της Ειρήνης Ορφανίδου
Αέρινη, με «ήσυχη» ευγένεια, χαμηλόφωνη ομιλία -τόσο ώστε να δοκιμάσει τις αντοχές του κινητού που χρησιμοποιήθηκε για τη μαγνητοφώνηση της συνέντευξης (οι κουβέντες από τα διπλανά τραπέζια του μπιστρό όπου έγινε η συνάντηση, σκίαζαν τη δική της)- σίγουρη, χωρίς να επαίρεται, από τα πρόσωπα που χαίρεσαι να συναντάς ξανά και ξανά.
Γιατί, μιλώντας για το αυτονόητο, τον διαχωρισμό μεταξύ προσώπου και έργου και πέρα από τη φωνή, τη διαδρομή, την υπεραξία της ερμηνεύτριας, η Ελευθερία Αρβανιτάκη είναι μια γυναίκα απόλυτα συνειδητοποιημένη, σε όλους τους ρόλους της -τραγουδίστρια, δημόσιο πρόσωπο, πολίτης, μητέρα- χαρακτηριστικό που, πάντα, πόσο μάλλον σε εποχές ρευστότητας, είναι αν μη τι άλλο, ευπρόσδεκτο.
Οι «9+1 Ιστορίες», το άλμπουμ της που κυκλοφόρησε πριν έξι μήνες αναλαμβάνοντας η ίδια το ρίσκο της παραγωγής, ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου, με τον οποίον μοιράζεται πρώτη φορά δισκογραφικά ένα τραγούδι, ο Νίκος Πορτοκάλογλου, που -εκτός της συμμετοχής του στο άλμπουμ- σμίγει τον φετινό χειμώνα μαζί της στη σκηνή του Βοτανικός Live Stage (σε ένα δυνατό πρόγραμμα), τα παιδιά της, αλλά και τα Χριστούγεννα….
Αρβανιτάκη, Πορτοκάλογλου, Θέμης Καραμουρατίδης, Λήδα Ρουμάνη, Νίκος Μωραΐτης, Στάθης Δρογώσης, Χρήστος Δεληγιάννης και Sumka, οι δημιουργοί του δίσκου, χρειάστηκε να αναμετρηθούν με τον χρόνο και την κρίση, αφού ούτε λίγο ούτε πολύ, πέρασαν τέσσερα ολόκληρα χρόνια έως ότου ολοκληρωθεί.
Στην επισήμανση, μια και το 2015 η Ελευθερία Αρβανιτάκη έκλεισε αισίως, 35 χρόνια στη μουσική ότι, δεν ευτέλισε τον εαυτό της προς χάρη της καριέρας και αυτό είναι κάτι που τελικά, προσμετράται, η ίδια σχολιάζει: «Ναι, προσμετράται, στον παρόντα χρόνο. Μόνο….»
-Ποιες ήταν οι τέσσερις μεγαλύτερες δυσκολίες που αντιμετωπίσατε στα τέσσερα χρόνια της προσπάθειας για τις «9+1 Ιστορίες»;
Η μεγάλη οικονομική κρίση, η μεγάλη κοινωνική κρίση, οι αλλαγές στο δισκογραφικό τοπίο -που ξεκίνησαν προ κρίσης και εξελίσσονται δυσμενώς ακόμη-, οι δυσκολίες που προέκυψαν εξαιτίας όλων αυτών, oι οποίες εντάσσονται στο γενικότερο πλαίσιο.
-Όταν στις αρχές του περασμένου καλοκαιριού, με την κυκλοφορία του άλμπουμ, μιλήσατε στον Τύπο για τις δυσκολίες, ο συνειρμός ήταν, μα καλά, αυτό συμβαίνει ακόμη και σε μία τραγουδίστρια που είναι στην κορυφή -στη «χρυσή δεκάδα»;
Μα την κρίση τη βιώσαμε και τη βιώνουμε όλοι. Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποιος που δεν τη βιώνει, εκτός υποθέτω από κάποιους των οποίων η οικονομική επιφάνεια ήταν και είναι υψηλή. Όλοι οι υπόλοιποι, ακόμη και κάποιοι προνομιούχοι που απολαύσαμε (για μερικά χρόνια) την ευμάρεια, επηρεαστήκαμε. Όπως αγγίζει εσάς, τους δημοσιογράφους, αγγίζει και όλους τους καλλιτέχνες. Όχι μόνο τους ανθρώπους της μουσικής, αλλά και τους ζωγράφους, τους συγγραφείς, τους αρχιτέκτονες, για να πάω λίγο παραπέρα, όλους όσοι ασχολούνται με τις Τέχνες ή βρίσκονται γύρω από αυτές. Δεν παύουμε να ανήκουμε στη μεσαία τάξη και σίγουρα όχι στην τάξη των πλουσίων.
