Η ζωή στην… αποκέντρωση

Ποιά είναι τα συν και τα πλην της ζωής μακριά από το κέντρο της πόλης; Τι είναι αυτό που κάνει την ζωή στα προάστια ελκυστική και πόσο αντισταθμίζει τις δυσκολίες της αποκέντρωσης; Κάτοικοι των προαστίων της Αθήνας δίνουν απαντήσεις στο In2life.
Η ζωή στην… αποκέντρωση
του Νικόλα Γεωργιακώδη

Χωρίς να αμφιβάλουμε για την γοητεία της ζωής στο κέντρο της Αθήνας (ναι, υπάρχουν ακόμα γειτονιές που θυμίζουν κάτι από την παλιά Αθήνα), θελήσαμε να μάθουμε περισσότερα για την «αποκεντρωτική» γοητεία των προαστίων της. Καλύτερη ποιότητα ζωής, πράσινο, ηρεμία, εναλλακτικές επιλογές διασκέδασης, ήταν μερικές από τις απαντήσεις που λάβαμε μιλώντας με κατοίκους οι οποίοι, συνειδητά ή μη, ζουν μακριά από το κέντρο της πόλης. Διαβάστε τι μας είπαν για τα πλεονεκτήματα, αλλά και τα μειονεκτήματα της καθημερινότητάς τους και μην διστάσετε να συμμετέχετε στην συζήτηση μέσω των σχολίων του κειμένου, μιλώντας για τα υπέρ και τα κατά της δικής σας περιοχής.

Τα υπέρ της ζωής στα προάστια…

«Ησυχία, πράσινο, πιο ανθρώπινο περιβάλλον», λέει ο Θανάσης, 33 χρονών κάτοικος Πεύκης και προσθέτει: « Έρχεσαι αντιμέτωπος με πολύ λιγότερα προβλήματα που έχουν συνήθως τα μεγάλα αστικά κέντρα, όπως: βρωμιά, εγκληματικότητα, άναρχη και πυκνή δόμηση, πολυκοσμία, έντονο πρόβλημα με παρκάρισμα. Επίσης, υπάρχουν σε αρκετά καλό βαθμό παροχές, όπως δημοτικές συγκοινωνίες, γυμναστήρια, κολυμβητήρια και δημόσια σχολεία σε λίγο καλύτερη κατάσταση».

«Ο καθαρός αέρας, η θάλασσα σε απόσταση αναπνοής που δίνει μια ‘καλοκαιρινή’ διάθεση στην ψυχολογία σου ανεξαρτήτως θερμοκρασίας και φυσικά το γεγονός ότι αποτελεί κομβικό σημείο συνάντησης για τους νέους και όχι μόνο, πράγμα που την κάνει να εξελίσσεται συνεχώς είναι μερικά μόνο από τα πλεονεκτήματα του να ζεις εδώ», λέει η Ανθή, 25 χρονών, κάτοικος Γλυφάδας από… γεννησιμιού και δίνει παραδείγματα: «Ο αριθμός των νέων επιχειρήσεων – μπαρ, εστιατόρια, καταστήματα- αυξάνεται με ταχύτατους ρυθμούς στη Γλυφάδα, δίνοντας νέα πνοή σε δρόμους που άλλοτε ήταν «αδιάφοροι» για τους ντόπιους και έτσι οι έντονοι ρυθμοί ζωής δεν περιορίζονται μόνο στα σαββατοκύριακα. Παράλληλα, υπάρχει κινητικότητα από πλευράς εργασίας για τους νέους που έχουν πληγεί κυρίως από τις οικονομικές αντιξοότητες της εποχής».
 
«Το καλοκαίρι ειδικά η θάλασσα είναι τεράστιο συν», λέει η Ελένη, 28 χρονών κάτοικος Γλυφάδας. «Επίσης, οι ρυθμοί δεν είναι τόσο έντονοι, στις περισσότερες περιοχές τα σπίτια δεν έχουν προβλήματα ηχορρύπανσης ή καυσαερίων και γενικά το επίπεδο διαβίωσης είναι ικανοποιητικό, ενώ μπορείς να καλύψεις τις αποστάσεις μέσα στην περιοχή σου με ποδήλατο, χωρίς να φοβάσαι τα αυτοκίνητα», προσθέτει.

