Ενδοοικογενειακή βία: Όταν το σπίτι γίνεται φυλακή

Θα περίμενε κανείς πως στην Ελλάδα του 2008 τα κρούσματα ενδοοικογενειακής βίας ωχριούν. Κι όμως... Η κ. Ευγενία Τσουμάνη, Γενική Γραμματέας Ισότητας του υπουργείου Εσωτερικών, φωτίζει το πραγματικό μέγεθος του προβλήματος.
Ενδοοικογενειακή βία: Όταν το σπίτι γίνεται φυλακή
της Φιλουμένας Ζλατάνου 

Στις ταινίες, ο κακός άνθρωπος που βιάζει μια κοπέλα τιμωρείται, και όποιος από την οικογένεια ασκήσει βία ψυχολογική ή σωματική στη γυναίκα ή το παιδί επίσης απομακρύνεται και η οικογένεια συνεχίζει καλύτερα από ποτέ. Στην πραγματικότητα όμως τα πράγματα είναι διαφορετικά. Παρόλο που η ενδοοικογενειακή σωματική βλάβη, η ενδοοικογενειακή παράνομη βία και απειλή, ο βιασμός και η κατάχρηση σε ασέλγεια, η ενδοοικογενειακή προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας και η βία σε όλες τις μορφές της, τιμωρείται με αυστηρότατες ποινές με τον Ν. 3500/2006, που προώθησε το Υπουργείο Δικαιοσύνης με το Υπουργείο Εσωτερικών, μόνο 1 στις 5 γυναίκες, σύμφωνα με τα στατιστικά της Γενικής Γραμματείας Ισότητας του Υπουργείου Εσωτερικών, γνωρίζουμε ότι έχει πέσει θύμα βίας από το σύζυγο ή το σύντροφό της τουλάχιστον μία φορά, γεγονός που δείχνει ότι είναι πολύ μικρό το ποσοστό που προβαίνει σε καταγγελία.

Δυστυχώς, ο φόβος της ντροπής, της οποιασδήποτε αρνητικής για τις ίδιες παρέμβασης του κράτους (όπως το να τους πάρουν τα παιδιά), ή του φόβου χειροτέρευσης της κατάστασης εν μέσω οικογένειας, ωθούν της γυναίκες να μην καταγγείλουν και να μην προβούν σε οποιαδήποτε κίνηση, που ίσως της λυτρώσει. Για μια γυναίκα που έχει βιαστεί, το να εκτεθεί και να προσβληθεί χειρότερα μέσα σε μία αίθουσα δικαστηρίου αποτελεί έναν από τους παράγοντες που την κάνουν να μην πηγαίνει στην αστυνομία, πρακτική που αφήνει ατιμώρητο όποιον την κακοποίησε.

Ρωτήσαμε τη Γενική Γραμματέα Ισότητας του Υπουργείου Εσωτερικών, που είναι και ο πρώτος φορέας που δημιούργησε και λειτούργησε Συμβουλευτικά Κέντρα για τη βία κατά των γυναικών, κυρία Ευγενία Τσουμάνη τι ισχύει στην Ελλάδα σχετικά με τη βία στις γυναίκες, να μας πει τι μπορεί να κάνει μια γυναίκα και εάν τελικά έχει επιτευχθεί η πολυπόθητη ισότητα, για την οποία πολύς λόγος γίνεται.

Όπως διαφαίνεται και από τις απαντήσεις της κυρίας Τσουμάνη η ενδοοικογενειακή βία και ο βιασμός είναι δύο εγκλήματα για τα οποία «δικάζεται» πρώτα το θύμα ως προς τη γενικότερη συμπεριφορά του και ίσως μετά και ο δράστης. Το κράτος και οι αρχές ακόμη και με τη θέσπιση νομικών πλαισίων δεν είναι σε θέση να προστατεύσουν πλήρως τις γυναίκες. Η Γραμματεία Ισότητας είναι ένα καλό πρώτο βήμα, που ελπίζουμε να εξελιχθεί, ώστε κάποια στιγμή να αντιμετωπιστεί η βία κατά των γυναικών ως ένα πολύ σοβαρό έγκλημα που πολλές φορές έχει καταστρέψει τη μετέπειτα ζωή των γυναικών, καθώς με 3 χρόνια φυλάκιση στην καλύτερη των περιπτώσεων δεν τιμωρείται επ'ουδενί ο δράστης ούτε προστατεύεται η κοινωνία.

