Ο κ. Γκάντι είναι 65 χρονών. Είναι Πρόεδρος του Πολιτιστικού Συνδέσμου Ελλάδας-Ινδίας και μέλος της διεύθυνσης Λαϊκού Πολιτισμού της UNESCO Πειραιώς και Νήσων. Ήρθε στην Ελλάδα από το Νέο Δελχί το 1996 και –σε αντίθεση με τους περισσότερους συμπατριώτες του, που είναι Ινδουιστές– είναι Σιχ.
«Ο θεός είναι ένας, αυτό πιστεύουμε εμείς» μου λέει. «Δεν έχει όνομα, φύλο ή μορφή. Εμείς πιστεύουμε ότι ο θεός είναι παντού, απλά οι άνθρωποι του δώσανε ονόματα διαφορετικά. Χριστός, Βούδας, Μωάμεθ. Το μόνο που διαφέρει, είναι ο τρόπος με τον οποίο εκφράζονται. Το κεντρικό μήνυμα δεν αλλάζει. Εμείς λέμε ένας είναι ο θεός, αυτός είναι, όπου βρείτε μαθήματα σωστά πηγαίνετε. Δεν μας απαγορεύει κανείς να πάμε στην εκκλησία, ή στο τζαμί, ή σε οποιονδήποτε άλλο χώρο λατρείας».
Η κοινότητα των Σιχ αριθμεί 20.000 μέλη σε όλη την Ελλάδα. «Οι περισσότεροι μένουν στην επαρχία. Δεν τους αρέσουν οι πόλεις, προτιμούν την απλή ζωή» μου λέει ο κ. Γκάντι. Έχουν και δικούς τους χώρους λατρείας, όπως μια παλιά αποθήκη στον Ταύρο, την οποία έχουν μετατρέψει οι ίδιοι σε αυτοσχέδιο ναό. Οι Σιχ δεν τρώνε κρέας, ή ζωικά παράγωγα όπως το αυγό, «επειδή έχει μέσα ζωή».
«Το βασικό μάθημα της θρησκείας είναι ότι πρέπει να βοηθάμε τον διπλανό μας. Εκεί που μένω, στο Παλαιό Φάληρο, καθαρίζουμε την παραλία και βοηθάμε τους ηλικιωμένους. Εγώ πηγαίνω και τους φέρνω, για παράδειγμα, τα φάρμακα που χρειάζονται από το φαρμακείο» μου λέει. Πιστεύουν, επίσης στη μετεμψύχωση. «Η επόμενη ζωή εξαρτάται από το τι λάθη κάνουμε εδώ. Δηλαδή αν είμαι εγώ κακός άνθρωπος, και κάνω μεγάλο κακό, για παράδειγμα, στη γυναίκα μου και σε κάποιους συγγενείς μου, στην άλλη ζωή θα είμαι υπηρέτης τους. Κρίνεσαι από όλες τις ζωές σου, μέχρι να «καθαρίσεις» για να φτάσεις στο τέλος, να ενωθεί το πνεύμα σου με τον θεό».
Τον ρωτάω αν έχει μιλήσει στα δύο παιδιά του, 12 και 18 ετών, για τον Σιχισμό και μου απαντά κατηγορηματικά «όχι. Από τη στιγμή που γεννήθηκαν και μεγαλώνουν εδώ δεν είναι σωστό. Η ελληνική κουλτούρα είναι η κουλτούρα τους».
«Φτιάξαμε πριν από μερικά χρόνια έναν ναό στον Πόρο» διηγείται, αντί απάντησης, όταν τον ρωτάω αν είναι οι Έλληνες επιφυλακτικοί με τις ξένες θρησκείες. «Πρέπει να ήταν τέσσερα στρέμματα τότε. Και ήρθαν πάρα πολλοί Έλληνες να δουν τι γίνεται. Κάναμε προσευχή, και μετά τρώγαμε όλοι μαζί. Κι ένας κύριος Έλληνας μας έκανε δώρο άλλο ένα στρέμμα! Γιατί πολύ καιρό δεν έκανε παιδί, και μετά που ήρθε εκεί που προσευχόμασταν, έμεινε έγκυος η γυναίκα του. Άλλοι δίνουν τρόφιμα. Και δύο Έλληνες έγιναν Σιχ».
Η συζήτηση καταλήγει στο πώς θα συμβιώσουν αρμονικά τόσοι άνθρωποι με διαφορετικές θρησκείες σε μια πόλη σαν την Αθήνα. «Πιστεύω ότι το κράτος άφησε πάρα πολύ καιρό να περάσει, και τώρα είναι ένα τεράστιο mix φυλών και θρησκειών που ζουν στην Αθήνα, και τρέχουν να τα μαζέψουν» μου λέει. «Από την άλλη, όμως, δεν μπορείς να τα περιμένεις όλα από το κράτος. Είναι όπως όταν έρχεται ο δήμος, βάζει σκουπιδοτενεκέδες στη γειτονιά μας, κι εμείς περνάμε από δίπλα και πετάμε το σκουπίδι έξω. Ε, ο Δήμαρχος τι να κάνει;».
