A Most Violent Year: Το δράμα του (αντι)καπιταλισμού

Ο σκηνοθέτης του All is Lost επιστρέφει με ένα δράμα που εκτυλίσσεται στις αρχές των 80s, με τον καπιταλισμό και τα ιδανικά του στο επίκεντρο.
A Most Violent Year: Το δράμα του (αντι)καπιταλισμού
του Λουκά Τσουκνίδα

Μετά το υπερτιμημένο “All is Lost”, ο Τζέι Σι Τσάντορ επανέρχεται με το “A Most Violent Year”, ένα δράμα στημένο στις αρχές των έιτιζ, σε μια μεταβατική εποχή για την αμερικάνικη οικονομία και τα “καπιταλιστικά ήθη”. Αν και δεν μας κάνει τη χάρη να μας δώσει τις εκρήξεις που υπόσχεται, ο Τσάντορ συγκεντρώνει όλη την ένταση της αφήγησής του εντός του κεντρικού του χαρακτήρα και με τη συμβολή του Όσκαρ Άιζαακ μας αποζημιώνει ικανοποιητικά για την έλειψη οποιασδήποτε μη προβλέψιμης δραματικής κορύφωσης.

Η υπόθεση

Ο Άμπελ Μοράλες είναι ένας νέος επιχειρηματίας, αποφασισμένος να πετύχει χωρίς ν’ ακολουθήσει την πεπατημένη της βρωμιάς και του γκανγκστεριλικιού. Οι ανταγωνιστές του, βέβαια, έχουν άλλη άποψη κι έτσι ο κόσμος γύρω απ’ τον Άμπελ αρχίζει να καταρρέει επικίνδυνα επάνω του. Ψύχραιμος, συνεχίζει ν’ ανοίγει το δικό του δρόμο...

 
Η κριτική

Ακολουθώντας το μοτίβο που είδαμε και στις δύο προηγούμενες ταινίες του, ο Τζέι Σι Τσάντορ εστιάζει σε έναν άνδρα ο οποίος έρχεται αντιμέτωπος με μια κατάσταση που δείχνει να τον υπερβαίνει και είναι δυνητικά σαρωτική. Με λιγότερο μπλα-μπλα απ’ ότι στο “Margin Call” και περισσότερη αληθοφάνεια απ’ ότι στο “All is Lost”, ο ανερχόμενος αμερικάνος δημιουργός μας βάζει σιγά-σιγά στη θέση του ήρωά του που, αν και αμφιλεγόμενος, μας κερδίζει τελικά με τον ιδεαλισμό και την επιμονή του.

Ο Άμπελ Μοράλες, νεοϋορκέζος λατινοαμερικάνικης καταγωγής, είναι αποφασισμένος να “καθαρίσει” την εταιρεία διακίνησης πετρελαίου θέρμανσης που αγόρασε απ’ τον σεσημασμένο πεθερό του και μαζί, να φέρει νέο επιχειρηματικό ήθος και στον χώρο στον οποίο επιχειρεί. Πέρα απ’ την προσκόλληση σε συγκεκριμένες αρχές και πρακτικές, με γνώμονα να ξεκολλήσει απ’ τη λάσπη και ν’ ανοίξει τις προοπτικές της επιχείρησής του, έχει δίπλα του τη σύζυγο και τον πιστό δικηγόρο του. Το μεγάλο κόλπο του, που είναι στα σκαριά, έχει να κάνει με την απόκτηση ενός παραποτάμιου οικοπέδου με τεράστιες δεξαμενές και χώρους για τα φορτηγά του.

