Αγάθωνας: "Στην Ευρώπη η υποκρισία πάει σύννεφο"

Ο Αγάθωνας Ιακωβίδης μιλά με χιούμορ και αισιοδοξία για την Eurovision, και ξετυλίγει το κουβάρι της ρεμπέτικης ζωής του.
Αγάθωνας: Στην Ευρώπη η υποκρισία πάει σύννεφο
της Δώρας Αμαραντίδου

Το είδαμε κι αυτό. Ένας ρεμπέτης υποψήφιος στο διαγωνισμό της Γιουροβίζιον παρέα με ένα νέο γκρουπ πανκ και σκα ήχου. Γιατί όχι; Ο μπαγλαμάς του Αγάθωνα μπλέκεται με την τρομπέτα, το μπάσο, το ακορντεόν, τα ντραμς και την κιθάρα των Koza Mostra για να παίξουν και να τραγουδήσουν άναρχα «Alcohol is free» στο 58ο διαγωνισμό της Γιουροβίζιον στο Μάλμε της Σουηδίας. Η Ελλάδα διαγωνίζεται στον β’ ημιτελικό, στις 16 Μαΐου, προσδοκώντας να περάσει στον τελικό της 18ης Μαΐου και ό,τι προκύψει. Ο Αγάθωνας Ιακωβίδης μιλάει στο in2life δίνοντας πρώτα απ’ όλα τα δικά του υπεραισιόδοξα προγνωστικά και ξετυλίγει το κουβάρι της ρεμπέτικης ζωής του, της ποτισμένης με ουίσκι, κρασί και τσίπουρο. Αν μη τι άλλο είναι απολαυστικός στις περιγραφές του και απολύτως ειλικρινής σε ό,τι λέει…

Λέτε να μπούμε στον τελικό;
Και φυσικά! Μάλιστα λέω ότι θα βγούμε και νικητές στο διαγωνισμό.

Τι σας λένε από τα φαν κλαμπ του εξωτερικού για το τραγούδι;
Στην Ολλανδία, στο Βέλγιο και στην Αγγλία μας λένε ότι το τραγούδι θα πάει πολύ καλά. Το βλέπουν και για πεντάδα. Εδώ στην Ελλάδα προσπαθούν να πουν τα χειρότερα.

Πώς βλέπετε τον κόσμο που περιφέρεται γύρω από τη Γιουροβίζιον;
Δεν έχω κατασταλάξει ακόμα, αλλά νομίζω ότι… δεν κάνουν κανένα έγκλημα. Οι συγκεκριμένου τύπου άνθρωποι είναι χαρούμενοι και γλεντζέδες και γουστάρουν πολύ αυτό το πράγμα. Προφανώς έχουν λυμένα όλα τους τα προβλήματα και τα οικονομικά και τα άλλα. Έτσι φαίνεται τουλάχιστον. Πάντως είναι μια χαρά άνθρωποι, πολύ ευχάριστοι και πραγματικά ακομπλεξάριστοι. Εμένα με… φοβούνται να με πλησιάσουν, αλλά όταν με γνωρίζουν δειλά- δειλά, με πολύ χαρά μου ζητούν να βγούμε φωτογραφία.

Έχετε παρακολουθήσει ποτέ τη Γιουροβίζιον;
Συνήθως αυτή την εποχή δουλεύω αλλά όποτε τύχαινε να είμαι εκτός, την έβλεπα. Θυμάμαι τη χρονιά που διαγωνιζόταν ο Σαρμπέλ έτυχε να είμαι στο κάμπινγκ, στον Αρμενιστή και από εκεί είδα τον διαγωνισμό. Είχα πάρει μια τηλεόραση για να δω το μουντιάλ και είδα και την Γιουροβίζιον. Έχω δει και την Παπαρίζου και παλιότερα τον Ρακιντζή.

Άρα δεν συμμερίζεστε την άποψη πολλών συναδέλφων σας ότι η Γιουροβίζιον είναι για τα σκουπίδια.
Τι πάει να πει η Γιουροβίζιον είναι για τα σκουπίδια; Μπορεί να μην με ενδιαφέρει τόσο, όσο ένα ποδοσφαιρικό ματς ή μια ταινία αλλά όταν δεν έχω τι να κάνω εκείνη την ώρα και είμαι χαλαρός με την παρέα μου ή μόνος, την παρακολουθώ ευχάριστα. Για τα σκουπίδια είναι κάποιες ταινίες που δεν βλέπονται ή κάποιες πολιτικές τηλεοπτικές συζητήσεις, κριτικές και αναλύσεις για την οικονομική κρίση, που όχι μόνο δεν λύνουν κανένα πρόβλημα αλλά δημιουργούν κι άλλα. Δεν είπα ότι η Γιουροβίζιον λύνει τα προβλήματά μας ή ότι παίζει σημαντικό ρόλο στη ζωή μας αλλά είναι ένα ευχάριστο, χαρούμενο και λαμπερό θέαμα, που το παρακολουθούμε, χαμογελάμε και από την επομένη μέρα πάμε παραπέρα.

