της Ειρήνης Ορφανίδου
«… Η αλήθεια είναι πως η παιδική εικόνα μου, όπως και η αρχική, μαζική εμπορική μου επιτυχία, με έσωσαν, τόσο στα δικά μου μάτια όσο και στων άλλων, από επικίνδυνες παρεξηγήσεις και κωμικοτραγικές ταμπέλες του τύπου «πνευματικός άνθρωπος», «μεγάλος δημιουργός», «σκεπτόμενος καλλιτέχνης» ή «διανοούμενος». Μου το ‘χε πει ένας παλαιότερος συνάδελφος, όταν πρωτοξεκινούσα: «Αν δεν παχύνεις, αν δεν αφήσεις γένια και αν δεν σου πέσουν τα μαλλιά, μην περιμένεις να σε πάρει κανείς στα σοβαρά…»
Οι εμφανίσεις του στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο, ο τελευταίος δίσκος του «Μικρή Βαλίτσα» και ο βασικός κανόνας «… βάλε στη βαλίτσα τα δύο τρίτα των πραγμάτων που πιστεύεις πως θα χρειαστείς. Μετά, βγάλε τα μισά και κλείσε την», τα έγχορδα και οι Ιρλανδοί, Σκοτσέζοι και Αμερικανοί «μπουζουξίδες», η απόπειρα για μια νέα ενορχήστρωση της ζωής, τα παιδιά του, αλλά και η δική του, μόνιμα εφηβική όψη, που τελευταίως προσπαθεί να «αντιμετωπίσει» αφήνοντας μούσι.
-Ένα σχήμα αποτελούμενο αποκλειστικά από έγχορδα. Ένα σχήμα, όπου τη θέση του πρώτου βιολιού παίρνει το τρίχορδο μπουζούκι. Πώς προέκυψε; Ποιο γεγονός πυροδότησε την ιδέα;
Ουσιαστικά, αυτή είναι και η σύνθεση της ορχήστρας στον τελευταίο δίσκο, στην Μικρή Βαλίτσα, όπου, εκτός από την κιθάρα και το λαούτο, υπάρχει ένα κουιντέτο εγχόρδων και σε κάποια τραγούδια το μπουζούκι.
Η αγάπη μου για τα έγχορδα ήταν πάντοτε έκδηλη, τόσο στους δίσκους όσο και στις συναυλίες μου, όπου συμμετείχαν μικρά και μεγάλα σύνολα εγχόρδων. Οι συνεργασία μου με μουσικούς όπως ο βιολιστής Μιλτιάδης Παπαστάμου ή ο τσελίστας Γιώργος Καλούδης μετρούν πολλά χρόνια, ενώ η πιο πρόσφατη συνάντηση με τους Φώτη Σιώτα και Δημήτρη Τσεκούρα αποδείχθηκε ιδιαίτερα δημιουργική. Στο σύγχρονο τραγούδι, τα σύνολα εγχόρδων χρησιμοποιούνται κυρίως σαν «χλιαρή» συνοδεία, σαν «πλάτη» στη μελωδία ή σαν δείγμα χαλαρής κυριλέ διάθεσης. Πάντοτε ήθελα να τους δώσω ρόλο δυναμικό. Το προσπάθησα, τόσο στον δίσκο, όσο και στις εμφανίσεις λοιπόν.
Όσον αφορά στη χρήση του μπουζουκιού, εδώ έπαιξε ρόλο ο θαυμασμός μου προς τον σπουδαίο μουσικό Μανόλη Πάππο, καθώς και η ανάγκη μου, σε δύσκολες στιγμές, να βρω καταφύγιο σαν ακροατής στο λαϊκό τραγούδι και κυρίως στο ρεμπέτικο. Έπαιξε ρόλο και κάποιο άλλο γεγονός: Πήγα δυο φορές στο Celtic Festival, ένα μεγάλο φεστιβάλ που γίνεται κάθε χρόνο στη Γλασκόβη, όπου μαζεύονται Κέλτες μουσικοί από όλο τον κόσμο. Εκεί, είχα την ευκαιρία να τους δω να χρησιμοποιούν το μπουζούκι στη μουσική τους και να μιλήσω με Ιρλανδούς, Σκοτσέζους και Αμερικανούς «μπουζουξίδες». Ένιωσα περίεργα. Αυτοί αντιμετωπίζουν το μπουζούκι με όλο τον σεβασμό, ενώ εμείς, παρά την τεράστια κληρονομιά και την ύπαρξη αρκετών ταλαντούχων μουσικών, το συσχετίσαμε με την παρακμή των τελευταίων δεκαετιών, με τα μεγάλα σκυλάδικα, με τη σπατάλη, τον αρχοντοχωριατισμό και την πλαστή ευμάρεια. Τα τέσσερα λαϊκότροπα τραγούδια του τελευταίου δίσκου ήταν η αφορμή ώστε να προσεγγίσω δημιουργικά (και για μένα λυτρωτικά) αυτό το τόσο ταλαιπωρημένο όργανο.