-Ναι, αλλά η «κορυφή», σε καμία συντεχνία, δεν υπέστη μεγάλες αλλαγές, δεν θίχτηκε, τουλάχιστον μέχρι του σημείου μίας εκ βάθρων αλλαγής.
Στο σημείωμα του άλμπουμ, αναφέρομαι σε μία κοινωνική κρίση, σε μία βαθύτερη κρίση. Γράφω ότι σχέσεις καταστράφηκαν, σχέσεις δημιουργήθηκαν…
-Ποιους είχατε υπόψη, ποιες σχέσεις;
Τις σχέσεις όλων μας. Τη δύσκολη αυτή περίοδο συμφωνήσαμε με ανθρώπους, διαφωνήσαμε με άλλους, χάσαμε παλιές παρέες, δημιουργήσαμε νέες. Η κρίση προκαλεί αναταραχή σε όλα τα επίπεδα της ζωής, στη σκέψη, στην αλλαγή της νοοτροπίας, στην ψυχή μας. Διαψεύδονται πρόσωπα, μύθοι… Σε όλα αυτά ήταν και διάφορα ζητήματα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία συνέβησαν και τα οποία δεν κοινωνούνται. Το σημείωμα είχε συνεπώς, πολλαπλούς αποδέκτες.
-Είχατε πει σε συνέντευξη σας ότι «στην κρίση εντάθηκαν τα πάθη και οι αντιθέσεις, βγήκε φανατισμός έντονος και απεχθής». Ωστόσο, ο αγώνας της επιβίωσης φέρνει σχεδόν μοιραία και μία σκληρότητα.
Όλα δικαιολογούνται. Η ανθρώπινη φύση δικαιολογεί τα πάντα. Και από την άλλη, όχι. Από την άλλη, χρειάζεται ψυχραιμία, συμπαράσταση, αλληλεγγύη στη δυσκολία ή στην απόγνωση του άλλου. Γιατί στην εποχή της κρίσης είναι που χρειάζεται ψυχραιμία, όχι στην εποχή της ευμάρειας. Όπως χρειάζεται και η αίσθηση του μέτρου.
-Ξεκινήσατε πριν από 35 χρόνια. Υπήρξε κάποια στιγμή στην πενταετία της κρίσης που νιώσατε ότι, είναι σα να ξεκινάτε πάλι από την αρχή;
Μέσα μου, υπό την έννοια της προσωπικής κρίσης, πολλές φορές αισθάνθηκα ότι τώρα το μονοπάτι χωρίζεται και αίφνης, ο δρόμος ανοίγεται στα δύο ή στα πέντε και πρέπει να διαλέξω ποιόν θα πάρω. Αλλά νομίζω ότι αυτό συνέβαινε ανέκαθεν και σε όλους. Ιδίως, σε ανθρώπους σαν κι εμάς, που δοκιμάζονται με κάθε έργο τους, κάθε εμφάνιση, κάθε πρόταση, είτε δισκογραφική είναι αυτή, είτε συναυλιακή ή μουσική παράσταση. Τίποτα δεν θεωρείται δεδομένο, τίποτα δεν είναι χαρισμένο, συνεπώς, κάθε φορά πρέπει να δοκιμαστείς πάλι από την αρχή και να αναμετρηθείς, είτε με το παρελθόν σου, είτε με το μέλλον σου. Και βεβαίως, έχεις ένα πολύ ισχυρό κριτή, που είναι το κοινό.
-Το κοινό, λοιπόν, πώς έχει υποδεχθεί αυτούς τους έξι μήνες τις «9+1 Ιστορίες»; Από την πρώτη στιγμή ξεχώρισαν ένα, δύο κομμάτια (το Κρατήσου από μένα, βάζω πρώτα) που έπαιξαν στον ραδιοφωνικό αέρα και αγαπήθηκαν αμέσως.
