Facebook, Instagram, selfies, φαγητά. Σε καθημερινή βάση τραβάμε και βλέπουμε συνεχώς φωτογραφίες. Τι κρύβεται πίσω από αυτήν την υπέρμετρη… αγάπη;
Παλαιότερο των 360 ημερών
του Νικόλα Γεωργιακώδη
Selfies, τοπία, φαγητά (#foodporn), συναυλίες, ζωάκια, επικαιρότητα. Σε καθημερινή βάση, το μάτι μας βομβαρδίζεται από εκατοντάδες φωτογραφίες από τα social networks ενώ και εμείς οι ίδιοι συμμετέχουμε σε αυτό το οπτικό «πάρτι» ανεβάζοντας σε μικρότερο ή και μεγαλύτερο βαθμό τις δικές μας δημιουργίες.
Μια συνάντηση με φίλους, ένα όμορφο στιγμιότυπο που μας τράβηξε το ενδιαφέρον, ακόμα και το φαγητό που απολαμβάνουμε σε κάποιο εστιατόριο και μας αρέσει γίνεται μέσα σε λίγα μόλις δευτερόλεπτα εικόνα στη μνήμη του smartphone και μέσα σε λίγα λεπτά ανεβαίνει στα κοινωνικά δίκτυα. Και κάποια στιγμή αναρωτιόμαστε:
Γιατί βγάζουμε τόσες πολλές φωτογραφίες και γιατί μας αρέσει να βλέπουμε φωτογραφίες των άλλων;
Οι στάνταρ απαντήσεις είναι λίγο έως πολύ γνωστές: η ραγδαία αύξηση στην παραγωγή εξελιγμένων κινητών με κάμερα, το γεγονός ότι μια εικόνα «αφηγείται» μια ιστορία και η ανάγκη μας να κάνουμε αθάνατη μια στιγμή που θέλουμε να θυμόμαστε είναι μερικοί από τους λόγους οι οποίοι υποβόσκουν πίσω από την κυριαρχία της εικόνας στην καθημερινότητά μας.
Η αγάπη για την εικόνα
Κοιτώντας όμως λίγο πιο βαθιά, ανακαλύπτουμε διάφορα άκρως ενδιαφέροντα πραγματάκια για αυτήν μας την «ανάγκη». Σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποιήθηκε από τα NeoMam Studios, είμαστε «οπτικά συνδεδεμένοι» καθώς σχεδόν το 50% του εγκεφάλου μας εμπλέκεται στην οπτική επεξεργασία. Σε συνδυασμό με το γεγονός ότι σε καθημερινή βάση «καταναλώνουμε» περί τα 34GB πληροφορίας εκτός δουλειάς, δε θα πρέπει να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι οι εικόνες έρχονται ως ανακούφιση από την καθημερινή υπερφόρτωση πληροφορίας που υφίσταται ο εγκέφαλός μας.
Η έμφαση που δίνουμε στον σχεδιασμό των πραγμάτων γύρω μας, η αναγνώριση της ανάγκης μας να είμαστε αρεστοί στους άλλους και η έμφαση στην όψη των πραγμάτων παρά στην αυστηρά χρηστική τους ιδιότητα είναι μερικοί από τους παράγοντες που υποβόσκουν και μας έλκουν προς την εικόνα. Όλα τα παραπάνω ενδεχομένως συνδέονται μεταξύ τους… υπογείως αποδεικνύοντας μια τάση για ροπή του μυαλού μας προς το «οπτικό».
Λίγοι άλλωστε θα αρνηθούν το γεγονός ότι οι φωτογραφίες (και τα βίντεο) μπορούν να μεταφέρουν συναισθήματα, να επισημάνουν σημαντικά ιστορικά γεγονότα και να μεταφέρουν τη συγκίνηση και το δράμα που ίσως συνδέεται με τα γεγονότα αυτά. Οι εικόνες αυτές μας προσφέρουν «ένα κάποιο βλέμμα» στην οπτική γωνία του άλλου, μας δείχνουν πραγματικότητες και ζωές εντελώς διαφορετικές από τη δική μας.
Και αν θέλετε να το πάμε και ένα βήμα παραπέρα, όπως αναφέρει αυτός εδώ ο τύπος, ψυχολόγος στο επάγγελμα, η «ροή» εικόνων που περνά μπροστά από τα μάτια μας, μας κάνει να ξεχνιόμαστε και να χάνουμε την αίσθηση του χρόνου. Νοιώθουμε ότι ανήκουμε σε κάτι μεγαλύτερο. Νοιώθουμε όμορφα. Σίγουρα έχετε νοιώσει κάτι αντίστοιχο όταν χαζεύετε με τις ώρες τις φωτογραφίες στο Instagram και το Facebook – και μετά βλαστημάτε το πόσο χρόνο χάσατε για να το κάνετε.
