Η φαλακρή τραγουδίστρια σε σκηνοθεσία Αλκίνοου Δωρή στο House of Smiths

Η θεατρική ομάδα Loxodox παρουσιάζει το έργο του Ευγένιου Ιονέσκο «Η φαλακρή τραγουδίστρια» στον ειδικά διαμορφωμένο χώρο «House of Smiths».

Η φαλακρή τραγουδίστρια σε σκηνοθεσία Αλκίνοου Δωρή στο House of Smiths

Το έργο αυτό ήταν πρωτοποριακό για την εποχή του και καθιέρωσε το «θέατρο του παραλόγου». Μέρος μιας παριζιάνικης θεατρικής ομάδας που περιλάμβανε τους Samuel Beckett, Jean Genet και Arthur Adamov, ο Ionesco περιγράφηκε ως ασκούμενος του Θεάτρου του Παραλόγου. Το Théâtre de l'absurde είναι ένα σουρεαλιστικό θέατρο που εστιάζει στην αναζήτηση νοήματος σε έναν κόσμο χωρίς νόημα.

Ο χώρος που εκτυλίσσεται το έργο είναι το σαλόνι του κυρίου και της κυρίας Smith στα προάστια του Λονδίνου. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η παράσταση φιλοξενείται σε ένα διαμέρισμα του 6ου ορόφου, στο House of Smiths στην οδό Ζωοδόχου Πηγής 70-74 στα Εξάρχεια. Ο χρόνος, γνωστός μόνο μέσα από ένα χαλασμένο ρολόι. Τα σκηνικά, έπιπλα Λουί σέζ, με πολυθρόνες καρέκλες και τραπεζάκια, φωτιστικά μιας συγκεκριμένης εποχής, σαν αυτή των παππούδων, ήταν επιμελημένα όπως και τα κοστούμια που ακολουθούσαν την ίδια νοοτροπία από την Μαρίζα Θεοφυλακτοπούλου.

Πριν ξεκινήσει η παράσταση κλασική μουσική ακούγεται στο σπίτι και η κ. Σμιθ (Μαρίζα Θεοφυλακτοπούλου) την απολαμβάνει στην πολυθρόνα της, ενώ ακούγοντάς την κάνει βλεφαρισμούς δήθεν ότι τη συνεπαίρνει. Εξαρχής νιώθουμε ότι ο τρόπος της είναι υποκριτικός, επιφανειακός, επιδερμικός. Βάζει τη βάση του έργου του Ιονέσκο. Πρόκειται για μια κυρία που ξιπάζεται στο σαλόνι της, ενώ ο σύζυγός της, ο κ. Σμιθ (Σταύρος Καστρινάκης) πιο δίπλα στο γραφείο του, μελετά την εφημερίδα και κατά διαστήματα τρίζει χαρακτηριστικά τη γλώσσα του. Από την αρχή αποδίδεται η αποπνικτική κοινοτοπία ενός αστικού νοικοκυριού μέσα από ένα στερεοτυπικό ζευγάρι με ρόλους διακριτούς.

Έχουν μόλις δειπνήσει, γεγονός που αποτελεί αφορμή για μια ανιαρή συζήτησή μεταξύ τους, γύρω από την ποιότητα του γεύματός τους, την ποσότητα που κατανάλωσαν, μιλούν γύρω από τα παιδιά και το πόσο έφαγαν και όλα αυτά δίνουν εξαρχής το βαρετό ανούσιο περιβάλλον μέσα στο οποίο έχουν σαφώς βυθιστεί. Μιλούν για τις συνήθειες των παιδιών, για τους γείτονές τους, προσπαθούν να γεμίσουν το κενό τους χώρο με λέξεις. Τα άσκοπα κουδουνίσματα ταράσσουν ελαφρά ή και όχι πάντα την ακαμψία αυτή και νηνεμία του ζεύγους. Ο κύριος Σμιθ αδιάφορος, ενώ η σύζυγός του φαινομενικά αγνοεί την έλλειψη ενδιαφέροντός του. Ο μονόλογος της κυρίας Σμιθ φαίνεται ολοένα και πιο σουρεαλιστικός, ενώ ο διάλογος συνεχίζεται καθώς ο Σμιθ ενώ διαβάζει ακόμα την εφημερίδα- εκφράζει την έκπληξή του που οι ηλικίες των νεκρών τυπώνονται συνήθως στις εφημερίδες, ενώ αυτές των νεογέννητων ποτέ. Στη συνέχεια, οι δύο σύζυγοι συζητούν μια πρόσφατη επέμβαση που έκανε πρώτα ο χειρουργός στον εαυτό του αλλά και στον ασθενή του, που τελικά πέθανε.