Επειδή το cd βγήκε είκοσι μέρες πριν από τα capital controls το γεγονός σκίασε λίγο την πρόοδο του. Ωστόσο, θα πω ότι, λαμβάνοντας υπόψη τη συγκυρία, η υποδοχή ήταν εξαιρετική και από το κοινό και από τους ανθρώπους της μουσικής.
Ο δίσκος ξεκινάει «ανορθόδοξα» με έναν πάρα πολύ ήσυχο τρόπο. Δεν ξεκινάει με έναν τραγούδι στο οποίο, όπως λέμε, ποντάρεις ότι μπορεί να γίνει επιτυχία. Θεωρώ άλλωστε, ότι η επιτυχία δεν είναι πάντα αυτό που νομίζεις και πολλές φορές εκπλήσσεσαι ευχάριστα… Ξεκινάει με τη μπαλάντα «Κρατήσου από μένα» που τραγουδάμε με τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου και μιλά για το «μαζί», για το πόσα μπορούμε να καταφέρουμε παρέα. Ειδικά τώρα. Η υποδοχή λοιπόν, ήταν εξαιρετική και φάνηκε και στις καλοκαιρινές συναυλίες που ήταν πολύ επιτυχημένες και τώρα, στις παραστάσεις στο Βοτανικό.
-Βασίλης Παπακωνσταντίνου, πρώτη δισκογραφική συνεργασία, Νίκος Πορτοκάλογλου, πρώτη φορά μαζί επί σκηνής… Πώς έγινε μεμιάς αυτό το double;
Με τον Βασίλη το είχαμε πει πολλές φορές και δεν είχε τύχει, δεν είχαν συμπέσει οι χρόνοι. Είχα δει πέρυσι την παράσταση του, την οποία επαναλαμβάνει κι εφέτος, μία εξαιρετική παράσταση και άκουσα τη φωνή του, έτσι γλυκιά και τρυφερή και δοτική -πέραν του δυναμισμού του- και σκέφτηκα αμέσως ότι, αυτό το τραγούδι πρέπει να το πούμε μαζί και του το ζήτησα. Ο Βασίλης είναι σπουδαίος τραγουδιστής, με μεγάλη φωνητική ιδιαιτερότητα, αλλά και με ένα στίγμα πολύ δυνατό και πολύ συγκεκριμένο… Με τον Νίκο γνωριζόμαστε χρόνια και γνωριζόμαστε καλύτερα από ό,τι με τον Βασίλη. Έχω συμμετάσχει σε δίσκους του, σε live, αντίστοιχα και εκείνος σε δύο δικά μου live. Με αφορμή το τραγούδι του Νίκου που λέω στον δίσκο, το «Καταστροφή κι ελπίδα», είπαμε να παίξουμε εφέτος παρέα. Και είμαι ευτυχής, κατ’ αρχάς επειδή συνεργάζομαι με έναν δημιουργό του οποίου τη δουλειά θαυμάζω -πέραν της μουσικής του, βρίσκω τον στίχο του δυνατό, άμεσο, λαϊκό-, αλλά και με μία προσωπικότητα, που μου ταιριάζει. Μου ταιριάζει ο τρόπος που σκέφτεται, ο τρόπος που συμπεριφέρεται.
-Ποια περίοδος είναι πιο αγχωτική, της προετοιμασίας ενός δίσκου ή μίας μουσικής παράστασης;
Είναι δύο διαφορετικές συνθήκες. Διαφορετική λειτουργία, διαφορετικοί χρόνοι… Το live έχει πολλά μυστικά, πώς θα πάρεις μαζί σου τον κόσμο, για την ακρίβεια, πώς θα ξετυλίξεις αυτό το παραμύθι που του αφηγείσαι τρεισήμισι ώρες (τόσο παίζουμε εφέτος) πάνω στη σκηνή. Είναι μία αφήγηση, μία επιδίωξη συνεννόησης, συγκίνησης, εκτόνωσης και χαράς και θλίψης. Εάν η ιστορία αυτή εξελίσσεται με τον τρόπου που θέλεις ή, αν χάνονται λόγια από αυτή την ιστορία, σε απασχολεί… Είναι δύσκολο να δομήσεις, να στήσεις ένα πρόγραμμα…
-Δεν είναι και μια μεγάλη εκτόνωση για το live;
Είναι, ωστόσο, το άλλο κομμάτι, η φάση της δημιουργίας ενός δίσκου έχει τη χαρά του στούντιο. Όπου βλέπεις ένα τραγούδι να γεννιέται…
-Δεν έχει και μια εσωστρέφεια αυτή η περίοδος;
Όχι, γιατί η δική μας τέχνη έχει παρέα. Δεν είναι συγγραφή, ούτε ζωγραφική, όπου ο δημιουργός εξ αντικειμένου είναι μόνος του. Η δική μας τέχνη είναι τέχνη παρέας, συναντήσεων. Και οι συναντήσεις φέρνουν εκπλήξεις. Και ένα δούναι - λαβείν, ένα πήγαινε – έλα….