Ποια σχόλια εισπράττετε για τη συμμετοχή σας στο διαγωνισμό από τους πιστούς θαυμαστές σας;
Οι περισσότεροι έχουν θετική άποψη γιατί με ξέρουν καλά. Ξέρουν ότι έχω χιούμορ και ότι δεν εξαρτάται η καριέρα και η ζωή μου από αυτό.

Κατά πόσο αυτή η εμπειρία άλλαξε την ψυχολογία σας και τη δουλειά σας;
Κάνω κάτι διαφορετικό και ξεχνιέμαι λίγο από τα προβλήματα της καθημερινότητας και της αναδουλειάς. Παράλληλα, βέβαια, δίνω συναυλίες μόνος μου ανά την Ελλάδα για να βγάλω και κανένα φράγκο… Πάντως αυτή η συμμετοχή δεν προδίδει τις αρχές μου. Σιγά και τι έγινε; Πάλι ρεμπέτικα θα λέω. Πάντα ο ίδιος είμαι και εκεί που τραγουδάω, θα συνεχίσω να τραγουδώ με τον μπαγλαμά μου. Απλώς τώρα κάνω ένα διάλειμμα, το οποίο μου αρέσει πολύ. Κάνω και τα ταξίδια μου, κάνω και γνωριμίες, μπορεί να κλείσω και καμιά δουλειά. Παλιότερα πήγαινα συνεχώς στο εξωτερικό για συναυλίες αλλά τα τελευταία χρόνια μόνο Αυστραλία πάω. Στην Ευρώπη κόψανε οι πολλές εμφανίσεις μου. Να, λοιπόν, που τώρα άνοιξε πάλι η αγορά για μένα και ιδιαιτέρως στην Αγγλία, στην οποία δεν είχα πάει ποτέ.»

Πώς το βλέπετε που γίνατε ευρέως γνωστός στους νέους μέσα από αυτή τη συμμετοχή σας στη Γιουροβίζιον;
Με αυτή τη συμμετοχή μου, όντως με έμαθαν και πάρα πολλοί νέοι. Και δεν μπορείτε να φανταστείτε πόσο πολλά αυτόγραφα δίνουμε με τους Koza Mostra σε πιτσιρίκια! Είχαμε πάει στο Μουσείο της Ακρόπολης για μια φωτογράφηση και κάτι συνεντεύξεις και έγινε χαμός! Τα παιδιά δεν μας άφηναν να φύγουμε… Προ Γιουροβίζιον, εδώ και 40 χρόνια αγαπιέμαι από νέους κάθε γενιάς, με ξέρουν και με ακολουθούν στις ανοιχτές συναυλίες μου. Αλλά τα ρεμπετάδικα μαγαζιά που παίζω δεν είναι ευρέως γνωστά γιατί δεν διαφημίζονται.



Γιατί το ρεμπέτικο δρα υπογείως;
Το ρεμπέτικο είναι όπως είναι ο Ελύτης, ο Σεφέρης, ο Καβάφης, ο Καζαντζάκης, ο Πλάτωνας, ο Αριστοτέλης. Είναι μια σταθερή αξία, που θα υπάρχει πάντα, χωρίς να χρειάζεται διαφήμιση, γιατί δεν είναι μόδα. Όταν όλα τα υπόλοιπα μουσικά είδη αλλάζουν και μεταλλάσσονται, το ρεμπέτικο, όπως και το δημοτικό, θα είναι πάντα εκεί. Όταν κάποιος τύχει να ακούσει κάτι από Καζαντζάκη και τον γοητεύσει, τότε θα αγοράσει και το έργο του. Έτσι είναι και το ρεμπέτικο, είναι ειλικρινές, λέει τα πράγματα όπως είναι. Είναι το πιο κοινωνικό είδος τραγουδιού, καταγράφει και περιγράφει ό,τι γίνεται γύρω μας, εμψυχώνει τον κόσμο και δεν φοβάται τίποτα.

Πότε και πώς ξεκίνησε η επαφή σας με το ρεμπέτικο;
Από μικρό παιδί άκουγα ρεμπέτικα. Ήταν η μουσική που άκουγα στο σπίτι. Ο παππούς μου, που ήταν παπάς, έπινε αρκετό τσίπουρο και κρασί και του άρεσε να τραγουδά, ¨χαλώντας¨ τα ρεμπέτικα τραγούδια, βάζοντας δηλαδή δικούς του στίχους. Αλλά επειδή ήταν καλλίφωνος, μουσικά τα έλεγε πολύ σωστά. Όταν μεγάλωσα θυμήθηκα πάρα πολλά τραγούδια που τα άκουγα "χαλασμένα" από τον παππού μου, που είχε πολύ χιούμορ… Επίσης έστηνα το αυτί μου στο ραδιόφωνο, για να ακούσω με λαχτάρα τα μισάωρα κενά, ανάμεσα στις εκπομπές, όπου έβαζαν ρεμπέτικα, λέγοντας για παράδειγμα "και τώρα θα περάσουμε μισή ώρα με τραγούδια του Βασίλη Τσιτσάνη ή του Παπαϊωάννου". Έτσι αγάπησα τον Χιώτη, τον Τσιτσάνη, τον Βαμβακάρη, τον Παπαϊωάννου, τον Μητσάκη. Αλλά και στα καφενεία, στο προσφυγικό χωριό όπου μεγάλωσα, στον Ευαγγελισμό, έμαθα όλους τους παλιούς ρεμπέτες. Τη Ρόζα Εσκενάζυ, τον Νταλκά, τον Ρούκουνα και τους άλλους, τους είχα μάθει από τους δίσκους γραμμοφώνου που είχαμε στο χωριό. Μου έδιναν την άδεια στα καφενεία να αλλάζω πλάκες και βελόνες στο γραμμόφωνο και να το κουρδίζω, αφού βλέπανε ότι το κάνω με μεγάλη προσοχή και σεβασμό. Όταν πια μεγάλωσα, όλοι αυτοί οι ρεμπέτες έγιναν οι δικοί μου άνθρωποι, οι συγγενείς μου.



