Ανακαλύπτοντας τα Τζουμέρκα: Ένας προορισμός για όλες τις εποχές του χρόνου

Η ιστορία σε αυτόν τον εντυπωσιακό τόπο χάνεται στα βάθη του χρόνου προκαλώντας τον επισκέπτη να εξερευνήσει και να γνωρίσει κάθε πτυχή της.

Ανακαλύπτοντας τα Τζουμέρκα: Ένας προορισμός για όλες τις εποχές του χρόνου

«Gini vinis to locu nostros!» που σημαίνει «Καλώς ήρθατε στον τόπο το δικό μας, να περάσουμε καλά!» μας ευχήθηκε στη βλάχικη διάλεκτο ο Αντιδήμαρχος Τουρισμού και Υγείας Βορείων Τζουμέρκων, κ. Γιώργος Παππάς, και κάπως έτσι ξεκίνησε το οδοιπορικό μας στα πανέμορφα Τζουμέρκα.

«Τα Τζουμερκοχώρια είναι περίπου 47 χωριά που χτίστηκαν μεταξύ 14ου και 15ου αιώνα και απλώνονται από τα βόρεια του νομού Άρτας έως τα νότια του νομού Ιωαννίνων. Είναι χωριά φωλιασμένα σε δάση με έλατα, πλατάνια και καστανιές, παρθένα φύση, παραδοσιακούς οικισμούς, πετρόχτιστα σπίτια, εκκλησίες, σπήλαια, καταρράκτες, συνθέτοντας ένα μωσαϊκό που ο καθένας πρέπει να επισκεφτεί τουλάχιστον μια φορά στη ζωή του.» μας ανέφερε ο κ. Παππάς.

Συμπληρώνοντας πως:

«Δίπλα στα Τζουμερκοχώρια βρίσκονται τα Κατσανοχώρια που αποτελούνται από 11 χωριά, με το Καλέτζι, το Ελληνικό και τα Πλαίσια να αποτελούν τα πιο γνωστά από αυτά. Το καθένα κρύβει τους δικούς του παραδείσους που έρχονται να συμπληρώσουν ένα παζλ με κύρια χαρακτηριστικά την αγνή φυσική ομορφιά, την αλήθεια των ανθρώπων και την ανεπιτήδευτη φιλοξενία.»

Φαγητό στην παραδοσιακή ταβέρνα «Τζουμέρκα» στους Κτιστάδες

Σε μια πετρόχτιστη πλατεία, με θέα τις κατάφυτες πλαγιές, στο χωριό Κτιστάδες, κοντά στα Πράμαντα, η ταβέρνα «Τζουμέρκα» προσφέρει παραδοσιακά πιάτα ημέρας, τοπικά κρέατα, ηπειρώτικες πίτες και πλούσιες σαλάτες με φρέσκα προϊόντα. Ο ίσκιος του μεγάλου πλατάνου που βρίσκεται ακριβώς έξω από το μαγαζί, δημιουργεί το ιδανικό μέρος για να απολαύσει κανείς το φαγητό του, ακούγοντας του ήχους της φύσης.

Ξενάγηση στο σπήλαιο «Ανεμότρυπα», το πιο λευκό σπήλαιο στην Ελλάδα

 

Μόλις 3 χιλιόμετρα από το χωριό Πράμαντα, κρυμμένο στην πλαγιά του βουνού, σε υψόμετρο 900 μέτρων, βρίσκεται το σπήλαιο «Ανεμότρυπα». Μια μεγαλειώδης δημιουργία της φύσης, με ιστορία σχεδόν 15 εκατομμυρίων ετών και το μοναδικό σπήλαιο στην Ελλάδα που το διασχίζει ποτάμι σε ολόκληρο το μήκος του.

Το σπήλαιο ξεδιπλώνεται σε τρία τμήματα και η θερμοκρασία του αέρα είναι σταθερά στους 19 βαθμούς κελσίου ενώ του νερού στους 10 βαθμούς Κελσίου.

Μοναδικά σμιλευμένοι χρωματιστοί σταλαγμίτες και τρεις λιμνούλες σε αποχρώσεις του γκρι, του ορείχαλκου και το άσπρου, που έχουν σχηματιστεί στο πέρασμα του χρόνου συνθέτουν μια ονειρική ατμόσφαιρα.