-Τι είναι αυτό που απεχθάνεστε περισσότερο στη ζωή;
Τον φανατισμό, από όπου και αν προέρχεται και ό,τι και αν πρεσβεύει. Τις παρωπίδες. Είναι το χειρότερο χαρακτηριστικό που μπορεί, κατά τη γνώμη μου, να έχει ένας άνθρωπος. Γιατί σημαίνει ανελευθερία και έλλειψη σεβασμού στον άλλον.
-Η μεγαλύτερη αγωνία σας αφορά τη δουλειά, τα παιδιά σας, ενδεχομένως για κάτι άλλο;
Η μεγαλύτερη αγωνία μου αφορά την κοινωνία. Είμαστε μέλη μιας κοινωνίας -και ως γονείς και ως εργαζόμενοι, ως καλλιτέχνες, ως φίλοι, σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής και οι επιρροές που δεχόμαστε είναι άμεσες. Ανάλογα βεβαίως, με τον τρόπο που σκέφτεται ο καθένας. Δεν θα έλεγα ότι ανησυχώ πιο πολύ για τα παιδιά μου. Όσο πριν, τόσο και τώρα.
-Έχετε τραγουδήσει μελοποιημένη ποίηση -Σαπφώ, Ελύτη, Γκανά- είναι σημείο της ταυτότητας σας και αναρωτιέμαι, εάν σας έχει λείψει. Ή, εάν αυτή τη στιγμή δεν είναι η μελοποιημένη ποίηση που χρειαζόμαστε, αλλά κάτι άλλο που να πιάνει τον σφυγμό του καιρού…
Ποτέ δεν ξέρεις τι είναι αυτό που θέλουν οι καιροί… Όταν κάναμε για παράδειγμα, τη Σαπφώ με τον Νίκο Ξυδάκη ή τον Ελύτη με τον Παπαδημητρίου κανένας δεν πίστευε ότι μπορεί να αφορά τόσο πολύ κόσμο. Όταν παίρνεις τον λόγο ενός ποιητή που έχει πάντα μια δεύτερη ανάγνωση ή, μιλάει για κάτι που νιώθουμε όλοι, επί παραδείγματι, τον πόθο, αλλά λέει «Του πόθου τ’ αγρίμι δεν τρώει, δεν πίνει, δεν ξαποσταίνει…» πρόκειται για έναν ιδιαίτερο τρόπο αφήγησης. Έναν ιδιαίτερο τρόπο να μιλήσεις για τον πόθο. Ωστόσο, συνειδητοποιείς ότι, το κοινό που μπορεί να το ακούσει και να συγκινηθεί, να ταυτιστεί, είναι ευρύ. Δεν νομίζω ότι έχει να κάνει με την εποχή. Μάλιστα, την εποχή της ευμάρειας θα έλεγα ότι, ήταν ακόμη πιο δύσκολο να πεις το «Δεν τραγουδώ παρά γιατί μ’ αγάπησες» (στίχοι Μαρίας Πολυδούρη). Χρειάζεσαι ίσως, κάτι πιο εξωστρεφές. Σε κάθε περίπτωση, μην ξεχνάμε ότι, ο δίσκος που παραμένει σταθερά πρώτος ή δεύτερος στη δισκογραφία, με τις μεγαλύτερες πωλήσεις, είναι το «Άξιον Εστί».
-Τι είναι για εσάς τα Χριστούγεννα;
Τα Χριστούγεννα έγιναν για μένα γιορτή από τη στιγμή που έκανα τα παιδιά μου. Μέχρι να κάνω τα παιδιά μου, μάλλον μου έφερναν θλίψη. Αυτό άλλαξε όμως, εντελώς με τον ερχομό τους…