Graduation: Τα Βαλκάνια κάνουν ουσιαστικό σινεμά

Η νέα ταινία του πιο ενδιαφέροντα ρουμάνου σκηνοθέτη αποτελεί ένα λιτό δείγμα ουσιαστικού σινεμά και έρχεται με βραβείο Σκηνοθεσίας από τις Κάννες στις αποσκευές της.
Graduation: Τα Βαλκάνια κάνουν ουσιαστικό σινεμά
του Λουκά Τσουκνίδα

Ένας από τους σπουδαιότερους σκηνοθέτες της εποχής μας, ο Κρίστιαν Μούντζιου, επιστρέφει με ένα ρουμάνικο δράμα από εκείνα που μας έχουν συνηθίσει αυτός και οι συμπατριώτες του, μία μελέτη επάνω στη φύση της διαφθοράς που χαρακτηρίζεται απ’ την πεντακάθαρη ματιά του σκηνοθέτη-παρατηρητή και τις ολοζώντανες ερμηνείες των πρωταγωνιστών του. Για όσους είναι εξοικειωμένοι με το σύγχρονο ρουμάνικο σινεμά, το “Graduation” είναι ένα απ’ τα καλύτερα δείγματά της πιο λιτής, ρεαλιστικής εκδοχής του. Για όσους, πάλι, όχι, είναι μία καλή ευκαιρία να δουν τι σημαίνει απλό και ουσιαστικό σινεμά.

Η υπόθεση

Ο Ρομέο είναι ένας τίμιος, αξιοσέβαστος γιατρός σε μία κωμόπολη της Τρανσυλβανίας. Η κόρη του, Ελίζα, είναι μία πολύ καλή μαθήτρια με ελπίδες να κερδίσει υποτροφία για σπουδές στην Αγγλία. Μία μέρα πριν τις εξετάσεις της, όμως, μία απόπειρα βιασμού την αφήνει με χτυπημένο χέρι και έντονο ψυχολογικό σοκ, επηρεάζοντας τις επιδόσεις της στο πρώτο μάθημα και δυσκολεύοντας την υπόθεση της υποτροφίας. Έτσι, ο άλλοτε ιδεαλιστής γιατρός γίνεται πραγματιστής και προσπαθεί να ανατρέψει τις πιθανότητες με πλάγιους τρόπους, καθόλου ασυνήθιστους στον τόπο του...



Η κριτική

Κατά σύμπτωση, η διαφθορά είναι ένα ζήτημα που, αν και μας απασχολούσε πάντα στον έναν ή τον άλλο βαθμό, είναι ιδιαίτερα “καυτό” στην εποχή μας, αφού “ξυπνήσαμε”, κατά κάποιον τρόπο, κι έχουμε γίνει όλοι γνώστες των μηχανισμών της και τιμητές ή απολογητές, κατά περίσταση, των αποτελεσμάτων της.

Προερχόμενος από έναν τόπο που, 25 χρόνια πριν, αναγκάστηκε να μεταβεί βίαια από ένα βαθιά διεφθαρμένο καθεστώς σε κάτι άλλο, που, μοιραία, έμελλε να διαμορφωθεί άναρχα ώσπου να στραφεί στο παλιό παράδειγμα, ο Κρίστιαν Μούντζιου επιλέγει να εστιάσει στη μικρή εικόνα που στέκει απαρατήρητη σε μια ασήμαντη γωνιά της μεγαλύτερης. Κλείνει το πλάνο του σε μια μικρή πόλη της μεγάλης Ρουμανίας, εκεί όπου ένα μέλος της γενιάς που ανέλαβε να “αλλάξει” το κράτος-έκτρωμα του Τσαουσέσκου, βρίσκεται αντιμέτωπος και αντιλαμβάνεται από πρώτο χέρι την αποτυχία της.

Ο Ρομέο Αλντέα είναι ένας άνθρωπος που, με τη γυναίκα του, με την οποία έμειναν μαζί παρά τον αποτυχημένο γάμο τους, φρόντισαν να μεταλαμπαδεύσουν στην κόρη τους τις αρχές με τις οποίες πορεύτηκαν οι ίδιοι, στον δημόσιο βίο τους, τουλάχιστον. Με λίγα λόγια, έμαθαν στην Ελίζα την αξία της σκληρής δουλειάς και της έμαθαν να περιφρονεί τις εύκολες λύσεις και τις παρακαμπτήριες που μοιάζουν δελεαστικές, αλλά έρχονται πάντα εις βάρος κάποιου άλλου ή, έστω, του διαρκούς οράματος για μια ευνομούμενη, υγιή κοινωνία για όλους και, σίγουρα, εις βάρος της ίδιας της της αυτοεκτίμησης. Έχοντας χάσει τη μάχη για μια “άλλη” Ρουμανία, “ιερός” σκοπός του τίμιου γιατρού είναι πλέον να εξασφαλίσει ότι η κόρη του θα έχει μια καλύτερη τύχη σε έναν άλλον τόπο, την Αγγλία, εν προκειμένω.

