Το Star Trek The Original Series ήρθε στο Netflix και μας διακτίνισε στα παιδικά μας χρόνια. Είσαι έτοιμος/η για ένα ακόμα ταξίδι με τον Κάπτεν Κερκ;
Παλαιότερο των 360 ημερών
της Ηρώς Κουνάδη
Κάπως αθόρυβα, χωρίς πολύ ταρατατζούμ και διαφημιστικές καμπάνιες, ξυπνήσαμε ένα πρωί και βρήκαμε στην αρχική σελίδα του Netflix τον Leonard Nimoy με τριγωνικά αυτιά. Το Star Trek το παλιό το ορθόδοξο, αυτό που επίσημα λέγεται The Original Series (για συντομία TOS) υπόσχεται μεγατόνους νοσταλγίας για όσους μεγάλωσαν στα 70s και τα 80s. Κι αυτοί είναι δέκα καλοί λόγοι να το δεις.
Space, the final frontier. Αν διάβασες αυτή τη φράση με πομπώδη φωνή και λίγη ηχώ από πίσω, είσαι παιδί εκείνης της εποχής και κανέναν άλλο λόγο δεν χρειάζεσαι να πας με τόλμη εκεί που κανείς δεν έχει πάει στο παρελθόν.
Η σειρά άνοιξε διαγαλαξιακούς δρόμους για να ανθίσει το είδος της επιστημονικής φαντασίας σε τηλεόραση και κινηματογράφο. Μην ακούς τι λένε οι οπαδοί του George Lucas που εκμεταλλεύονται το κενό στη μνήμη όλων μας, τα Star Wars ήρθαν μια δεκαετία μετά: Το 1966 έπαιξε για πρώτη φορά στις τηλεοράσεις το Star Trek, το 1977 έκανε πρεμιέρα στους κινηματογράφους η πρώτη ταινία Star Wars.
Τα οπτικά και ηχητικά εφέ της σειράς είναι, προφανώς, τόσο παρωχημένα σήμερα που μοιάζουν παιδικά. Αν όμως είχες δει έστω και ένα επεισόδιο όταν ήσουν μικρός/η το συναίσθημα που προκαλούν είναι μόνο νοσταλγία. Και αν είσαι από αυτούς που χαζεύουν σήμερα με ταινίες τύπου Dune του Βιλνέβ, έναν μικρό φόρο τιμής θα νιώσεις ότι τον χρωστάς εδώ.
Η ιστορία του κάθε επεισοδίου (τα περισσότερα είναι αυτοτελή) είναι σχεδόν πάντα ανάλαφρη –κι όταν δεν είναι, έχει σίγουρα χάπι εντ– χωρίς να γίνεται γλυκερή ή αφελής. Στα 60s η τηλεόραση δεν μοίραζε υπαρξιακά χαστούκια, και δεν βασάνιζε τους ήρωές της σε βαθμό κακουργήματος.
Οι βασικοί πρωταγωνιστές είναι παρ’ όλα αυτά ολοκληρωμένοι χαρακτήρες, με τις ιδιαιτερότητες και τις περίπλοκες σχέσεις μεταξύ τους. Μετά από μερικά επεισόδια καταλήγεις να τους θεωρείς «δικούς σου» όπως όταν βλέπεις sitcom. Κι αυτό για σειρά επιστημονικής φαντασίας είναι αληθινό κατόρθωμα.
Όλοι οι σαρκαστικά κυνικοί αλλά κατά βάθος μεγαλειώδεις χαρακτήρες που έχεις κατά καιρούς αγαπήσει στην τηλεόραση έχουν τις ρίζες τους στον γιατρό του DeForest Kelley, κατά κόσμον Λέοναρντ Μακόι ή Bones. Σκέψου το.
Σχεδόν δυσκολεύεσαι να πιστέψεις ότι αυτός που βλέπεις στο πηδάλιο είναι ο γνωστός ακτιβιστής και ιντερνετική περσόνα τα τελευταία είκοσι χρόνια George Takei. Και ότι παρόλο που σήμερα είναι 84 ετών, και τότε ήταν 29, δεν θα είχες καμία δυσκολία να τον αναγνωρίσεις στο πρόσωπο του πηδαλιούχου Σούλου.
Ποιος κάθισε ποτέ να φτιάξει ολόκληρη γλώσσα, με γλωσσολόγους και γραμματικούς κανόνες, για μια από τις φυλές του σεναρίου του, ενώ δεν ήταν πανεπιστημιακός καθηγητής, δεν τον έλεγαν Τόλκιν, και δεν έγραφε λογοτεχνία; Δεν ξέρουμε αν το ξέρεις, αλλά τα Klingon διδάσκονται μέχρι σήμερα κανονικότατα ως ξένη γλώσσα –κι ήταν αυτά που άνοιξαν τον δρόμο για να βρίσκουν σήμερα δουλειά οι conlangers (ας τους πούμε «δημιουργούς γλωσσών» ελλείψει καλύτερης μετάφρασης) σε σειρές όπως το Game of Thrones.
Είναι εξαιρετικά περίεργο που δεν το είχες προσέξει τότε –μάλλον επειδή τα παιδιά δεν έχουν στεγανά και προκαταλήψεις– και εξαιρετικά αδύνατο να μην το δεις τώρα, αλλά ο Σποκ φοράει κανονικότατο μακιγιάζ, σκιά (συνήθως μωβ), ρουζ κι απ’ όλα. Διάφορες θεωρίες πλημμυρίζουν το ίντερνετ ως προς το γιατί: Από το ότι η μετάβαση από την ασπρόμαυρη στην έγχρωμη τηλεόραση που συντελούταν τότε είχε αφήσει τους μακιγιέζ κομματάκι αμήχανους, μέχρι το ότι ο Σποκ προσπαθούσε έτσι να την πέσει στον Κερκ, και την δική μας αγαπημένη ότι… ο Σποκ φοράει μακιγιάζ επειδή το μέλλον είναι fabulous.
Η εξαιρετικά ενδιαφέρουσα αντίθεση ανάμεσα στην απόλυτη, ψυχρή λογική του Σποκ, τις ψυχολογικές, ανθρωπιστικές προσεγγίσεις του γιατρού και τον θερμοκέφαλο, παρορμητικό χαρακτήρα του Κερκ δεν προσφέρει μόνο απολαυστικούς διαλόγους (ιδίως όταν κοντράρονται ο Σποκ με τον Μακόι) αλλά είναι και μια ολοκληρωμένη μικρογραφία των εσωτερικών αντιθέσεων σχεδόν κάθε ανθρώπινου χαρακτήρα.