Καφέ στο πολυτελές ξενοδοχείο Ορίζοντες, στον Τσόπελα Πραμάντων.

 

Μέσα σε ένα καταπράσινο δάσος από κέδρους και έλατα, σε υψόμετρο 1.000 μέτρων, βρίσκεται το ξενοδοχείο Ορίζοντες. Η θέση του στους πρόποδες της βουνοκορφής «Στρογγούλας» προσφέρει μια πανοραμική θέα της περιοχής μόλις 1,5 χλμ από το κέντρο των Τζουμέρκων, το χωριό Πράμαντα.

Οι μεγάλες τζαμαρίες του ισογείου όπου βρίσκονται το καφέ και το εστιατόριο, προσφέρουν μοναδική θέα των επιβλητικών κορυφογραμμών των Τζουμέρκων, άλλοτε καταπράσινες και άλλοτε κάτασπρες. Οι επισκέπτες μπορούν να απολαύσουν τον καφέ ή το ποτό τους στον άνετο και ατμοσφαιρικό χώρο της καφετέριας του ξενοδοχείου οποιαδήποτε ώρα της ημέρας.

Ο μπουφές με τα χειροποίητα γλυκίσματα και οι βιβλιοθήκες του χώρου σας συντροφεύουν κατά την διάρκεια της παραμονής σας.

Συρράκο: Το μεγαλύτερο πετρόχτιστο χωριό της Ελλάδας.

 

Σε υψόμετρο 1.150 μέτρων, χτισμένο σε μία πλαγιά του όρους Λάκμος, ξεπροβάλλει το πετρόχτιστο χωριό Συρράκο. Το χωριό στέκεται πάνω από την χαράδρα του ποταμού Χρούσια, παραπόταμου του Αράχθου ενώ απέναντί του αντικρίζει τα Τζουμέρκα.

Το Συρράκο διατηρεί αναλλοίωτη την παραδοσιακή Ηπειρώτικη αρχιτεκτονική με τα λιθόκτιστα σπίτια, με στέγες από σχιστόλιθο. Το 1975 χαρακτηρίστηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού ως οικισμός ιδιαίτερου φυσικού κάλλους και ειδικής προστασίας και το 1978 από το Υπουργείο Χωροταξίας και Περιβάλλοντος ως παραδοσιακός οικισμός.

Το κύριο υλικό δομής των κτιρίων του οικισμού είναι η λαξευτή πέτρα στους τοίχους και η σχιστόπλακα στις στέγες. Πολλά οικήματα είναι μεγάλα και πλούσια, κάτι που μαρτυρά την οικονομική άνθηση του Συρράκου στο παρελθόν.

Αξιοσημείωτο αποτελεί το γεγονός πως στο εσωτερικό του χωριού απαγορεύεται η διέλευση οχημάτων με αποτέλεσμα να διατηρείται άθικτο το παραδοσιακό του χρώμα. Η παρουσία οχημάτων επιτρέπεται μέχρι την είσοδο του οικισμού, όπου μία πέτρινη γέφυρα τον συνδέει με τον σύγχρονο δρόμο. Εντούτοις, υπάρχει περιφερειακός δρόμος, ο οποίος οδηγεί στο εσωτερικό του, χωρίς να αλλοιώνει τον παραδοσιακό χαρακτήρα του.

Επίσκεψη στο μουσείο του ποιητή Κώστα Κρυστάλλη στο Συρράκο

Στον παραδοσιακό οικισμό του Συρράκου βρίσκεται το πατρικό σπίτι του ποιητή και πεζογράφου Κώστα Κρυστάλλη (1868-1894) το οποίο λειτουργεί σήμερα ως λαογραφικό μουσείο και βιβλιοθήκη.

 

Εκτός από τα προσωπικά αντικείμενα του ποιητή και άλλα εκθέματα παρουσιάζονται στις υποδομές του μουσείου όπως τα μέσα παραγωγής της οικιακής τυροκομίας και υφαντουργίας, παραδοσιακές στολές και φωτογραφίες της εποχής.

