Τι σημαίνει το επίθετό μου; Οι ρίζες των επωνύμων μας
Τι μπορεί να υποδηλώνει το επίθετό μας και από πού προέρχεται; Μια σύντομη και… επώνυμη ανάλυση.
Παλαιότερο των 360 ημερών
του Νικόλα Γεωργιακώδη
Μας… ακολουθούν πιστά από την στιγμή της γέννησής μας και καθ’ όλη την διάρκεια της ζωής μας, όμως ελάχιστες φορές γνωρίζουμε έχουν ετυμολογικές και ιστορικές ρίζες οι οποίες ενίοτε χάνονται στα βάθη της ιστορίας, όμως με λίγη μελέτη και ψάξιμο «εξιχνιάζονται» σχετικά εύκολα.
Όπως αναφέρει ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης στο βιβλίο του «Τα οικογενειακά μας ονόματα», ο σχηματισμός των επωνύμων παρουσιάζει μεγάλο πλούτο σε μορφολογικά στοιχεία κάτι το οποίο επιτείνεται και από την ίδια την γεωγραφία της Ελλάδας. Για παράδειγμα στην Κεφαλονιά έχουμε την κατάληξη «-άτος», την κατάληξη «-έλης» στην Μυτιλήνη και την Λήμνο, το «-έας» στην Μάνη, το «-πούλος» κατά κύριο λόγο στην Πελοπόννησο, το «-ούσης» στη Χίο και τα «-άντης», «-ίδης» και «-ιάδης» στις περιοχές του Πόντου.
Αν μπορούσαμε λοιπόν, να διαχωρίσουμε τα ελληνικά επώνυμα σε κάποιες κατηγορίες, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και εξαιρέσεις αυτές θα ήταν οι εξής:
Πατρωνυμικά: Αυτά τα οποία χρησιμοποιούν για ρίζα τους βαφτιστικά ονόματα, είναι μαζί με τα παρατσούκλια το συχνότερο είδος των οικογενειακών ονομάτων. Τα συναντούμε σε ονομαστική πτώση (π.χ. Κωστής, Γεωργής), σε γενική (π.χ. Γεωργίου, Δημητρίου), αλλά και με πολλές καταλήξεις ή υποκοριστικά (π.χ. Στεφανίδης, Αθανασούλας). Για να καταλάβετε πόσο μεγάλη είναι η ποικιλία στην συγκεκριμένη κατηγορία επωνύμων, αρκεί να αναλογιστείτε ότι μόνο από το όνομα Γιάννης, βγαίνουν περίπου… 1431 διαφορετικά πατρωνυμικά. Για παράδειγμα: Γιαννάκης, Γιαννάκος, Γιάννος, Γιαννόπουλος, Γιαννούλης, Γιαννάτος, Βλαχογιάννης, Γερογιάννης, Καλόγιαννος κ.ο.κ.
Μητρωνυμικά: Είναι τα επώνυμα τα οποία βασίζονται στο όνομα της μητέρας, για παράδειγμα Κώστας Ελένης (δηλαδή ο Κώστας της Ελένης). Όπως αναφέρει ο Τριανταφυλλίδης, πρόκειται για επώνυμα τα οποία χρησιμοποιήθηκαν σε πολλά μέρη της Ελλάδας, όταν η μητέρα χήρευε νωρίς ή ο πατέρας είχε ξενιτευτεί ή όταν η προσωπικότητα της μητέρας επισκίαζε τον πατέρα. Είναι αρκετά σπάνια και χωρίζονται και αυτά σε κατηγορίες ανάλογα με το επάγγελμα της μητέρας ή του άντρα της (Καλογραίας, Μακαρονούς, Μαμμής, Τσαγκαρίνας), την καταγωγή της μητέρας (Αμουργιανής, Αραπίνης, Βλάχας), ακόμα και το… ελάττωμα της (Βουβής, Καμπούρας).
Εθνικά: Είναι τα επώνυμα τα οποία δηλώνουν καταγωγή και φανερώνουν τον τόπο που γεννήθηκε, δούλεψε ή έζησε αυτός που έχει το όνομα. ή πιο συχνά τον τόπο από τον οποίον ήρθε. Αναφέρονται συνήθως σε χωριά ή ευρύτερες γεωγραφικές περιοχές και οι καταλήξεις τους είναι δεκάδες. Για παράδειγμα:
-ιώτης: Αγραφιώτης, Αϊβαλιώτης, Λεπενιώτης, Ανδριώτης, Ηπειρώτης, Χιώτης κτλ. -ίτης: Μπεγλίτης, Αϊβαλίτης, Λεβαδίτης, Μοσκοβίτης, Σχωρτσανίτης (από την Σχωρέτσαινα της Άρτας), Πολίτης, Αργυροκαστρίτης κτλ. -ανος, ιανος: Αμοριανός, Κουταλιανός (από το νησί Κούταλη), Ψαριανός, Σακαρετσιάνος, Χρυσοβιτσιάνος κ.α. -ινός: Πατρινός, Παργινός, Ζακυνθινός, Καλαβρυτινός, Αρτινός -αίος: Κερκυραίος, Ρωμαναίος - ιάτης: Μανιάτης, Μυκονιάτης -ήτης: Το μοναδικό Αιγινήτης.
