Ίχνη στο χιόνι: «Χλιαρό» ντεμπούτο από τον Λίλλη

Το πρώτο μυθιστόρημα του Γιώργου Λίλλη για τον Εμφύλιο διαθέτει αφηγηματικό ρυθμό που ταξιδεύει τον αναγνώστη, όμως δεν προσθέτει κάτι θεμελιώδες στο αντιπολεμικό του φρόνημα, ούτε διαθέτει την αναμενόμενη τόλμη στην περιγραφή των σκηνών.
Ίχνη στο χιόνι: «Χλιαρό» ντεμπούτο από τον Λίλλη
Γιατί κανείς να ξεκινήσει να γράψει για τον Εμφύλιο; Αυτό είναι το βασικό ερώτημα που με απασχολεί κάθε φορά που πιάνω στα χέρια μου ένα μυθιστόρημα που αναφέρεται σ’ αυτήν την ταραγμένη εποχή της νεότερης ιστορίας μας. Πριν από τέσσερα μάλιστα χρόνια, καθώς έβλεπα ότι η λογοτεχνική μόδα ξαναέφερε το θέμα, έγραψα ειδικά γι’ αυτό αναζητώντας βιβλία αλλά και τη ματιά των συγχρόνων μας, που δεν έζησαν τον αδελφοκτόνο αυτό πόλεμο (Βλ. Τάρτες: Λογοτεχνία και Εμφύλιος, 27/11/2008).

Το ερώτημα αυτό επιχείρησα κατά καιρούς να το απαντήσω, και τώρα διαβάζω ενδιαφέρουσες σκέψεις σε άλλους, όπως στον Χατζηβασιλείου, ο οποίος γράφοντας για το παρόν βιβλίο του Λίλλη, δίνει μερικές σύντομες απαντήσεις: «Τα τελευταία χρόνια πολλοί συγγραφείς των νεότερων γενεών έχουν πλησιάσει τον Εμφύλιο. Άλλοτε για να τον μεταμορφώσουν σε ιστορικό μυθιστόρημα, άλλοτε για να τον αναγάγουν σε σύμβολο απώθησης ή σιωπής (ένα είδος παραπομπής στο χάος της καθημερινής ύπαρξης), άλλοτε για να εντάξουν τα ιστορικά υλικά του σε έναν παιγνιώδη, μοντερνιστικό ή μεταμοντέρνο λόγο και άλλοτε για να προσδώσουν μια ταυτότητα βάθους στη σύγχρονη Αριστερά, θρηνώντας τη διπλή της - εσωτερική και εξωτερική - ήττα.» (Το Βήμα, 20/5/2012 ).

Οι απαντήσεις όμως που προκύπτουν από τα ίδια τα έργα δεν με ικανοποιούν επαρκώς. Το ίδιο αντιμετώπισα στην προηγούμενη βιβλιοπαρουσίαση του πρόσφατου βιβλίου του Μήτσου «Ο κίτρινος στρατιώτης», το οποίο μοιάζει με το προκείμενο έργο, όχι μόνο για τη χρονική συνάφεια (Εμφύλιος), όχι μόνο για την τοπική εγγύτητα (τα βουνά ανάμεσα στην Αιτωλοακαρνανία και τη Λαμία) αλλά κυρίως για την οπτική γωνία ενός ηλικιακά ή πνευματικά παιδιού που κι αυτός χρησιμοποιεί.

Ο μικρός Περικλής βλέπει μπροστά στα παιδικά του μάτια τους στρατιώτες του Εθνικού στρατού να σκοτώνουν εν ψυχρώ τη μάνα του και τον πατέρα του, αντάρτη στα βουνά. Το ψυχικό σοκ τον αφήνει άφωνο κι ένας φίλος, ο Αντρέας, αναλαμβάνει να τον περάσει από τα κακοτράχαλα βουνά και να τον πάει στον θείο του στη Λαμία. Στο δρόμο συναντά ομάδες ανταρτών, που μάχονται την πείνα, το κρύο και τις δυνάμεις των εθνικοφρόνων. Όλα αυτά αποτελούν την αφήγηση του γέρου πια Περικλή στον μεταπτυχιακό φοιτητή που αναζητεί στοιχεία για την εποχή κι οι δυο τους περιτριγυρίζουν τα μέρη όπου άλλοτε είχαν συμβεί όλα τα φρικτά γεγονότα που περιγράφονται.