Ο κύριος Κώστας, ο ξεναγός, με τη γκλίτσα στο χέρι, και πολλή αγάπη για τον τόπο του, σε ταξιδεύει στις μνήμες του παρελθόντος. Στον προαύλιο χώρο δεσπόζει η προτομή του ποιητή.

Φαγητό στην ταβέρνα «Ο Σταυραετός»

Η παραδοσιακή ταβέρνα «Ο Σταυραετός» στο Συρράκο, είναι η πρώτη τουριστική επιχείρηση της περιοχής. Ιδρύθηκε το 1976 από τον Βασίλη Βαίτση και ως σήμερα η οικογένειά του συνεχίζει να παρέχει τις υπηρεσίες της στους επισκέπτες και λάτρεις του χωριού.
Η ανεπτυγμένη κτηνοτροφία της περιοχής και η παρασκευή τυροκομικών προϊόντων, αποτελούν το σημαντικότερο στοιχείο της γαστρονομίας του Συρράκου. Σε κάθε τραπέζι συναντάται μεγάλη ποικιλία συνταγών από τυριά όπως τηγανιτή γραβιέρα και κεφαλοτύρια, γαλοτύρι και ψημένη φέτα. Η γαστρονομική ποικιλία της περιοχής εμπλουτίζεται με τις πίτες, που οι συνταγές τους μεταφέρονται αναλλοίωτες στον χρόνο από γενιά σε γενιά.

Διαμονή στο «Παλιό Σχολείο» στο Συρράκο


Φωτογραφία του Βαγγέλη Γιωτόπουλου

Από χιλιόμετρα μακριά ξεχωρίζει το παλαιό Σχολείο του Συρράκου το οποίο στέκεται αγέρωχο έναν αιώνα και είναι χαρακτηρισμένο ως Νεώτερο Μνημείο διατηρώντας τον αρχικό του αρχιτεκτονικό σχεδιασμό.

Η κυρία Ματίνα Λώλη και ο κύριος Βαγγέλης Γιωτόπουλος, Αντιπρόεδρος της Ένωσης Ξενοδόχων Ν.Ιωαννίνων ,αγάπησαν την περιοχή και έφεραν ξανά στη ζωή το παλιό δημοτικό σχολείο του χωριού, με την τεράστια ιστορία, μετατρέποντάς το σε ένα Boutique ξενοδοχείο υψηλών προδιαγραφών.

Η κυρία Ματίνα μας μίλησε για την ιστορία του κτιρίου:

«Η ανέγερση του σχολείου ξεκίνησε το 1925 και ολοκληρώθηκε σε πολύ σύντομο διάστημα, το 1929. Είναι το μοναδικό χαρακτηρισμένο ως διατηρητέο παραδοσιακό κτίριο με τσίγκο και αποτελείται ολόκληρο από πέτρα πάχους 80 εκατοστών. Είχε φτάσει να απαριθμεί μέχρι και 400 μαθητές…Το σχολείο σταμάτησε τη λειτουργία του το 1980 μετά τη θέσπιση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης το 1977. Από το 1980 μέχρι το 2000 παρέμεινε κλειστό και λόγω των φθορών και της ανάγκης για συντήρηση μετατράπηκε σε ξενώνα με στόχο να φιλοξενεί τους απανταχού Συρρακιώτες με καλύτερη τιμή. Το εγχείρημα αυτό όμως δεν πέτυχε και το κτίριο έμεινε κλειστό. Από το 2004 έως το 2017 το ξενοδοχείο νοικιάστηκε από έναν νεαρό Συρρακιώτη από την Πρέβεζα, ο οποίος παντρεύτηκε και μετακόμισε στα Γιάννενα. Στη συνέχεια το κτίριο έμεινε κλειστό και μετά τον κορονοϊό μπήκε σε πλειστηριασμό.»

Σήμερα λοιπόν το στολίδι το Συρράκο φιλοξενεί τους επισκέπτες του χωριού και των γύρω περιοχών προσφέροντας δωμάτια με υψηλή αισθητή, σε όμορφα χρώματα, ιδανικά για χαλάρωση και ξεκούραση.

