«Και τώρα: Ο κόσμος! ή Αυτό που αποκαλείτε Έξω, εμένα δεν μου λέει τίποτα» της Σιμπίλε Μπεργκ για πρώτη φορά στο Εθνικό Θέατρο
Παλαιότερο των 360 ημερών
Το Εθνικό Θέατρο παρουσιάζει για πρώτη φορά στην Ελλάδα το ανατρεπτικό κείμενο της Σιμπίλε Μπεργκ, στο Θέατρο Rex Σκηνή- Κατίνα Παξινού, σε σκηνοθεσία Ελένης Ευθυμίου.
Ένας πολυφωνικός μονόλογος για τις γυναίκες και το «τίποτα» του σύγχρονου καπιταλιστικού κόσμου.
Χαρακτηρισμένη ως «το πιο βίαιο eye-liner της Γερμανίας», η Σιμπίλε Μπεργκ, που ζει και εργάζεται στη Ζυρίχη, θεωρείται η πιο ζωντανή φωνή στον σύγχρονο γερμανόφωνο κόσμο. Με το λογοτεχνικό και θεατρικό έργο της μεταφρασμένο σε 34 γλώσσες, ρίχνει μια διαπεραστική ματιά στη σύγχρονη ευρωπαϊκή μεγαλούπολη. Απλά και καθημερινά πράγματα της ζωής σκιαγραφούν με σαρκασμό και χιούμορ την ποιότητα μιας κοινωνίας, που όπως λέει η συγγραφέας «φαίνεται από τον τρόπο με τον οποίο συμπεριφερόμαστε στους αδύναμους. Στους εαυτούς μας δηλαδή, οι οποίοι θα μπορούσαμε να καταλήξουμε στον δρόμο αύριο λόγω κάποιας μακροχρόνιας αρρώστιας, τυχόν απόλυσης ή μιας άλλης κακοτυχίας. Σχεδόν παντού επικρατεί σήμερα η περίεργη πίστη στην επικράτηση του πιο εύρωστου. Και το μίσος για όλους όσοι έχουν εκπέσει, τους αδύναμους και τους ασθενείς, είναι για πολλούς η έκφραση του φόβου για τη δική τους κατάρρευση».
Νεαρές γυναίκες που προσπαθούν να ανταποκριθούν στις επιταγές της σύγχρονης καπιταλιστικής κοινωνίας βρίσκονται σε αδιέξοδο: εγκλωβισμένες στην αυτοεικόνα τους, θεωρούν τη διαρκή κατανάλωση ως μονόδρομο, μιλάνε με δυσπιστία για τον ρόλο της οικογένειας, αδυνατούν να πιστέψουν ότι υπάρχει πραγματικός έρωτας και παρόλο που περιφρονούν την αγορά, ζούνε πουλώντας δικά τους φάρμακα στο διαδίκτυο. Νιώθοντας παγιδευμένες σε έναν κόσμο που προωθεί μονάχα πλασματικές ανάγκες και ψεύτικες επιλογές, έχουν χάσει κάθε κίνητρο και αναρωτιούνται αν υπάρχει κάτι για το οποίο αξίζει να αγωνιστούν. Επί σκηνής ένας δυναμικός χορός γυναικών, που, η καθεμία μόνη της και όλες μαζί, μιλούν με δυσπιστία για την έννοια του «εμείς», φωτίζοντας άλλοτε με τρυφερό και άλλοτε με σκληρό τρόπο, ένα οργισμένο «εγώ» εμποτισμένο από ματαίωση και απέραντη μοναξιά.