Πώς αντιμετωπίζετε τις γυναίκες που ζητάνε βοήθεια είτε λόγω κακοποίησης μέσα στην οικογένεια είτε μετά από βιασμό;
Η Γενική Γραμματεία Ισότητας του Υπουργείου Εσωτερικών είναι ο πρώτος φορέας που δημιούργησε και λειτούργησε Συμβουλευτικά Κέντρα για τη βία κατά των γυναικών. Το Συμβουλευτικό Κέντρο της Αθήνας που λειτουργεί από το 1988 βρίσκεται στο Σύνταγμα, Νίκης 11 και το Συμβουλευτικό Κέντρο του Πειραιά βρίσκεται στην οδό Αλκιβιάδου 76. Τα Συμβουλευτικά Κέντρα παρέχουν δωρεάν ψυχοκοινωνική στήριξη και νομική συμβουλευτική. Οι γυναίκες οι οποίες απευθύνονται στα Συμβουλευτικά Κέντρα και ζητούν βοήθεια δέχονται τις εξειδικευμένες και εξατομικευμένες υπηρεσίες των ψυχολόγων, κοινωνικών λειτουργών, κοινωνιολόγων και δικηγόρων που εργάζονται σε αυτά.

Η ψυχοκοινωνική στήριξη – συμβουλευτική σε περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας είναι μία διαδικασία κατά την οποία προσφέρεται ενημέρωση και στηρίζεται η ενεργοποίηση της γυναίκας σε ό,τι αφορά τα δικαιώματά της και τις υποχρεώσεις της στον προσωπικό, κοινωνικό και εργασιακό της χώρο. Η ψυχοκοινωνική συμβουλευτική – στήριξη που παρέχεται στα Κέντρα αφορά καταρχήν την ενδυνάμωση της γυναίκας για την αντιμετώπιση της κρίσης, ώστε η γυναίκα να αναπτύξει τις απαραίτητες ικανότητες αντιμετώπισης του δράστη και να ζητήσει άμεση βοήθεια από ένα ασφαλές περιβάλλον.

Σκοπός της ψυχοκοινωνικής στήριξης – συμβουλευτικής είναι:
- Η απενοχοποίηση της γυναίκας και η ενδυνάμωση της προσωπικότητάς της.
- Η συνειδητοποίηση της γυναίκας ότι δεν ευθύνεται εκείνη για την συμπεριφορά του δράστη.
- Η συνειδητοποίηση της γυναίκας ότι η συμπεριφορά του δράστη είναι στον πυρήνα της προβληματική και ότι συνήθως δεν αλλάζει, αλλά αντιθέτως κλιμακώνεται συνεχώς.
- Η επισήμανση των καταστροφικών επιπτώσεων της ενδοοικογενειακής βίας στην ψυχοπνευματική ανάπτυξη των παιδιών.
Σκοπός της νομικής συμβουλευτικής είναι:
- Να ενημερωθεί η γυναίκα ότι η βίαιη συμπεριφορά του δράστη συνιστά αδίκημα με ιδιαίτερη ηθική απαξία και το οποίο αδίκημα σε όλες τις εκφάνσεις του (ενδοοικογενειακή σωματική βλάβη, ενδοοικογενειακή παράνομη βία και απειλή, βιασμός και κατάχρηση σε ασέλγεια, ενδοοικογενειακή προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας κ.λ.π) τιμωρείται με αυστηρότατες ποινές με τον Ν. 3500/2006 που προώθησε το Υπουργεί Δικαιοσύνης με το Υπουργείο Εσωτερικών.
- Να ενημερωθεί η γυναίκα για το πώς μπορεί να αντιμετωπίσει περιστατικό ενδοοικογενειακής βίας ( κλήση άμεσης δράσης την στιγμή που διαδραματίζεται το περιστατικό της βίας , αν έχει τραυματισθεί να προσέλθει στο νοσοκομείο προκειμένου να εξετασθεί και να λάβει στη σχετική ιατρική γνωμάτευση, κατάθεση μήνυσης στο αστυνομικό τμήμα και περαιτέρω εξέταση από ιατροδικαστή ή απευθείας κατάθεση μήνυσης στην Εισαγγελία για να ακολουθήσει η νόμιμη διαδικασία .
- Να ενημερωθεί η γυναίκα για τη διαδικασία της Ποινικής Διαμεσολάβησης, με την οποία, για πρώτη φορά στα ελληνικά δικαστικά χρονικά, παρέχεται η δυνατότητα στα πλημμελήματα ενδοοικογενειακής βίας, να αρχίσει μεσολαβητική προσπάθεια, χωρίς παραπομπή του δράστη στο αρμόδιο δικαστήριο με την υποβολή ανεπιφύλακτης δήλωσης του, ότι δεν θα τελέσει στο μέλλον οποιαδήποτε πράξη βίας, ότι θα παρακολουθήσει ειδικό συμβουλευτικό –θεραπευτικό πρόγραμμα σε δημόσιο φορέα και τέλος θα άρει και θα αποκαταστήσει, εφόσον είναι δυνατόν, αμέσως τις συνέπειες που προκλήθηκαν από την πράξη του. Είναι σημαντικό για τη γυναίκα – θύμα να ενημερωθεί ότι στα πλαίσια της Ποινικής Διαμεσολάβησης, ο εισαγγελέας μπορεί να διατάξει, εφόσον το ζητήσει η ίδια, την άμεση αποβολή του δράστη από την οικογενειακή κατοικία.
- Να ενημερωθεί η γυναίκα σε θέματα του Οικογενειακού Δικαίου (επιμέλειας τέκνων, διατροφής τέκνων και συζύγου, δυνατότητα μετοίκησης του βίαιου δράστη από την οικογενειακή κατοικία, δυνατότητα απαγόρευσης του δράστη να προσεγγίζει τους χώρους κατοικίας ή και εργασίας του αιτούντος – θύματος, κατοικίες στενών συγγενών του, τα εκπαιδευτήρια των παιδιών και ξενώνες φιλοξενίας, διαζύγιο, δικαίωμα συμμετοχής της συζύγου στα αποκτήματα του συζύγου – δράστη κ.λ.π)
- Να ενημερωθεί η γυναίκα σε θέματα εργατικού, ποινικού, αστικού δικαίου.