Για τον Ανδρέα, 29 χρονών, κάτοικο Βούλας εδώ και έναν χρόνο, ο λιγότερος θόρυβος σε σχέση με το πολύβουο κέντρο της Αθήνας, η έλλειψη μποτιλιαρίσματος, αλλά και η συνεχής ‘επαφή’ με την θάλασσα είναι μερικοί από τους λόγους οι οποίοι τον έκαναν να μετακομίσει στα νότια.

«Μένω στην περιοχή του Ελληνικού είκοσι ένα χρόνια τώρα και δεν θα την άλλαζα με τίποτα. Συνδυάζει πολλά πράγματα, έχει καλή αγορά και συγκοινωνία, είναι κοντά στη θάλασσα και στο βουνό και έχει καταφέρει να κρατήσει το στοιχείο της ‘γειτονιάς’», λέει με… περηφάνια η Βιολέττα, 25 χρονών, κάτοικος Ελληνικού και τονίζει το γεγονός ότι δεν είναι ιδιαίτερα πυκνοκατοικημένη περιοχή, έτσι ώστε να την κάνει να νοιώθει «εγκλωβισμένη».

«Δεν θα μπορούσα να μείνω στο κέντρο της Αθήνας γιατί θέλω την ησυχία μου, θέλω να ξέρω τους γείτονές μου και να παρκάρω εύκολα. Επιπλέον με την επέκταση του μετρό, το κέντρο θα απέχει λίγα μόλις λεπτά», καταλήγει.

Στην έννοια της γειτονιάς στέκεται και ο Αλέξανδρος, 25 χρονών, κάτοικος Δροσιάς εδώ και δεκαοκτώ χρόνια: «Η κοινωνία και η γειτονιά εδώ είναι πιο δεμένη σε σχέση με το κέντρο, ενώ η εγκληματικότητα στα βόρεια προάστια είναι σχεδόν ανύπαρκτη. Συγκεκριμένα στη Δροσιά, το περιβάλλον είναι πολύ φιλικό για οικογένειες με παιδιά και το πρόβλημα της μετανάστευσης δεν είναι τόσο έντονο».

«Το αγαπημένο μου στη Δροσιά είναι ότι είναι γειτονιά. Δεν θα άλλαζα με τίποτα το συναίσθημα του να πηγαίνω στο μανάβικο και να μου λέει ο κ. Χρήστος ιστορίες για τον παππού μου. Να βγαίνω για καφέ ή για ποτό και συναντώ παλιούς συμμαθητές. Να λέω «ελάτε από εδώ» και σε δέκα λεπτά να έχει μαζευτεί όλη η παρέα σπίτι μου. Να συναντιέμαι με την κολλητή μου στον «πάνω δρόμο» για να κάνουμε βόλτα με τα πόδια. Να αράζω τα απογεύματα σε μια αυτοσχέδια κούνια που στερέωσε μεταξύ δυο πεύκων ο παππούς μου όταν ήμουν μικρή, κι ας τρίζει, μετά από τόσα χρόνια», περιγράφει με συγκίνηση η Μάρα, 25 χρονών.

«Υπάρχουν κι άλλα πλεονεκτήματα όμως, με πολύ σημαντικό αυτό του περιβάλλοντος. Στη Δροσιά κοιτάζω γύρω μου και βλέπω πεύκα που έζησαν εκεί πολλά χρόνια πριν από εμένα. Εκτός από την υγεία και η ψυχολογία είναι διαφορετική. Αλλιώς αισθάνεσαι όταν γύρω σου υπάρχει φύση κι αλλιώς όταν υπάρχει το άψυχο γκρι», προσθέτει.

… και τα μειονεκτήματα

Οι μετακινήσεις με συγκοινωνία, το κόστος διαβίωσης, αλλά και το γεγονός ότι η «καρδιά» του πολιτισμικού γίγνεσθαι χτυπά στο κέντρο της πόλης
, είναι σύμφωνα με τους κατοίκους των προαστίων μερικά από τα μείον της ζωής τους εκεί.