-Ποιος είναι ο νέος τρόπος για να δεις ένα τραγούδι; Η διαφορετική ενορχήστρωση, η παύση, η συνομιλία, ποιος; Όταν το κοινό έχει αγαπήσει (πολύ) ένα τραγούδι όπως το γνώρισε, στην πρώτη εκτέλεση, δεν είναι λίγο ρίσκο;
Τα τραγούδια είναι σαν τους ανθρώπους. Μπορούν να αλλάζουν, ενώ συνεχίζουμε να τα αγαπούμε. Αν κάποιος φίλος αλλάξει βίαια και εξεζητημένα, μπορεί να μας γίνει ξένος και αδιάφορος. Αν αλλάξει δημιουργικά και σε συμφωνία με την ουσία του, κρατώντας δηλαδή τον κύριο κορμό της ύπαρξής του, τότε ίσως βοηθήσει και εμάς να προχωρήσουμε. Αν προσπαθήσεις να εντυπωσιάσεις ενορχηστρωτικά, χωρίς να βεβαιωθείς πως το τραγούδι εξυπηρετείται μέσα από αυτή την προσέγγιση, τότε το τραγούδι το έχασες! Αν πάψει να λέει αυτά που έχει να πει, αν τα όσα ψιθυρίζει πίσω από τις λέξεις και τις νότες του σωπάσουν, αν το φορτώσεις ομορφιές μέχρι να το πνίξεις, το σκότωσες! Οφείλουμε να συνομιλούμε με το τραγούδι και να το αφήνουμε να μας οδηγήσει εκεί που θέλει να πάει. Σαν παιδί. Τότε, ακόμη και αν μας πάει σε περιοχές άγνωστες ή απρόβλεπτες, θα πρόκειται για όψεις του ίδιου, αγαπημένου προσώπου. Το ίδιο τραγούδι θα είναι εκεί, ζωντανό και ολόκληρο, ανοίγοντάς μας το παράθυρο σε έναν νέο κόσμο.
-Ποιος είναι ο νέος τρόπος για να δεις τη ζωή σε περιόδους δύσκολες, ειδικά όταν η καθημερινότητα (όπως συμβαίνει με την ύπαρξη παιδιών) φέρει συγκεκριμένα δεδομένα; Πώς μπορεί κάποιος να δοκιμάσει μια νέα ενορχήστρωση στη ζωή;
Πολύ ωραία ερώτηση! Στην καθημερινότητα, τις καλύτερες ερωτήσεις μού τις κάνουν τα παιδιά μου. Εκεί, προκειμένου να βρεις μιαν απάντηση, αναγκάζεσαι να ψάξεις στα κατάβαθά σου. Για να ανταποκριθείς στις ανάγκες τους, για να συμπλεύσεις με τη φαντασία τους, για να μοιραστείς τους φόβους τους, για να κολυμπήσεις στα όνειρά τους, για να τα βγάλεις πέρα με τις πρακτικότητες και την ευθύνη που φέρνει η ύπαρξή τους, αναγκάζεσαι να αλλάξεις φαινομενικά τα πάντα. Τα πάντα, εκτός από την ουσία σου. Την οποία πρέπει να βρεις και να διατηρήσεις, κάτω από όλες τις συνθήκες. Γιατί αυτή την ουσία χρειάζονται περισσότερο από όσα έχεις να προσφέρεις. Ανακαλύπτεις τότε τοπία του προσώπου σου και δυνατότητες που πάντα υπήρχαν, κι ας βολευόσουν στην ευκολία του εαυτού που είχες συνηθίσει. Αλλάζεις λοιπόν τον τρόπο που υπάρχεις, ενώ ο κύριος κορμός της ύπαρξής σου παραμένει ίδιος. Όπως το τραγούδι, που, αν το αντιμετωπίσεις με σεβασμό, όσους νέους τρόπους κι αν βρεις για να το ενορχηστρώσεις, παραμένει εκεί.