Η γραφή του Λίλλη είναι στρωτή και ευφρόσυνη χωρίς να γίνεται ποιητική ή ωμή, χωρίς να χάνει την ισορροπία ανάμεσα στον στεγνό ιστορικό λόγο και τη μελοδραματική εξιστόρηση της μαρτυρίας. Η αφήγηση κινείται σε δύο επίπεδα: κατά βάση τον ιστορικό χρόνο του Εμφυλίου και σε δεύτερη μοίρα την τωρινή συζήτηση του γέρο-Περικλή με τον ερευνητή. Μάλιστα ο συγγραφέας δεν αποφεύγει να έλθει κατά μέτωπο με τη σκηνή του φόνου των δύο γονιών και έτσι δείχνει ότι έχει κότσια να αφηγηθεί δυναμικά και μετωπικά τις «δύσκολες» στιγμές του ταξιδιού. Και απ’ τη μια κερδίζει τον αναγνώστη, αφού δεν υπεκφεύγει, κι από την άλλη πάνω σ’ αυτή την τόλμη στηρίζει την όλη αφήγησή του. Το πιο βασικό ωστόσο είναι η προαναφερθείσα προοπτική του παιδιού που έζησε με την παιδική του συνείδηση τα γεγονότα, τις κακουχίες, τις θηριωδίες, εισέπνευσε όλη αυτή την πολεμική αύρα, στιγματίστηκε από τον θάνατο και την ανθρώπινη απανθρωπιά, είδε τα γεγονότα χωρίς το δίκιο των ιδεολογιών αλλά υπό το πρίσμα των ανθρώπινων εγκλημάτων και φανατισμών.

Την αφήγηση τη χάρηκα και μπόρεσα να ταξιδέψω κι εγώ από τα Άγραφα ως τη Μακρόνησο. Αλλά…

Αφενός, δεν απαντήθηκε η βασική μου απορία: τι παρακινεί έναν νέο συγγραφέα να καταπιαστεί με τον Εμφύλιο; Η τραγωδιακή του υφή; Η ιστορική του αξία; Η πολιτική του εμβέλεια; Ο Λίλλης τείνει προς το πρώτο, αλλά τα λογοτεχνικά του επιχειρήματα δεν είναι τόσο δυνατά ώστε να αναδείξουν τον πρωτεύοντα ρόλο της φρίκης. Ή μάλλον, έχουμε διαβάσει κατά καιρούς τόσα ανάλογα έργα, που η σκοπιά του Λίλλη δεν μας προσθέτει κάτι θεμελιώδες στο αντιπολεμικό μας φρόνημα.

Αφετέρου, η σχέση του γέρο-Περικλή και του υποψήφιου διδάκτορα μπάζει νερά που αλλοιώνουν την αφήγηση και την ευστάθεια του μυθιστορήματος. Ο αμόρφωτος ηλικιωμένος μιλά πολύ στρωτά για να είναι αληθινός, μιλάει πολύ μεστά και στρογγυλεμένα. Ο νεαρός από την άλλη απευθύνεται ώρες ώρες σ’ αυτόν σαν να κάνει μάθημα ιστορίας, μπροστά δηλαδή σε έναν άνθρωπο που είναι η ιστορία αυτοπροσώπως ή τουλάχιστον σε ένα κομμάτι της. Κι επιπλέον, η αφήγηση του παρελθόντος δεν δίνεται σε πρώτο πρόσωπο από έναν απελέκητο λόγο του γερο-Περικλή, αλλά από μια ουδέτερη (αν και πλήρης λεπτομερειών) φωνή που αφηγείται σε τρίτο πρόσωπο αν και φυσικά από την οπτική γωνία του μικρού ορφανού. Την τόλμη στην περιγραφή των σκηνών τη στέρησε ο Λίλλης από την αφήγηση κι έτσι χάσαμε την εστίαση του αυτόπτη μάρτυρα, την παιδική του σκέψη, την πρόσληψη της ωμότητας από ένα παιδί, τον λόγο ενός γέροντα, την όλη βίωση των συμβάντων…

Ο blogger Πατριάρχης Φώτιος

Γιώργος Λίλλης
“Ίχνη στο χιόνι”
εκδόσεις Μεταίχμιο
2012
σελίδες: 308
τιμή: 15,5€
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v