 

Παραδοσιακό ηπειρωτικό πρωινό στην αυλή του ξενοδοχείου με θέα το καταπράσινο τοπίο και τις πετρόχτιστες στέγες. Συρρακιώτικο γιαούρτι, ντόπιο μέλι «Γαλαζούλα», φρέσκο τσάι, χειροποίητες μαρμελάδες, παραδοσιακές πίτες και κέικ φτιαγμένα από την κυρία Ματίνα.

Rafting στο Φαράγγι Αράχθου με την έμπειρη ομάδα της Via Natura

 

Σύμφωνα με τη μυθολογία, κάποτε, στην κορυφή του βουνού Λάκμος ή Περιστέρι ζούσαν τρία αδέρφια, ο σοβαρός Άραχθος, η όμορφη Σαλαμπρία (σημερινός Πηνειός) και ο ατίθασος Άσπρος (σημερινός Αχελώος), τα οποία είχαν γεννηθεί στην Πίνδο. Ένα βράδυ η Σαλαμπρία εξαφανίστηκε. Είχε φύγει για να συναντήσει έναν θεό του Ολύμπου στον κάμπο, ωστόσο απογοητεύτηκε και πνίγηκε στο Ιόνιο. Όταν ο Άσπρος, δηλαδή ο Αχελώος, διαπίστωσε ότι η αδερφή του έλειπε άρχισε να την αναζητεί, κυλώντας ορμητικά τα βουνά ανάμεσα από γκρεμούς και χαράδρες. Ο Άραχθος ήταν απαρηγόρητος και άρχισε να τριγυρνά μόνος του στην Ήπειρο και να ψάχνει τα αγαπημένα του αδέρφια. Έφτασε μέχρι τον Αμβρακικό κόλπο και μόλις κατάλαβε ότι έχασε οριστικά την οικογένεια του, έπεσε στο Ιόνιο και πνίγηκε.

Η περιοχή των Τζουμέρκων ενδείκνυται για εναλλακτικές δραστηριότητες όπως το ράφτινγκ, η πεζοπορία , η αναρρίχηση, η ποδηλατοδρομία, τοξοβολία, κ.α όλες τις εποχές του χρόνου.

Η έμπειρη ομάδα της Via Natura είναι έτοιμη να σε μυήσει στα μυστικά του ράφτινγκ και αφού σε εξοπλίσει κατάλληλα (στολή, κράνος ειδικά παπούτσια σωσίβιο), σε καθοδηγεί βήμα βήμα και με ασφάλεια σε όλη τη διαδρομή.

Μια μοναδική εμπειρία για μικρούς και μεγάλους!

Η διαδρομή από τη γέφυρα Πολιτσάς μέχρι τη γέφυρα Πλάκας, μήκους περίπου 12 χιλιομέτρων, είναι βαθμού δυσκολίας 3 και η διάρκειά της περίπου 2 ώρες. Το τρίτο στη σειρά πλεύσιμο κομμάτι του Αράχθου και ίσως το πιο όμορφο της Ελλάδος.

Το γεφύρι της Πλάκας, χτισμένο το 1866 και επανακατασκευασμένο το 2019 αποτελεί το μεγαλύτερο μονότοξο γεφύρι των Βαλκανίων και το τρίτο μεγαλύτερο στην Ευρώπη.

Κατά τη διάρκεια της διαδρομής, απαραίτητη είναι μια στάση στον Καταρράκτη της Κλίφκης με τα γαλαζοπράσινα, δροσερά νερά. Οι ψηλές κορυφές των βουνών, τα απόκρημνα βράχια, οι σπηλιές, τα γαλαζοπράσινα νερά του ποταμού δημιουργούν ένα τοπίο βγαλμένο από παραμύθι.

Γεύμα στην ξακουστή Ταβέρνα Μπούτζας, στο χωριό Πράμαντα

 

Ακριβώς πίσω από τον ναό της Αγίας Παρασκευής, στην πανέμορφη πλατεία του χωριού η οικογενειακή χασαποταβέρνα του Μπούτζα αποτελεί σταθερή αξία, καθώς από το 1957 προσφέρει ανελλιπώς εξαιρετικά κρέατα κατευθείαν από το κρεοπωλείο της οικογένειας.

