Μπάρακ Ομπάμα: Νόμπελ Ειρήνης ή διπλωματίας;

Μπορεί ο Μπάρακ Ομπάμα να μην είναι ο πρώτος Αμερικανός Πρόεδρος που βραβεύεται με Νόμπελ Ειρήνης, δεν ήταν λίγοι όμως αυτοί που αντιμετώπισαν την επιλογή του από την επιτροπή με σκεπτικισμό και ερωτήματα.
Μπάρακ Ομπάμα: Νόμπελ Ειρήνης ή διπλωματίας;
της Έλενας Μπούλια

Το να απονέμεται Νόμπελ Ειρήνης στον Πρόεδρο των Η.Π.Α. εν έτη 2009 και μάλιστα μετά από τουλάχιστον τρεις δεκαετίες κατά τις οποίες η Αμερική εμπλέκεται ενεργά στους περισσότερους αιματηρούς πολέμους της σύγχρονης ιστορίας, μοιάζει περισσότερο με άνοστο ανέκδοτο, παρά με πραγματικό γεγονός. Κι όμως, το πρωί της Παρασκευής η νορβηγική Nobel Committee ανακοίνωσε το όνομα του Μπάρακ Ομπάμα ως το καταλληλότερο προς επιβράβευση για την «εντυπωσιακή προσπάθειά του στην προώθηση της διεθνούς διπλωματίας αλλά και της κατανόησης μεταξύ των πολιτών του κόσμου».

Η ανακοίνωση της επιτροπής συνεχίζει: «πολύ λίγοι άνθρωποι έχουν κατορθώσει να προσελκύσουν τόσο πολύ την προσοχή του κόσμου και να του προσφέρουν ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον» και καταλήγει, σύμφωνα με την καθιερωμένη διαδικασία, ότι το βραβείο θα απονεμηθεί στον Αμερικανό Πρόεδρο στις 10 Δεκεμβρίου στο Όσλο, ενώ συνοδεύεται και από χρηματικό ποσό ύψους 10 εκατ. σουηδικών κορόνων (περίπου 1,4 εκατ. δολάρια).

Δεν είναι, βέβαια, ο κύριος Ομπάμα, το πρώτο υψηλόβαθμο στέλεχος των Η.Π.Α. που τιμάται με ένα τόσο σημαντικό βραβείο. Το 2007 το Νόμπελ Ειρήνης απονεμήθηκε στον αντιπρόεδρο των Η.Π.Α. Al Gore για την προσπάθειά του να καλλιεργήσει και να διαδώσει εντονότερα το μήνυμα της ευθύνης του ανθρώπου στις κλιματικές αλλαγές, αλλά και για την θέσπιση των θεμελίων στις μετρήσεις που χρειάζεται να πραγματοποιηθούν για να αντισταθμιστούν αυτές οι αλλαγές. Το 2002 απονεμήθηκε στον πρώην Πρόεδρο Jimmy Carter, για τον άκοπο πολιτικό του αγώνα προκειμένου να βρίσκει ειρηνικές λύσεις σε διεθνείς διαμάχες, για την ενίσχυση της δημοκρατίας και των ανθρώπινων δικαιωμάτων και για την προώθηση της κοινωνικο-οικονομικής ανάπτυξης.

Ο αμέσως προηγούμενος εν ενεργεία Πρόεδρος των Η.Π.Α. που βραβεύτηκε με Νόμπελ Ειρήνης, ωστόσο, ήταν ο Woodrow Wilson, το 1919, ο οποίος υπήρξε ιδρυτής της Κοινωνίας των Εθνών αμέσως μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο ως αποτέλεσμα της Συνθήκης των Βερσαλλιών, ενώ πρώτος χρονολογικά ήταν ο Theodore Roosevelt το 1906, ο οποίος μεσολάβησε για την υπογραφή της συνθήκης ειρήνης του 1905 προκειμένου να τερματιστεί ο Ρωσοϊαπωνικός πόλεμος.

Και ενώ οι παραπάνω προηγούμενες βραβεύσεις ακούγονται, σε εμάς τους απλούς πολίτες, λογικές και αξιέπαινες, η απονομή ενός τόσο σημαντικού τίτλου στον Μπάρακ Ομπάμα, ο οποίος ανέλαβε καθήκοντα μόλις δύο εβδομάδες πριν την λήξη της προθεσμίας υποβολής υποψηφιοτήτων, λόγω της ‘ελπίδας που προσέφερε για ένα καλύτερο μέλλον’ δημιουργεί ερωτηματικά. Αρκετοί χαρακτήρισαν την συγκεκριμένη απόφαση "άγουρη"; Οι κακόβουλοι διερωτήθηκαν 'Πότε πρόλαβε ο Ομπάμα, στους μόλις 9 μήνες της θητείας του, να αποδείξει τις ικανότητές του στην εξωτερική πολιτική των Η.Π.Α.'; 

