Spectre: Ο James Bond επέστρεψε

Η νέα ταινία με τον πράκτορα 007 είναι επαρκής, με φρενήρη δράση και ωραία σκηνοθεσία, αλλά δεν δίνει το κάτι παραπάνω στην σειρά ταινιών του James Bond.
Spectre: Ο James Bond επέστρεψε
του Λουκά Τσουκνίδα

Ο Ντάνιελ Κρεγκ επιστρέφει με την τέταρτη ταινία του ως Τζέιμς Μποντ, ενώ ο Σαμ Μέντες κάθεται για δεύτερη φορά στην καρέκλα του σκηνοθέτη μετά το υπερφίαλο “Skyfall”. Στο λιγότερο μελό, αλλά όχι και πιο περιπετειώδες, “Spectre”, η υπαρξιακή βουτιά στις ρίζες του θρυλικού μυστικού πράκτορα συνεχίζεται, καθώς ο Μποντ έρχεται αντιμέτωπος με το σκοτεινό παρελθόν, αλλά και με το ζοφερό μέλλον. Το αποτέλεσμα είναι μια μέτρια ταινία δράσης, χτισμένη γύρω από έναν χαρακτήρα που όσο περισσότερο μας αποκαλύπτεται, τόσο πιο τυποποιημένος φαίνεται.

Η υπόθεση
Ένα ηχογραφημένο μήνυμα της “Μ” στέλνει τον Τζέιμς στο κυνήγι ενός ιταλού δολοφόνου και της σκοτεινής εγκληματικής οργάνωσης που υπηρετεί. Εν τω μεταξύ, η υπηρεσία του και ο ίδιος ετοιμάζονται να γίνουν κομμάτι της Iστορίας, καθώς οι βρετανικές μυστικές υπηρεσίες περνούν απ' τη φάση της δράσης, στη φάση της παρακολούθησης και της διακρατικής διαχείρισης πληροφοριών...



Η κριτική
Ήδη, απ' την πρώτη ταινία της σειράς με τον Ντάνιελ Κρεγκ στο ρόλο του Τζέιμς, είχαμε καταλάβει ότι αυτός ο Μποντ είναι κουλ, όχι με τον παλιομοδίτικο τρόπο, αλλά με έναν νέο, πιο ευαίσθητο και πιο ανθρώπινο. Εντάξει, μοίραζε το ξύλο και τις σφαίρες με τα καντάρια, αλλά ένιωσε κι ο ίδιος πολύ πόνο, σωματικό και ψυχικό, μιας και οι σεναριογράφοι αποφάσισαν να ψάξουν πιο βαθιά στον διάσημο, μα μυστηριώδη μέχρι πρόσφατα, χαρακτήρα. Αποκορύφωμα ήταν το “Skyfall”, όπου οι περαιτέρω απώλειες αγαπημένων προσώπων δοκίμασαν τις αντοχές του, οι αποκαλύψεις για το παρελθόν έφεραν στο φως τα τρωτά σημεία του και οι τακτικές των κακών “νέας κοπής” διαμήνυσαν το τέλος της “εποχής” του.

Το “Spectre” δεν ξεκινά με τον παρ' ολίγον θάνατο του ήρωα, αλλά με την παρουσία του στη γιορτή των νεκρών στην Πόλη του Μεξικού. Έχει βρεθεί εκεί, επειδή ένα ηχογραφημένο μήνυμα της αείμνηστης “Μ” του δείχνει το δρόμο προς τη λύση του γρίφου, ο οποίος έχει ρίξει τη σκιά του σε κάθε μια απ' τις τελευταίες του περιπέτειες. Ο Μποντ φροντίζει να μην περάσει απαρατήρητος κι έτσι, με την επιστροφή του γίνεται το πρώτο θύμα της “νέας εποχής” και της σύγκρουσης μεταξύ των δύο χαρτογιακάδων που καλούνται να αναλάβουν την υπηρεσία που θα προκύψει απ' τη συγχώνευση των δικών τους. Οι μέθοδοι, λέει, του Μποντ και των ομοίων του ανήκουν σε άλλη εποχή και το μέλλον είναι η από κοινού διαχείριση της πληροφορίας μεταξύ υπερδυνάμεων και η παρακολούθηση των πάντων από ασφαλή απόσταση.