«Ο θεός είναι ένας, αυτό πιστεύουμε εμείς» μου λέει. «Δεν έχει όνομα, φύλο ή μορφή. Εμείς πιστεύουμε ότι ο θεός είναι παντού, απλά οι άνθρωποι του δώσανε ονόματα διαφορετικά. Χριστός, Βούδας, Μωάμεθ. Το μόνο που διαφέρει, είναι ο τρόπος με τον οποίο εκφράζονται. Το κεντρικό μήνυμα δεν αλλάζει. Εμείς λέμε ένας είναι ο θεός, αυτός είναι, όπου βρείτε μαθήματα σωστά πηγαίνετε. Δεν μας απαγορεύει κανείς να πάμε στην εκκλησία, ή στο τζαμί, ή σε οποιονδήποτε άλλο χώρο λατρείας».
Η κοινότητα των Σιχ αριθμεί 20.000 μέλη σε όλη την Ελλάδα. «Οι περισσότεροι μένουν στην επαρχία. Δεν τους αρέσουν οι πόλεις, προτιμούν την απλή ζωή» μου λέει ο κ. Γκάντι. Έχουν και δικούς τους χώρους λατρείας, όπως μια παλιά αποθήκη στον Ταύρο, την οποία έχουν μετατρέψει οι ίδιοι σε αυτοσχέδιο ναό. Οι Σιχ δεν τρώνε κρέας, ή ζωικά παράγωγα όπως το αυγό, «επειδή έχει μέσα ζωή».
«Το βασικό μάθημα της θρησκείας είναι ότι πρέπει να βοηθάμε τον διπλανό μας. Εκεί που μένω, στο Παλαιό Φάληρο, καθαρίζουμε την παραλία και βοηθάμε τους ηλικιωμένους. Εγώ πηγαίνω και τους φέρνω, για παράδειγμα, τα φάρμακα που χρειάζονται από το φαρμακείο» μου λέει. Πιστεύουν, επίσης στη μετεμψύχωση. «Η επόμενη ζωή εξαρτάται από το τι λάθη κάνουμε εδώ. Δηλαδή αν είμαι εγώ κακός άνθρωπος, και κάνω μεγάλο κακό, για παράδειγμα, στη γυναίκα μου και σε κάποιους συγγενείς μου, στην άλλη ζωή θα είμαι υπηρέτης τους. Κρίνεσαι από όλες τις ζωές σου, μέχρι να «καθαρίσεις» για να φτάσεις στο τέλος, να ενωθεί το πνεύμα σου με τον θεό».
Τον ρωτάω αν έχει μιλήσει στα δύο παιδιά του, 12 και 18 ετών, για τον Σιχισμό και μου απαντά κατηγορηματικά «όχι. Από τη στιγμή που γεννήθηκαν και μεγαλώνουν εδώ δεν είναι σωστό. Η ελληνική κουλτούρα είναι η κουλτούρα τους».
«Φτιάξαμε πριν από μερικά χρόνια έναν ναό στον Πόρο» διηγείται, αντί απάντησης, όταν τον ρωτάω αν είναι οι Έλληνες επιφυλακτικοί με τις ξένες θρησκείες. «Πρέπει να ήταν τέσσερα στρέμματα τότε. Και ήρθαν πάρα πολλοί Έλληνες να δουν τι γίνεται. Κάναμε προσευχή, και μετά τρώγαμε όλοι μαζί. Κι ένας κύριος Έλληνας μας έκανε δώρο άλλο ένα στρέμμα! Γιατί πολύ καιρό δεν έκανε παιδί, και μετά που ήρθε εκεί που προσευχόμασταν, έμεινε έγκυος η γυναίκα του. Άλλοι δίνουν τρόφιμα. Και δύο Έλληνες έγιναν Σιχ».
Η συζήτηση καταλήγει στο πώς θα συμβιώσουν αρμονικά τόσοι άνθρωποι με διαφορετικές θρησκείες σε μια πόλη σαν την Αθήνα. «Πιστεύω ότι το κράτος άφησε πάρα πολύ καιρό να περάσει, και τώρα είναι ένα τεράστιο mix φυλών και θρησκειών που ζουν στην Αθήνα, και τρέχουν να τα μαζέψουν» μου λέει. «Από την άλλη, όμως, δεν μπορείς να τα περιμένεις όλα από το κράτος. Είναι όπως όταν έρχεται ο δήμος, βάζει σκουπιδοτενεκέδες στη γειτονιά μας, κι εμείς περνάμε από δίπλα και πετάμε το σκουπίδι έξω. Ε, ο Δήμαρχος τι να κάνει;».