H Νυχτερίδα του Γιόχαν Στράους του νεότερου είναι το έργο με το οποίο θα εορταστεί η επέτειος των 80 χρόνων λειτουργίας της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, καθώς η διάσημη οπερέτα είναι το πρώτο έργο με το οποίο ξεκίνησε τις δραστηριότητές του το μοναδικό ελληνικό λυρικό θέατρο στις 5 Μαρτίου 1940. Από τις 7 Φεβρουαρίου και για οκτώ παραστάσεις έως την 5η Μαρτίου 2020 –ημέρα συμπλήρωσης των 80 ετών της ΕΛΣ– στην Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, σε μουσική διεύθυνση Γιώργου Ζιάβρα και σκηνοθεσία Αλέξανδρου Ευκλείδη.
Στην εορταστική παράσταση της 5ης Μαρτίου 2020, ημέρα συμπλήρωσης των 80 ετών της ΕΛΣ, οι προσκεκλημένοι στο πάρτι του πρίγκιπα Ορλόφσκι θα αποτελέσουν ξεχωριστή έκπληξη.
Η Νυχτερίδα είναι ένα έργο που βρίσκεται στον γενετικό κώδικα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Την έχουν ερμηνεύσει μερικοί από τους σημαντικότερους πρωταγωνιστές της και έχει αγαπηθεί από το κοινό της. Είναι ένα έργο που θα μπορούσε να ειπωθεί ότι έχει «ελληνοποιηθεί» μέσα από την τόσο στενή ταύτισή του με τη μουσικοθεατρική ζωή της μεταπολεμικής Ελλάδας και ιδιαίτερα με εκείνη της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.
Παρά το γεγονός ότι η Νυχτερίδα θεωρείται η αντιπροσωπευτικότερη και διασημότερη βιεννέζικη οπερέτα, υπερβαίνει τα στερεότυπα του είδους, δηλαδή δεν αποτελεί ακόμα μια συρραφή από βαλς, μαζούρκες και πόλκες –τις οποίες μάλιστα ο Στράους έγραφε με χαρακτηριστική άνεση–, αλλά κατόρθωσε να αναπτύξει δομές ικανές να στηρίξουν μια κωμική όπερα. Υπέροχα μουσικά θέματα επανέρχονται σε κομβικά σημεία του έργου δίνοντας ενότητα στο σύνολο, όπως άλλωστε και η διάθεση καρναβαλιού η οποία διατρέχει την Α΄ Πράξη, κορυφώνεται στον χορό του Ορλόφσκι στη Β΄ Πράξη και εξακολουθεί στη φυλακή της Γ΄ Πράξης.
Στη Νυχτερίδα τα βαλς ορόσημα του Στράους δεν χρησιμοποιούνται αδιάφορα, αλλά γίνονται φορείς συναισθημάτων, ανάλογα με την περίσταση, ενώ η εντυπωσιακή εισαγωγή δεν αποδίδει απλώς τις διαθέσεις, αλλά προαναγγέλλει τη θεατρική δράση.
Ο Γιόχαν Στράους συγκαταλέγεται ανάμεσα στους κορυφαίους της μουσικής, αφού ξεχώρισε για την κομψότητα, το καλό γούστο, το πνεύμα και τη γνησιότητά του. Άλλωστε δεν είναι τυχαίο ότι υμνήθηκε από συναδέλφους του όπως οι Μπραμς, Βάγκνερ, Μάλερ, Ραβέλ, Σαίνμπεργκ κ.ά. όσο κανείς άλλος. Ήταν όμως ο Γκούσταφ Μάλερ εκείνος που έκανε στον Στράους το μεγαλύτερο δώρο: στις 13 Μαρτίου του 1894 ο κορυφαίος συνθέτης και αρχιμουσικός διηύθυνε στην Όπερα του Αμβούργου τη Νυχτερίδα, επικυρώνοντας την ποιότητα της μουσικής, δίνοντας στο έργο τα διαπιστευτήρια για μια διεθνή σταδιοδρομία στις μεγαλύτερες σκηνές του κόσμου και χαρίζοντάς του τη δημοτικότητα που έως σήμερα παραμένει αμείωτη.
Στο έργο όλα ξεκινούν από φάρσα που είχε γίνει στο παρελθόν: μετά από αποκριάτικο χορό ο Δρ Φάλκε βρέθηκε να τριγυρνά στους δρόμους, μέρα μεσημέρι, μασκαρεμένος με κοστούμι νυχτερίδας. Υπεύθυνος ήταν ο Γκάμπριελ φον Άιζενσταϊν, στον οποίο ο Φάλκε αποφασίζει να ανταποδώσει τα ίσα κατά τη διάρκεια χορού που παραθέτει ο Ρώσος πρίγκιπας Ορλόφσκι. Άφθονη σαμπάνια και μάσκες φροντίζουν για κέφι, παρασύροντας τους πρωταγωνιστές σε σειρά παρεξηγήσεων. Για διαφορετικούς λόγους όλοι καταλήγουν στη φυλακή, όπου τελικά αποκαλύπτεται η πραγματικότητα.