Οι γυναίκες – θύματα που απευθύνονται στα Συμβουλευτικά Κέντρα αντιμετωπίζονται από τις συμβούλους με σεβασμό, γιατί είναι γνωστό ότι πολλές γυναίκες πάσχουν από «Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες» στις οποίες περιλαμβάνεται το άγχος, ο φόβος, η κατάθλιψη (διαγνωσμένη και μη), το σοκ, ο θυμός, η ενοχή, η σύγχυση σκέψης, η καχυποψία και η έλλειψη εμπιστοσύνης.

Ποια είναι η διαδικασία που ακολουθείται για τις γυναίκες αυτές;
Με την έναρξη της συμβουλευτικής διαδικασίας γίνεται καταγραφή του ιστορικού της υπόθεσης σε ειδικά έντυπα – ερωτηματολόγια της Γενικής Γραμματείας Ισότητας. Τα στοιχεία αναλύονται ποσοτικά και υπόκεινται σε στατιστική επεξεργασία και δημοσιεύονται τα σχετικά συμπεράσματα. Στην γυναίκα που απευθύνεται στο Συμβουλευτικό Κέντρο διευκρινίζουμε ότι δεν δίνουμε έτοιμες λύσεις αλλά εντοπίζουμε μαζί εναλλακτικές λύσεις και αποφασίζουμε για τις καταλληλότερες από αυτές. Σεβόμαστε το αίτημα της γυναίκας και δεν προσπαθούμε να την επηρεάσουμε σύμφωνα με τις δικές μας απόψεις. Όταν απευθύνεται σε εμάς μία γυναίκα και ζητάει βοήθεια για να αντιμετωπίζει τη βία μέσα στο σπίτι της και όχι για να χωρίσει, δεν παρεμβαίνουμε στο θέμα αυτό.

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι περισσότερες γυναίκες που απευθύνονται στα Κέντρα όχι μόνο αγνοούν τα στοιχειώδη δικαιώματά τους και τον τρόπο που μπορούν να τα ασκήσουν αλλά συχνά έχουν και κακή πληροφόρηση. Οι σύμβουλοι φροντίζουν να ενημερώσουν και να πληροφορήσουν σωστά τη γυναίκα και εν συνεχεία να την στηρίξουν στην άσκηση των δικαιωμάτων της. Ειδικότερα, στα πλαίσια της νομικής υποστήριξης ο σύμβουλος υποβάλλει ερωτήσεις που διευκολύνει την πλήρη και ακριβή διαπίστωση και κατανόηση του προβλήματος - αιτήματος. Τεκμηριώνεται νομικά το αίτημα της γυναίκας με γραπτή αποτύπωση των διατάξεων του νόμου ή και δικαστικών αποφάσεων που έχουν εκδοθεί σε παρόμοιες περιπτώσεις. Σε αυτό το στάδιο η γυναίκα είναι σε θέση να πάρει κάποιες αποφάσεις αξιοποιώντας τη νομική συμβουλευτική προς την κατεύθυνση επίλυσης του νομικού προβλήματος που αντιμετωπίζει.