Εδώ ο επισκέπτης θα γευτεί ντόπια κρεατικά, αρνάκι «κλέφτικο», ζυγούρι κοκκινιστό, κοκορέτσι, προβατίνα στα κάρβουνα, παϊδάκια αρνίσια, γαλοτύρι και παραδοσιακή τυρόπιτα.

Περιήγηση και φαγητό στο χωριό Καλαρρύτες

 

Χτισμένη μέσα σε απόκρημνο βράχο, στο δρόμο προς τον παραδοσιακό οικισμό Καλαρρύτες, βρίσκεται η Ιερά Μονή Κηπίνας.

Το 1212 ο Μοναχός Γρηγόριος ξεκίνησε να χτίζει το μοναστήρι και το αφιέρωσε στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Το όνομα της μονής οφείλεται στους κήπους που καλλιεργούσαν οι μοναχοί. Η Μονή γνώρισε ιδιαίτερη άνθηση κατά τον 18ο αιώνα και οι μοναχοί της διακρίθηκαν για το κοινωνικό τους έργο.

Το 1817 το μοναστήρι πέρασε από τα γεωγραφικά όρια της κωμοπόλεως Συρράκου στους Καλαρρύτες, αφού οι Συρρακιώτες δεν έδωσαν κοπέλα για το χαρέμι του τύραννου Αλή Πασά. Η θέση και η φύση του μνημείου, καθιστούσαν το μοναστήρι απροσπέλαστο και ένα από τα λίγα που δεν καταστράφηκε από ληστρικές επιδρομές.

Η πρόσβαση στη μονή γίνεται από ένα μονοπάτι που είναι λαξευμένο στον βράχο και μια μικρή κρεμαστή ξύλινη γέφυρα, την οποία σήκωναν οι μοναχοί με μοχλό για να αποκόπτουν την πρόσβαση στους εχθρούς


Καφέ - Ψησταριά Ο "Μπάρος", πλατεία Καλαρρυτών

Φθάνοντας στους Καλαρρύτες, μετά τη βόλτα στα πλακόστρωτα σοκάκια του χωριού, η πορεία οδηγεί στην κεντρική πλατεία όπου μικροί και μεγάλοι συγκεντρώνονται για καφέ, φαγητό, ποτό και κουβέντα.

Είναι αξιοσημείωτο πως οι ηλικιωμένοι κάτοικοι του χωριού ομιλούν ακόμη τη βλάχικη διάλεκτο, μια γλώσσα που μεταλαμπαδεύεται προφορικά από τους παλιούς, στους νεότερους.

Ακριβώς δίπλα στην πλατεία βρίσκεται η ιδιωτική ιστοριο-λαογραφική συλλογή «Αγγέλα Χρ. Γκολφινοπούλου». Στο παλιό αρχοντικό που ανήκε στον κ. Κωσταδήμα, πριν περιέλθει στην κατοχή της οικογένειας Γκολφινόπουλου, φυλάσσεται πλούσια συλλογή από εκθέματα ιστορικού και λαογραφικού χαρακτήρα.

Εκεί η συνταξιούχους εκπαιδευτικός κ. Κατερίνα Μουσαφίρη – Γκολφινοπούλου ξεναγεί τους επισκέπτες με ευγένεια και καλοσύνη αποκαλύπτοντας στους θησαυρούς που διατηρεί.

 

Η περιήγηση ολοκληρώνεται με φαγητό στην ψησταριά «Ο Μπάρος», μπροστά στην πλατεία του χωριού, με παραδοσιακές πίτες, ντόπια τυριά, γίγαντες με λάπαθα και χειροποίητα γλυκά.

Περιήγηση στο χωριό Ελληνικό – Ένα υπαίθριο μουσείο τέχνης

Επίσκεψη στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης "Θεόδωρος Παπαγιάννης" και στην Ιερά Μονή Τσούκας

Άξιο λόγου είναι πως κατά μήκος όλης της διαδρομής, από την είσοδο του Ελληνικού μέχρι και το λόφο που βρίσκεται η Ιερά Μονή Τσούκας, είναι τοποθετημένα έργα του καλλιτέχνη Θεόδωρου Παπαγιάννη, στολίζοντας το τοπίο και μπλέκοντας την παράδοση, με τη μνήμη και την τέχνη.

