Midnight Special: Δράμα… επιστημονικής φαντασίας

Ο Τζεφ Νίκολς αποτίει φόρο τιμής στις ταινίες επιστημονικής φαντασίας, με ένα οικογενειακό δράμα – road movie.
Midnight Special: Δράμα… επιστημονικής φαντασίας
του Λουκά Τσουκνίδα

Ένας απ' τους πιο πολλά υποσχόμενους αμερικάνους σκηνοθέτες σήμερα, ο Τζεφ Νίκολς, επιστρέφει με την πρώτη του μεγάλη παραγωγή, για να πειραματιστεί μ' ένα κλασικό κινηματογραφικό είδος και να αποτίσει φόρο τιμής στις ταινίες επιστημονικής φαντασίας με τις οποίες μεγαλώσαμε, όσοι βρισκόμαστε πέριξ των 40. Στο “Midnight Special” διατηρεί ανέπαφα πολλά από τα στοιχεία που τον έκαναν να ξεχωρίσει, μόνο που, αυτή τη φορά, το “απόκοσμο” που τείνει να κινητοποιεί και να “εμπνέει” τους ήρωές του μοιάζει υπερβολικά κυριολεκτικό κι απομυθοποιείται νωρίς, πριν προλάβει να μας “ψήσει”.

Η υπόθεση

Ο μικρός Άλτον Μέγιερ, ένας πιτσιρικάς με υπεράνθρωπες ικανότητες, απάγεται απ' την θρησκευτική κοινότητα στην οποία έχει μεγαλώσει από δύο άντρες που κατευθύνονται προς μία συγκεκριμένη τοποθεσία. Στο κατόπι τους, πέρα απ' τους απεσταλμένους της κοινότητας, βρίσκονται και οι κρατικές υπηρεσίες που έχουν εντοπίσει το παιδί ως εστία υποκλοπών δορυφορικών σημάτων και παρεμβολών σε απόρρητες συχνότητες...



Η κριτική

Στις τέσσερις ταινίες του, ο Τζεφ Νίκολς έχει καταφέρει να παραμείνει συνεπής όσον αφορά πολλά απ' τα βασικά συστατικά του: η αμερικάνικη επαρχία, άντρες που σηκώνουν το βάρος μιας δεδομένης κατάστασης σα να σηκώνουν το βάρος όλου του κόσμου και παιδιά (ή μικρότερα αδέρφια) που προσφέρουν μία καθαρότερη ματιά, αντίβαρο, ίσως, σ' εκείνη της “πατρικής” φιγούρας. Μ' αυτά και με την κινητήριο επιρροή μιας μεταφυσικής παρουσίας, είτε πρόκειται για τη σκιά των επιλογών του μακαρίτη πατέρα είτε για μια επικείμενη φυσική καταστροφή που μπορεί να έρθει ή και όχι, πλάθει ιστορίες ανθρώπων πραγματικών, με φόβους οικείους και στιγμές που προκαλούν τον θεατή να συμπάσχει και να συγκινηθεί ειλικρινά.

Το “Midnight Special” είναι ένα οικογενειακό δράμα, ένα νυχτερινό ρόουντ-μούβι κι ένα θρίλερ επιστημονικής φαντασίας σε ένα πακέτο φτιαγμένο με τα υλικά που αγαπά ο Νίκολς.

Ο Ρόυ Τόμλιν ζητά τη βοήθεια του παιδικού του φίλου Λούκας και, μαζί, απαγάγουν τον μικρό Άλτον μέσα απ' το κλειστοφοβικό πολυπληθές ράντσο όπου έχει μεγαλώσει σαν επί γης προφήτης για τους θρησκόληπτους συγκατοίκους του. Το παιδί έχει ξεκάθαρα υπερφυσικές ικανότητες, μόνο που κανείς δεν ξέρει τι είναι και που μπορεί να οδηγήσουν. Έτσι, ο καθένας μπορεί να του αποδώσει το ρόλο που θέλει. Οι κάτοικοι του ράντσου χρειάζονται έναν μεσσία και οι κρατικοί λειτουργοί έναν εχθρό της εθνικής ασφάλειας, ενώ ο Ρόυ Τόμλιν χρειάζεται έναν γιο να προστατέψει και να τον βοηθήσει να βρει το δρόμο του.