Παράλληλα ενημερώνεται για τις πιθανές δυσκολίες και κινδύνους που ενδέχεται να αντιμετωπίσει κατά την άσκηση των δικαιωμάτων της. Παράλληλα προσπαθούμε να μην αποθαρρυνθεί για την διεκδίκηση της προστασίας της. Εάν η γυναίκα δεν έχει εισοδήματα ή έχει χαμηλό εισόδημα, την κατευθύνουμε στο Πρωτοδικείο του τόπου κατοικίας της και να ζητήσει Νομική Βοήθεια, δεδομένου ότι με το νόμο 3226/2004 δίνεται η δυνατότητα στη γυναίκα με χαμηλό ή ανύπαρκτο εισόδημα να ζητήσει δωρεάν νομική βοήθεια και μάλιστα στην περίπτωση ενδοοικογενειακής διαφοράς ή διένεξης, χωρίς να λαμβάνεται υπ’ όψιν το εισόδημα του συζύγου της με τον οποίο έχει τη διένεξη.

Τα κέντρα δεν αναλαμβάνουν υποθέσεις συμβουλευόμενων αλλά τις πληροφορούμε ότι μπορούν να απευθυνθούν στο Δικηγορικό Σύλλογο του τόπου κατοικίας τους, εφόσον επιθυμούν. Επίσης πρέπει να αναφερθεί ότι για την ουσιαστική βοήθεια της γυναίκας – θύματος, πραγματοποιούνται παρεμβάσεις σε διάφορους φορείς όπου είναι αναγκαίο και εφικτό (αστυνομικά τμήματα, ασφαλιστικούς φορείς, εισαγγελία πρωτοδικών, εισαγγελία ανηλίκων, τμήμα αλλοδαπών, πρεσβείες, προξενεία κ.λ.π). Μετά την ολοκλήρωση της συμβουλευτικής διαδικασίας υπάρχει παρακολούθηση της περίπτωσης (follow- up). Αυτό γίνεται πάντα με τη συγκατάθεση της γυναίκας και προγραμματίζεται με τη συνεργασία της. Μπορεί να γίνει έξι μήνες μετά ή και ένα χρόνο και όλες οι συναντήσεις σημειώνονται στον ατομικό φάκελο του οποίου τα στοιχεία είναι απόρρητα.

Ποια απλά βήματα πρέπει να κάνει μια γυναίκα για να καταγγείλει το γεγονός; Υπάρχουν πολλές γυναίκες που προβαίνουν σε καταγγελία στην Ελλάδα;
Όσο και να προσπαθούμε να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις, ώστε να μπορούν εύκολα τα θύματα να μιλήσουν, πολλά από αυτά αδυνατούν να καταγγείλουν το δράστη. Ακόμα δυσκολότερα θα τον καταγγείλουν, όταν εξαρτώνται από αυτόν. Σύμφωνα με στοιχεία ερευνών μας οι γυναίκες που ζουν με βίαιους άντρες τείνουν να αρνούνται την κατάσταση, άλλοτε γιατί ειλικρινά πιστεύουν ότι τα πράγματα θα βελτιωθούν και άλλοτε από ντροπή, ενοχή και συχνά φόβο. Ειδικά ο φόβος ότι μπορεί να τους πάρουν τα παιδιά τις κάνει να κρύβουν το πρόβλημά τους. Η κατάσταση εμπλέκεται και από άλλους παράγοντες όπως είναι η επιθυμία να προστατέψουν το σπίτι ή τα παιδιά ή η αγάπη για έναν σύντροφο για τον οποίον εφευρίσκουν δικαιολογίες. Η οικονομική εξάρτηση και ο φόβος της απώλειας των παιδιών είναι υπαρκτοί αλλά όχι οι κύριοι παράγοντες που οδηγούν στη μη παραδοχή της συζυγικής βίας.

