Broken City: Πόσα κλισέ χωρούν σε ένα πολιτικό θρίλερ;

Στομφώδες και απλοϊκό σενάριο, ανέμπνευστη σκηνοθεσία. Ούτε ο Ράσελ Κρόου και ο Μαρκ Γουόλμπεργκ δεν καταφέρνουν να σώσουν την πραγματικά κακή ταινία του Άλεν Χιουζ.
Broken City: Πόσα κλισέ χωρούν σε ένα πολιτικό θρίλερ;
του Λουκά Τσουκνίδα
 
Ένα πολιτικό θρίλερ που κινείται στα λιμνάζοντα νερά της σαπίλας και της διαφθοράς, που φανταζόμαστε ότι διέπουν κάθε μακροχρόνια κατάληψη θέσεων εξουσίας, βγαίνει στις αίθουσες εν μέσω μιας βαθιάς κρίσης της εμπιστοσύνης του πολίτη σε κάθε τι που έχει να κάνει με την πολιτική, παγκοσμίως. Το “Broken City” επιχειρεί να τραφεί απ’ αυτή την κρίση, κερδοσκοπεί πάνω σε ένα μάτσο προκαταλήψεων και κιτρινίλας και μας σερβίρει τη σούπα που υποθέτει ότι μας αρέσει. Τι κρίμα όμως, είναι μια σούπα κρύα, νερουλή και άγευστη, με μια μύγα να επιπλέει στην κιτρινισμένη κρούστα της επιφάνειας.

Η υπόθεση

Ο δήμαρχος της Νέας Υόρκης Νίκολας Χοστέτλερ, εν μέσω μιας καυτής προεκλογικής περιόδου, καλεί στο γραφείο του τον ιδιωτικό ντετέκτιβ και πρώην αστυνομικό Μπίλι Τάγκαρτ, για να του αναθέσει να παρακολουθήσει τη γυναίκα του, που υποπτεύεται ότι τον κερατώνει. Ο Τάγκαρτ ρίχνεται στη δουλειά και φέρνει πίσω φωτογραφίες της πρώτης κυρίας της ΝΥ με τον υπεύθυνο της προεκλογικής εκστρατείας του κύριου αντιπάλου του άντρα της. Κι ενώ μια μεγάλη εργολαβία κρέμεται απ' την έκβαση των εκλογών και η σχέση του Τάγκαρτ με την ανερχόμενη ηθοποιό γυναίκα του πάει κατά διαόλου, ένας φόνος κάνει την υπόθεση ακόμη πιο βρώμικη απ' ό,τι φαινόταν...



Η κριτική


Αν μη τι άλλο, η παρουσία των Ράσελ Κρόου και Μαρκ Γουόλμπεργκ, δυο σταρ κομμένων και ραμμένων για τους κεντρικούς ρόλους, πρέπει να είχε ανεβάσει τις μετοχές του πολιτικού θρίλερ του Άλεν Χιουζ κατά πολύ, πριν καν αυτό ολοκληρωθεί. Κι η αλήθεια είναι ότι, όπως πολλοί κινηματογραφόφιλοι, θα έβλεπα οτιδήποτε πρωταγωνιστούν αυτοί οι δυο με τις θετικότερες των προκαταλήψεων, μιας και μπορούν να κάνουν μια μέτρια ταινία να φαίνεται καλύτερη κι ένα κακό σενάριο να μοιάζει υποφερτό. Ναι, ειλικρινά πιστεύω ότι μπορούν. Αλλά όχι το στομφώδες, απλοϊκό, κλισεδόπληκτο σενάριο του Μπράιαν Τάκερ για το “Broken City”.

Αυτό, δεν θα το έσωζε ούτε μια μεγαλειώδης έκρηξη στο τέλος, ούτε καν μια αυθυπονομευτική εμφάνιση του Στίβεν Σιγκάλ, ούτε ακόμη ένα απροσδόκητο γκρο-πλαν στο ντεκολτέ της Κάθριν Ζέτα-Τζόουνς. Ορίστε γιατί...