Η ιδιαιτέρως επιτυχημένη παραγωγή σε σκηνοθεσία του Αλέξανδρου Ευκλείδη –η οποία πρωτοπαρουσιάστηκε το 2014 στο Ολύμπια– μεταφέρει τη δράση του έργου στα αστικά σαλόνια της Αθήνας και στις καμπάνες του Αστέρα Βουλιαγμένης, κατά τη δεκαετία του ’60. Έχοντας ξαναδουλέψει τη σκηνοθεσία, ο Αλέξανδρος Ευκλείδης μεταφέρει το πάρτι του Σοβιετικού πρέσβη Ορλόφσκι το βράδυ της 20ής Απριλίου 1967, παραμονή του στρατιωτικού πραξικοπήματος. Στην τρίτη πράξη, το ξημέρωμα της επομένης βρίσκει τους ήρωες του έργου στα κρατητήρια. Η μεταφορά στα «καθ’ ημάς» είναι μια διαδικασία απολύτως συνυφασμένη με το ελαφρό μουσικό θέατρο παγκοσμίως. Πριν θεωρηθεί ένα από τα αριστουργήματα της σοβαρής μουσικής, η Νυχτερίδα υπήρξε ένα λαϊκότατο έργο, που γνώρισε τοπικές διασκευές στις διαφορετικές χώρες που παίχτηκε. Η σκηνοθετική πρόταση προκύπτει από τη λογική αυτή και επιχειρεί να ισορροπήσει ανάμεσα στον απαιτούμενο σε ένα τέτοιο έργο σεβασμό και στην εξίσου θεμιτή στο είδος της οπερέτας ασέβεια. Η επαναπλαισίωση της Νυχτερίδας που υπογράφει ο Αλέξανδρος Ευκλείδης δεν είναι τίποτε άλλο από μια αλλαγή κάδρου του ίδιου πίνακα.
Τη Νυχτερίδα διευθύνει ο ανερχόμενος μαέστρος Γιώργος Ζιάβρας.
Στο καστ συναντούμε νεότερους και καταξιωμένους Έλληνες μονωδούς, όπως τους Δημήτρη Πακσόγλου, Νίκο Κοτενίδη, Γιάννη Καλύβα, Ελένη Καλένος, Άννα Στυλιανάκη, Άρτεμη Μπόγρη, Ταξιαρχούλα Κανάτη, Βασιλική Καραγιάννη, Μαριλένα Στριφτόμπολα, Βασίλη Καβάγια, Χρήστο Κεχρή κ.ά.
Τη μετάφραση του λιμπρέτου στα ελληνικά υπογράφει ο Δημήτρης Δημόπουλος, συνεργάτιδα σκηνοθέτρια είναι η Αγγέλα-Κλεοπάτρα Σαρόγλου, τα σκηνικά υπογράφει ο Σωτήρης Στέλιος, τα κοστούμια η Αλεξία Θεοδωράκη, τη χορογραφία η Μαρία Κουσουνή και τους φωτισμούς η Μελίνα Μάσχα.
Τη Χορωδία διευθύνει ο Αγαθάγγελος Γεωργακάτος.
Σημείωμα σκηνοθέτη Αλέξανδρου Ευκλείδη
Η ιδέα για την παράσταση αυτή της Νυχτερίδας διαμορφώθηκε μέσα από κάποιους αυθαίρετους συνειρμούς: τη συγγένεια των λέξεων «πραξικόπημα» και «οπερέτα», την ιδιομορφία του έργου, το οποίο περιγράφει μια ιστορία που ξεκινάει το απόγευμα σε ένα αστικό σαλόνι και καταλήγει το ξημέρωμα σε μια φυλακή, το μυστηριώδες πρόσωπο του Ορλόφσκι, το οποίο με δελέασε να προβάλω πάνω του το σοβιετικό φαντασιακό και, κυρίως, από την προσωπική μου εμμονή για εκδοχές έργων του μουσικού θεάτρου που θα αντλήσουν έμπνευση από κομβικές στιγμές της ελληνικής ιστορίας. Έτσι, προέκυψε το σενάριο μιας απολύτως φανταστικής ιστορίας που διαδραματίζεται μεταξύ 20ής και 21ης Απριλίου 1967, αρχικά σε μια καμπάνα του Αστέρα της Βουλιαγμένης, έπειτα σε ένα πάρτι του βαρύθυμου Σοβιετικού πρέσβη Ορλόφσκι στην αίθουσα χορού του ξενοδοχείου και, τέλος, σε ένα κρατητήριο, το ξημέρωμα του πραξικοπήματος. Στις τρεις αυτές εικόνες οι συνταγματάρχες συνυπάρχουν με Σοβιετικούς κοσμοναύτες και Αμερικανούς αστροναύτες, τα αντίπαλα στρατόπεδα του Ψυχρού Πολέμου θερμαίνουν τις σχέσεις τους υπό την επήρεια της σαμπάνιας, τα σοβιετικά μπαλέτα κονταροχτυπιούνται με τα σύγχρονα ρεύματα του χορού, ο Δαλιανίδης συναντά τον Βούλγαρη των Πέτρινων χρόνων. Πάνω από όλα, αναζήτησα τις συνθήκες που θα επέτρεπαν στο ανατρεπτικό και συχνά avant la lettre σουρεαλιστικό χιούμορ της οπερέτας αυτής να ανθίσει, μέσα από την επανατοποθέτηση της βιεννέζικης ιστορίας στο πολύχρωμο κάδρο των ελληνικών ’60s. Είναι, άλλωστε, μια εποχή που μας έχει αφήσει πλούσια παρακαταθήκη σε όλους τους τομείς της δημόσιας και ιδιωτικής ζωής, με την οποία αναμετριόμαστε, θέλουμε δε θέλουμε, καθημερινά.