Άλλωστε και οικονομικά ανεξάρτητες γυναίκες υπομένουν συζυγική βία. Η έλλειψη εμπιστοσύνης στους επαγγελματίες των κοινωνικών υπηρεσιών είναι επίσης ένα μεγάλο εμπόδιο. Οι γυναίκες φοβούνται ότι θα τεθούν υπό κρίση ή ότι θα αναγκαστούν να παραδεχτούν ότι απέτυχαν ενώ οι ίδιες ακόμα ελπίζουν ότι θα διορθώσουν τα πράγματα. Για να καταγγελθεί άλλωστε η βία πρέπει να αναγνωρίζεται ως τέτοια. Είναι σημαντικό να κάνουμε τα θύματα να καταλάβουν ότι η κατάσταση που βιώνουν είναι προβληματική. Είναι δύσκολο για τις γυναίκες που κακοποιούνται ψυχολογικά να διαχειριστούν την κατάστασή τους. Αν αναλογιστούμε ότι 1 στις 5 γυναίκες, σύμφωνα με τις έρευνες, έχει πέσει θύμα βίας από το σύζυγο ή το σύντροφό της τουλάχιστον μία φορά, το ποσοστό των γυναικών που προβαίνει σε καταγγελία είναι πολύ μικρό.

Κάθε γυναίκα θα πρέπει από την αρχή της εκδήλωσης βίαιης συμπεριφοράς από το σύζυγό / σύντροφό της να δείξει ότι δεν είναι διατεθειμένη να ανεχτεί αυτή τη συμπεριφορά. Εάν η σύζυγος δεν αντιδράσει στη βία που ασκείται για πρώτη φορά από τον σύζυγο / σύντροφο, η κατάσταση θα χειροτερέψει. Η γυναίκα δεν πρέπει να απομονώνεται από τον κύκλο της (φιλικό, συγγενικό). Αντιθέτως θα πρέπει από την πρώτη στιγμή να ενημερώσει την οικογένειά της ή φιλικά της άτομα για τη συμπεριφορά του συντρόφου της. Μετά από περιστατικό βίας θα πρέπει να προσέλθει, εφόσον υπάρχουν σωματικές βλάβες, σε Δημόσιο Νοσοκομείο ή Ιατρικό Κέντρο, προκειμένου να λάβει τις πρώτες βοήθειες και να καταγραφεί το περιστατικό. Οφείλει να δηλώσει την ακριβή αιτία και όχι να προβεί σε απόκρυψη του περιστατικού βίας. Η ιατρική γνωμάτευση που θα λάβει είναι ένα σημαντικό στοιχείο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε μελλοντικές νομικές ενέργειες (αίτηση ασφαλιστικών για μετοίκηση του δράστη, μήνυση εναντίον του δράστη για νέο περιστατικό ενδοοικογενειακής βίας κ.λ.π).

Ακόμα, το θύμα μετά από κατάθεση μήνυσης εις βάρος του δράστη σε Αστυνομικό Τμήμα μπορεί να παραπεμφθεί προς εξέταση σε ιατροδικαστή, ο οποίος θα βεβαιώσει την ύπαρξη σωματικών βλαβών εφόσον υπάρχουν. Εάν δεν επιθυμεί να καταθέσει μήνυση εις βάρος του δράστη, μπορεί να ζητήσει από την Αστυνομία να προβεί σε συστάσεις στο δράστη, κατόπιν Εισαγγελικής παραγγελίας.

Πού μπορεί να μείνει μετά;
Η πλειοψηφία των γυναικών που καταθέτουν μήνυση εις βάρος του δράστη και αυτός δεν συλλαμβάνεται στα πλαίσια του αυτοφώρου, επιστρέφει στην οικογενειακή κατοικία. Στις περισσότερες περιπτώσεις οι γυναίκες είναι ασφαλείς γιατί η ένταση η οποία είχε προηγηθεί του βίαιου επεισοδίου έχει εξαλειφθεί και γιατί συνήθως μετά από ένα βαρύ περιστατικό βίας ακολουθεί μία περίοδος ηρεμίας και αρμονίας, η οποία τροφοδοτείται από την μεταμέλεια και την καλή συμπεριφορά του δράστη.

Οι γυναίκες που υποβάλλουν αίτημα φιλοξενίας για ξενώνα – καταφύγιο έχουν συνειδητοποιήσει το αδιέξοδο στο οποίο ζουν και επιθυμούν πρωτίστως να προστατεύσουν τα παιδιά τους από το νοσηρό περιβάλλον της οικογενειακής εστίας. Ο ξενώνας – καταφύγιο μπορεί να προσφέρει στη γυναίκα και στα παιδιά της προσωρινή φιλοξενία σε ένα περιβάλλον ασφάλειας και ηρεμίας. Στην Αθήνα, ο Ξενώνας της Αρχιεπισκοπής, του Εθνικό Κέντρο Κοινωνικής Αλληλεγγύης ( ΕΚΚΑ) και ο Ξενώνας του Δήμου Αθηναίων με τη συνεργασία της ΓΓΙ προσφέρουν ασφαλή φιλοξενία στις γυναίκες και στα παιδιά τους. Επίσης και άλλοι ξενώνες μη Κυβερνητικών Οργανώσεων. 

