Αγορά μουσικών οργάνων: Tips για αρχάριους

Θέλετε να αγοράσετε ένα μουσικό όργανο αλλά δεν έχετε την παραμικρή ιδέα με τι κριτήρια να επιλέξετε κάτι καλό και οικονομικό; Τρεις μουσικοί και τεχνίτες πνευστών, έγχορδων και πληκτροφόρων δίνουν τις απαραίτητες συμβουλές.
Αγορά μουσικών οργάνων: Tips για αρχάριους
της Έλενας Μπούλια

Η ενασχόληση με την μουσική δεν προσφέρει μόνο πνευματική καλλιέργεια και ψυχική ευεξία αλλά, σύμφωνα με έρευνες, έχει αποδειχτεί ότι βοηθά τον εγκέφαλο να λειτουργεί πιο γρήγορα, αυξάνοντας την νοημοσύνη του ατόμου που παίζει ένα μουσικό όργανο.

Από την στιγμή που ένα παιδί, ή ένας ενήλικας, ενδιαφέρεται να μάθει ένα μουσικό όργανο, είτε αυτό είναι έγχορδο, είτε πνευστό, είτε κρουστό ή πληκτροφόρο, ζητούμενο γίνεται η σωστή αγορά του. Να επιλέξει δηλαδή ένα καλό μουσικό όργανο, που θα τον βοηθήσει να μάθει σωστά μουσική, χωρίς από την άλλη να πληρώσει μία περιουσία. Πώς μπορεί, όμως, ένας αρχάριος να γνωρίζει με τι κριτήρια να αγοράσει ένα μουσικό όργανο; Τρεις ειδικοί απαντούν με ακρίβεια και προσδιορίζουν πού κυμαίνονται οι τιμές αυτή την στιγμή στην αγορά.

Γιάννης Καρύδας, χορδιστής Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, τεχνίτης και μουσικός: «Προσοχή στα μεταχειρισμένα πιάνα»
Ο στόχος για ένα παιδί που θέλει να μάθει πιάνο είναι να μορφωθεί μουσικά, λέει ο κ. Καρύδας, και αν έχει κάποιο ιδιαίτερο ταλέντο, αυτό στην πορεία θα φανεί και ο γονιός θα βοηθήσει το παιδί να το εξελίξει. Έτσι, η επιλογή ενός πιάνου για έναν αρχάριο δεν χρειάζεται να αφορά κάποιο μεγάλο, ακριβό όργανο αλλά κάποιο, το οποίο θα επιλεγεί μετά από την συμβουλή κάποιου ειδικού, είτε αυτός είναι κάποιος δάσκαλος μουσικής είτε ο καταστηματάρχης από τον οποίον θα το αγοράσετε.

Ο ενδιαφερόμενος έχει να επιλέξει ανάμεσα σε καινούργιο ή μεταχειρισμένο πιάνο. Στα καταστήματα πιάνων βρίσκει κανείς και τα δύο -τι να προτιμήσει; «Καινούργιο πιάνο και παλιό βιολί», λέει μία παλιά παροιμία, σύμφωνα με τον κ. Καρύδα. «Το ιδανικό, λοιπόν, για κάποιον αρχάριο και εντελώς άπειρο είναι να αγοράσει ένα καλό καινούργιο πιάνο και όχι κάποιο μεταχειρισμένο, το οποίο δεν θα είναι σε θέση να ελέγξει αν βρίσκεται σε καλή κατάσταση». Ο κ. Καρύδας εξηγεί ότι ένα πολύ παλιό, μεταχειρισμένο πιάνο μπορεί να έχει καταπονημένο σώμα ή φθορές που έχουν προέλθει λόγω υγρασίας ή διαφορών θερμοκρασίας. Ένα τέτοιο πιάνο θα χρειαστεί επισκευή, η οποία μπορεί τελικά να κοστίσει δύο ή τρεις φορές όσο η αξία του. Μπορεί, μάλιστα, να μην επισκευάζεται καν.

