Bridge of Spies: Απολαυστικός, ιστορικός Σπίλμπεργκ

Ο Στίβεν Σπίλμπεργκ επιστρέφει στις σκοτεινές αίθουσες με μια απολαυστική ταινία για τον Ψυχρό Πόλεμο και την Ιστορία του.
Bridge of Spies: Απολαυστικός, ιστορικός Σπίλμπεργκ
του Λουκά Τσουκνίδα

Για ακόμη μία φορά στην μακρόχρονη καριέρα του, ο Στίβεν Σπίλμπεργκ καταπιάνεται με μια ταινία που βασίζεται σε ιστορικά γεγονότα και τους πρωταγωνιστές τους. Το “Bridge of Spies” είναι η ιστορία ενός απλού πολίτη που βρέθηκε στο επίκεντρο του Ψυχρού Πολέμου, υπεύθυνος για την τύχη τριών ανθρώπων και, ξεπερνώντας τα προσωπικά του όρια, έκανε αυτό που έπρεπε. Ο Σπίλμπεργκ με τη σειρά του, κάνει κι αυτός το χρέος του, μας δίνει μια ταινία άρτια από κάθε άποψη, ένα μικρό υπόδειγμα κλασικής κινηματογραφικής ψυχαγωγίας.

Η υπόθεση

Όταν ο σοβιετικός κατάσκοπος Ρούντολφ Έιμπελ συλλαμβάνεται, κάποιος πρέπει να τον εκπροσωπήσει στην επικείμενη δίκη. Ο κλήρος για την άχαρη αποστολή πέφτει στον Τζέιμς Ντόνοβαν, δεινό δικηγόρο ασφαλιστικών υποθέσεων, ο οποίος, όχι μόνο την αναλαμβάνει, αλλά κάνει ότι μπορεί για να γλιτώσει τον “πελάτη” του απ' την εσχάτη των ποινών. Την ίδια ώρα, ένας αμερικανός πιλότος συλλαμβάνεται για κατασκοπεία σε σοβιετικό έδαφος...



Η κριτική

Στη συνείδησή μας, ως θεατές, η ιστορία του Ψυχρού Πολέμου είναι ένα απέραντο μωσαϊκό φτιαγμένο από ιστορίες κατασκοπείας. Απ' την ημέρα που το Βερολίνο χωρίστηκε στα δύο έως την ανέγερση του Τείχους και για δεκαετίες μετά, ο “Δυτικός κόσμος” και το “Ανατολικό μπλοκ”, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ένωση Σοβιετικών Δημοκρατιών, επιδόθηκαν σ' έναν αγώνα χωρίς τέλος για “το πάνω χέρι” σε όσα συνέβαιναν στον κόσμο, απ' την εκμετάλλευση των απανταχού πλουτοπαραγωγικών πηγών και την εξέλιξη της τεχνολογίας των εξοπλισμών έως την κατάκτηση του διαστήματος. Ο αγώνας αυτός, έδωσε μεν τροφή για νέους κινηματογραφικούς μύθους, έδωσε όμως και πολλές αληθινές ιστορίες που είναι εξίσου συναρπαστικές.

Μία απ' αυτές είναι κι η ιστορία μιας συγκεκριμένης ανταλλαγής αιχμαλώτων μεταξύ υπερδυνάμεων, εκείνης του Ρούντολφ Έιμπελ και του Φράνσις Γκάρι Πάουερς. Εν ενεργεία κατάσκοπος ο ένας, πιλότος κατασκοπικού αεροσκάφους ο άλλος, οι ζωές τους βρέθηκαν συνυφασμένες απ' τη μια μέρα στην άλλη κι η τύχη τους έμελλε να πέσει στα χέρια ενός απροσδόκητου ήρωα. Ο Τζέιμς Ντόνοβαν επιλέχθηκε απ' τους συναδέλφους του για να αναλάβει —αν δεχόταν, φυσικά— τον άχαρο ρόλο της υπεράσπισης ενός ρώσου κατασκόπου και, παράλληλα, την αποστολή να επιβεβαιώσει ότι, στη Δύση, κανείς δεν στερείται το δικαίωμα σε μια δίκαιη δίκη. Ξέροντας ότι, στα μάτια του κόσμου, θα είναι ο “κακός” της υπόθεσης, ο Ντόνοβαν πήρε την αποστολή του στα σοβαρά και κίνησε όλα τα ένδικα μέσα ώστε να γλιτώσει τον κατάσκοπο από μια βέβαιη θανατική ποινή. Και τα κατάφερε...