Ποιο είναι το ποσοστό των γυναικών που δικαιώνονται μετά την καταγγελία και συλλαμβάνεται ο ένοχος ή απομακρύνεται από αυτές;
Το γεγονός ότι μία γυναίκα προβαίνει σε καταγγελία της βίαιης συμπεριφοράς του δράστη δεν σημαίνει απαραίτητα ότι θα συλληφθεί αυτός ή ότι θα απομακρυνθεί από την οικογενειακή κατοικία. Για να συλληφθεί ο δράστης θα πρέπει η καταγγελία να γίνει αμέσως μετά το βίαιο επεισόδιο, κάτι που συχνά είναι αδύνατο, καθόσον οι δράστες φροντίζουν να εμποδίσουν τη μετακίνηση του θύματος. Έτσι, αποφεύγεται συχνά η επ’ αυτοφώρω σύλληψη του δράστη. Πολλές φορές η μη σύλληψη του δράστη στα πλαίσια του αυτοφώρου μετά από καταγγελία της γυναίκας – θύματος οφείλεται και στην ολιγωρία των αστυνομικών αρχών. Για το λόγο αυτό γίνονται ειδικά επιμορφωτικά σεμινάρια, για την καλύτερη προετοιμασία και ετοιμότητα των οργάνων της δημόσιας τάξης.
 
Η πλειοψηφία των γυναικών η οποία είχε προβεί σε καταγγελία του δράστη πριν την εφαρμογή του Ν. 3500/2006 προέβαινε σε ανάκληση της εγκλήσεως και το φαινόμενο αυτό συνδέεται συχνά με ανάγκη επανασύνδεσης της γυναίκας θύματος με το δράστη, καθόσον αυτός μετά από κάθε επεισόδιο βίας πείθει ότι δεν θα επαναλάβει παρόμοια συμπεριφορά. Η πλειοψηφία των γυναικών που προσέρχονται στα Κέντρα αμέσως μετά από επεισόδιο βίας και ενημερώνονται για τη διαδικασία της ποινικής διαμεσολάβησης, προβαίνουν σε καταγγελία του περιστατικού βίας στο Αστυνομικό Τμήμα. Είναι σημαντικό να καταλάβει η γυναίκα ότι η ιατρική γνωμάτευση που θα λάβει από το Νοσοκομείο και θα βεβαιώνει τις σωματικές βλάβες είναι κύριο αποδεικτικό στοιχείο της βίαιης συμπεριφοράς που βιώνει στη σχέση της με το δράστη. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα και την απομάκρυνση του δράστη από την οικογενειακή κατοικία, εφόσον τούτο το επιθυμεί το θύμα.

Ακόμα και αν η γυναίκα δεν προβεί σε καταγγελία του δράστη δύναται να πετύχει την απομάκρυνσή του από την οικογενειακή κατοικία καταθέτοντας αίτηση ασφαλιστικών στο αρμόδιο δικαστήριο σύμφωνα με τον Ν. 3500/2006 (άρθρο 15). Η δικαίωση της γυναίκας έρχεται πραγματικά όταν αυτή συνειδητοποιήσει το αδιέξοδο της συζυγικής – συντροφικής της σχέσης και προβεί σε ενέργειες (νομικές και μη) προκειμένου να προστατεύσει τον εαυτό της και τα παιδιά της από την επιθετική – νοσηρή συμπεριφορά του δράστη.

Στην Ελλάδα πώς είναι οι νόμοι για τις γυναίκες που αντιμετωπίζουν κακοποίηση είτε μέσα στο σπίτι είτε στο δρόμο; Σε τι βαθμό εν ολίγοις τις προστατεύουν;
Σύμφωνα με το άρθρο 2 του Ν. 3500/2006 « Για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας και άλλες διατάξεις» απαγορεύεται μεταξύ των μελών της οικογένειας η άσκηση κάθε μορφής βίας. Σύμφωνα με το άρθρο 1, οι διατάξεις του νόμου εφαρμόζονται και στο μόνιμο σύντροφο της γυναίκας και στα τέκνα, κοινά ή ενός εξ αυτών, εφόσον τα πρόσωπα αυτά συνοικούν, ως και τους τέως συζύγους. Ο νόμος 3500/2006 κάλυψε ένα σημαντικό νομικό κενό, συμβάλλοντας στην αντιμετώπιση ενός σοβαρού κοινωνικού προβλήματος με θύματα κυρίως γυναίκες και ανήλικα παιδιά.