Αυτός ο τελευταίος ρόλος, είναι που υπερισχύει στο σύμπαν του Νίκολς, εκεί όπου δεσπόζει, θέλοντας και μη, η φιγούρα του Μάικλ Σάνον. Αν ο ρόλος του “Mud” γράφτηκε για τον Μάθιου Μακόνεχι, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Ρόυ Τόμλιν είναι κομμένος και ραμμένος στα μέτρα του μόνιμου (και ισόβιου, αν χρειαστεί, κατά δήλωσή του ίδιου του ηθοποιού) συνεργάτη του δημιουργού. Ένας πατέρας που επιστρέφει για να διορθώσει ένα λάθος (γιατί τι άλλο μπορεί να είναι η εγκατάλειψη ενός παιδιού όταν σε χρειάζεται περισσότερο) και να εκπληρώσει την αποστολή του, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει ότι θα χάσει τον γιο του. Στη μορφή του Σάνον, παίρνει σάρκα και οστά αυτή η ανιδιοτελής (χωρίς μεσσιανικά παραληρήματα) αφοσίωση σε κάτι που είναι πέραν κατανόησης και η προμελετημένη θυσία προς την αποκατάσταση μιας αόριστης ισορροπίας.

Δίπλα του, στέκεται εξαιρετικά ο καινούργιος αγαπημένος ερμηνευτής του Νίκολς, ο αυστραλός Τζόελ Έντγκερτον (άλλος ένας που δήλωσε διαθέσιμος για ό,τι κάνει ο σκηνοθέτης) στο ρόλο του Λούκας, ενός ανθρώπου που προσφέρει χωρίς αντάλλαγμα και με προσωπικό ρίσκο τη βοήθεια του σε κάποιον του οποίου, σταδιακά, αναγνωρίζει την πατρική αγάπη και την ειλικρινή πίστη στο σκοπό του. Υπέροχη η Κίρστεν Ντανστ στο ρόλο της μητέρας, πεπεισμένη κι εκείνη ότι τα πράγματα πρέπει να γίνουν κάπως έτσι κι έτοιμη να δώσει τη δική της βοήθεια για την εκπλήρωση του “πεπρωμένου”. Όπως σε κάθε δουλειά του δημιουργού, το καστ είναι επιλεγμένο άψογα για να ενσαρκώσει κάθε λεπτή πτυχή του σεναρίου.

Κι ο Τζόνα Λίμπερερ, όμως, τα πάει περίφημα στο ρόλο του μικρού, ενός αγοριού που μεγάλωσε σε μια γυάλα ως αντικείμενο παρατήρησης και λατρείας κι αδυνατεί, έτσι, ν' ανταποδώσει την τρυφερότητα των γονιών ή να δείξει συναισθηματική εμπλοκή σε οτιδήποτε συμβαίνει έξω απ' την προσωπική του σφαίρα. Το αν αυτό είναι στην εξαιρετική φύση του ή αποτελεί προϊόν της αφύσικης ανατροφής του δεν είναι κάτι που διευκρινίζεται. Παραμένει άλλωστε παιδί και υπεύθυνοι για την εξέλιξή του είναι κυρίως οι ενήλικοι που το πλαισιώνουν, όσο ιδιάζουσα κι αν είναι η περίπτωσή του.

Το πρόβλημα του “Midnight Special” δεν εντοπίζεται ούτε στις ερμηνείες ούτε στους υπέροχους χαρακτήρες του Νίκολς, όσο στο γεγονός ότι, καθώς πλησιάζουμε προς τις απαντήσεις, το παρελθόν στο ράντσο θολώνει, η εμπλοκή των κρατικών λειτουργών γίνεται τελείως χρηστική και η απόκοσμη δύναμη που φορτίζει και έλκει το παιδί αποκτά σάρκα και οστά με μία κυριολεξία που δεν αφήνει περιθώριο για αμφισημίες και δεν προκαλεί κανένα γνώριμο συναίσθημα παρά εκείνο της αμηχανίας. Πικρό κερασάκι στην τούρτα, αποτελεί το αποκαρδιωτικό αισθητικά γεγονός ότι όσα βλέπουμε ομοιάζουν περισσότερο στο Ντουμπάι παρά σε κάτι αυθεντικά “φανταστικό”.

Το “Midnight Special” είναι μια όμορφη και απολαυστική, εν μέρει, αστοχία, από έναν δημιουργό που μας είχε καλομάθει με το πρότερο 3 στα 3 του.

Βγαίνουν ακόμη:
Το στερεοτυπικό βιογραφικό δράμα “Race”, η συμπαθητική αραβική ταινία “Theeb”, το γαλλικό δράμα “Mon Roi”, το γερμανικό ιστορικό δράμα “Elser”, η κλασική παιδική περιπέτεια “The Jungle Book”, το δανέζικο δράμα “Itsi Bitsi”, το χορευτικό δράμα “High Strung”, η ταινία κινουμένων σχεδίων “Robinson Crusoe”, η ελληνική ταινία δράσης “Short Fuse” και το ντοκιμαντέρ με τον εύγλωττο τίτλο “Το ντοκιμαντέρ των νεόπτωχων: Η Αθήνα από κάτω”.

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v