Γιατί είναι τόσο ακριβό το brunch;
Πώς φτάσαμε να πληρώνουμε 10€ για να φάμε αυγά, πόσα αξίζει ένα story στο Instagram, και γιατί ποτέ κανείς δεν χόρτασε με brunch;
Πώς φτάσαμε να πληρώνουμε 10€ για να φάμε αυγά, πόσα αξίζει ένα story στο Instagram, και γιατί ποτέ κανείς δεν χόρτασε με brunch;
Το παρατήρησες κι εσύ πως από τότε που η λέξη «ινσταγκραμικό» μπήκε στις ζωές μας, οι τιμές για το λιγότερο χορταστικό γεύμα από καταβολής κόσμου τράβηξαν την ανηφόρα; Από εκεί που πριν από μια δεκαετία το brunch σερβιριζόταν σε μπουφέδες με στάνταρ τιμή κατ’ άτομο και all you can eat λογική, φτάσαμε σε λογαριασμούς που αθροίζουν 10€ για δύο αυγά συν άλλα 8€ για τα pancakes, κι ακόμα 9€ για κάποια εμπνευσμένη παραλλαγή της Μιμόζας μην κατέβουν όλα αυτά ξεροσφύρι, 27€ το σύνολον, ναι αλλά κοίτα πόσες καρδούλες μάζεψε το στόρι σου με το ροζουλί φόντο.
Gentrification το λένε κι όλοι οι φασαίοι κλαίνε
Αστικός εξευγενισμός λέγεται ελληνιστί το φαινόμενο που συζητιέται ως μέγιστη αθηναϊκή μάστιγα της τελευταίας πενταετίας, και περιγράφει εν πολλοίς μια πόλη που απευθύνεται ολοένα περισσότερο σε τουρίστες και επισκέπτες, ολοένα και λιγότερο στους κατοίκους της. Κι αν δεν βλέπεις την αντιστοιχία, άφησέ μας να σε διαφωτίσουμε: Μια «τουριστική» εμπειρία, εύκολα αναγνωρίσιμη για ένα διεθνές κοινό, πασπαλισμένη με στοιχεία εντοπιότητας τόσα-όσα για να μην ξενίζουν τους απαίδευτους ουρανίσκους μεν, να υπενθυμίζουν και το πού βρίσκεσαι δε (σε όλα σχεδόν τα brunch-o-μενού της Αθήνας βρίσκεις πια kaghianas with linarosporos, 8.50€, αν το ψάχνεις είναι πάντα κάτω από τα Αυγά Benedict, τα οποία 9 φορές στις 10 θα παραγγείλεις αφού επαινέσεις την παρουσία στον κατάλογο του αποκάτω πιάτου).
Και γιατί είναι κακό πράγμα το gentrification, θα πεις, έρχονται οι τουρίστες μας αφήνουν τα ωραία τους λεφτάκια, κι ο ντόπιος που δεν θέλει brunch θα πάει απέναντι να φάει σουβλάκια. Τα προβλήματα είναι δύο: Αφενός η αγοραστική δύναμη ενός κοινού με πολύ περισσότερα λεφτά από τον ντόπιο πληθυσμό, η οποία αγοραστική δύναμη σπρώχνει τις τιμές προς τα πάνω (όχι μόνο στο brunch, αλλά και στο προαναφερθέν σουβλάκι) και αφετέρου η μετατροπή ολόκληρων γειτονιών σχεδόν στο σύνολό τους σε θεματικά πάρκα απαλλαγμένα από οποιοδήποτε τοπικό χρώμα και χαρακτηριστικό τους. Δεν είναι ρομαντισμός να θέλεις να δεις πώς ζουν οι ντόπιοι στην πόλη που επισκέπτεσαι, είναι πολιτισμική ανάγκη. Είναι, τελικά, ο βασικός λόγος για τον οποίο ταξιδεύουμε. Ξεφύγαμε όμως, πάμε πίσω στο brunch.
Φιλαράκι έχεις 10€ να πάρω δύο αυγά;
Σύμφωνοι, η συνταγή για τα αυγά Benedict είναι 300 λέξεις χωρίς τα υλικά, και το ποσάρισμα είναι μια σκέτη μανούρα που κανείς ποτέ δεν μπήκε στον κόπο να κάνει στο σπίτι του. Να σου πούμε όμως και κάτι για το οποίο αν υπήρχε θεός του Instagram θα έριχνε κεραυνό να μας κάψει; Δεν είναι τελικά και κανένα σπουδαίο πιάτο. Είναι δύο αυγά με βουτυρένια σάλτσα πάνω σε ψωμάκι που καθώς περνάν’ τα χρόνια όλο και μικραίνει, τα οποία ακολουθούνται απαραιτήτως από ένα βουναλάκι pancakes με λιωμένη σοκολάτα, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να ξαναπεινάσεις σε δυόμιση ώρες αντί για μία, σκέψη που την ακούει η γλυκόζη στο αίμα σου και γελάει δυνατά.
Αλλά εσύ δεν την ακούς, γιατί έχει καλύψει τα γέλια της το κλάμα της χρεωστικής σου που αναρωτιέται πώς την πάτησε έτσι και κατέληξε με 27€ λιγότερα ακόμα δεν βγήκες καλά καλά από το σπίτι. Γιατί, δεν ξέρουμε αν το πρόσεξες, αλλά από τη στιγμή που τράβηξες την φωτογραφία για το στόρι μέχρι που ήρθε χαμογελαστός ο σερβιτόρος να ρωτήσει αν χρειάζεστε κάτι άλλο και μάζεψε διακριτικά το τραπέζι, μεσολάβησαν ακριβώς 27 λεπτά και 42 δευτερόλεπτα. Πώς έλεγε ο Επιμένων Ελληνικά, παφ και τάληρο; Λεπτό και ευρώ.