Ένας καλός γιατρός, πιστεύει ο Σμιθ, θα πρέπει να πεθάνει μαζί με τον ασθενή του, όπως ένας καπετάνιος πρέπει να βουλιάξει με το πλοίο του. Η συζήτηση για μια προφανή νεκρολογία για τον Bobby Watson αποσπά σύντομα τις περαιτέρω πληροφορίες ότι ο άνδρας είναι νεκρός εδώ και τρία χρόνια, ότι άφησε ένα πραγματικά καλοδιατηρημένο πτώμα, ότι η σύζυγός του (ονομάζεται επίσης Bobby Watson, όπως και ο γιος και η κόρη τους. Τα ονόματα, ο χρόνος, η ιδιότητες δεν έχει καμία σημασία.

Το συμβάν που ανατρέπει την ψυχική νιρβάνα του ζεύγους είναι η επίσκεψη των επιστήθιων φίλων τους του κυρίου (Νεκτάριος Σμυρνάκης) και της κυρίας Μάρτιν (Μαριλένα Γερμανού). Οι οικοδεσπότες αποσύρονται για να αλλάξουν ρούχα, ενώ στην σκηνή εμφανίζονται οι Μάρτιν, οι οποίοι συμπεριφέρονται σαν δύο ξένοι που συναντιούνται για πρώτη φορά και ανακαλύπτουν δειλά δειλά τα πρώτα κοινά τους στοιχεία. Τελικά, μετά από κάποια συζήτηση ανακαλύπτουν ότι παλιά ήταν παντρεμένοι. Παρόλο που παρουσιάζονται ως σύζυγοι, οι Μάρτιν (σε μια από τις πιο διάσημες σκηνές του σύγχρονου δράματος) αρχίζουν να μιλούν μεταξύ τους με την αδεξιότητα μεταξύ αγνώστων σε ένα τρένο. Ο κύριος και η κυρία Σμιθ επιστρέφουν στην σκηνή, χωρίς να έχουν αλλάξει ρούχα, προσποιούμενοι όμως, ότι φοράνε τις καλύτερες ενδυμασίες προς τιμήν των επισκεπτών. Μετά από κάποια αμηχανία αρχίζουν να συζητούν και να διηγούνται τα βαρετά γεγονότα της ημέρας, δίχως κανένα νόημα. Ξαφνικά χτυπάει το κουδούνι. Ο κύριος και η κυρία Σμιθ ανοίγουν την πόρτα, αλλά δεν είναι κανείς. Αυτό συμβαίνει τρεις φορές και την τέταρτη παρουσιάζεται ένας πύραρχος (Μπέτυ Σαράντη) που ψάχνει απεγνωσμένα να σβήσει μια φωτιά- δήθεν ότι κάνει κάτι. Εξαιρετική η ερμηνεία της ηθοποιού. Μπαίνει μέσα με ανδρική συμπεριφορά αναζητώντας τη φωτιά, έχει κίνηση, βλέμμα και εκφορά λόγου ανάλογα του ρόλου της. Οι οικοδεσπότες του προτείνουν να μείνει για λίγο και να τους κάνει συντροφιά. Ο πυροσβέστης δέχεται και αρχίζει να λέει ιστορίες χωρίς νόημα, τις οποίες ανταποδίδει ο κύριος Σμιθ με την ίδια ικανότητα. Εν τω μεταξύ αναμιγνύονται και η κυρία Σμιθ και η υπηρέτρια, η Μαίρη (Αλκίνοος Δωρής ) λέγοντας τα δικά τους. Ο Αλκίνοος Δωρής μεταφραστή του έργου, σκηνοθέτης της παράστασης και ηθοποιός στο ρόλο της Μαίρης έδωσε πλήρως το κλίμα του Ιονέσκο και το πήγε και πιο πέρα, καθώς ο Πύραρχος και η Μαίρη αποτέλεσαν τους δυο ρόλους που ήταν και οι πιο ζωντανοί στο έργο. Αυτοί οι άνθρωποι που δεν είχαν πέσει στο χάος του μικροαστισμού. H υπηρέτρια κάποια στιγμή αγκαλιάζει τον πυροσβέστη αποκαλύπτοντας ότι οι δυο τους παλιά ήταν ερωτικό ζευγάρι. Ο κύριος Σμιθ την απολύει. Ο πυροσβέστης φεύγει και αυτός, ρωτώντας «τι κάνει η φαλακρή τραγουδίστρια;» και η κυρία Σμιθ απαντά: «φοράει και χτενίζει πάντα την ίδια περούκα», εννοώντας προφανώς ότι τίποτα δεν δείχνει να αλλάζει σε ένα φαλακρό τοπίο.