Σε γενικές γραμμές στην αγορά θα βρει κανείς και καλά και κακά μεταχειρισμένα πιάνα, π.χ. τα Yamaha που κυκλοφορούν στην αγορά εισάγονται μεταχειρισμένα από την Ιαπωνία και μπορεί να είναι επισκευασμένα ή όχι. Οι κίνδυνοι να αγοράσει κανείς ένα μη επισκευασμένο μεταχειρισμένο πιάνο είναι λιγότεροι αν το πάρει από ένα μαγαζί, με εγγύηση. Μία μέση τιμή για μεταχειρισμένα πιάνα στην αγορά είναι από 2.000 έως 4.000 ευρώ. Η τιμή έχει να κάνει με την ηλικία του πιάνου, την κατάστασή του και τον τύπο του -π.χ. αν είναι χαμηλό ή ψηλό με ουρά, οπότε είναι ακριβότερο. Έτσι, για ένα μικρό παιδί που ξεκινά να μαθαίνει πιάνο ένα καλό μεταχειρισμένο πιάνο δεν χρειάζεται να κοστίζει περισσότερα από 2.000 με 3.000 ευρώ. Βέβαια, κατά καιρούς μπορεί να βρει κανείς διάφορες ευκαιρίες στα καταστήματα, με πιάνα που έχουν λάβει από ανταλλαγές σε πολύ χαμηλότερη τιμή.

Σχετικά με τις ανταλλαγές, αξίζει να αναφέρουμε ότι εντός τριετίας, κάποιος μπορεί να επιστρέψει στο κατάστημα από το οποίο αγόρασε το πιάνο του, να το δώσει πίσω και πληρώνοντας μία διαφορά να πάρει καινούργιο. Αν, μάλιστα, το πιάνο είναι σε άριστη κατάσταση -αν, δηλαδή, συντηρείται μία φορά τον χρόνο- ίσως να μην χρειάζεται καν να πληρώσει διαφορά. Γι’αυτό είναι σημαντικό όταν αγοράζει κανείς ένα πιάνο να παίρνει και μία εγγύηση 10-15 ετών, ώστε, αν θελήσει, να μπορεί να το ανταλλάξει στο μέλλον.

Ως προς την αγορά καινούργιου πιάνου, ο κ. Καρύδας υποστηρίζει πως τώρα είναι μία καλή εποχή, καθώς στο παρελθόν τα καινούργια πιάνα ήταν πολύ πιο ακριβά. Σήμερα γερμανικές εταιρίες που έφτιαχναν και πωλούσαν πιάνα στην Ευρώπη, για να μειώσουν το εργατικό κόστος, κατασκευάζουν τα πιάνα τους στην Κίνα, την Ιαπωνία ή την Ινδονησία, με αποτέλεσμα να επιτυγχάνουν καλύτερη σχέση ποιότητας-τιμής. Η τιμή, λοιπόν, ενός τέτοιου καινούργιου πιάνου, γερμανικής σχεδίασης αλλά κατασκευής σε κάποια ασιατική χώρα κυμαίνεται στα 2.200 με 2.300 ευρώ για τα χαμηλά πιάνα (1,10-1,12 εκατοστά), τα οποία είναι ιδανικά για αρχάριους μαθητές, ενώ για μεγαλύτερα πιάνα (ύψους 1,20 εκατοστών) η τιμή ανεβαίνει κατά 500 με 600 ευρώ. Το τι ύψος πιάνου θα επιλέξει κανείς έχει να κάνει με τον χώρο στον οποίον θα τοποθετηθεί. Τα μεγάλα πιάνα με ουρά απαιτούν μεγάλο, ανοιχτό χώρο, ενώ θεωρούνται από τους κατασκευαστές και πιο επαγγελματικά.