Και η αγάπη για την λήψη αυτής
Πώς όμως εξηγείται το γεγονός ότι μας αρέσει να τραβάμε υπερβολικά μεγάλο όγκο φωτογραφιών; Με κάθε αφορμή και σε κάθε περίσταση; Από τα πιο μικρά και πιο ασήμαντα μέχρι τα πιο μεγάλα;
Σύμφωνα με έναν άλλον ψυχολόγο με το όνομα John Suler, ο οποίος τυγχάνει να είναι και φωτογράφος, η φωτογράφιση μας βοηθά να μπούμε σε μια κατάσταση «συναίσθησης», κάτι αντίστοιχο με εκείνη που υπαγορεύει ο Βουδισμός και η οποία μας προσφέρει την ίδια μορφή ευχαρίστησης με εκείνη που αναφέραμε παραπάνω. Σύμφωνα με τον Suler, η φωτογραφία μας επιτρέπει να «παγιδεύσουμε» μικρές στιγμές του κόσμου οι οποίες δεν είναι πολύπλοκες βάσει της συνείδησής μας. Τι εννοεί με αυτό; Συνήθως οι σκέψεις μας, τα συναισθήματά και οι προκαταλήψεις μας «χρωματίζουν» την άποψή μας για τον κόσμο με πολύ συγκεκριμένους τρόπους.
Όμως το να κρατάμε την κάμερα μπροστά από τα μάτια μας (ή to smartphone αντίστοιχα) μας αφοπλίζει προσωρινά από την δική μας οπτική γωνία για τον κόσμο και μας επιτρέπει να βιώσουμε την γωνία αυτή με έναν διαφορετικό, πιο «φρέσκο» τρόπο. Όπως η ροή των φωτογραφιών μας κάνει να χάνουμε την αίσθηση του χρόνου και να απορροφούμαστε από το έργο μας, η «συναίσθηση» μας κάνει να χάνουμε την αίσθηση του κόσμου και να εστιάζουμε αποκλειστικά στην παρούσα στιγμή, στο τώρα.
Σε μια άλλη ερμηνεία, η τάση προς τη φωτογραφία μας οδηγεί μακριά από τη γοητεία του παράξενου, του περίεργου και μας κάνει να ανακαλύψουμε εκ νέου το συνηθισμένο, το καθημερινό. «Καλά, και όλα τα παραπάνω τα αισθάνονται όσοι βγάζουν κάθε ημέρα φωτογραφίες το φαγητό τους ή τον γάτο τους;», θα αναρωτηθείτε εύλογα. Σίγουρα όχι. Όμως ίσως τα παραπάνω θα μπορούσαν να αποτελούν τουλάχιστον μια πτυχή τον κινήτρων τους για να το κάνουν. Ίσως ακόμα και η απλή πράξη της λήψης φωτογραφιών του φαγητού μας ή του κατοικιδίου μας να αποτελεί μια μορφή γιορτής και μια εκ νέου συνειδητοποίηση του συνηθισμένου.
Σε μια πιο «επίπεδη» ερμηνεία, ο αρθρογράφος του Guardian Jacob Silverman αναφέρει ότι αυτή η «ανάγκη» για λήψη και ανέβασμα φωτογραφιών μας επιβάλλεται υποσυνείδητα από τη λογική των δικτύων: όσο περισσότερα άτομα βρίσκονται σε αυτά, τόσο περισσότερο κάποιος μπορεί να νοιώσει «παραμελημένος» αν μείνει «στην απ’ έξω» και δεν ακολουθήσει το κύμα του sharing. Και αυτός είναι ο λόγος που θα τον κάνει να τραβήξει άθλιες – κουνημένες φωτογραφίες ή/και βίντεο από μια συναυλία, τις οποίες ενδεχομένως δε θα κοιτάξει ποτέ ξανά στη ζωή του. Κι όμως, δε θα τον νοιάζει τόσο καθώς δεν θα αποτελούν προσωπικές του αναμνήσεις ή καλλιτεχνική δημιουργία. Δε θα περιγράφουν το συγκρότημα που «τράβηξε», αλλά θα περιγράφουν εκείνον.
Όπως αναφέρει ο ίδιος, η λήψη φωτογραφιών μας δίνει κάτι να κάνουμε, σημαίνει ότι δε θα χρειαστεί να είμαστε πλέον αδρανείς. Το «ζω τη στιγμή» σημαίνει αυτομάτως «την τραβάω σε φωτογραφία και την έχω». Κάπως έτσι, συνεχίζει, γινόμαστε τουρίστες ή καταναλωτές της ίδιας μας της ζωής και των κοινωνικών μας δικτύων, ενώ το προφίλ μας στο Instagram αντανακλά το καλό μας γούστο. Παράλληλα, η χρήση φίλτρων και η εύκολη επεξεργασία των εικόνων από σχετικές εφαρμογές, μας δίνει την ευκαιρία να μετατρέψουμε κάθε αδιάφορη σκηνή σε μια ελκυστική φωτογραφία. Η διαδικασία αυτή της επεξεργασίας, αναφέρει, υποτίθεται ότι προσθέτει μια ψεύτικη vintage αισθητική, μια δόση νοσταλγίας, ενώ δείχνει ότι η φωτογραφία «δουλεύτηκε», έστω και αν αυτή η «δουλειά» δεν διήρκεσε παραπάνω από 5’.
Οι ερμηνείες θα μπορούσαν να συνεχιστούν και να γεμίσουν πολλές ακόμα σελίδες. Όμως ίσως θα ήταν καλύτερα σε αυτό το σημείο να βάλουμε μια άνω τελεία και να δώσουμε το λόγο σε εσάς. Τι πιστεύετε λοιπόν ότι μας ωθεί σε αυτή τη… λατρεία για τις φωτογραφίες;