Πατώντας εκεί ακριβώς, ο Μούντζιου εφευρίσκει ένα δίλημμα για τον χαρακτήρα του, τέτοιο, που να είναι εξαιρετικά εύκολο να έρθουμε στη θέση του και να βιώσουμε μαζί του το πώς τυλίγεται σιγά-σιγά το κουβάρι της διαφθοράς...

Καθώς ένας άγνωστος άντρας επιτίθεται στην κόρη του και το ακαδημαϊκό της μέλλον (αυτό που εκείνος οραματίζεται, τουλάχιστον) εκτροχιάζεται ξαφνικά, ο Ρομέο βλέπει ότι πρέπει ν’ αρχίσει να ζητά και να προσφέρει “χάρες”, κάτι που φαίνεται πως είχε αποφύγει επιτυχώς μέχρι τώρα. Συγχρόνως, πρέπει να πείσει την κόρη του, για την οποία αποτελούσε ζωντανό παράδειγμα, ότι αξίζει, ίσως, να “λασπωθεί” ελαφρώς, αν πρόκειται να ζήσει και να σταδιοδρομήσει σε ένα λιγότερο διεφθαρμένο περιβάλλον. Η γυναίκα του, πάλι, θεωρεί ότι η εντιμότητα έχει κόστος και δεν υπάρχει γυρισμός ύστερα από ένα τέτοιο ολίσθημα.

Εμείς, πάλι, μέσα από την “αντικειμενική” κάμερα του Μούντζιου, παρακολουθούμε τον χαρακτήρα του να βυθίζεται στην “ανώδυνη” διαφθορά της καθημερινότητας, εκείνη που κινούσε κάποτε τα σκουριασμένα γρανάζια του παρωχημένου κομμουνιστικού καθεστώτος και επανήλθε γρήγορα ως πανάκεια μπροστά στην αναλγησία του καπιταλιστικού αστικού κράτους. Κατά τα γνώριμα υψηλά ρουμάνικα στάνταρ, βλέπουμε μία σειρά από εξαιρετικούς ερμηνευτές να αναπαριστούν πιστά μία σειρά από οικείες καταστάσεις, χωρίς υπερβολές, σεναριακές ανατροπές ή βολικές εξελίξεις. Ο Ρομέο έχει πολλά μέτωπα ανοιχτά, αλλά ένα είναι το πιο σημαντικό και εκείνο στο οποίο επικεντρώνει τις προσπάθειες και αφιερώνει τη “θυσία” του.

Αυτό που θέλει, τελικά, ο δημιουργός δεν είναι να μας νουθετήσει ούτε να μας σοκάρει για να μας “βάλει στη θέση” μας. Όσα βλέπουμε είναι γνωστά, αναμενόμενα και αξιολογήσιμα απ’ τον καθένα, αλλά από τη θέση του παρατηρητή μοιάζουν λιγότερο αποτελεσματικά και λιγότερο “αθώα” απ’ όταν τα ζούμε από πολύ κοντά. Το δράμα του Ρομέο δεν είναι κάτι το εξαιρετικό, είναι, όμως, κάτι που θα μπορούσε να συμβεί σε όλους μας και οι επιλογές του, αντίστοιχα κοινότυπες. Στο τέλος, δε μπορούμε παρά να αποδεχτούμε ότι η διαφθορά είναι, συχνά, ένα κουβάρι με πολλές άκρες και το να μείνεις “έξω απ’ το χορό”, μόνο εύκολο δεν είναι. Ή, τουλάχιστον, χωρίς υπολογίσιμο κόστος.

Το “Graduation” είναι μία ακόμη εξαιρετική ταινία του Κρίστιαν Μούντζιου. Και αν δεν ταιριάζει σε όλα τα γούστα, απευθύνεται, σίγουρα, σε όλους τους θεατές, έτσι απλή και κατανοητή που είναι.

Βγαίνουν ακόμη:

Το σίκουελ μυστηρίου “Inferno”, το κορεάτικο δράμα του Τσαν-γουκ Παρκ “The Handmaiden”, το βιογραφικό ρομάντσο “Southside With You”, το “Ρισάλτο” του Βασίλη Βαφέα και το ντοκιμαντέρ “The Beatles: Eight Days a Week-The Touring Years”.

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v