-Ποια στιγμή οι συνθήκες σε υποχρέωσαν να ταξιδέψεις με την πιο Μικρή Βαλίτσα που μπορούσες να φανταστείς; Πώς τα κατάφερες;
Για έναν άνθρωπο που ταξιδεύει πολύ, ο κανόνας πακεταρίσματος είναι ο εξής: «Βάλε στη βαλίτσα τα δύο τρίτα των πραγμάτων που πιστεύεις πως θα χρειαστείς. Μετά, βγάλε τα μισά και κλείσε την». Στα ταξίδια, συνήθως κουβαλάω 2-3 όργανα. Όποτε έχω και βαριά βαλίτσα, βλαστημάω. Είναι μεγάλη σκλαβιά τα αντικείμενα. Στις πολλές μέρες περιοδείας, γίνονται ψυχικά βαρίδια και σε τυραννούν. Θες να τα πετάξεις, μετά λες «μπορεί να μου χρειαστούν όταν επιστρέψω», και συνεχίζεις να τα κουβαλάς. Φτάνεις σε καινούργια πόλη και νιώθεις καινούργιος. Μετά, ανοίγεις τη βαλίτσα και σε πιάνει θλίψη. Τα όσα έχεις γιατί «μπορεί να χρειαστούν» και όχι γιατί τα χρειάζεσαι πραγματικά ή τα αγαπάς, σου θυμίζουν πόσο λίγο ελεύθερος είσαι. Η πιο πολύτιμη, η πιο χρήσιμη, η πιο μικρή και η πιο μεγάλη, η πιο ελαφριά και μαζί η πιο βαριά αποσκευή που είχα ποτέ, είναι η μνήμη. Την έχω μαζί μου σε όλα τα ταξίδια, εντός και εκτός.
-Παρά τα κοντά μαλλιά και το γκριζάρισμα, το πρόσωπο σου παραμένει σχεδόν εφηβικό. Σε έχει εγκλωβίσει αυτό το «προνόμιο»;
Ο αδερφός μου ο Λίνος, που είναι τρία χρόνια μικρότερος, με φωνάζει «ο μικρός». Η αλήθεια είναι πως η παιδική εικόνα μου, όπως και η αρχική, μαζική εμπορική μου επιτυχία, με έσωσαν, τόσο στα δικά μου μάτια όσο και στων άλλων, από επικίνδυνες παρεξηγήσεις και κωμικοτραγικές ταμπέλες του τύπου «πνευματικός άνθρωπος», «μεγάλος δημιουργός», «σκεπτόμενος καλλιτέχνης» ή «διανοούμενος». Μου το ‘χε πει ένας παλαιότερος συνάδελφος, όταν πρωτοξεκινούσα: «Αν δεν παχύνεις, αν δεν αφήσεις γένια και αν δεν σου πέσουν τα μαλλιά, μην περιμένεις να σε πάρει κανείς στα σοβαρά». Παρόλο που το ψώνιο μέσα μου θα ήθελε πολύ να είναι αλλιώς τα πράγματα, μέχρι στιγμής ευτυχώς απογοητεύεται: Προσπάθησα να αφήσω κοιλιά, τελικά αδυνάτισα πάλι. Ήλπιζα στο να κάνω φαλάκρα μεγαλώνοντας, δεν το κατάφερα ούτε αυτό. Τελευταίως άφησα μούσι, πού ξέρεις, μπορεί κάτι να γίνει...
-Λαμβάνοντας υπόψιν τις μνήμες του 5χρονου παιδιού που ήσουν όταν συνέβη το πραξικόπημα και η εισβολή στην Κύπρο, το 1974 και το τανκ που έφτασε στην αυλή του σπιτιού σου, τι πιστεύεις ότι μπορεί να κάνει τη ζωή αληθινά καλύτερη; Η τέχνη ή η πολιτική;
Η αγάπη. Μπορεί να ακούγεται λίγο χίππικο, όμως τίποτα άλλο δεν μπορεί να κάνει τη ζωή αληθινά καλύτερη. Η αγάπη μπορεί να γίνει τέχνη, αυτό είναι βέβαιο. Μπορεί ίσως να γίνει και πολιτική, αν δεν είσαι πολιτικός. Για πολύ λίγο, όμως. Μετά, είτε σταματάς να αγαπάς και γίνεσαι πολιτικός, είτε συνεχίζεις να αγαπάς και γίνεσαι αδικοχαμένος ήρωας.
