Οι ελληνικές ταινίες που θα έπρεπε να πάρουν Όσκαρ ξενόγλωσσης
Ο Θίασος, ο Κυνόδοντας, η Στρέλλα κι οι υπόλοιπες ταινίες που έπρεπε να σηκώσουν το χρυσό αγαλματίδιο στην κατηγορία των ξενόγλωσσων φιλμ.
Ο Θίασος, ο Κυνόδοντας, η Στρέλλα κι οι υπόλοιπες ταινίες που έπρεπε να σηκώσουν το χρυσό αγαλματίδιο στην κατηγορία των ξενόγλωσσων φιλμ.
Πριν από λίγες μέρες, ανακοινώθηκαν όλες οι υποψηφιότητες της 95ης τελετής των Βραβείων Όσκαρ, η οποία θα διεξαχθεί στις 12 Μαρτίου 2023, συγκεντρώνοντας τα βλέμματα όλων των σινεφίλ παγκοσμίως. Για άλλη μια φορά η Ακαδημία σνόμπαρε την ελληνική πρόταση για την κατηγορία της ξενόγλωσσης ταινίας αφήνοντας τα hype-άτα Μαγνητικά Πεδία του Γιώργου Γούση, εκτός της τελικής πεντάδας. Θέλοντας να αποκαταστήσουμε την αδικία που έχουν υποστεί συγκλονιστικές ελληνικές ταινίες στο παρελθόν φτιάξαμε μια λίστα με εκείνες που θα έπρεπε να σηκώσουν το χρυσό οσκαρικό αγαλματίδιο στην ξενόγλωσση κατηγορία.
Η Στέλλα του Μιχάλη Κακογιάννη (1955)
Η ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη έχει βρεθεί δικαιολογημένα πολλές φορές στην κορυφή της λίστας των καλύτερων ελληνικών ταινιών όλων των εποχών. Η υποδειγματική σκηνοθεσία του Κακογιάννη, η εμβληματική ερμηνεία της αξεπέραστης Μελίνας Μερκούρη κι η αριστουργηματική μουσική του Μάνου Χατζιδάκι δεν αφήνουν περιθώρια περαιτέρω κριτικής σε αυτό το υπέροχο φιλμ, που δυστυχώς δεν έφτασε ούτε καν μέχρι την πεντάδα της κατηγορίας του Όσκαρ ξενόγλωσσης. Αρκέστηκε στο πολύ σημαντικό βραβείο Χρυσής Σφαίρας Καλύτερης Ξένης Ταινίας από την Επιτροπή Ανταποκριτών Ξένου Τύπου στο Hollywood το 1955 και στην ανεξίτηλη σφραγίδα που άφησε μια για πάντα στο ελληνικό σινεμά.
Ο Θίασος του Θεόδωρου Αγγελόπουλου (1975)
Ο Θίασος του Θεόδωρου Αγγελόπουλου συμπεριλαμβάνεται σε κάθε λίστα που σέβεται τον εαυτό της κι απαριθμεί τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών. Κοινό, κριτικοί αλλά και μεγάλοι σκηνοθέτες έχουν υποκλιθεί στο κινηματογραφικό μεγαλείο του Θιάσου. «Είναι μια μπαλάντα για πρόσωπα που άλλα σκοτώθηκαν και άλλα όχι» είχε πει ο σκηνοθέτης της ταινίας η οποία πήρε το Βραβείο Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (Fipresci) στο Φεστιβάλ των Καννών εν μέσω αποθέωσης για τον Αγγελόπουλου. Παρόλα αυτά δεν βρήκε μια θέση στην πεντάδα των ξενόγλωσσων ταινιών στα βραβεία Όσκαρ του 1975.
Ο Δράκος του Νίκου Κούνδουρου (1956)
Άλλη μια ταινία που έγραψε με χρυσά γράμματα το όνομά της στην κινηματογραφική βίβλο της χώρας είναι ο σπουδαίος Δράκος του Νίκου Κούνδουρου. Ο Κούνδουρος ανατρέπει τα στερεότυπα του φιλμ νουάρ βάζοντας στον πρωταγωνιστικό ρόλο έναν σεξουαλικά άπειρο πρωταγωνιστή που υποδύεται αποστομωτικά ο Ντίνος Ηλιόπουλος στην πιο συγκλονιστική αντρική ερμηνεία του παλιού ελληνικού κινηματογράφου. «Όταν η ταινία πρωτοπροβλήθηκε, λίγα χρόνια μετά τον Εμφύλιο, ο Έλληνας θεατής ήταν ανέτοιμος να διαβάσει τις νύξεις και τους συμβολισμούς της ταινίας και αρνιόταν ένα είδος κινηματογράφου που ερχόταν σε σύγκρουση με την αμερικανική κινηματογραφική κουλτούρα που για χρόνια και χρόνια κατέκλυζε τις κινηματογραφικές αίθουσες» είχε δηλώσει ο Νίκος Κούνδουρος για το απόλυτο αριστούργημά του που μαγνητίζει τα βλέμματα των κινηματογραφόφιλων μέχρι και σήμερα χάρη στην ιδιοφυή σκηνοθεσία του.
Ο Κυνόδοντας του Γιώργου Λάνθιμου (2010)
Ο Κυνόδοντας είναι η ταινία που ξανά-έβαλε την Ελλάδα με τα μπούνια στον παγκόσμιο σινέ-χάρτη συστήνοντας παγκοσμίως το περίφημο weird-wave κίνημα που έφερε πολλά κινηματογραφικά βραβεία στη χώρα μας. Αφού πήρε το βραβείο «Ένα Κάποιο Βλέμμα» του Φεστιβάλ των Καννών, κατάφερε να φτάσει μέχρι τις υποψηφιότητες των της κατηγορίας Όσκαρ ξενόγλωσσης (33 χρόνια μετά την Ιφιγένεια του Κακογιάννη) αλλά να χάσει από το In a better world της Δανέζας Σουζάν Μπιερ. Ο Λάνθιμος κλείνει το μάτι στην πατροπαράδοτη αγία ελληνική οικογένεια και φτιάχνει ένα αποστειρωμένο περιβάλλον όπου οι λέξεις δεν έχουν το ίδιο νόημα που ξέρουμε κι η βία, παρότι αδιόρατη, μοιάζει πιο σκληρή από ποτέ. Ο Κυνόδοντας παραμένει καθηλωτικός 13 χρόνια μετά την πρώτη προβολή του.
Στρέλλα του Πάνου Κούτρα (2009)
Από τη Στέλλα μέχρι και τη Στρέλλα οι αρχετυπικές γυναικείες φιγούρες έχουν βαρύνουσα σημασία στο ελληνικό σινεμά. Ο Κούτρας φτιάχνει μια ταινία που μεταλαμπαδεύει τις Αλμοδοβαρικές και queer αναφορές της στο κοινό δημιουργώντας μια συγκλονιστική σπουδή πάνω στις εύθραυστες οικογενειακές σχέσεις, την απώλεια και την ταυτότητα του φύλου. Μας χαρίζει μια ανατριχιαστικά συγκινητική σκηνή με τα λαμπατέρ πάνω στο γυμνό κορμί των πρωταγωνιστών σαν το αποκορύφωμα ενός φιλμ που είχε όλα τα εχέγγυα να σηκώσει χρυσό αγαλματίδιο, αλλά η Ακαδήμια δεν το συμπεριέλαβε καν στην πεντάδα των τελικών υποψηφιοτήτων.