως τη 1.00 το βράδυ. Οι τιμές κυμαίνονται σε λογικότατα επίπεδα, της τάξεως των 20-25 ευρώ το άτομο, μαζί με το κρασί.

Αρμόλια: Από τη Χίο με αγάπη
Πλατεία Χαλανδρίου, τηλ.: 210 6856279

Αρμόλια λέγεται ένα μεσαιωνικό χωριό της Χίου, ένα από τα εικοσιδύο μαστιχοχώρια. Αρμόλια λέγεται και ένα όμορφο ταβερνάκι – μεζεδοπωλείο, διακοσμημένο σαν παλιό μπακάλικο, που βγάζει τραπεζάκια στην πλατεία του Χαλανδρίου για να μας ξεναγήσει γευστικά στις νοστιμιές της Χίου και της θάλασσας.

Βράδυ καθημερινής, η πλατεία είναι κατάμεστη. Με δυσκολία καταφέρνουμε να εντοπίσουμε το τελευταίο άδειο τραπεζάκι. Παρ’ όλα αυτά, το σέρβις είναι φιλικό και ταχύτατο –κάποια μικρολάθη, όπως το τηγανιτό μαστέλο που ήρθε αφού είχαμε τελειώσει τα κυρίως πιάτα, συγχωρούνται λόγω πολυκοσμίας.

Στο μενού κυριαρχούν οι θαλασσινοί μεζέδες, οι οποίοι αποτελούν και το hit του μαγαζιού, αν κρίνουμε από την σύνθεση των πιάτων στα υπόλοιπα τραπέζια. Εμείς είμαστε αποφασισμένοι να επιμείνουμε… χιώτικα, και επιλέγουμε από το αφιερωμένο στην κουζίνα του νησιού τμήμα του καταλόγου το τηγανιτό μαστέλο με σάλτσα ντομάτας –το οποίο ήταν ωραιότατο, παρά την αργοπορημένη άφιξή του– και τις χυλοπίτες με μανταρίνια Χίου και μοσχαράκι. Ένα πιάτο πολλά υποσχόμενο, που δε μας άφησε αρνητικές εντυπώσεις, δεν κατάφερε όμως και να μας εντυπωσιάσει.

Δοκιμάσαμε, επίσης, μυρωδάτους κολοκυθοκεφτέδες με γιαούρτι και δυόσμο –οι οποίοι ήθελαν λίγο περισσότερο αλάτι– και ελαφρώς καυτερή τηγανιά με κόκκινες πιπεριές και λεπτές, τραγανές λωρίδες πίττας. Άλλες χιώτικες γεύσεις –που επιφυλασσόμαστε να δοκιμάσουμε την επόμενη φορά– είναι το φιλέτο λαυράκι με χόρτα και μαστίχα και το μπεγότο, πίττα με αθερίνα και ντομάτα.

Για να τα συνοδεύσετε όλα αυτά, θα βρείτε μεγάλη ποικιλία σε ετικέτες ούζου –από… Σαλονικιό Μπαμπατζίμ μέχρι χιώτικο Τέττερη– και τσίπουρου, καθώς και κάποιες επιλογές σε κρασί. Για επιδόρπιο, εμπιστευτείτε την παραδοσιακή συνταγή του γλυκού κουταλιού από μανταρίνι Χίου και θα μας θυμηθείτε.

Εν κατακλείδι, το Αρμόλια είναι ένα συμπαθέστατο μεζεδοπωλείο, που δεν ενθουσιάζει, αλλά δεν απογοητεύει κιόλας. Ό,τι πρέπει για ένα γευστικό ταξίδι στο Βόρειο Αιγαίο βραδάκι καθημερινής, συνοδεία ούζου ή τσίπουρου, με θέα στα δέντρα της πλατείας. Θα το βρείτε ανοιχτό καθημερινά από το μεσημέρι έως τη 1.00 το βράδυ –μόνο τη Δευτέρα το μεσημέρι επιλέγει η κουζίνα να ξεκουραστεί. Οι τιμές κυμαίνονται στα αναμενόμενα 20-25 ευρώ το άτομο.

Μετόχι: Η ιδιαίτερη γεύση της Λήμνου 

Βύρωνος 13, Κάτω Χαλάνδρι, τηλ.: 210 6752775 

Μια μικρή, καταπράσινη αυλή κρύβεται πίσω από ένα ξύλινο τειχάκι, και διακοσμείται από ζωγραφισμένα, ξύλινα καραβάκια και μάσκες, μεγάλα πιθάρια και πλεκτά καλάθια. Στο εσωτερικό, τοιχογραφίες μεταβυζαντινής τεχνοτροπίας με έντονα όμως χρώματα, κοσμούν τους τοίχους. Από την πρώτη στιγμή που κοιτάς γύρω σου, αντιλαμβάνεσαι ότι το Μετόχι είναι ένα ιδιαίτερο ταβερνάκι.

Έτσι ακριβώς είναι και η κουζίνα του: ιδιαίτερη. Το μενού απαρτίζουν σχεδόν αποκλειστικά πιάτα ημέρας, μαζί με λίγα ορεκτικά και μερικές ολόφρεσκες σαλάτες. Δύσκολα θα βρείτε κάτι που θα το παραγγέλνατε κι αλλού. Τα πιάτα είναι άκρως πρωτότυπα, τουλάχιστον για τους μη εξοικειωμένους με τη λήμνια κουζίνα ουρανίσκους. Όσα δοκιμάσετε, όμως, θα είναι όλα ένα κι ένα.

Εμείς δοκιμάσαμε, και ενθουσιαστήκαμε με το κοτόπουλο με πατάτες στον φούρνο με σάλτσα από πορτοκάλι –η πρώτη μπουκιά φέρνει στο νου τσουρέκι, είπαμε, ο ουρανίσκος δεν έχει ακόμη εξοικειωθεί με την κουζίνα της Ανεμόεσσας– το μοσχαράκι γεμιστό με μελιτζάνα και τυρί, που συνοδευόταν από έναν πολύ ιδιαίτερο πουρέ μελιτζάνας, και το αρνάκι στη γάστρα με αμέτρητα μυρωδικά και πουρέ πατάτας και καρότου.

Hit στα ορεκτικά αποτελεί η φάβα με κόλιανδρο και κύμινο, τα χειροποίητα ντολμαδάκια με σως γιαουρτιού και τα παραδοσιακά τυροπιτάκια Λήμνου, με χειροποίητο φύλλο. Από σαλάτες δοκιμάσαμε εκείνη με το πληγούρι, την ντομάτα, το φρέσκο κρεμμυδάκι και τον μαϊντανό –ταμπουλέ επί το ελληνικότερο.

Το κρασί είναι χύμα, βιολογικό και –εννοείται– απευθείας από τη Λήμνο, και τα επιδόρπια κερασμένα για να σας… αποτελειώσουν: σπιτικό ρυζόγαλο με κανέλα, και μια ολόκληρη γαβάθα επίσης σπιτικό παγωτό και κέικ σοκολάτας.

Ο λογαριασμός, όσο και αν προσπαθήσετε –εμείς προσπαθήσαμε πολύ– δεν θα ξεπεράσει τα 20-25 ευρώ το άτομο, μαζί με το κρασί. Το Μετόχι θα το βρείτε ανοιχτό καθημερινά εκτός Δευτέρας, να σερβίρει μέχρι τη 1.00. Την Κυριακή λειτουργεί μόνο το μεσημέρι.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v