Πώς έγινε η επαγγελματική σας μετάβαση από τις μπουάτ της Θεσσαλονίκης στα ρεμπετάδικα;
Πρώτα αγόρασα μια φτηνή κιθάρα, που έμαθα να τη γρατζουνάω, βλέποντας τι και πώς έπαιζαν οι άλλοι στις μπουάτ. Θεωρία της μουσικής δεν ήξερα, αλλά έπιανε το αυτί μου. Ρωτούσα ποιες είναι οι νότες, πώς παίζονται, τα σημείωνα στο μυαλό μου και έτσι έμαθα πολύ γρήγορα, γιατί είχα τεράστια όρεξη να μάθω. Στις μπουάτ ξεκίνησα το 1973 να παίζω επαγγελματικά Χατζιδάκι, Μαρκόπουλο, Θεοδωράκη, νέο κύμα. Όταν τελείωσα το φανταρικό μου, αποφάσισα να λέω μόνο ρεμπέτικα. Πήρα αυτή την απόφαση μετά από πολύ σκέψη στο στρατό, όπου και έμαθα μπουζούκι. Είπα στον εαυτό μου ότι αν δεν υπήρχε το ρεμπέτικο δεν θα θελα να γίνω μουσικός. Ο στίχος για μένα παίζει μεγάλο ρόλο. Δεν θα μπορούσα να τραγουδήσω το σημερινό λαϊκό ή έντεχνο ή ποπ τραγούδι, που είτε χαζοκουλτουριάρικο είναι, είτε σκυλάδικο.

Ένας λόγος, λοιπόν, που θελήσατε να ερμηνεύσετε το «Alcohol is free» είναι και ο στίχος; Συμφωνείτε με τον Στάθη Παχίδη, που τους έγραψε ότι «δε μας ‘φταίγαν τα ουισκάκια/ Μπόμπα ήταν τα παγάκια»;
Ναι! Οι στίχοι του φίλου μου, του Στάθη Παχίδη από τους Άγαμους Θύτες, ήταν προσωπική του εμπειρία. Με αφορμή τα μεθύσια μας, γυρνοβολώντας από το ένα μαγαζί στο άλλο στον περιφερειακό της Θεσσαλονίκης, του ήρθε η έμπνευση για να γράψει την αρχή αυτού του τραγουδιού. Πάντα κάναμε πλάκα, λέγοντας ότι αν και πίναμε μια θάλασσα ουίσκι, δεν μας έφταιγε το ουίσκι για το μεθύσι αλλά τα παγάκια και οι ξηροί καρποί!

Με το φίλο σας είστε ταγμένος πότης, έτσι;
Ε! βέβαια! Πάντα πίναμε και στα μαγαζιά που δουλεύαμε και όταν διασκεδάζαμε. Το κρασί και το τσίπουρο μου αρέσουν ιδιαιτέρως. Από τα ξένα ποτά, το μόνο που επιτρέπω στον εαυτό μου να πιει είναι το ουίσκι, το οποίο μάλιστα, εδώ και 40 χρόνια, το χρησιμοποιώ και σαν φάρμακο στη δουλειά. Μόνο μ’ αυτό συγυρίζω το λαιμό μου.

Πώς λέτε να το δέχονται οι ξένοι το μήνυμα «Alcohol is free»;
Αυτή η φράση, που είναι μια προσθήκη του Ηλία Κόζα από τους Koza Mostra, μου άρεσε πολύ σαν εύρημα, γιατί η Ευρώπη είναι γεμάτη μπεκρήδες. Γι’ αυτό και όταν έρχονται εδώ πίνουν ό,τι μπόμπα βρουν και ξερνοβολούν. Εάν λοιπόν... μεταφράσουν σωστά αυτό το στίχο, θα μας ψηφίσουν όλοι οι ξένοι! Εμείς δεν είμαστε υποκριτές, λέμε ότι πίνουμε. Ενώ όπου κι αν έχω πάει στην Ευρώπη, βλέπω ότι η υποκρισία πάει σύννεφο. Και μην νομίζετε... όπως συμπεριφέρονται με το ποτό, έτσι φέρονται και με την πολιτική.


Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v