Μεταξύ άλλων προβλέπονται και οι ακόλουθες πολύ σημαντικές ρυθμίσεις:
- Η ενδοοικογενειακή βία αποτελεί σοβαρό λόγο κλονισμού της έγγαμης σχέσης
- Ορίζεται ως κατώτατο όριο το ποσό των χιλίων Ευρώ για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης του παθόντος για πράξεις ενδοοικογενειακής βίας.
- Προβλέπονται ως ποινικά αδικήματα και επιβάλλονται αυστηρότατες ποινές ( φυλάκιση ή κάθειρξη ) για τις πράξεις της ενδοοικογενειακής σωματικής βλάβης, της ενδοοικογενειακής παράνομης βίας και απειλής, του βιασμού και της κατάχρησης σε ασέλγεια, της ενδοοικογενειακής προσβολής της γενετήσιας αξιοπρέπειας, της παρακώλυσης απονομής της δικαιοσύνης. Η ποινική δίωξη για τα πλημμελήματα ενδοοικογενειακής βίας ασκείται αυτεπαγγέλτως και εκδικάζονται κατά την αυτόφωρη διαδικασία.

Ειδικότερα,
- Αντιμετωπίζεται ως έγκλημα ενδοοικογενειακής βίας ο βιασμός στο γάμο
- Με αυστηρότητα τιμωρούνται πράξεις ενδοοικογενειακής βίας σε βάρος εγκύου ή πράξεις που τελούνται ενώπιον ανηλίκου σε βάρος άλλου μέλους της οικογένειάς του.
- Απαγορεύεται η σωματική βία σε βάρος ανηλίκων ως μέσο σωφρονισμού.
- Ρυθμίζονται θέματα βοήθειας των θυμάτων με την εκδήλωση κοινωνικής συμπαράστασης. Τα θύματα ενδοοικογενειακής βίας δικαιούνται ηθικής συμπαράστασης και υλικής συνδρομής από Ν.Π.Δ.Δ ή Ν.Π.Ι.Δ που λειτουργούν ειδικά για τους σκοπούς αυτούς, υπό την εποπτεία του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και κοινωνικών υπηρεσιών των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης. Οι αστυνομικές αρχές που επιλαμβάνονται υποθέσεων ενδοοικογενειακής βίας, υποχρεούνται εφόσον το ζητήσει το θύμα, να ενημερώσουν τους ανωτέρω φορείς για να δοθεί αμέσως η απαραίτητη βοήθεια.
- Σε περίπτωση οικονομικής αδυναμίας για την καταβολή των δικαστικών δαπανών παρέχεται το ευεργέτημα της πενίας στα θύματα ενδοοικογενειακής βίας.
- Οι εκπαιδευτικοί που πληροφορούνται ή διαπιστώνουν ότι έχει διαπραχθεί έγκλημα ενδοοικογενειακής βίας σε βάρος μαθητή, ενημερώνουν το διευθυντή της σχολικής μονάδας, ο οποίος ενημερώνει αμέσως τον αρμόδιο εισαγγελέα.

Σύμφωνα με το Ποινικό Κώδικα η κακοποίηση γυναίκας από άντρα που δεν είναι σύζυγος ή σύντροφός της τιμωρείται σύμφωνα με τις κοινές ποινικές διατάξεις. Ειδικότερα,
- Το πλαίσιο ποινής για απλή σωματική βλάβη σύμφωνα με το άρθρο 308 ΠΚ είναι 10 μέρες έως 3 χρόνια φυλάκιση, όταν το πλαίσιο ποινής για την ενδοοικογενειακή βία για το ίδιο αδίκημα είναι τουλάχιστον 1 χρόνος έως 5 χρόνια φυλάκισης.
- Το πλαίσιο ποινής για επικίνδυνη σωματική βλάβη σύμφωνα με το άρθρο 309 ΠΚ είναι 3 μήνες έως 5 χρόνια φυλάκισης ενώ για την ενδοοικογενειακή βία είναι 2 χρόνια έως 5 χρόνια φυλάκιση.
- Το πλαίσιο ποινής για την βαριά σωματική βλάβη που έχει ως αποτέλεσμα τη βαριά σωματική ή νοητική βλάβη του θύματος σύμφωνα με το άρθρο 310 ΠΚ, τιμωρείται με 2 χρόνια έως 5 χρόνια φυλάκιση, ενώ για την ενδοοικογενειακή βία είναι 5 χρόνια έως 10 χρόνια κάθειρξη. Στην περίπτωση που ο δράστης επιδίωκε να προκαλέσει την βαριά σωματική ή νοητική βλάβη του θύματος το πλαίσιο ποινής για τη βία απέναντι σε ξένο είναι 5 έως 10 χρόνια κάθειρξη, ενώ για την ενδοοικογενειακή βία είναι 5 έως 20 χρόνια κάθειρξη.