Το έργο αυτά εκφράζει το αίσθημα της αποξένωσης και την αδυναμία και ματαιότητα επικοινωνίας με σουρεαλιστικό και κωμικό τρόπο, παρωδώντας τον κομφορμισμό της αστικής τάξης και τις κοινές θεατρικές φόρμες. Αυτό ακριβώς έκανε πράξη η παράσταση. Σε ένα σαλόνι παρατηρούμε, ή καλύτερα βιώνουμε την απόλυτη παραφροσύνη του καπιταλισμού, του φασισμού, της κυβέρνησης, της κοινωνίας και των ανθρώπων.

Ο Ιονέσκο απεικονίζει έναν αποκτηνωμένο κόσμο με μηχανικούς χαρακτήρες σαν μαριονέτες. Όλοι καθισμένοι, καθηλωμένοι στις καρέκλες τους και στην πάγια σκέψη τους ανταλλάσσουν επαναλαμβάνοντας τις ρηχές τους κουβέντες. Οι χαρακτήρες του έργου είναι θύματα της ίδιας τους της γλώσσας, αιχμάλωτοι της καθημερινότητας, βυθισμένοι σε μια θάλασσα μοναξιάς, επιφανειακών σχέσεων. Οι Μάρτιν θα λέγαμε ότι είναι ο καθρέφτης των Σμιθ. Δεν είναι σε θέση να συνομιλήσουν, διότι έχουν καταναλώσει όλες τους τις ιδέες, και δεν είναι σε θέση να νιώσουν κανένα συναίσθημα. Σε αυτό το σημείο η κίνηση που επιμελήθηκε η Αγγελική Τσούπρα, έπαιξε καίριο ρόλο ώστε να απεικονιστεί η ανία, η δυσθυμία, η δυστυχία, το χάος, των δυο οικογενειών σε αντίθεση με την κίνηση κάπως διαφορετική, τουλάχιστον στον ρυθμό, της Μαίρης και κυρίως του πύραρχου.

Μια παράσταση που σίγουρα έχει ενδιαφέρον να τη δει κάποιος. Αποδόθηκε πλήρως η κενότητα του ανθρώπου που δεν μπορεί πια να νιώσει κανένα συναίσθημα. Τα δυο ζωντανά κύτταρα του έργου ο πύραρχος και η Μαίρη αποχωρούν στο τέλος. Τι νόημα θα είχε να συναναστραφούν αυτούς τους επίπεδους ανθρώπους;

Ταυτότητα της παράστασης
Συγγραφέας: Ευγένιος Ιονέσκο
Μετάφραση – Σκηνοθεσία: Αλκίνοος Δωρής
Σκηνικά-Κοστούμια: Μαρίζα Θεοφυλακτοπούλου
Επιμέλεια κίνησης: Αγγελική Τσούπρα
Φωτισμοί: Θωμάς Οικονομάκος
Mουσική επιμέλεια: Loxodox
Κατασκευή Κοστουμιών: Ram Ram
Aνθοστολισμός: KOPRIA
Καλλιτεχνική συνεργάτις – σχεδιασμός αφίσας: Ισμήνη Ασημάκη
Φωτογραφίες: Σιδέρης Νανούδης
Επικοινωνία: Δέσποινα Ερρίκου, Ράνια Παπαδοπούλου
Παραγωγή: Loxodox
Παίζουν:
Μαριλένα Γερμανού (κα. Μάρτιν), Αλκίνοος Δωρής (Μαίρη), Μαρίζα Θεοφυλακτοπούλου (κα. Σμιθ), Σταύρος Καστρινάκης (κ. Σμιθ), Μπέτυ Σαράντη (πύραρχος), Νεκτάριος Σμυρνάκης (κ. Μάρτιν)

 

House of Smiths
Ζωοδόχου Πηγής 70-74, Εξάρχεια

Ημέρες & ώρες Παραστάσεων: Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο στις 21: 00
Διάρκεια : 70 λεπτά
Τηλέφωνα επικοινωνίας κρατήσεων : 6948199103

Λόγω της ειδικής διαμόρφωσης του χώρου είναι απαραίτητη η κράτηση θέσεων

Τιμές εισιτηρίων: 10€

Προπώληση: Viva.gr

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v