Ο Τσάντορ τοποθετεί την ιστορία του στο 1981, μια χρονιά που έχει καταγραφεί ως μία απ’ τις πιο βίαιες στην ιστορία της Νέας Υόρκης. Ο Μοράλες δεν είναι γκάνγκστερ ούτε σκοπεύει να γίνει, αλλά οι επιθέσεις που δέχεται από πειρατές κι ανταγωνιστές τον πιέζουν να υιοθετήσει τα επικρατούντα ήθη. Σε όλα αυτά έρχεται να προστεθεί κι η πίεση απ’ τη μεριά του εισαγγελέα ο οποίος πρέπει να δείξει έργο κατά της διαφθοράς για να τονώσει τις προοπτικές της καριέρας του. Εν τω μεταξύ, ο τραπεζίτης κρατά αποστάσεις κι οι κοντινοί του άνθρωποι δε δείχνουν να πιστεύουν στον δρόμο που εκείνος έχει διαλέξει.

Το “A Most Violent Year” είναι ίσως η αντιπαραβολή δύο κόσμων, ενός που φεύγει κι ενός που έρχεται. Ενός κόσμου που ήταν ανερυθρίαστα βρώμικος, όπως ακριβώς τον παρέλαβαν οι φορείς του απ’ τους πατεράδες τους και που τον κράτησαν έτσι με μισή καρδιά και μπόλικη ανασφάλεια, αφού δεν τον είχαν φτιάξει εκείνοι με τα χέρια τους. Κι ενός άλλου, που, απελευθερωμένοι απ’ το βάρος της κληρονομιάς και κινητοποιημένοι απ’ την ορμή της εποχής τους, οι νεοφερμένοι φορείς του βάλθηκαν να στήσουν στα ερείπια του προηγούμενου που τρεφόταν πια απ’ τις σάρκες του. Είναι η αντιπαραβολή του νέου καπιταλισμού που έρχεται ν’ αντικαταστήσει τον παλιό. Το μόνο πράγμα που φοβάται ο Άμπελ είναι η αποτυχία. Το μόνο του όπλο απέναντι στη βία είναι η προσήλωση στο στόχο του. Τα νέα ήθη μοιάζουν αγνά και τα νέα ιδεώδη ελπιδοφόρα, αλλά κάπως έτσι είναι τα πάντα στην αρχή.

Το δράμα του Τσάντορ, αν και βραδύκαυστο, μας απορροφά αποτελεσματικά μέσα στον κόσμο του Άμπελ Μοράλες με τις μεγάλες προσδοκίες, τα σκληρά διλήμματα και τα διαρκώς ανοιχτά μέτωπα. Ο Όσκαρ Άιζαακ, ραγδαία ανερχόμενος κι αυτός όπως ο σκηνοθέτης του, ερμηνεύει με τρομερή ακρίβεια τον χαρακτήρα που εικάζω ότι ο Τσάντορ επιχειρεί να σκιαγραφήσει: έναν νέου τύπου καπιταλιστή, ιδεαλιστή και ανθρώπινο σε σχέση με τους παλιομοδίτες γκάνγκστερ, αλλά έτοιμο να επιδοθεί σε έναν αμοραλισμό άλλης τάξης μεγέθους μόλις βρεθεί εκεί που οδηγεί ο δρόμος που ο ίδιος άνοιξε. Πολύ καλοί κι η Τζέσικα Τσαστέιν, ο Άλμπερτ Μπρουκς κι ο Ντέιβιντ Ογιελόβο στους περιφερειακούς ρόλους, αν και δύσκολα θα θυμάται κανείς άλλον απ’ τον Άιζαακ στο τέλος.

Το “A Most Violent Year” είναι μια πολύ καλή ταινία.

Βγαίνουν ακόμη:
Το συμπαθητικό δράμα του Αμπντεραχμάν Σισακό “Timbuktu”, το κυνικό μπι-μούβι “Nightcrawler”, το σαπουνοπερίστικο δράμα εποχής του Φατίχ Ακίν “The Cut”, η μέτρια ρομαντική κομεντί “Focus”, η γαλλική μαύρη κωμωδία “Elle L’ Adore”, οι “Όχθες” του Παναγιώτη Καρκανεβάτου και τα ντοκιμαντέρ “On The Way to School” και “Μητριαρχία”.

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v