«Σημαντικό μειονέκτημα του να ζεις στα νότια προάστια είναι η απόσταση από το κέντρο της Αθήνας, το οποίο έχει τη δική του αίγλη και σε μαγνητίζει με τον πολυσυλλεκτικό του χαρακτήρα. Συνήθως η απόσταση λειτουργεί αποτρεπτικά όσον αφορά το να παρακολουθήσεις σημαντικά events, όπως συναυλίες και εκθέσεις ή να συναντηθείς με φίλους για after work drinks σε εναλλακτικά στέκια που είναι ελκυστικά και λόγω φιλοσοφίας αλλά και λόγω τιμών. Στο κέντρο όλα είναι οικονομικότερα και πιο γευστικά», λέει χαρακτηριστικά η Ανθή και προσθέτει: «Επίσης, στο κέντρο πάντα υπάρχει ένας δρόμος, ένα στενό που δεν έχεις ανακαλύψει ακόμη και σε περιμένει. Άρα το στοιχείο της ανακάλυψης προσφέρει ιδιαίτερα συναισθήματα και το στερείσαι αν μένεις μακριά».

Στο κόστος ζωής στην Γλυφάδα στέκεται, μεταξύ άλλων, η Ελένη. «Οι τιμές ενοικίασης διαμερίσματος για έναν νέο που παίρνει τον βασικό μισθό είναι σαφώς υψηλότερες από αυτές που θα έβρισκες στο κέντρο για τα ίδια τετραγωνικά, ενώ τα περισσότερα μαγαζιά διασκέδασης εδώ έχουν επίσης υψηλές τιμές και δεν έχεις επιλογή για άλλες δραστηριότητες, όπως θέατρο ή μουσικές εκδηλώσεις», αναφέρει και τονίζει την δυσαρέσκειά της για τα «ψώνια» που έχουν… κατακλύσει την περιοχή.

Το κόστος είναι και σύμφωνα με τον Θανάση ένας αποτρεπτικός λόγος για να μείνει κάποιος στα προάστια. «Αν εξαιρέσουμε περιοχές όπως η Πλ.Παπαδιαμάντη, η Φιλοθέη κλπ, όποιος μένει σε Προάστια πληρώνει περισσότερα», λέει και προσθέτει: «Για μένα συγκεκριμένα που έχω μεγαλώσει/μείνει στο κέντρο (Γκύζη, μέχρι και πριν από 4 χρόνια), όλες μου οι συνήθειες είναι εκεί. Βγαίνω, βολτάρω, ψωνίζω ακόμα στο κέντρο. Το κέντρο δίνει πολύ περισσότερες επιλογές για ψώνια, διασκέδαση κλπ. Επίσης, μου ταιριάζει περισσότερο και η αισθητική του, αλλά αυτό είναι πολύ υποκειμενικό και προφανώς και τα προάστια δε με χαλάνε, είναι θέμα απλώς οριακής προτίμησης».

«Βρίσκω το κέντρο πολύ πιο ελκυστικό από τα βόρεια προάστια», παραδέχεται η Κωσταντίνα, 28 χρονών, κάτοικος Αγίου Στεφάνου εδώ και 28 συναπτά έτη. «Αν και η ζωή μακριά από το κέντρο έχει αρκετά πλεονεκτήματα - ησυχία, μειωμένη εγκληματικότητα, καθαρός αέρας, ασφάλεια- στερείται βασικών πλεονεκτημάτων της ζωής στο κέντρο. Όπως όλες οι ‘downtown’ περιοχές, έτσι και το κέντρο της Αθήνας, είναι ο πυρήνας της διασκέδασης και του πολιτισμού. Τι πιο όμορφο από ένα πρωινό καφέ στα Εξάρχεια ή την Πλάκα την Κυριακή, ή ένα κρασί στο Κολωνάκι ή την Πλατεία Καρύτση μετά από μια θεατρική παράσταση το Σαββατόβραδο, ή ακόμα και έναν απλό περίπατο στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου Παρασκευή απόγευμα και μετά τσιπουράκι στο Θησείο;», λέει χαρακτηριστικά και προσθέτει: «Αντί όλων αυτών, οι μόνες επιλογές που προσφέρονται στον Άγιο Στέφανο είναι ένας καφές/κρασί στο Άνεμα, το Σταθμό ή το Soho».

