Οι θεατρικές παραστάσεις που προκάλεσαν αντιδράσεις
Θυμόμαστε παραστάσεις που προκάλεσαν το θρησκευτικό, πολιτικό, ομοφοβικό αίσθημα και έληξαν άδοξα.
Θυμόμαστε παραστάσεις που προκάλεσαν το θρησκευτικό, πολιτικό, ομοφοβικό αίσθημα και έληξαν άδοξα.
Παρά την εντυπωσιακή πρόοδο της ανθρωπότητας τους τελευταίους 25 αιώνες, ακόμα δεν έχουμε καταφέρει ακριβώς να συμφωνήσουμε τι είναι τέχνη και ποια θέματα (δεν) θα έπρεπε να αγγίζει. Κι αυτό δεν αφορά μόνο την διαβόητα πουριτανική κοινωνία σε ορισμένες πολιτείες των ΗΠΑ, που αποφάσισαν ξαφνικά πως τα έργα της Αναγέννησης είναι πορνογραφικά, και δίδαξαν και τους αλγόριθμους των social media να τα λογοκρίνουν. Αφορά και την, επίσης βαθιά συντηρητική, ελληνική κοινωνία που μερικές φορές ξεφεύγει και αποφασίζει πως η τέχνη που οι αρχαίοι ημών εφηύραν δεν πρέπει να προκαλεί, ας πούμε, το θρησκευτικό αίσθημα –ούτε το πολιτικό, ούτε το κοινωνικό. Την πλήρωσαν, κάποιες φορές, παραστάσεις σαν κι αυτές που ακολουθούν.
Το Corpus Christi
Τον Ιούνιο του 2012 (ναι, πέρασαν κιόλας έντεκα χρόνια, ναι κι εμάς σαν χτες μας φαίνεται) ένα εξαγριωμένο πλήθος έχει μαζευτεί έξω από το Χυτήριο στην Ιερά Οδό, μία μόλις μέρα αφότου ανέβηκε η παράσταση την οποία η Εκκλησία της Ελλάδος έσπευσε να καταδικάσει ως «βλάσφημο θεατρικό έργο που δυσφημεί το πρόσωπο του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού». Ακολούθησαν αιματηρά επεισόδια, συμπλοκές και συλλήψεις.
Η παράσταση, που σκηνοθετούσε ο Λαέρτης Βασιλείου, κατέβηκε εσπευσμένα με απόφαση των συντελεστών της, με την μεταφράστρια Βάσια Παναγοπούλου να σημειώνει σε ανακοίνωσή της: «Οι παραστάσεις του Corpus Christi στο θέατρο Χυτήριο ολοκληρώνονται. Δεν ήταν πρόθεσή μας ούτε να προκαλέσουμε το "θρησκευτικό συναίσθημα" ούτε να δημιουργήσουμε εντάσεις και πολύ περισσότερο να ζήσουμε εικόνες αστυνομοκρατούμενου χώρου θεάτρου. Λυπούμαστε που άθελά μας άνθρωποι ξυλοκοπήθηκαν, προπηλακίστηκαν, απαξιώθηκαν».
Η ισορροπία του Nash
Σωτήριο έτος 2016, Ιανουάριος. Η Πηγή Δημητρακοπούλου σκηνοθετεί στο Εθνικό Θέατρο ένα έργο που περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, κείμενα από το βιβλίο του Σάββα Ξηρού «Η μέρα εκείνη – 1.560 ώρες στην εντατική – Μια μαρτυρία για το δικό μας Γκουαντάναμο». Οι συγγενείς των θυμάτων της 17 Νοέμβρη διαμαρτύρονται, και το Εθνικό Θέατρο σπεύδει να κατεβάσει την παράσταση, αναφέροντας στην ανακοίνωσή του πως «η παράσταση Ισορροπία του Nash που παίζεται στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου ξέφυγε από τον καλλιτεχνικό της στόχο και μοιάζει, χωρίς να το επιδιώκει, να εξαντλεί τις αντοχές μιας κοινωνίας. Έγινε αντικείμενο πολιτικής εκμετάλλευσης σε μια δύσκολη συγκυρία και παρερμηνεύτηκε η ιδεολογική της πρόθεση. Δέχτηκε τη σκληρή και απολύτως δογματική κριτική ανθρώπων που, ως επί το πλείστον, δεν την έχουν παρακολουθήσει. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, θεωρούμε ότι η συνέχιση της παράστασης θα καλλιεργήσει τη στρεβλή εντύπωση ότι το Εθνικό Θέατρο, αντί να προβάλλει τη σύγχρονη καλλιτεχνική δημιουργία και τον γόνιμο προβληματισμό, στηρίζει εγκληματίες για πάντα καταδικασμένους στη συνείδηση του ελληνικού λαού».
«Η λογοκρισία ήταν μόνο το αποτέλεσμα, μια απόφαση σωστή ή λανθασμένη -κατά τη γνώμη μου το δεύτερο-, αποτέλεσμα πανικού ή πιέσεων, κάτι που μάλλον δε θα μάθουμε ποτέ» θα πει ένα χρόνο αργότερα η σκηνοθέτης σε συνέντευξή της στο in2life. «Το ενδιαφέρον όμως ήταν η βιομηχανία “παραγωγής μαζικής άποψης” που μπήκε εντατικά σε λειτουργία τρεις μέρες πριν την απαγόρευση της παράστασης. Το πώς "δημοσιογράφοι", δημοσιολόγοι και πολιτικοί δημαγωγοί, χωρίς να έχουν δει την παράσταση, συστρατεύθηκαν σε μια απολύτως συντονισμένη προσπάθεια χειραγώγησης της κοινής γνώμης».