Το ξέρω ότι θα ακουστώ παρωχημένος, αλλά δεν μπορώ να μην παρατηρήσω το πόσο παρωχημένο είναι στις μέρες μας να προκρίνεις μια απειλή τύπου “Μεγάλος Αδελφός” ως εκείνη που ξεπερνά όλες τις άλλες απειλές, όπως φερ' ειπείν, ένα πυρηνικό ολοκαύτωμα. Σε κάνει να αναπολείς για εκείνους τους κακούς που μοναδικό σκοπό τους είχαν να γελάσουν χαιρέκακα καθώς πατούσαν το τεράστιο, γελοίο κουμπί που θα εκτόξευε τον τελευταίας τεχνολογίας πύραυλό τους σε τροχιά για Λευκό Οίκο. Ας είναι. Το παιχνίδι εξουσίας που εκτυλίσσεται επί βρετανικού εδάφους λίγη σημασία έχει μπροστά στο κυνήγι του Μποντ για να βρει την πηγή των δεινών του, σύμφωνα με τα στοιχεία που του κληροδότησε η “Μ”. Το ότι ολα αυτά συνδέονται στο τέλος, μόνο ως σεναριακός ψυχαναγκασμός μπορεί να χαρακτηριστεί, παρ' ότι η συνομωσιολογική προσέγγιση, όπου όλα τα κουβάρια καταλήγουν στην ίδια άκρη, συνάδει με το πνεύμα της σειράς.

Ο Σαμ Μέντες πάντως δείχνει να το διασκεδάζει και πάλι, σκηνοθετεί αυξομειώνοντας ιδανικά την ένταση κι εκμεταλλεύεται με τον καλύτερο τρόπο την υπέροχη φωτογραφία, τα φρενήρη διαλλείματα δράσης και τις διαρκείς εναλλαγές των σκηνικών. Δεν μπορώ να πω το ίδιο όμως και για τη χρήση και την επιλογή του καστ.

Οι κακοί αυτή τη φορά είναι τρεις, ο “εσωτερικός εχθρός” Άντριου Σκοτ, που μας δίνει μια δημοσιοϋπαλληλική εκδοχή του Μοριάρτι, ο “μυώδης καταπέλτης” Ντέιβ Μπαουτίστα, που δήλωσε ότι ενθουσιάστηκε επειδή ο χαρακτήρας του δεν ήταν μόνο ντουλάπας αλλά κι έξυπνος (νοοοοτ!), και ο “μεγάλος κακός” Κριστόφ Βαλτζ, ο οποίος δεν αλλάζει το παραμικρό απ' όσα έχουμε ήδη δει απ' αυτόν. Κι αν οι δυο πρώτοι είναι αναλώσιμοι, βρίσκω πρόχειρη την επιλογή του υπερτιμημένου Βαλτζ σ' έναν ρόλο που, με αρκετές δόσεις αυθυπονόμευσης, έχει δοθεί στο παρελθόν σε ηθοποιούς οι οποίοι δεν είχαν τυποποιηθεί ως κακοί. Στον αντίποδα, ο Ρέιφ Φάινς υποβαθμίζεται, η Μόνικα Μπελούτσι εμφανίζεται “έτσι, για τη φάση” και η Λεά Σεϊντού δε θα τρελάνει κανέναν ως τελευταίο “μποντ-γκερλ”. Μένουν μόνο ο Μπεν Γουίσο, η Ναόμι Χάρις και ο Ρόρι Κινίαρ που δίνουν ένα σχετικό χρώμα στους δευτερεύοντες ρόλους, περιφερειακά του σταθερά καλού Ντάνιελ Κρεγκ.

Το “Spectre” είναι ακόμη μία επαρκής περιπέτεια του νέου Τζέιμς Μποντ κι ακόμη ένα σοβαροφανές κεφάλαιο στον ανανεωμένο μύθο του. Κρίμα που κανείς δεν προσέχει πια τις λεπτομέρειες, καθώς τα φαν-μπόιζ και τα φαν-γκερλς είναι ακόμη ένα χρόνο γηραιότερα.

Βγαίνουν ακόμη:
Το ουγγρικό δράμα αγωνίας “Son of Saul” και η αμερικάνικη κωμωδία “Love the Coopers”.

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v