Ο γνωστός φωτογράφος μας μιλά για τη νέα δουλειά του που παρουσιάζεται στη γκαλερί Elika, τα επόμενα πλάνα του, τη Documenta αλλά και για το… ψαροντούφεκο!
Παλαιότερο των 360 ημερών
συνέντευξη στην Ιωάννα Γκομούζα
Τι εικονογραφία μπορεί ν’ ανακαλέσει στο νου το άκουσμα της λέξης «Παρνασσός»; Ποια υφή παίρνει στη σκέψη ενός δημιουργού όπως ο Γιάννης Θεοδωρόπουλος το «Χειμωνιάτικο φως»; Έχει μορφή η «Ουράνια γλυκύτητα»;
Παρατηρώντας τη νέα δουλειά του γνωστού φωτογράφου, που ξεδιπλώνεται αυτό το διάστημα στη γκαλερί Elika, αναγνωρίζεις σίγουρα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της γραφής και της δημιουργικής «ιεροτελεστίας» του: Tο εμμονικό κοίταγμα στον προσωπικό χώρο και στις λεπτομέρειες της καθημερινότητας, το πατρικό σπίτι-εργαστήριο που δίνει σταθερά υλικό και τροφή στην έρευνά του, την ανάγκη για προστασία και φροντίδα που μαρτυρούν οι εικόνες του.
Εμποτισμένη με μια έντονη ποιητικότητα, αλλά κι ένα αίσθημα μελαγχολίας, η έκθεση εξετάζει τη σχέση με το παρελθόν και τη λειτουργία της μνήμης. Όπως όμως παρατηρεί η εικαστικός Ειρήνη Μπαχλιτζανάκη: «Αν και η προσωπική ιστορία του καλλιτέχνη παραμένει στενά συνυφασμένη με τη δουλειά του, οι φωτογραφίες της νέας αυτής ενότητας παίρνουν μια μεγαλύτερη απόσταση από τις οικογενειακές αναφορές των τελευταίων εκθέσεων. Το λεξιλόγιο δεν αλλάζει, γίνεται όμως πιο επιλεκτικό. Ο καλλιτέχνης επιλέγει εσκεμμένα το προσωπικό που ενέχει το καθολικό ανοίγοντας έτσι στο θεατή ένα διευρυμένο πεδίο περιπλάνησης».
Τι είναι λοιπόν ο «Ιερός άνεμος» που έρχεται να σκεπάσει τοπία, θρησκευτικές εικόνες και σκυριανά καρεκλάκια και τι αποκαλύπτει, μες στην αχλή του, για τον δημιουργό, την πρακτική, τις προθέσεις και τους προβληματισμούς του; Ο Γιάννης Θεοδωρόπουλος εξηγείται:
«“Ιερός άνεμος” είναι ο τίτλος μιας σειράς έργων που προέκυψαν από κάποια πιο παλιά έργα που είχα αποθηκευμένα με λεπτό χαρτί για να τα προστατεύει. Αυτό το λεπτό ημιδιαφανές χαρτί είναι ο Ιερός Άνεμος. Τα ξαναφωτογράφησα κρατώντας όμως το λεπτό χαρτί που τα προστάτευε. «Ιερός άνεμος», πιο σωστά “Θεϊκός άνεμος” ή “Kamikaze”, είναι ο άνεμος που προστάτευσε την Ιαπωνία από την αρμάδα του Kublai Khan τo 1281. Ο άνεμος που προστατεύει, αλλά και αποκαλύπτει και αυτό είναι οδυνηρό».
«Στην έκθεση βλέπεις εικόνες που θα έλεγα ότι επικεντρώνουν περισσότερο στο βλέμμα και στο αίσθημα, παρά σε ένα σφικτό εννοιολογικό πλαίσιο. Θέλω να υπάρχει μια εσωτερική, οργανική συνάφεια μεταξύ των εικόνων μου. Θα τολμούσα να πω μυστικιστική, που δεν βασίζεται στο γράμμα, στο κείμενο, αλλά στο άμεσο βίωμα».
«Τα τελευταία χρόνια, ίσως και από την πρώτη ατομική μου έκθεση το ‘99 στην ΑΔ, οπότε παρουσίασα μια σειρά light boxes με εσωτερικά θερμοκηπίων, αναζητώ απεγνωσμένα προστασία. Το σύγχρονο δυτικό υποκείμενο, νιώθοντας ότι απειλείται είτε από έναν καταιγισμό πολυπολιτισμικής πληροφορίας είτε από τον ξένο, τον ίδιο τον εαυτό του, στρέφεται προς τα μέσα, στα εσωτερικά του τοπία. Ίσως κάπως έτσι ξεκίνησα και εγώ. Η αλήθεια είναι ότι δεν εγκατέλειψα ποτέ το πατρικό μου σπίτι. Αντί να φύγω εγώ, έφυγαν οι δικοί μου από το σπίτι. Ίσως μέσα από αυτήν την παθογένεια γεννήθηκε η εμμονή μου με τα τοπία του σπιτιού».
«Το σπίτι μου είναι το στούντιό μου, τα υλικά των έργων μου είτε προκύπτουν από τις δραστηριότητές μου είτε απλώς υπάρχουν. Στην ουσία ξαναανακαλύπτω τα τοπία των περιπλανήσεών μου μέσα στο σπίτι. Θα έλεγα ότι είμαι ένας περιηγητής στο ίδιο μου το σπίτι, που ακόμα και σήμερα κάποια δωμάτιά του μου φαίνονται ξένα».