Ένα μυστικό που μας αποκάλυψαν καταστηματάρχες μουσικών οργάνων είναι ότι ορισμένοι δάσκαλοι ζητούν προμήθεια για να φέρουν έναν πελάτη σε ένα συγκεκριμένο κατάστημα για να αγοράσει ένα μουσικό όργανο. Η προμήθεια αυτή μπορεί να φτάσει το 10-15% της συνολικής αξίας του πιάνου, ποσό με το οποίο στην πραγματικότητα επιβαρύνεται ο αγοραστής. Μία καλή συμβουλή, λοιπόν, είναι, να κάνει μόνος του ο ενδιαφερόμενος έρευνα αγοράς, να παζαρέψει την τιμή του πιάνου -ή όποιου μουσικού οργάνου- τον ενδιαφέρει και έτσι να γλυτώσει το έξοδο μιας ενδεχόμενης προμήθειας. Άλλωστε, δεν είναι όλοι οι καθηγητές ειδικοί στο να επιλέξουν ένα πιάνο.

Οικονομικότερες λύσεις, αν κανείς δεν έχει την δυνατότητα να αγοράσει ένα ακουστικό πιάνο, είναι το ηλεκτρικό πιάνο ή το αρμόνιο. Τα όργανα αυτά μπορεί να μην εξυπηρετούν κατά 100% την σπουδή του πιάνου, μπορούν όμως να ικανοποιήσουν την ανάγκη του ενδιαφερόμενου να μάθει τα βασικά. Ιδιαίτερα τα ηλεκτρικά πιάνα έχουν την έκταση των πλήκτρων του ακουστικού πιάνου -αυτό που δεν έχουν είναι ο μηχανισμός, πάνω στον οποίον πρέπει κανονικά να μάθει κανείς. Μία μέση τιμή για ένα αξιοπρεπές ηλεκτρικό πιάνο είναι στα 700-800 ευρώ, ενώ ένα καλύτερο μοντέλο μπορεί να φτάσει τα 1.300 ευρώ. Τα δε αρμόνια κοστίζoυν περί τα 150 ευρώ, αν και υπάρχουν ορισμένα πολύ πιο εξελιγμένα που μπορεί να φτάνουν και τα 1.500 ευρώ. Ο κ. Καρύδας συμβουλεύει, αν κανείς στραφεί σε μία τέτοια λύση, να επιλέξει μία φίρμα που να του προσφέρει υπηρεσίες συντήρησης.

Πάνος Οικονομάκης, μουσικός-καθηγητής-τεχνικός έγχορδων μουσικών οργάνων: «Πρέπει να ερωτευτείς την κιθάρα που θα πάρεις»
Σύμφωνα με τον κ. Οικονομάκη, η αγορά μιας κιθάρας, είτε αυτή είναι ακουστική είτε ηλεκτρική, είναι ευκολότερη υπόθεση από την αγορά ενός πιάνου. Όπως λέει ο ίδιος, ένας αρχάριος δεν έχει νόημα να στραφεί σε χειροποίητη κιθάρα γιατί είναι ένα ιδιαίτερο, εξειδικευμένο όργανο με πολύ υψηλό κόστος. Ενδεικτικά, οι ακουστικές κιθάρες που κατασκευάζει εκείνος ξεκινούν από 3.000 ευρώ. Διευκρινίζει, δε, ότι στα περισσότερο καταστήματα θα βρει κανείς κιθάρες που χαρακτηρίζονται χειροποίητες, ή με χειροποίητα μέρη, χωρίς όμως πραγματικά να είναι.

Όσον αφορά τις τιμές, ο κ. Οικονομάκης λέει πως «ό,τι πληρώνεις παίρνεις» και πως μπορεί μεν οι τιμές να ξεκινούν από 50 με 60 ευρώ, όμως κατά την γνώμη του ένας νέος μαθητής θα πρέπει να κινηθεί στα επίπεδα των 200 με 400 ευρώ για να πάρει μία αξιοπρεπή κιθάρα. «Πολλοί προσπαθούν να γλυτώσουν λεφτά στην αγορά της κιθάρας και καταλήγουν τελικά να πληρώνουν χρυσά τα μαθήματα, γιατί δε μπορούν να μάθουν σε μία κακή κιθάρα», λέει.

Τι σημαίνει, όμως, κακή και καλή κιθάρα; Η ποιότητα και το κόστος της κρίνονται από τα υλικά της και το πόσο έχει ανακατευτεί το ανθρώπινο χέρι. Μία προσεγμένη κιθάρα δεν θα πρέπει να είναι σπασμένη και να έχει ραγίσματα και δεν θα πρέπει να έχει στραβό "μανίκι".