Τι είδε ο Γιαπωνέζος
Βρισκόμαστε στο Θέατρο Αθηνών, μια νύχτα του Ιουλίου του 1987, όταν άντρες της εισαγγελίας Αθηνών μπαίνουν στο καμαρίνι του Λάκη Λαζόπουλου, τον συλλαμβάνουν και τον συνοδεύουν στην Ασφάλεια, όπου θα περάσει τη νύχτα. Αιτία κι αφορμή, ένα από τα νούμερα της λαζοπούλειας επιθεώρησης που σατίριζε την τότε Προεδρία της Δημοκρατίας με τα εξής λόγια: «Να κάνεις δεξίωση και αυτό να λέγεται θεσμός της Δημοκρατίας και μετά εμείς πρέπει να το σεβαστούμε; Να μην γελάμε; Είναι δυνατόν να βλέπεις αυτές τις μουράκλες και να μην γελάς; Ποιος θεσμός θα σε κρατήσει; Δε σε κρατάει τίποτα. Κάθε βράδυ στις 3 του τηλεφωνεί (του Σαρτζετάκη) ο Ανδρέας Παπανδρέου και αφού του λέει τη φράση είσαι μαλ…ας, του το κλείνει».
Πολλοί καλλιτέχνες σπεύδουν το ίδιο βράδυ στην Ασφάλεια για να διαμαρτυρηθούν. Ωστόσο οι διαμαρτυρίες της Άννας Παναγιωτοπούλου έχουν ως αποτέλεσμα και τη δική της σύλληψη. Στη δίκη που ακολουθεί, παρουσιάζεται ως μάρτυρας υπεράσπισης και η Αλίκη Βουγιουκλάκη, η οποία θα πει «και παλιά σατιριζόταν ο κ. Τσάτσος, ή ο κ. Καραμανλής, αλλά ποτέ δεν συνελήφθη κανένας. Ο τωρινός πρόεδρος είναι ειδική περίπτωση και δεν έχει χιούμορ».
Οι δύο ηθοποιοί αθωώνονται, και λίγες μέρες αργότερα η Προεδρία της Δημοκρατίας εκδίδει ανακοίνωση στην οποία υποστηρίζει πως ο Χρήστος Σαρτζετάκης έμαθε το ζήτημα από τις εφημερίδες, και ότι δεν ζήτησε ο ίδιος την παρέμβαση της δικαιοσύνης. Σύμφωνα με την επίσημη εκδοχή, επρόκειτο για πρωτοβουλία του αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Δημήτρη Ευθυμιάδη ο οποίος έμενε σε πολυκατοικία πολύ κοντά στο θεάτρο Αθήναιον και ήταν καθημερινά αυτήκοος μάρτυρας του σκετς.
Δεν είναι, βέβαια, μόνο ελληνικό το προνόμιο…
Όπως διαβάζουμε στο Sigma Live, σάλος ξέσπασε πέρυσι και στην Κύπρο, όταν η Επιτροπή Έγκρισης Θεαμάτων του Υπουργείου Παιδείας, Αθλητισμού και Νεολαίας ανάγκασε τον Θεατρικό Οργανισμό Κύπρου να αφαιρέσει φράση από την παιδική παράσταση «Ο γύρος του Κόσμου σε 80 μέρες», έπειτα από διαμαρτυρία μητέρας μαθήτριας σε ραδιοφωνικό σταθμό της Ελλάδας, που έκανε λόγο για «επιβλαβείς για τα παιδιά» ομοφυλοφιλικές αναφορές. Η φράση ήταν: «Μπορεί ένα αγόρι να αγαπά ένα άλλο αγόρι κι ένα κορίτσι ένα άλλο κορίτσι;».
…αλλά για να κλείσουμε σε πιο αισιόδοξο τόνο
Αντιδράσεις από την ανάποδη είχε προκαλέσει Το μεγάλο μας Τσίρκο, του Ιάκωβου Καμπανέλλη, που έκανε πρεμιέρα στις 22 Ιουνίου 1973 στο θέατρο Αθήναιον της οδού Πατησίων, ακριβώς απέναντι από το Πολυτεχνείο. Το έργο, που παρακολούθησαν περίπου 400.000 θεατές, έγινε σύμβολο κατά της Χούντας, στελέχη της οποίας εισέβαλαν στο θέατρο τον Οκτώβριο του 1973, λίγο πριν την εξέγερση του Πολυτεχνείου, συλλαμβάνοντας την Τζένη Καρέζη και τον Κώστα Καζάκο και διακόπτοντας την παράσταση. Δύο μήνες αργότερα, μετά την αποφυλάκισή του, το ζευγάρι ξανανεβάζει την παράσταση, με ακόμα μεγαλύτερη επιτυχία. Στις 3 Αυγούστου του 1974, αμέσως μετά τη Μεταπολίτευση, το έργο ξανανεβαίνει με την προσθήκη των σκηνών που εíχαν λογοκριθεí κι ενός τραγουδιού με τίτλο «Το Προσκύνημα» στο φινάλε της παράστασης, αφιερωμένο στη μνήμη των νεκρών του Πολυτεχνείου.