Η κριτική δεν υπονοεί αναγκαστικά ότι δεν θα αποδειχθεί αντάξιος του Νόμπελ. Ήδη, ο Αφρο-αμερικανός Πρόεδρος έχει ζητήσει τον αφοπλισμό και την επανέναρξη των διαδικασιών για ειρήνη στην Μέση Ανατολή αλλά, όπως έγραψαν κάποιες κριτικές του αραβικού κόσμου, «ο άνθρωπος της ‘αλλαγής’ δεν έχει ακόμα αλλάξει κάτι». Τουλάχιστον όχι στον βαθμό που άλλαξαν τον ρου της ιστορίας οι -παλαιότερα τιμημένοι με Νόμπελ- Nelson Mandela και Mikhail Gorbachev που επικρότησαν την επιλογή του Ομπάμα για το βραβείο. Άλλωστε, σύμφωνα με την διαθήκη του Νόμπελ, του Σουηδού βιομηχάνου και εφευρέτη του βραβείου, αυτό πρέπει να τιμά «το πρόσωπο που είχε τη μεγαλύτερη συνεισφορά στην αδελφοποίηση των εθνών, στην κατάργηση ή τη μείωση των στρατιωτικών δυνάμεων και στη διεξαγωγή και προώθηση ειρηνευτικών διαδικασιών». Υπογραμμίζεται ο παρελθοντικός χρόνος στο ρήμα, για κάτι που έχει ήδη γίνει.

Ούτε, όμως, οι αντιδράσεις είναι πρωτόγνωρο φαινόμενο στις κατά καιρούς απονομές της επιτροπής. Καταρχήν, η χρονική αμεσότητα της βράβευσης, σε αντίθεση με τα Νόμπελ Λογοτεχνίας και τα επιστημονικά, αποτελεί μία κοινώς αποδεκτή αδυναμία, καθώς για πολλούς είναι άδικο ή και ειρωνικό δίπλα σε ονόματα όπως αυτά της Μητέρας Τερέζας και του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, που αφιέρωσαν την ζωή τους σε ανθρωπιστικά ζητήματα, να βρίσκονται οι πιο αμφιλεγόμενοι νομπελίστες Χένρι Κίσινγκερ και Γιασέρ Αραφάτ (ο πρώτος για την μεσολάβηση της ειρήνης στο Βιετνάμ το 1973 και ο δεύτερος για τον ρολό του στις ειρηνευτικές συνομιλίες ανάμεσα σε Ισραηλινούς και Παλαιστίνιους το 1994). Και ο λόγος είναι απλός, στην προκειμένη περίπτωση αυταπόδεικτος: Για να επέλθει ειρήνη στο Βιετνάμ χρειάστηκε να χάσουν την ζωή τους περίπου 60.000 Αμερικάνοι και τρεισήμισι εκατομμύρια (!) Βιετναμέζοι. Όσο για τον αραβο-ισραηλινό πόλεμο, εκεί χάνονται ακόμα ζωές και από τις δύο μεριές κάθε μέρα.

Κατά δεύτερον, αντιδράσεις έχουν δημιουργήσει οι τρανταχτές απουσίες από την λίστα των μέχρι σήμερα τιμημένων με Νόμπελ, προσωπικότητες διεθνώς αναγνωρισμένες και με τεράστιο έργο, όπως ο Μαχάτμα Γκάντι, ο Πάπας Ιωάννης Παύλος Β’ και ο Σέζαρ Τσάβεζ. Ειδικά η παράλειψη του Γκάντι, ο οποίος φυσικά υπήρξε συχνά υποψήφιος από το 1937 έως το 1948, πριν δολοφονηθεί, ώθησε αργότερα τα νέα μέλη της επιτροπής να ζητήσουν δημόσια συγνώμη.

Τι μπορεί να σημαίνει, λοιπόν, η ίσως πρόωρη βράβευση της συγκεκριμένης προσωπικότητας με Νόμπελ Ειρήνης; Αν θέλουμε καλόπιστα να αποκλείσουμε το ενδεχόμενο της κολακείας της επιτροπής στο πρόσωπο του Αμερικανού Προέδρου –του οποίου η δημοτικότητα μάλιστα πέφτει τον τελευταίο καιρό, καθώς και ένα πολύ πιο ουτοπικό σχόλιο τύπου «βράβευση της Ελπίδας που όλοι έχουμε τόσο ανάγκη στις μέρες μας», μένει υποθέτω μόνο το ενδεχόμενο της προτροπής. Η’ ακόμα και μιας πολύ έμμεσης πίεσης προς τον φέρελπι Πρόεδρο να κάνει πράξη όλα αυτά που έχει υποσχεθεί στα πλαίσια της παγκόσμιας ειρήνης. Τουλάχιστον σε αυτό έγκειται η δική μας ελπίδα: Ότι δεν θα χρειαστεί, δηλαδή, να ξαναμετανιώσει η επιτροπή για μία επιλογή που όμως αυτήν την φορά έκανε.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v