Το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης «Θεόδωρος Παπαγιάννης» ιδρύθηκε το 2009 και φιλοξενείται στο κτήριο του παλιού δημοτικού σχολείου του χωριού το οποίο κτίστηκε από σπουδαίους Ηπειρώτες μαστόρους με χρήματα του ευεργέτη Νικολάου Μαντελόπουλου.

 

Ο φημισμένος γλύπτης Θεόδωρος Παπαγιάννης είναι από τους λίγους – αν όχι ελάχιστους- Έλληνες καλλιτέχνες που χρησιμοποιούν πλήθος υλικών, όπως, ξύλο, μέταλλο, πολυεστέρα, πηλό κ.α, τα οποία συχνά είναι ανακυκλώσιμα, ξεχασμένα ή πεταμένα. Στο μουσείο βλέπουμε έργα φτιαγμένα μέχρι και από τα αποκαΐδια του Πολυτεχνείου.

Τα έργα του καλλιτέχνη μιλούν για τον άνθρωπο, τα επαγγέλματα του τόπου, την πνευματική άνθιση και δημιουργήθηκαν «από τις μνήμες που τον σημάδεψαν και τον σημαδεύουν σε όλη του τη ζωή. Έγιναν από βιώματα δυνατά που έδωσαν τροφή στην δημιουργικότητά του», σύμφωνα με τον ίδιο.

Ακολουθώντας τη διαδρομή, βορειοανατολικά του χωριού, σε απόσταση 3 χιλιομέτρων από το μουσείο, απλώνεται η Ιερά Μονή Τσούκας. Το μοναστήρι, αφιερωμένο στο Γενέθλιο της Θεοτόκου, και σε υψόμετρο 760 μέτρων, είναι άριστα διατηρημένο και δεσπόζει στην κορυφή ενός απότομου, σχεδόν κάθετου βράχου με απόλυτη θέα προς τη χαράδρα του Αράχθου.

Σύμφωνα με την παράδοση το μοναστήρι ιδρύθηκε στα 1190 από τον αυτοκράτορα Ισαάκιο Β’ Άγγελο, καταστράφηκε το 1736 και ανακαινίσθηκε το 1779. Λέγεται ότι στο βράχο Τσούκα βρέθηκε μία εικόνα της Παναγίας και οι Λοζετσινοί, δηλαδή οι κάτοικοι του Ελληνικού, έκτισαν ένα εκκλησάκι στο λόφο της Αγ. Μαρίνας και την τοποθέτησαν στο εσωτερικό του. Η εικόνα όμως κάθε βράδυ μεταφερόταν στην Τσούκα υποδεικνύοντας με τον τρόπο αυτό την τοποθεσία ανέγερσης του Μοναστηριού.

Η Ιερά Μονή Τσούκας πήρε το όνομά της από την κορυφή του λόφου που είναι χτισμένη, καθώς «Τσιούκα Ανάλτα» στα βλάχικα σημαίνει «υψηλή κορυφή».

Στο πίσω μέρος της μονής ο επισκέπτης και προσκυνητής της μονής μπορεί να θαυμάσει τη χαράδρα του Αράχθου ποταμού που έχει χαρακτηριστεί ως τοπίο ιδιαιτέρου φυσικού κάλλους.

Φαγητό στην ταβέρνα «Ο Ντούσκος» στο Ελληνικό

Λίγα βήματα μακριά από το Μουσείο Παπαγιάννη, σε μια υπερυψωμένη πλατεία, κάτω από τη σκιά των πλατανιών, η ταβέρνα «Ο Ντούσκος» προσφέρει αυθεντικές παραδοσιακές γεύσεις. Θα γευτείτε τοπικά κρέατα, γαλοτύρι, μπουγιουρντί, παραδοσιακές πίτες και πεντανόστιμα γλυκά σε ένα περιβάλλον φιλόξενο και ζεστό, με θέα τα πανέμορφα τοπία της περιοχής.

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v