Ένα ροκ μιούζικαλ για την αιματηρή ιστορία της Μεσογείου κάνει την παγκόσμια πρεμιέρα του στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση.
Παλαιότερο των 360 ημερών
«Πριν πάρω τη στερνή μου ανάσα Του θανάτου οι σάλπιγγες μου ‘κάναν σερενάτα Στις πύλες μιας αιμάτινης θάλασσας αποκεφαλισμένη Κι από ένα κόσμο ολόκληρο λευκό κυνηγημένη Όνειρο μέσα στ’ όνειρο αυτή είναι η ζωή Κι ο θάνατος σήμερα κι αύριο είναι ο ίδιος»
Ένα ροκ μιούζικαλ όπου ταριχευμένα ζώα καταλαμβάνουν τη σκηνή και τραγουδούν για τη μακρά ιστορία θανάτων και φόνων στη Μεσόγειο. Μπορεί το παράλογο τραγούδι τους να αποκαλύψει κάτι για τον κόσμο γύρω μας;
Ένα ροκ μιούζικαλ μαύρου χιούμορ και παραλογισμού αφηγείται ιστορίες της Μεσογείου, προκειμένου να στοχαστούμε πάνω στο σύγχρονο «εδώ και τώρα». Ποιος είναι πιο κατάλληλος να μιλήσει για τον θάνατο πέρα από κάποιον που έχει ήδη πεθάνει; Ζώα που ταριχεύθηκαν –μετά από τον φυσικό θάνατό τους– αφηγούνται σε ρόλο ερμηνευτών την ιστορία τους, στο The Sea between My Soul (Η θάλασσα ανάμεσα στην ψυχή μου) του Ράεντ Γιασίν. Μια πολυαισθητηριακή θεατρική παράσταση που υπόσχεται να υπερβεί τα όρια μεταξύ εγκατάστασης και θεάτρου, μουσικής, ζωής και θανάτου, κάνει παγκόσμια πρεμιέρα στην Κεντρική Σκηνή σε ανάθεση της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση από τις 13 έως τις 15 Μαρτίου.
Τα ταριχευμένα ζώα, που εμφανίζονται να τραγουδούν επί σκηνής εμψυχωμένα από τη φωνή του Άλαν Μπίσοπ, δρουν ως μάρτυρες του θανάτου τους και ως αφηγητές της αδιάκοπα βίαιης πραγματικότητας. Τα ψεύτικα μαρμάρινα μάτια τους και η άψυχή τους γούνα μετουσιώνουν ένα δραματικό όραμα για την περιοχή της Μεσογείου.
Το έργο αποτελεί έναν νοσηρό στοχασμό πάνω στην πολυετή ιστορία θανάτων στη Μεσόγειο Θάλασσα. H νευρική φωνή του Alan Bishop (από τους Sun City Girls) προσθέτει μια πνοή παραλογισμού στο εσχατολογικό σενάριο για τον σημερινό κόσμο.
Όπως ακριβώς τα ζώα έχουν απωθηθεί από το κάδρο μας στη σύγχρονη εποχή, το ίδιο ισχύει και για τον ίδιο τον θάνατο. Μας προκαλεί δυσφορία να βλέπουμε κατάματα τον θάνατο, παρότι ο άνθρωπος είναι αυτός που ευθύνεται για τους περισσότερους θανάτους στον κόσμο. Όλο και περισσότερο αποκρύπτεται από εμάς η όψη του θανάτου, καθώς αποφεύγουμε με κάθε δυνατό τρόπο να τον αντικρίσουμε. Όσο ενοχλητικό κι αν είναι, τα συγκεκριμένα ζώα ενσωματώνουν μια αληθινή αναπαράσταση του θανάτου, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. Προκειμένου να αφηγηθεί κανείς μια ιστορία για τον θάνατο, δεν υπάρχει καλύτερος αφηγητής από τους ίδιους τους αποθανόντες. Σαν να έχουν αναστηθεί από ένα άγνωστο παρελθόν, αυτά τα ζώα εξιστορούν το μοιραίο ταξίδι τους μιλώντας από μια διάσταση πέρα από αυτήν που ξέρουμε. Απομακρυσμένα από το φυσικό ενδιαίτημά τους και εκτοπισμένα σε ένα αστικό τοπίο, κάπου κοντά στη θάλασσα, η εμφάνισή τους κατ’ αυτό τον τρόπο προφητεύει τρόπον τινά την τρέχουσα σκοτεινή στιγμή των καιρών μας.
Ραέντ Γιασίν
Ο Ράεντ Γιασίν (γενν. 1979, Βηρυτό Λιβάνου) ζει και εργάζεται στη Βηρυτό και το Βερολίνο. Αποφοίτησε από το Θεατρικό Τμήμα του Ινστιτούτου Καλών Τεχνών της Βηρυτού το 2003 και το 2015 έλαβε μια ερευνητική υποτροφία από την Akademie der Künste der Welt της Κολονίας. Από τους οργανωτές του Irtijal Festival –φεστιβάλ πειραματικής σύγχρονης μουσικής στη Βηρυτό–, ο Γιασίν έχει κυκλοφορήσει επίσης αρκετά μουσικά άλμπουμ, ενώ το 2009 ίδρυσε την εταιρεία παραγωγής Annihaya.
