Μακριά, πολύ μακριά: Λυπημένη ιρλανδέζικη μπαλάντα

Στην ταραγμένη Ιρλανδία του 1914, ένας 18χρονος κατατάσσεται στο βρετανικό στρατό και παίρνει τη ζωή του στα χέρια του. Μία ρεαλιστική, τραγική ιστορία, ειπωμένη, όμως από τον Σεμπάστιαν Μπάρι με λόγο μελωδικό, ποιητικό, γνήσιο ιρλανδικό. 
του Χρήστου Ζαρίφη

Η ιστορία της Ιρλανδίας είναι από τις πλέον ταραγμένες, σχεδόν αρχαία ελληνική τραγωδία: καταπίεση, εμφύλιοι, αγώνες για την ανεξαρτησία, μάρτυρες και προδότες, έχουν αφήσει τον αντίκτυπό τους μέχρι τις μέρες μας, αν και τα πάθη πια δείχνουν να έχουν καταλαγιάσει πια. Ο Σεμπάστιαν Μπάρι στο βιβλίο του «Μακριά, πολύ μακριά» αφορμάται από μια από τις πιο άγριες όψεις της μέσα από το βλέμμα ενός νεαρού που ενηλικιώνεται βίαια, για να διηγηθεί την πικρή, μοναχική, προσωπική του ιστορία.

Ο Γουίλι Νταν, 18χρονος γιος ενός αστυνομικού (άρα νομιμόφρονος στο βρετανικό στέμμα) στο Δουβλίνο, κατατάσσεται μαζί με τους υπόλοιπους της γενιάς του στο βρετανικό στρατό για να υπερασπιστεί «το δίκαιο και την ελευθερία» στα πεδία της Φλάνδρας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Εκεί ζει με μια ιρλανδική μεραρχία την αδυσώπητη σκληρότητα του πολέμου στην πιο άγρια μορφή του: τα χαρακώματα, οι επιθέσεις με δηλητηριώδη αέρια, οι μάχες σώμα με σώμα, οι συμπολεμιστές που χάνονται ένας ένας σε μια τεράστια κρεατομηχανή.

Όταν επιστρέφει με άδεια, ένα χρόνο μετά, στο Δουβλίνο συμμετέχει, ως στρατιώτης της βρετανικής αυτοκρατορίας, στα γεγονότα αυτού που αργότερα ονομάστηκε Ματωμένο Πάσχα και ουσιαστικά ήταν η αρχή του ιρλανδικού εμφυλίου πολέμου, αλλά και των μεγάλων συγκρούσεων στο εσωτερικό των δύο παρατάξεων. Η επιστροφή του στα πεδία των μαχών τον αλλάζει πλέον καταλυτικά, καθώς τα γεγονότα στην Ιρλανδία έχουν τον δικό τους αντίκτυπο στις ιρλανδικές μονάδες του μετώπου.

Οι σκέψεις και η οπτική του νεαρού αλλάζουν. Όταν διατυπώνει τις νέες του αμφιβολίες στον πατέρα του, εισπράττει την απόρριψη απ’ αυτόν που αγαπούσε περισσότερο και τις απόψεις του οποίου ενστερνιζόταν πάντα. Στην επόμενη άδειά του ανακαλύπτει ότι είναι ξένος στο ίδιο του το σπίτι. Η επιστροφή του στο μέτωπο πια τον βάζει σ’ έναν τελείως διαφορετικό κόσμο, όπου τα πάντα πλέον τα αντιμετωπίζει μόνος του, χωρίς αγαπημένους (ακόμη και η κοπελιά του τον έχει εγκαταλείψει), χωρίς συμπολεμιστές (σχεδόν όλοι οι παλιοί συμπολεμιστές του είναι νεκροί), χωρίς ένα στήριγμα. Μέχρι του σημείου ο θάνατος να φαντάζει σαν λύτρωση…

Το μυθιστόρημα του Μπάρι δεν είναι ιστορικό, ούτε φιλοδοξεί να διδάξει ιρλανδική ιστορία, απλώς κινείται σε ιστορικό πλαίσιο. Στο επίκεντρό του βρίσκεται ο αγώνας ενός ανθρώπου να κατανοήσει τα μεγάλα γεγονότα που τον συνθλίβουν (ο ιρλανδικός εμφύλιος, ο παγκόσμιος πόλεμος) και ζητώντας σταθερά σημεία αναφοράς σε μια εποχή που οι αρχές και οι ιδέες αυτοαναιρούνται και καθορίζονται μόνο από το χρώμα μιας στολής. Ο 18χρονος Γουίλι Νταν ανακαλύπτει την τραγική δύναμη της κινέζικης κατάρας «Να ζεις σε ενδιαφέροντες καιρούς…»

Ο Σεμπάστιαν Μπάρι έχει δώσει ένα πολύ δυνατό βιβλίο. Μόνο και μόνο λόγω ύφους (επιτυγχάνει μια υψηλή λυρικότητα με γλώσσα απλή, νευρική και ρέουσα) θα μπορούσε να το ισχυριστεί κανείς αυτό. Όμως, έχει φτιάξει και έναν εκπληκτικό χαρακτήρα, έναν άνθρωπο που νιώθεις ότι μπορείς να αγγίξεις, που προβληματίζεσαι μαζί του, φοβάσαι μαζί του, κινδυνεύεις μαζί του, έναν ήρωα με τον οποίο ο αναγνώστης μπορεί να ταυτιστεί σε σημαντικό βαθμό. Και, τελικά, έχει δημιουργήσει έναν ήρωα που μπορεί κάποιος εύκολα να ακολουθήσει στην κόλαση που ζει…

(Σεμπάστιαν Μπάρι, «Μακριά, πολύ μακριά», εκδόσεις «Πόλις», σελίδες 412, τιμή 20 ευρώ)
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v