Λυών: Στα χνάρια του φωτός

Από το Lugdunum των Ρωμαίων και του Αστερίξ περνούν όλοι οι δρόμοι: της μακραίωνης Ιστορίας, της αναγεννησιακής αρχιτεκτονικής, του καλού φαγητού, της φυσικής ομορφιάς, της κινούμενης εικόνας... Ακόμη και του κομήτη του Μικρού Πρίγκιπα.
Λυών: Στα χνάρια του φωτός
της Ηρώς Κουνάδη

Το 43 π.Χ., κι ενώ όλη η Γαλατία –πλην ενός μικρού χωριού που θα συνεχίσει να αντιστέκεται… κλπ– βρίσκεται υπό ρωμαϊκή κατοχή, οι Ρωμαίοι κτίζουν επάνω σε ένα μικρό λόφο που αγναντεύει δύο ποτάμια, μία πόλη. Την ονομάζουν Lugdunum, λόφο του φωτός, εντυπωσιασμένοι από τη λάμψη του ήλιου που αντανακλάται στα νερά και την παρακείμενη κοιλάδα της. Δύο χιλιετίες αργότερα, στο λόφο του φωτός θα έρχονταν να μείνουν και να σπουδάσουν δύο αδέλφια, που το επίθετό τους θα σήμαινε φως, και που θα άφηναν κληρονομιά στον πλανήτη μία από τις πιο αγαπημένες του τέχνες –αυτήν που θα απολάμβανε σε σκοτεινές αίθουσες. Τίποτα δεν είναι τυχαίο τελικά.

Σε αντίθεση με τα φώτα του Παρισιού, αυτά που τραβούν το βλέμμα στις νυχτερινές λήψεις των δορυφόρων, που ζαλίζουν τους νεοφερμένους επισκέπτες και που έδωσαν στη γαλλική πρωτεύουσα το όνομά της, το φως της Λυών –αυτό για το οποίο μιλούσαν οι Ρωμαίοι– είναι φως φυσικό. Είναι το φως του ήλιου, που λούζει τις κόκκινες στέγες των σπιτιών της, που αντανακλάται στα δυο ποτάμια της, τον Ροδανό, ή Rhône, και τον Saône, και που δημιουργεί μυστηριώδης σκιές και σκοτεινές κρυψώνες στα στενά, λιθόκτιστα σοκάκια της παλιάς μεσαιωνικής πόλης. Είναι εκείνο που μένει χαραγμένο στη μνήμη φεύγοντας από τη Λυών. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό.

Είναι και η ατμόσφαιρα αυτής της πόλης, που αγαπά τις τέχνες, που ζωγραφίζει τους τοίχους της με την τεχνική του trompe l'œil, της τρισδιάστατης ψευδαίσθησης, που αυτοσχεδιάζει σε μικρά θεατράκια- πολυχώρους, και που κάθε χρόνο στις 8 Δεκεμβρίου λούζεται σε πολύχρωμα φώτα κατά τη διάρκεια του Festival des Lumières. Είναι και η συγκλονιστική αρχιτεκτονική της, που μπλέκει μπαρόκ, γοτθικά, art-nouveau, ρομανέσκ και αναγεννησιακά κτίρια σε ένα πολύχρωμο, υπαίθριο μάθημα Ιστορίας. Είναι και οι τεράστιες, ανοιχτές πλατείες της, οι χορταστικοί πεζόδρομοι, τα στοιχεία luna park εδώ κι εκεί, τα μικρά, χρωματιστά café της και τα ζεστά μπιστρό που την κάνουν ανεπιτήδευτα φιλική προς το χρήστη.

Το εντυπωσιακό ιστορικό κέντρο της πόλης χωρίζεται, ουσιαστικά, σε τέσσερις μεγάλες περιοχές – χρονικές περιόδους: το λόφο Fourvière, ή λόφο που προσεύχεται, ο οποίος στεφανώνει την παλιά, μεσαιωνική πόλη, το Croix Rousse, ή λόφο που δουλεύει και το Presqu’île, τη λωρίδα γης ανάμεσα στους δύο ποταμούς, με το αμάλγαμα κτιρίων, αρχιτεκτονικών μορφών και ιστορικών μνημείων που καλύπτουν μια ευρύτατη χρονολογικά περίοδο, από τον 16ο έως τον 19ο αιώνα.

Ξεκινώντας… χρονολογικά, ανεβαίνουμε με το τελεφερίκ στο Fourvière και αφήνουμε το βλέμμα να σκαρφαλώσει τους οκταγωνικούς πύργους της Notre-Dame de Fourvière, της βασιλικής που αρχικά περάσαμε για κάστρο, αντικρίζοντάς την για πρώτη φορά από χαμηλά στην πόλη, τυλιγμένη με τον ατμοσφαιρικό νυχτερινό φωτισμό της. Κτισμένη το 1896, με στοιχεία ρομανέσκ και βυζαντινής αρχιτεκτονικής, αξίζει μια περιήγηση στο εσωτερικό της, για να θαυμάσετε τα εντυπωσιακά βιτρό και τα ψηφιδωτά που κοσμούν τους τοίχους της. Η μεγαλύτερη σε ηλικία συνοικία της πόλης φιλοξενεί και έναν από τους μεγαλύτερους σε έκταση αρχαιολογικούς χώρους της Γαλλίας: το ρωμαϊκό θέατρο, το ωδείο και το Μουσείο Γαλλο-Ρωμαϊκού πολιτισμού αποτυπώνουν εύγλωττα τη μακραίωνη Ιστορία του Lugdunum πριν γίνει Λυών. Εδώ πολύ κοντά βρίσκεται και ο κτισμένος το 1893 Tour Métallique, ο μεταλλικός πύργος που φέρνει στο νου τον παριζιάνικο Πύργο του Άιφελ και δείχνει υπέροχος από μακριά με το νυχτερινό φωτισμό του.