Το έργο του Ραέντ Γιασίν, ως εικαστικού καλλιτέχνη και μουσικού, πηγάζει από μια εξέταση των προσωπικών του αφηγήσεων και της θέσης τους στη συλλογική ιστορία, μέσα από τον φακό της καταναλωτικής κουλτούρας και της μαζικής παραγωγής.
Έχει παρουσιάσει εκθέσεις και περφόρμανς του σε αναρίθμητα μουσεία, φεστιβάλ και καλλιτεχνικές αίθουσες, ανάμεσά τους στα: Borderline Festival (Στέγη, Αθήνα, 2019), MaerzMusik (Βερολίνο, 2018), Nottingham Contemporary (Νότιγχαμ Αγγλίας, 2017), Solomon R. Guggenheim Museum (Νέα Υόρκη, 2016), Leighton House Museum (Λονδίνο, 2015), Akademie der Künste der Welt (Κολονία, 2015), Stedelijk Museum (Άμστερνταμ, 2014), Kunsthalle (Βιέννη, 2015), ICA (Λονδίνο, 2014), Gwangju Museum of Art (Νότια Κορέα, 2014), Castello di Rivoli (Τορίνο, 2014), Fondation Boghossian – Villa Empain (Βρυξέλλες, 2013), Mori Art Museum (Τόκιο, 2012), New Museum (Νέα Υόρκη, 2012), Sharjah Biennial 9 & 10 (Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, 2009 & 2011), Centre Georges Pompidou (Παρίσι, 2011) και Delfina Foundation (Λονδίνο, residency 2014 & 2010-11). Ο Γιασίν έχει λάβει επίσης διάφορες υποτροφίες και τιμητικές διακρίσεις: Sharjah Art Foundation Project Fund (2014), Abraaj Group Art Prize (2012), Fidus Prize (2009), AFAC grant for production (2010-2018), YATF grant for production (2008 & 2012) και Cultural Resource grant for production (2008). Εκπροσωπείται από την Kalfayan Galleries (Αθήνα), την γκαλερί Isabelle van den Eynde (Ντουμπάι) και τη Marfa’ projects (Βηρυτός).
Alan Bishop
Ο Άλαν Μπίσοπ (γνωστός και με το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο Alvarius B.) είναι ιδρυτικό μέλος του πειραματικού και πρωτοποριακού συγκροτήματος Sun City Girls, από το Σηάτλ των ΗΠΑ, οι οποίοι διέγραψαν μια πορεία 27 ετών με περισσότερες από πενήντα δισκογραφικές κυκλοφορίες. Η δουλειά του στους Sun City Girls, από κοινού με τον αδελφό του, Richard Bishop, και τον Charles Gocher, επαρκεί από μόνη της ως απόδειξη για την ατρόμητη εξερεύνησή του στις εσχατιές του αυτοσχεδιασμού και της σύνθεσης.
Ο Μπίσοπ, ωστόσο, και κάτω από την καλλιτεχνική περσόνα του Alvarius B. έχει γράψει εκατοντάδες δικά του πρωτότυπα φολκ τραγούδια, σε ένα πρωτόγονο «απόκοσμο» ύφος, το οποίο είναι εξαιρετικά μοναδικό. Αλλά και ως ερμηνευτής της δουλειάς άλλων καλλιτεχνών, έχει ένα ρεπερτόριο που περιλαμβάνει εκατοντάδες διασκευές τραγουδιών, από τα πιο δυσεύρετα έως τα πιο γνωστά. Όλος αυτός ο όγκος έργου θεμελιώνεται πάνω στην εμμονική αγάπη του για το ιδίωμα των τραγουδοποιών, τη λαϊκή μουσική πέρα και πάνω από σύνορα και τα σάουντρακ του ιταλικού κινηματογράφου, καθώς και στην εξαιρετική του αίσθηση του χιούμορ. Τα τελευταία εννιά χρόνια, ο Μπίσοπ ζει ως επί το πλείστον στο Κάιρο, συνθέτοντας και ηχογραφώντας νέο υλικό, ως Alvarius B., ενώ συγχρόνως μοιράζει τον χρόνο του ανάμεσα στη νέα μπάντα που δημιούργησε στην Αίγυπτο, τους The Invisible Hands, και στη συνεργασία του με τους Sam Shalabi και Maurice Louca στο τρίο Dwarfs of East Agouza. Η πιο πρόσφατη σόλο δισκογραφική του δουλειά κυκλοφόρησε τον περασμένο Οκτώβριο και πρόκειται για ένα τριπλό άλμπουμ-δυναμίτη, με τίτλο “With a Beaker on the Burner and an Otter in the Oven.”
Στέγη Ιδρύματος Ωνάση Συγγρού 107
13 έως 15 Μαρτίου 2020 | Κεντρική Σκηνή | 20:30 Κεντρική Σκηνή Διάρκεια: 60 λεπτά (χωρίς διάλειμμα)