-Στην ερώτηση που -πιθανώς, ακούγεται κλισέ- τι είναι για σένα η Ελλάδα, τι απαντάς; Στον διάλογο με τον εαυτό σου, τι έχεις προσθέσει και τι έχεις αφαιρέσει από τα συναισθήματα και τα νοήματα που αφορούν τη σχέση μαζί της με την πάροδο των ετών;
Μια κυπριακή παροιμία λέει «Ο τόπος είναι ο άνθρωπος». Η Ελλάδα, λοιπόν, είναι για μένα οι άνθρωποι που την κατοίκησαν μέσα στους αιώνες, οι άνθρωποι που την ονειρεύτηκαν και πνίγηκαν πριν φτάσουν, οι άνθρωποι που την διάβασαν και δεν την επισκέφτηκαν ποτέ, ο μοναδικός Κουβανός που ταξίδεψε για να σκοτωθεί στην Ελληνική Επανάσταση, ο Πλωτίνος Ροδοκανάτης, που ταξίδεψε πριν από ενάμιση αιώνα στο Μεξικό για να βοηθήσει τους επαναστατημένους Ινδιάνους. Είναι οπωσδήποτε οι Έλληνες της Διασποράς, που την νοσταλγούν. Και, βέβαια, η Ελλάδα είμαστε όσοι την κατοικούμε. Η γλώσσα που μιλάμε, τα τραγούδια που ψελλίζουμε, όσα αγαπάμε, όσα φοβόμαστε, όσα γεννάμε, όσα σκοτώνουμε, όση ομορφιά συντηρούμε, όση ασχήμια εκφράζουμε, όσο παραμύθι αντέχουμε, όση Ιστορία κουβαλάμε, όση Ιστορία ζούμε και γράφουμε. Ταξιδεύω πάνω-κάτω το κορμί της χρόνια τώρα με συγκίνηση. Την αγαπώ, κι ας τρομάζω όταν το παραδέχομαι. Δεν είμαι υπερήφανος για τίποτα δικό μου, ούτε για αυτήν, αλλά την αγαπώ βαθιά.
-Τα σχέδια για τον χειμώνα που μόλις άρχισε; Εννοώ, μετά το Γυάλινο.
Τον Δεκέμβριο θα περιοδεύσουμε εντός, σε διάφορες πόλεις. Τον Ιανουάριο θα πάω στην Ρωσία, για μια συναυλία με τη Φιλαρμονική Ορχήστρα της Αγίας Πετρούπολης. Την Άνοιξη θα εμφανιζόμαστε εδώ, μέχρι να εξαφανιστούμε ξανά τον Μάιο για 15 συναυλίες στην Ευρώπη. Επιστρέφουμε στις αρχές Ιουνίου, για περιοδεία σε Κύπρο και Ελλάδα. Μέσα σε όλο αυτό, φιλοδοξώ να ηχογραφήσω δύο ή τρεις παραγωγές που έχω σε εκκρεμότητα καιρό τώρα. Μοιάζει απίθανο να τα καταφέρω, αλλά μόνο ο ανέφικτος στόχος μπορεί να σε οδηγήσει κάπου.
-Τι ονειρεύεσαι;
Να γίνω δρομέας μεγάλων αποστάσεων! Αλήθεια! Έβαλα πρόγραμμα, προπονούμαι αλύπητα!
Συντελεστές παράστασης
Γιώργος Καλούδης: τσέλο, λύρα
Μανόλης Πάππος: μπουζούκι, λαούτο
Φώτης Σιώτας: βιολί, βιόλα
Δημήτρης Τσεκούρας: κοντραμπάσο
ηχοληψία: Βαγγέλης Λάππας, Βασίλης Δρούγκας
φώτα: Κωνσταντίνος Μαργκάς
διοργάνωση: ΑΘΥΡ
Φωτογράφηση: Νικόλας Χρυσσός
Αλκίνοος Ιωαννίδης
Γυάλινο Μουσικό Θέατρο
Κεντρική σκηνή
Έως τις 28 Νοεμβρίου.
Λ. Συγγρού 143 Νέα Σμύρνη
Τηλέφωνο κρατήσεων: 210 9315600
Τιμές:
15€ με μπύρα/κρασί στο μπαρ
17€ με ποτό στο μπαρ
25€ ποτό στο τραπέζι
65€ φιάλη κρασί ανά 2 άτομα
130€ φιάλη whiskey- vodka ανά 4 άτομα