Στα χέρια του Σπίλμπεργκ, ο Τζέιμς Ντόνοβαν μετατρέπεται σ' έναν κλασικό κινηματογραφικό ήρωα, εκείνον τον απλό πολίτη που, ευκαιρίας δοθείσης, υπερβαίνει τα όρια, τα δικά του και της περίστασης, για να κάνει αυτό που είναι (και φαίνεται από κάθε άποψη) το σωστό. Και η άχαρη ιστορία μιας διαπραγμάτευσης μετατρέπεται σε μια καθηλωτική κινηματογραφική αφήγηση, αποτέλεσμα της αρμονικής συνύπαρξης όλων των στοιχείων που την απαρτίζουν, του σεναρίου (Ματ Σάρμαν και Αδερφοί Κοέν), της φωτογραφίας (Γιάνους Καμίνσκι), του μοντάζ (Μάικλ Καν), της μουσικής (Τόμας Νιούμαν), του κάστινγκ (Έλεν Λιούις) κλπ κλπ. Για να το πω πιο πεζά, ως σκηνοθέτης, ο Στίβεν Σπίλμπεργκ δεν εισάγει πλέον τίποτε καινούργιο ή εντυπωσιακό στην τέχνη του σινεμά. Ξέρει όμως τόσο καλά να χρησιμοποιεί τη γλώσσα και τα εργαλεία της, αλλά και να διαχειρίζεται τη δουλειά των συνεργατών του, που μοιάζει σχεδόν αδύνατο να κάνει μια κακή ταινία.

Το “Bridge of Spies” είναι η περιπέτεια ενός ανθρώπου, ο οποίος βρέθηκε σε άγνωστα κι επικίνδυνα νερά, επειδή κατάλαβε ότι κανείς άλλος δε θα μπορούσε να φέρει εις πέρας τη συγκεκριμένη αποστολή, όπως εκείνος. Είναι το δράμα ενός πολίτη που, διά της υπεράσπισης του πιο μισητού ανθρώπου στη χώρα του, γίνεται αυτομάτως ο δεύτερος πιο μισητός. Είναι μια ταινία στημένη με μαεστρία, όπου η ψυχροπολεμική ατμόσφαιρα αποδίδεται με ποικίλους τρόπους (π.χ. παρανοϊκές λεπτομέρειες όπως οι “εκπαιδευτικές ταινίες” για παιδιά ή αστάθμητους παράγοντες όπως η απρόβλεπτη ανατολικογερμανική πολιτική) και το θρίλερ που χτίζεται στη σκιά της ανέγερσης του “Τείχους” δεν αφορά τόσο την επιτυχία της ανταλλαγής όσο την τύχη του “εχθρού του αμερικάνικου έθνους” μετά την επιστροφή του στο δικό του, εν μέσω της γενικότερης παράνοιας, αλλά και του άμαχου που μπλέκεται στα διασταυρούμενα “ψυχρά” πυρά. Είναι επίσης μια ταινία με χιούμορ, ειδωμένη θαρρείς απ' την πλευρά των πρωταγωνιστών της, του γεμάτου αυτοπεποίθηση Τζέιμς και του ατάραχου Ρούντολφ.

Οι άμεσα εμπλεκόμενοι, οι δύο ήρωες, είναι κι εκείνοι που δείχνουν να βρίσκονται σε ένα επίπεδο δικό τους, πάνω απ' τα γεγονότα, ειδικά αφ' ότου ο ένας κερδίζει την εμπιστοσύνη και την εκτίμηση του άλλου. Κι αυτό είναι κάτι που δεν παύει ποτέ να γίνεται αντιληπτό, χάρη στον Τομ Χανκς, ο οποίος διατηρεί μια αυτοπεποίθηση που πηγάζει, όχι μόνο απ' την ιδιοσυγκρασία και την επαγγελματική “ταυτότητα” του χαρακτήρα του, όσο και απ' το ότι είναι αμερικάνος.

Αντίστοιχα, ο θεατρικός ηθοποιός Μαρκ Ράιλανς, ως Ρούντολφ Έιμπελ, αντιμετωπίζει όσα του συμβαίνουν με στωικότητα και ψυχραιμία, ο χαρακτήρας του δείχνει συμφιλιωμένος με τη σκοτεινιά που συχνά συνοδεύει τη “μοίρα” ενός ρώσου. Ο Ψυχρός Πόλεμος μια προσομοίωση πολέμου χωρίς κανόνες ή με κανόνες που φτιάχνονται κατά βούληση πίσω από κλειστές πόρτες, σε ανοιχτή θέα όμως κάθε ανθρώπινη ζωή μετράει κι ο ήρωας του Σπίλμπεργκ, δικαιωμένος εξ αρχής κατά την προσφιλή συνήθεια του δημιουργού του, μένει πιστός σ' αυτήν την πεποίθηση όσο μαθαίνει τα κόλπα της ψυχροπολεμικής διπλωματίας.

Το “Bridge of Spies” είναι μια απολαυστική ταινία.

Βγαίνουν ακόμη:
Το συναρπαστικό τελευταίο μέρος της σειράς “Hunger Games”, μιας απ' τις συνολικά πιο καλοφτιαγμένες τριλογίες που έχουμε δει ποτέ, το υπέροχο και καλοπαιγμένο (όσο κι επίκαιρο) δράμα του Ραμίν Μπαχράνι “99 Homes”, η ενδιαφέρουσα γαλλική κομεντί “Asphalte” και το “Chevalier” της Αθηνάς Ραχήλ Τσαγγάρη, καλογυρισμένο μα παρωχημένο και ανούσιο, ακόμη ένα καρφί στο φέρετρο της ελληνικής κωμωδίας. Και αν αναρωτιέται κανείς... ΟΧΙ! Ο Σάκης δεν είναι καλός ηθοποιός.


Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v