Η Νυχτερίδα με μια ματιά
Ο συνθέτης / O Γιόχαν Στράους o νεότερος, «βασιλιάς του βαλς», γεννήθηκε το 1825 στη Βιέννη. O πατέρας του, Γιόχαν Στράους ο πρεσβύτερος, παρότι συνθέτης ιδιαίτερα αγαπητός, δεν επιθυμούσε να ακολουθήσει ο γιος του την ίδια σταδιοδρομία. Ωστόσο, ο νεαρός Γιόχαν επέμεινε και σύντομα οι Βιεννέζοι τού έδειξαν την αγάπη τους. Γεμάτος αυτοπεποίθηση περιόδευσε σε πολλές χώρες και στα μέσα της δεκαετίας του 1860 ήταν ήδη διασημότερος από τον πατέρα του. Την εποχή εκείνη την Ευρώπη σάρωναν οι οπερέτες του Ζακ Όφενμπαχ. Επηρεασμένος, ο Στράους δοκίμασε τις δικές του δυνάμεις πρώτα με τις Εύθυμες κυράδες της Βιέννης που δεν παρουσιάστηκαν ποτέ, και στη συνέχεια με την οπερέτα Ο Ίντιγκο και οι 40 κλέφτες, η οποία δόθηκε με τεράστια επιτυχία το 1871. Στην παρισινή εκδοχή του ίδιου έργου ο Στράους ενέταξε το βαλς Στον ωραίο γαλάζιο Δούναβη. Ακολούθησαν πολλές οπερέτες, μεταξύ των οποίων το Ρωμαϊκό καρναβάλι (1873), η Νυχτερίδα (1874), το δημοφιλέστατο στις ΗΠΑ Δαντελένιο μαντήλι της βασίλισσας (1880), Μια νύχτα στη Βενετία (1883) και Ο βαρόνος Ατσίγγανος (1885). Το 1899, διασημότατος και καταξιωμένος, ο Στράους πέθανε στη γενέτειρά του Βιέννη.
Το έργο / Κωμική οπερέτα –komische Operette– σε τρεις πράξεις η Νυχτερίδα βασίζεται στο βοντβίλ Το ρεβεγιόν των Ανρί Μεγιάκ και Λυντοβίκ Αλεβύ. Το ποιητικό κείμενο είναι των Καρλ Χάφνερ και Ρίχαρντ Ζενέ.
Πρεμιέρες / Η Νυχτερίδα παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στις 5 Απριλίου 1874 στη Βιέννη, στο Θέατρο στον Βην – Theater an der Wien. Με αυτήν εγκαινιάστηκαν την Τρίτη 5 Μαρτίου 1940 οι δραστηριότητες της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, η οποία λειτούργησε αρχικά ως τμήμα του Εθνικού –τότε Βασιλικού– Θεάτρου. Η δημοφιλέστατη οπερέτα αποτελούσε εύλογη επιλογή καθώς επέτρεπε την αξιοποίηση ηθοποιών πρόζας από το δυναμικό του Εθνικού Θεάτρου. Τη μουσική διεύθυνση είχε ο Βάλτερ Πφέφερ, ενώ τους κεντρικούς ρόλους ερμήνευαν μεταξύ άλλων ο Ιωάννης Στυλιανόπουλος, η Ναυσικά Γαλανού, η Ζωή Βλαχοπούλου και ο Μιχάλης Κορώνης. Η χορογραφία ήταν του Σάσα Μάχοφ, η σκηνοθεσία του Ρενάτο Μόρντο, τα σκηνικά του Κλεόβουλου Κλώνη και τα κοστούμια του Αντώνη Φωκά.
7, 8, 9, 16, 19, 22, 23 Φεβρουαρίου & 5 Μαρτίου 2020
Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος Εθνικής Λυρικής Σκηνής
Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος
Ώρα έναρξης: 20.00 (Κυριακές: 18.30 / Στις 5/3 στις 19.00)
Τιμή εισιτηρίου:
Είσοδος 10 - 70 ευρώ
Προπώληση
Ταμεία Εθνικής Λυρικής Σκηνής
Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος
Καθημερινά 09.00-21.00
Τηλ.: 2130885700
Ομαδικές πωλήσεις: 2130885742
www.nationalopera.gr
Καταστήματα PUBLIC
http://tickets.public.gr
www.ticketservices.gr
Εκδοτήρια Ticket Services,
Πανεπιστημίου 39, εντός Στοάς Πεσμαζόγλου