Τι είναι και πώς δρα στον εγκέφαλο η μαριχουάνα; Ποια τα οφέλη και ποιες οι παρενέργειες της; Όλη η «μαύρη» αλήθεια πίσω από το δημοφιλές ναρκωτικό.
Παλαιότερο των 360 ημερών
του Νικόλα Γεωργιακώδη
Οι συζητήσεις για τη νομιμοποίησή της δίνουν και παίρνουν, όμως όπως φαίνεται τουλάχιστον στην Ελλάδα αυτή απέχει… αρκετά. Ο λόγος για τη μαριχουάνα, η χρήση της οποίας έγινε προσφάτως νόμιμη στο Κολοράντο, με ολόκληρες ουρές να σχηματίζονται στα κατά τόπους καταστήματα για την απόκτησή της.
Από τα πλέον διαδεδομένα ψυχοτρόπα βότανα, η μαριχουάνα έχει να επιδείξει μια ευρεία γκάμα θετικών, αλλά και αρνητικών επιδράσεων στον οργανισμό. Μακριά από οποιαδήποτε δόγματα που θεωρούν τη χρήση της «διαβολική» αλλά και αντίστοιχα «άκακη», συγκεντρώσαμε τα κυριότερα – μέχρι στιγμής – επιστημονικά στοιχεία τα οποία καταδεικνύουν τόσο τα οφέλη της, όσο και τις αρνητικές της επιδράσεις.
Σε περίπτωση που θέλετε να εντρυφήσετε περισσότερο πάνω στο θέμα, η αντίστοιχη σελίδα του Examine.com διαθέτει όλες τις μέχρι στιγμής επιστημονικές έρευνες που αφορούν το… θαυματουργό και άκρως δημοφιλές αυτό... βότανο.
Τι είναι η μαριχουάνα και πώς επιδρά; Πρόκειται για ένα φυτό το οποίο περιλαμβάνει ορισμένα μόρια που ονομάζονται κανναβιδοειδή. Το πιο δημοφιλές από αυτά δεν είναι άλλο από την τετραϋδροκανναβινόλη, γνωστή και ως THC. Αυτή είναι ο κύριος υπεύθυνος για τη λεγόμενη «μαστούρα» που προκαλεί η χρήση της μαριχουάνας.
Στην ιατρική, η μαριχουάνα χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση μιας σειράς φλεγμονών και γαστρεντερικών παθήσεων, καθώς επίσης και για τη μείωση του άγχους. Κατά κύριο λόγο, η ιατρική της χρήση αφορά τη θεραπεία για τον καρκίνο, όμως όχι σαν πρωτεύον φάρμακο αλλά σαν «βοηθητικό». Για την ακρίβεια χρησιμοποιείται παράλληλα με την χημειοθεραπεία αφού αυξάνει την όρεξη, προλαμβάνοντας έτσι την μείωση του βάρους, η οποία αποτελεί σύνηθες αποτέλεσμα των χημειοθεραπειών.
Η επίδρασή της στον εγκέφαλο αφορά δύο υποδοχείς, οι οποίοι βρίσκονται τα τοιχώματα των κυττάρων. Οι δύο αυτοί υποδοχείς, για την ακρίβεια, έχουν το ίδιο όνομα με το φυτό: πρώτος κανναβινοειδής υποδοχέας και δεύτερος κανναβινοειδής υποδοχέας (CB1 και CB2). Ο πρώτος είναι υπεύθυνος για τις άμεσες ψυχοδραστικές επιδράσεις, ενώ ο δεύτερος καθορίζει τις μακροπρόθεσμες και τις αντιφλεγμονώδεις δράσεις της.
Η συχνή χρήση της μαριχουάνας τέλος, μπορεί να προκαλέσει ανοσία στη δραστική της ουσία, κάτι που σημαίνει ότι ο χρήστης θα χρειάζεται μεγαλύτερη δόση για να έχει το ίδιο αποτέλεσμα.
Ποια είναι τα οφέλη από τη χρήση; Τα περισσότερα από τα οφέλη της μαριχουάνας οφείλονται κατά κύριο λόγο στις ψυχοδραστικές τις επιδράσεις. Συγκεκριμένα, η χρήση της βοηθά στη μείωση του στρες μέσα από την αύξηση της αίσθησης ευφορίας, της μείωσης του άγχους και της αίσθησης που έχει ο χρήστης πως «απομακρύνεται» από το περιβάλλον του.
Επίσης, όσοι κάνουν συχνή χρήση, ενδεχομένως να νοιώσουν μια μικρή νοητική εξασθένηση – «θολούρα», αν σταματήσουν να κάνουν χρήση, όμως αυτή η αίσθηση εξαφανίζεται ύστερα από μερικές εβδομάδες, χωρίς, λέγεται, να αφήνει μακροπρόθεσμη ζημιά. Η πιο βαριά χρήση τώρα και σε καθημερινή βάση, μπορεί να προκαλέσει προβλήματα στην νοητική εστίαση, αλλά και την εκμάθηση νέων πραγμάτων.
Τέλος, η επίδρασή της στον υποδοχέα CB1 αυξάνει τη ροή του αίματος σε μια συγκεκριμένη περιοχή του εγκεφάλου,η οποία με τη σειρά της αυξάνει τη διαστολική πίεση του αίματος, δηλαδή τον δεύτερο αριθμό στο πιεσόμετρο. Αυτό σημαίνει ότι η χρήση μαριχουάνας εφ’ όσον συνδυαστεί με λήψη διεγερτικών, μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιακής πάθησης, όπως για παράδειγμα εμφράγματος.
Είναι εθιστική; Η μαριχουάνα δεν είναι εθιστική στον ίδιο βαθμό που είναι π.χ. η ηρωίνη, η διακοπή στη χρήση της οποίας προκαλεί σοβαρές ψυχολογικές και σωματικές επιπτώσεις. Όμως επιδρά στα κέντρα του εγκεφάλου τα οποία συνδέονται με την ευχαρίστηση και δημιουργεί ένα αρκετά σφιχτό «δέσιμο», το οποίο οι ειδικοί θεωρούν ότι είναι αρκετά δύσκολο να «σπάσει».
Σύμφωνα με έγγραφο της, η Αμερικάνικη Ένωση Εθισμού θεωρεί πως ο εθισμός στη μαριχουάνα είναι «ένα σημαντικό πρόβλημα υγείας». Παρ’ όλα αυτά, το πρόβλημα είναι σημαντικά μικρότερο σε σχέση με άλλες ουσίες, νόμιμες ή μη.
Για παράδειγμα, το Institute of Medicine, ιατρικό παρακλάδι της National Academy of Sciences, ανέφερε σε έρευνά του το 1999 ότι 32% των καπνιστών αποκτούν εξάρτηση, το ίδιο και το 23% των χρηστών ηρωίνης, το 17% των χρηστών κοκαΐνης και το 15% όσων καταναλώνουν αλκοόλ. Όμως μόλις το 9% όσων έκαναν χρήση κάνναβης έπαθαν εξάρτηση από την ουσία.
«Αν και λίγοι χρήστες μαριχουάνας εθίζονται σε αυτήν, παρ’ όλα αυτά υπάρχουν κάποιοι που εθίζονται. Όμως φαίνεται να είναι σαφώς λιγότεροι σε σχέση με χρήστες άλλων ουσιών – συμπεριλαμβανομένης της νικοτίνης και του αλκοόλ – και η εξάρτησή τους αυτή φαίνεται να είναι λιγότερο σοβαρή σε σχέση με την εξάρτηση σε άλλα φάρμακα», αναφέρει μεταξύ άλλων η έρευνα.