Ένας πρώην μπάτσος με ένα σκοτεινό παρελθόν εκδικητικής βίας και αλκολισμού, παντρεμένος με μια σέξι πορτορικάνα που κουβαλά το δικό της βαρύ φορτίο και παλεύει να τα καταφέρει στο σνομπ χώρο του ανεξάρτητου σινεμά (!;) παρά τις επιφυλαξεις του μπάτσου. Ένας δήμαρχος με σιδηρά πυγμή και πάθος για την εξουσία, επιρρεπής σε διεφθαρμένες πρακτικές, παντρεμένος με μια γυναίκα που τον σιχαίνεται και εξαρτημένος απ’ τον πλούσιο μεγαλοεργολάβο που τον κρατά στο χέρι με τα λεφτά του. Μια μουντή φτωχογειτονιά που παραπαίει και μια μεγάλη, απρόσωπη εταιρεία που την αγοράζει για να την ισοπεδώσει και να φτιάξει ουρανοξύστες (!;). Ένας μεγαλοαστός υποψήφιος με κρυφή ομοφυλοφιλική σχέση και αγνές προθέσεις για την πόλη του και τις φτωχογειτονιές της. Ένας τίμιος επικοινωνιολόγος με τις λάθος φιλίες κι ένας νευρωτικός γόνος μεγιστάνα που θέλει να καταστρέψει τον πατέρα του. Α, ναι. Κι ο αμφιλεγόμενος επίτροπος της αστυνομίας που εμφανίζεται απ’ το πουθενά κι έχει εμμονικά ως στόχο του τον υπερόπτη δήμαρχο.

Όσα κλισέ κι αν μετρήσει κανείς, ένα καινούργιο ξεπηδά ανά λεπτό απ’ αυτό το αδικαιολόγητο μωσαϊκό διαφθοράς, ηθικολογίας και αψυχολόγητων ενεργειών, διαλύοντας κάθε πιθανότητα να πάρουμε την ταινία στα σοβαρά. Όσο ο Κρόου με τον Γουόλμπεργκ προσπαθούν να ερμηνεύσουν με συνέπεια αυτούς τους απίθανους χαρακτήρες, τόσο πιο σφιγμένοι φαίνονται, σα να βρίσκονται στα πρόθυρα του να ξεσπάσουν σε γέλια. Κι ενώ τέτοιου είδους “σχέσεις” μεταξύ πολιτικών με καρέκλες και επιχειρηματικών συμφερόντων ή αντίστοιχα φορτισμένες από αποκαλύψεις προεκλογικές μάχες, ακόμη και διαλυμένες συζυγικές σχέσεις που συντηρούνται για λόγους βιτρίνας, δεν είναι καθόλου απίθανες ούτε βγήκαν απ' τη φαντασία των δημιουργών, αυτοί καταφέρνουν να τις κάνουν να μοιάζουν με παραμύθια για μικρά παιδιά.

Κλισέ και ανέμπνευστη και η σκηνοθεσία του Χιουζ, ο οποίος αποτυγχάνει να μας δώσει ένα στοιχειωδώς φορτισμένο θρίλερ και να κρύψει κάπως τις τεράστιες αδυναμίες του σεναρίου που, εκτός των άλλων, δε διαθέτει ούτε ίχνος χιούμορ ή αυτογνωσίας.

Το “Broken City” είναι μια πραγματικά κακή ταινία.

Βγαίνουν ακόμη:
Το κακό και υπερστιλιζαρισμένο, χωρίς ίχνος πλοκής “Stoker” του Τσαν-γουκ Παρκ, το κακοφτιαγμένο και μακρόσυρτο “Συγχαρητήρια στους Αισιόδοξους?” της Κωνσταντίνας Βούλγαρη, το βουβό κι ασπρόμαυρο “Blancanieves” του Πάμπλο Μπέργκερ και το ντοκιμαντέρ “Welcome to the Show: Η Μουσική Κληρονομιά του Παύλου Σιδηρόπουλου” των Κώστα Πλιάκου και Αλέξη Πόνσε.

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v