Υπάρχει και στις κιθάρες η εναλλακτική της μεταχειρισμένης, ωστόσο καλό είναι ακόμα και η μεταχειρισμένη να έχει εγγύηση, λέει ο κ. Οικονομάκης. Ένας πρόχειρος τρόπος να ελέγξει κανείς αν μία μεταχειρισμένη κιθάρα έχει σκεβρωμένο ή όχι μανίκι, είναι να πατήσει με το δάχτυλο την πιο χοντρή χορδή στο πρώτο και στο τελευταίο τάστο, με αποτέλεσμα η χορδή να γίνει σαν χάρακας. Αν, λοιπόν, πατώντας την χορδή αυτή δεν ακουμπάει και στα υπόλοιπα τάστα, αυτό σημαίνει πως το μανίκι είναι σκεβρωμένο (δείτε εδώ τα μέρη της κιθάρας).

Τέλος, ο κ. Οικονομάκης συμβουλεύει τον ενδιαφερόμενο, να επιλέξει την κιθάρα που του αρέσει περισσότερο, να την ερωτευτεί, να την κρατήσει, να την δοκιμάσει για αρκετή ώρα και στην συνέχεια να ζητήσει την συμβουλή του δασκάλου του πριν την αγοράσει -ιδιαίτερα αν πρόκειται για ένα μεταχειρισμένο μοντέλο.

Δημήτρης Μπεχλιβανίδης, τεχνολόγος μουσικών οργάνων με ειδίκευση στα πνευστά: «Ένα παιδί μπορεί να ξεκινήσει με ένα φθηνό όργανο»
Καθώς η γκάμα των πνευστών μουσικών οργάνων είναι τεράστια, μία βασική κατηγοριοποίηση που θα μπορούσε να γίνει είναι ανάμεσα στα νέα και τα μεταχειρισμένα. Ο κ. Μπεχλιβανίδης συμβουλεύει τους αρχάριους να επιλέξουν ένα εξειδικευμένο κατάστημα, στο οποίο να υπάρχει τεχνίτης που θα κατευθύνει τον αγοραστή και το οποίο να δίνει εγγύηση για έναν με ενάμιση χρόνο. Σε ένα τέτοιο κατάστημα θα βρει κανείς φτηνά και ακριβά όργανα. Τα ακριβά όργανα είναι κατά κανόνα «τεσταρισμένα» και δεν υπάρχει κίνδυνος να εμφανίσουν κάποιο πρόβλημα στον αγοραστή. Τα φθηνά, όμως, τα οποία έρχονται συνήθως από χώρες της ανατολής, συχνά εμφανίζουν προβλήματα. Τότε η συμβολή του τεχνίτη είναι βασική.

Το κόστος των πνευστών κυμαίνεται ανάλογα με το είδος. Μιλώντας, όμως, για ακριβά και φθηνά ένα ενδεικτικό παράδειγμα είναι αυτό του σαξοφώνου, το οποίο μπορεί κανείς να βρει με 300 ευρώ και με 6.000 ευρώ. Ένα παιδί ή ένας αρχάριος μπορεί κάλλιστα να ξεκινήσει να μαθαίνει με ένα σαξόφωνο των 300 ευρώ.

Ως προς τα μεταχειρισμένα πνευστά, «η κατάσταση εδώ είναι πιο δύσκολη, γιατί υπάρχουν όργανα που μπορεί κανείς να βρει στο ίντερνετ, σε μικρές αγγελίες αλλά και σε μαγαζιά. Εδώ η γνώμη του τεχνίτη είναι ακόμα πιο σημαντική, καθώς ένα όργανο σε τιμή ευκαιρίας μπορεί να χρειαστεί συντήρηση που κοστίζει», λέει ο κ. Μπεχλιβανίδης. Το κόστος της συντήρησης εξαρτάται από την κατάσταση και το είδος του οργάνου.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v