«Τα έργα μου θα τα χαρακτήριζα γλυπτά, αλλά με φωτογραφικούς όρους, όχι με κατασκευαστικούς (π.χ. James Casebere). Η αλήθεια είναι ότι δεν είναι ούτε κατασκευές ούτε απλώς ήταν ήδη εκεί. Βρίσκονται κάπου μεταξύ της παιδικής αθωώτητας και της ενήλικης υποκρισίας. Όσο θα μένω σ’ αυτό το σπίτι (βίλα του Σθένη Μολφέση), πάντα θα προκύπτουν έργα - δηλαδή τι άλλο θα μπορούσε να γίνει;»
«Τα έργα μου προκύπτουν συνήθως μέσα από την καθημερινότητά μου είτε αυτό είναι αρχειακό οικογενειακό υλικό είναι πρωτογενής εικόνα. Στην έκθεσή μου στο Μουσείο Άγγελου και Εύας Σικελιανού στους Δελφούς, συνδύασα και τα δύο κομμάτια του έργου μου. Προσαρμόζω τα υλικά μου ανάλογα με το project και τον χώρο που θα συμβεί κάτι, αλλά σχεδόν πάντα η αφετηρία είναι τα προσωπικό μου βίωμα».
«Στα επόμενα σχέδιά μου είναι μια σειρά έργων-αρχαιολογία της συνείδησής μου, προσεγγίζοντας τις κοινωνικές και πολιτικές δομές, τα στερεότυπα, το συγκινησιακό φορτίο, την εκκλησία, με στόχο μια ποιητική καταγραφή του φαινόμενου “εγώ και ο άλλος” ή “εμείς και οι άλλοι”. Στο δρόμο αυτό θα χρειαστεί πολύ διάβασμα, αναφορές και μάλλον θα προχωρήσω και σε κάποια πορτραίτα».
«Ένα μεγάλο μέρος των video performances που έχω κάνει είναι άμεσα πολιτικά έργα, όπως και τα κτήρια που φωτογραφίζω από της αρχές του ‘90. Όλο μου το έργο είναι μια χαρτογράφηση της κρίσης, από τα εσωτερικά ρούχων του 2002 μέχρι και το Battlefield όπου κινηματογραφώ τα κουτάκια μπύρας που άφησαν οι οπαδοί της Λίβερπουλ στην πλατεία Συντάγματος. Το μέσα είναι πολύ πιο ενδεικτικό για το τι συμβαίνει έξω. Είναι καθρέπτης».
«Είναι θετικό που συμβαίνουν και θα συμβούν όλα αυτά τα πράγματα στο πλαίσιο της Documenta. Eίχα δει στο πάρκο Ελευθερίας την ομιλία του Franco “Bifo” Berardi και εντυπωσιάστηκα από τον τρόπο του, τις χειρονομίες του.
Ακούγεται ότι οι Ευρωπαίοι έρχονται σε μια ημι-εξωτική χώρα στα πρόθυρα της κατάρρευσης χωρίς να λαμβάνουν υπόψη την τοπική σκηνή. Η γνώμη μου είναι ότι πρώτα πρέπει να λάβουν υπόψη τους την τοπική σκηνή οι Έλληνες και μετά βλέπουμε και για τους Ευρωπαίους».
«Είμαι τυχερός που έχω ακόμα ελεύθερο χρόνο και κάνω πράγματα που μου αρέσουν: διάβασμα, κινηματογράφο, βόλτες στα περίχωρα της Αττικής. Ακούω μουσική, ειδικά από την εποχή από τα μέσα του ‘60 μέχρι και αρχές του ’70 - τότε έγιναν απίστευτα πράγματα... Επίσης, έχω ταξιδέψει πολλές φορές στην Ασία και όχι μόνο. Μη ξεχνάμε πως η αγορά αποστρέφεται τον ελεύθερο χρόνο, όχι όμως οι αεροπορικές εταιρείες».
«Ασχολούμαι με το ψαροντούφεκο. Η αλήθεια είναι πως στο άμεσο μέλλον, κάποιος που θα καμακώνει ένα ψάρι θα πηγαίνει φυλακή. Υπάρχει ο ήρωας του ‘70 που κρατάει το μεγάλο ψάρι. Στη δουλειά μου, ειδικά στις οικογενειακές φωτογραφίες που είχα στο “Μονόδρομο” στην Μπιενάλε, υπάρχει μια σειρά φωτογραφιών από το οικογενειακό αρχείο, στις οποίες αυτοσαρκαζόμενος παρουσιάζω την προσωπική μου ιστορία και όχι μόνο.
Υπάρχει αυτό το ρομαντικό στερεότυπο του σύγχρονου ταξιδευτή ή κυνηγού που αναζητά την άγρια φύση του… Θα έλεγα ότι η ιστορία είναι απρόβλεπτη, αυτό έχει κάτι το συγκλονιστικό.Τα πάντα μας υπερβαίνουν. Όσο πιο πολύ προσπαθούμε να τα ελέγξουμε τόσο αυτά μας επιφυλάσουν ευχάριστες αλλά και δυσάρεστες εκπλήξεις. Τα όρια του θηράματος και του θύτη ποτέ δεν είναι ξεκάθαρα και αργά ή γρήγορα αντιστρέφονται».