Όπως προκύπτει από τα ανωτέρω, επιθυμία του Νομοθέτη ήταν τα αδικήματα της βίας μέσα στους κόλπους της οικογένειας να τιμωρούνται αυστηρότερα, για να ενισχυθεί με αυτόν τον τρόπο η αρμονική συμβίωση των μελών της οικογένειας.

Μία γυναίκα βιάζεται. Τι πρέπει να κάνει;
Αν μία γυναίκα πέσει θύμα βιασμού και επιθυμεί να το καταγγείλει, πρέπει να προβεί στις ακόλουθες ενέργειες:
1) Εάν είναι σοβαρά τραυματισμένη, θα πρέπει να καλέσει άμεσα το 166 για να μεταφερθεί στο Νοσοκομείο όπου θα λάβει την αναγκαία ιατρική περίθαλψη.
2) Να επικοινωνήσει με κάποιο πρόσωπο το οποίο εμπιστεύεται και νιώθει ασφαλής , και να του δηλώσει ότι έχει πέσει θύμα βιασμού.
3) Να προσφύγει στο αστυνομικό τμήμα και δηλώνει ότι έχει πέσει θύμα βιασμού . Η αστυνομία θα την παραπέμψει άμεσα για ιατροδικαστική εξέταση.
4) Να καταφύγει σε δημόσιο Νοσοκομείο και να ζητήσει την άμεση εξέταση από ιατρό – γυναικολόγο και επίσης μπορεί να ζητήσει τη διενέργεια εξετάσεων για μολυσματικές, μεταδιδόμενες σεξουαλικά, ασθένειες.

Ο βιασμός λέγεται ότι δεν συνιστά μόνο ένα «αθέατο έγκλημα» αλλά ταυτόχρονα ένα «έγκλημα χωρίς τιμωρία». Η δίκη του βιασμού είναι η μοναδική ποινική δίκη στην οποία ουσιαστικά δεν δικάζεται ο δράστης αλλά το θύμα. Οι ισχύουσες προκαταλήψεις και η αρνητική αντιμετώπιση από το μεγαλύτερο τμήμα της κοινωνίας (το οικογενειακό και φιλικό περιβάλλον αλλά και αστυνομικές και δικαστικές αρχές) και η δυσκολία απόδειξης του βιασμού, η οποία πολύ συχνά οφείλεται στην αμελή συμπεριφορά του θύματος να συλλέξει στοιχεία, αναγκάζει συχνά τα θύματα των βιασμών να μην καταγγείλουν τους δράστες ή και να αποσύρουν την καταγγελία τους. Είναι μικρός ο αριθμός των βιασμών που καταγγέλλεται στην αστυνομία και πολύ μικρότερος ο αριθμός των γυναικών που επικοινωνούν με τα Συμβουλευτικά Κέντρα και ζητούν την ψυχοκοινωνική και νομική στήριξη. 

Έχει επιτευχθεί τελικά η ισότητα στην Ελλάδα μεταξύ ανδρών και γυναικών;
Είναι αλήθεια ότι έχουν γίνει πολλά βήματα για τις ίσες ευκαιρίες μεταξύ των δύο φύλων τόσο με την ενίσχυση της νομοθεσίας όσο και μέσα από την υλοποίηση πολλών προγραμμάτων που βοηθούν τις γυναίκες στην κατάρτιση, εύρεση θέσεων εργασίας, εκπαίδευση κ.α. Παρ' όλα αυτά παραμένουν ακόμα στην πράξη διαφορές και ελλείμματα που αφορούν σε μεγαλύτερα ποσοστά ανεργίας, χαμηλότερες αμοιβές, δυσκολίες στην εξέλιξη στον εργασιακό χώρο, χαμηλή συμμετοχή στα κέντρα λήψης αποφάσεων. Για την βελτίωση αυτών των θεμάτων εργαζόμαστε συντονισμένα σε συνεργασία με πολλά συναρμόδια Υπουργεία, αλλά και με τις επιχειρήσεις, την κοινωνία των πολιτών. Γιατί σε αυτό το στόχο μπορούν να συμβάλλουν όλοι, αφού η ουσιαστική συμμετοχή των γυναικών σε όλα τα πεδία της ζωής αποτελεί παράγοντα ανάπτυξης και κοινωνικής συνοχής της χώρας μας.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v