Ο Νίκος, 29 χρονών, κάτοικος Δροσιάς, αν και δεν αλλάζει με τίποτα το πράσινο και την αίσθηση της γειτονιάς που του προσφέρει η περιοχή του, παραδέχεται πως το κέντρο της Αθήνας τον… ελκύει για διαφορετικούς λόγους: «Πολλά πράγματα θα πρέπει να κατέβεις κέντρο για να τα βρεις. Μαγαζιά και μπαράκια που μου αρέσουν βρίσκονται κατά κύριο λόγο εκεί. Άσε που δεν συμπαθώ το ογδόντα τοις εκατό του κόσμου στα βόρεια προάστια και κατ’ επέκταση δεν μου αρέσουν και τα μαγαζιά που τους αντιπροσωπεύουν εδώ πάνω. Είναι μεγάλο μείον αυτό για μένα γιατί δεν μου είναι εύκολο να… τρέχω συνέχεια στο κέντρο. Επίσης για είδη ρουχισμού – και προσωπικού και επαγγελματικού – αναγκαστικά πηγαίνω στην Αθήνα γιατί εκεί υπάρχουν τα καταστήματα με τη μεγαλύτερη ποικιλία».

Η απόσταση και το κρύο είναι σημαντικά μειονέκτημα για την Μάρα: «Τον χειμώνα το κρύο στα βόρεια είναι… αφόρητο και η απόσταση είναι μεγάλο θέμα. Θέλω μία ώρα και βάλε για να πάω στη δουλειά μου ενώ για να δω τους φίλους μου στο κέντρο κάνω προετοιμασίες road trip».

Προάστια ή αλλού;

Πού θα διάλεγαν, όμως, να μείνουν αν υποθετικά κάποια στιγμή στο μέλλον είχαν την δυνατότητα να επιλέξουν; Οι απαντήσεις που έδωσαν ήταν στην πλειοψηφία τους απόλυτες.
 
«Έχω ήδη διαλέξει την περιοχή που μένω, αυτό είναι μακριά από το κέντρο. Βέβαια, σ'αυτό βοηθάει και το ότι δουλεύω κοντά και άρα δε χάνω (πολύ) χρόνο στις μετακινήσεις. Για μένα, συνολικά πλέον τα προάστια είναι προτιμότερος τόπος διαμονής. Το επίπεδο διαβίωσης είναι συνολικά καλύτερο, ενώ δε χρειάζεται κανείς να αποχωριστεί τα καλά του κέντρου. Βέβαια εάν αναγκαζόμουν θα έμενα και πάλι στο κέντρο και μάλιστα θα ζούσα μια χαρά», λέει ο Θανάσης.

«Αν είχα την ευκαιρία να επιλέξω εγώ την περιοχή που θα μένω, τότε σίγουρα θα είχα ένα μεγάλο δίλημμα», λέει η Ανθή. «Από την μία πλευρά θα ήταν η Γλυφάδα γιατί κάποιες συνήθειες δύσκολα αλλάζουν. Από την άλλη θα ήταν η Πλάκα, κοντά στην Πνύκα, εκεί που ο παλιός χαρακτήρας της Αθήνας επιμένει και η θέα της Ακρόπολης τα κυριακάτικα πρωινά είναι αναντικατάστατη», καταλήγει.

«Η αλήθεια είναι ότι ακόμα και όταν αποφασίσω να μείνω μόνη μου πάλι το Ελληνικό θα επιλέξω για συναισθηματικούς κυρίως λόγους. Γνωρίζω τη κάθε γωνιά, έχω εδώ τις παρέες μου και αισθάνομαι ασφαλής», λέει η Βιολέττα, ενώ η Κωσταντίνα στέκεται ξανά στην… ξηρασία που επικρατεί στον Άγιο Στέφανο από πλευράς επιλογών διασκέδασης και ομολογεί: «Αν είχα να διαλέξω περιοχή φυσικά και θα επέλεγα μια ασφαλή περιοχή του Κέντρου -π.χ. Θησείο, Πλάκα. Ο λόγος είναι προφανής: Είμαι μόλις 28 και ο Άγιος Στέφανος είναι τόσο μακριά από όλα όσα μου αρέσουν».

Από την άλλη πλευρά, η Λυδία δεν αλλάζει το πράσινο της περιοχής του Αγίου Στεφάνου: «Δεν θα ήθελα σε καμία περίπτωση να χάσω ένα ζωογόνο περίπατο στο δάσος ανά πάσα ώρα και στιγμή, κάτι το οποίο για μένα προσωπικά είναι κάτι πολύ σημαντικό. Σε άλλες περιοχές δεν θα είχα αυτή τη δυνατότητα».

«Αν άλλαζα περιοχή, θα το έκανα για να είμαι πιο κοντά στη δουλειά μου. Διαφορετικά, νομίζω ότι η Δροσιά είναι από τα πιο όμορφα μέρη της Αττικής για να ζει κανείς», παραδέχεται η Μάρα.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v