Επαγγελματικά: Δεν είναι τόσο άφθονα όσο τα υπόλοιπα είδη και δηλώνουν επαγγέλματα τα οποία χάνονται στα βάθη των αιώνων. Από τα βυζαντινά χρόνια (Αμπελάς, Λαχανάς, Ζωναράς, Καμπανάρης, Γραμματικός, Παλαιολόγος, Δούκας, Λογοθέτης) μέχρι τα νεοελληνικά (Γελαδάρης, Υφαντής, Δεμερτζής, ο σιδεράς δηλαδή, Αρκουδάρης, Περιβολάρης, Ψαράς, Σαμαράς, Κανατάς, Καλλιγάς, Κουρέας, Ασβεστάς, Βαγενάς).
Παρατσούκλια: Σύμφωνα με τον Τριανταφυλλίδη, αποτελούν τον κύριο όγκο των επωνύμων μαζί με τα πατρωνυμικά (και προέρχονται κατά κύριο λόγο από χαρακτηρισμούς που βασίζονται σε σωματικές (Βραχνός, Ζερβός, Ελαφρός, Λιανός, ο λεπτός, Φαφούτης, Καμπούρης, Λεβέντης), πνευματικές και ηθικές ιδιότητες (Βιαστικός, Αγέλαστος, Θλιμμένος, Κατεργαράκος, Κοιμήσης, Πονηρός, Καμαρωτός). Μπορούν όμως, να προέρχονται και από παρομοιώσεις με ζώα (Αλεπουδέλης, Αλογοσκούφης, Λιονταράκης, Γάτος, Κατσίκης, Λύκος, Ποντίκης), με φυτά (Γαρούφαλος, Κρομμυδάς, Τριφύλλης, Καρπούζης, Πιπέρης, Ρεβίθης) ή να υποδηλώνουν συγγένεια και ηλικία (Εγγονόπουλος, Κανακάρης, Ορφανός, Παπούλιας, Αφεντάκης, Πατέρας).
Σε πρόσφατο post της σελίδας μας στο Facebook, αλλά και σε μηνύματα, αναγνώστες μοιράστηκαν μαζί μας τα δικά τους επώνυμα. Ψάξαμε και βρήκαμε την σημασία των πιο ιδιαίτερων από αυτά:
Θέμελης: Από το βαφτιστικό Θέμελης, και αυτό με τη σειρά του από το ουσιαστικό θεμέλιο, ο θεμελιωμένος.
Χαχάμης: Από παρετυμολογία αυτός που γελά χωρίς λόγο, παρατσούκλι του χαζοχαρούμενου.
Τσουκαλάς: Επαγγελματικό επώνυμο, το οποίο αναφέρεται σε αυτόν ο οποίος κατασκεύαζε τσουκάλια.
Κουνάδης: Από τη λέξη κουνάδι ή κουνάβι, η νυφίτσα.
Κοντάκης: Επώνυμο από παρατσούκλι, το οποίο προέρχεται από το κοντάκι που είναι το πίσω μέρος του όπλου.
Πυρπιλίδη: Ποντιακό όνομα, το οποίο προέρχεται από την λέξη πυρ, την φλόγα. Αυτός που πυρπολεί.
Μπάλλας: Από το ρήμα βάλλω, αυτός που ρίχνει κάτι ή πυροβολεί.
Ρούσσος: Από το νεοελληνικό ρούσος, για άνθρωπο με κοκκινωπά μαλλιά ή για ζώα με κοκκινωπό τρίχωμα.
Πεταλούδας: Παρατσούκλι, από το γνωστό έντομο.
Διαμαντοπούλου: Σύνθετο επώνυμο, το οποίο προέρχεται από το βαπτιστικό όνομα Διαμαντής (από το διαμάντι, πολύτιμη πέτρα) με την τοποθέτηση της υποκοριστικής κατάληξης «–πουλου», η οποία προσδιορίζει και την πελοποννησιακή καταγωγή του.
Κοτζαμάνης: Επώνυμο τουρκικής προέλευσης από το επίθετο- παρατσούκλι kocaman, το οποίο σημαίνει ο μεγαλόσωμος.
Αμπατζής: Επαγγελματικό επώνυμο, από το αραβικό aba, το χοντρό μάλλινο ύφασμα, ο αμπάς. Αυτός δηλαδή ο οποίος κατασκευάζει ή πουλάει αμπάδες.
Κονταράτος: Κρητοβενέτικης προέλευσης επώνυμο, το οποίο προέρχεται από το επίθετο/ παρατσούκλι/επάγγελμα «κονταράτος», ο κονταροφόρος, αυτός ο οποίος είναι οπλισμένος με κοντάρι.
Παγκράτης: Προέρχεται από την αρχαία λέξη παγκρατής, που σημαίνει ο παντοδύναμος, πανίσχυρος.
Αθανασιάδης: Πατρωνυμικό επώνυμο, από το όνομα Αθανάσιος το οποίο με την σειρά του σημαίνει αυτός ο οποίος δεν πεθαίνει ή δεν έχει σχέση με τον θάνατο.
Κύτταρης: Επώνυμο προερχόμενο από παρατσούκλι, αυτός ο οποίος σχετίζεται με το κύτταρο, ο δομικός.
Περιφεγγής: Σύνθετο επώνυμο από το περί + φάος, αυτός ο οποίος ακτινοβολεί τριγύρω του, αυτός που φέγγει.
Ορφανός: Επώνυμο από παρατσούκλι το οποίο δηλώνει οικογενειακή ιδιότητα.