Κατηφορίζουμε, παραιτημένοι από την προσπάθεια να μετρήσουμε τα σκαλοπάτια που ενώνουν το Fourvière με την παλιά πόλη, ή Vieux Lyon –δε μετριούνται– για να καταλήξουμε, μετά από πολλή ώρα, στα σκιερά, λιθόκτιστα σοκάκια της, που πλαισιώνονται από πέτρινα, μεσαιωνικά σπιτάκια, αναγεννησιακή αρχιτεκτονική, επιβλητικούς ναούς και τα… αναπόφευκτα μαγαζάκια με σουβενίρ και καρτ-ποστάλ. Οι Λυωνέζοι υπερηφανεύονται για το γεγονός ότι αυτό το κομμάτι της πόλης τους ήταν η πρώτη γαλλική εγγραφή στη Κατάλογο Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO, αλλά και μία από τις μεγαλύτερες αναγεννησιακές συνοικίες της Ευρώπης.

Χωρισμένη σε τρεις γειτονιές, που πήραν τα ονόματά τους από τις τρεις μεγάλες εκκλησίες της, Saint Jean, Saint Georges και Saint Paul, και διάσημη για τις τραμπούλες της, τα στενά περάσματα που ενώνουν, μέσα από τις εσωτερικές αυλές των κτιρίων, τα σοκάκια της μεταξύ τους, η μεσαιωνική πόλη αποπνέει αύρα μυστηρίου, τέτοια που φέρνει στο μυαλό μυθιστορήματα που εκτυλίσσονται την εποχή εκείνη, και μιλούν για μυστικά περάσματα, κρύπτες που διασχίζουν –και γνωρίζουν– κυνηγημένοι μάγοι, ιερείς και ιππότες. Λιγότερο ρομαντική είναι η σύγχρονη Ιστορία τους, η χρήση τους από τα μέλη της Γαλλικής Αντίστασης, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, στην απέλπιδα προσπάθεια να ξεφύγουν από τον «Χασάπη της Λυών», Klaus Barbie, που είχε στήσει στην πρώην Στρατιωτική Ιατρική Σχολή το αρχηγείο της Gestapo –σήμερα Κέντρο Ιστορίας της Αντίστασης και της Απέλασης.

Διασχίζουμε μία από τις γέφυρες του Saône και περνάμε στο Presqu’île, τη νεότερη, αλλά και πιο «αυθεντική» περιοχή του ιστορικού κέντρου. Εδώ οι εποχές εναλλάσσονται ανά λίγα μέτρα, η μεσαιωνική αρχιτεκτονική συνυπάρχει αρμονικά με εκείνη του 19ου αιώνα, ιστορικά μνημεία ξεφυτρώνουν στη μέση εμπορικών δρόμων, τεράστιες πλατείες πλαισιώνονται από γοτθικές εκκλησίες τους με τους πύργους τους να υψώνονται προς τον ουρανό. Παλιά και σύγχρονη, καλλιτεχνική χωρίς να γίνεται σνομπ, επιβλητική και καθημερινή ταυτόχρονα, η στενή λωρίδα γης ανάμεσα στα δύο ποτάμια εκφράζει το πνεύμα ολόκληρης της πόλης με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.

Η βόλτα ξεκινά από την Place Bellecour, μια από τις μεγαλύτερες πλατείες της Ευρώπης, με το άγαλμα του Λουδοβίκου XIV να μη μοιάζει καθόλου παράταιρο δίπλα στη γιγαντιαία ρόδα που θα σας ανεβάσει σε ύψος δεκάδων μέτρων για να θαυμάσετε την πόλη από ψηλά. Διασχίζει τον πεζόδρομο de la Republique, σταματά περίπου στη μέση του, στην ομώνυμη πλατεία, για ένα- δυο γύρους με το πολύχρωμο Καρουζέλ –γιατί, είπαμε, αυτή η πόλη ξέρει να παίζει όσο και να δημιουργεί και να θυμάται–, κάνει μερικά ζιγκ- ζαγκ για να χαζέψουμε τις πολύχρωμες βιτρίνες των καταστημάτων και να πιούμε αρωματικό γαλλικό café στα ζεστά μπιστρό του (που, παρεμπιπτόντως, έχουν βγάλει στον πεζόδρομο τραπεζάκια, σόμπες και πλαστικά προστατευτικά για τον αέρα, προς τέρψιν των αμετανόητων καπνιστών) και καταλήγει στην επίσης τεράστια Place des Terraux.

Το εντυπωσιακό Δημαρχείο στη μια άκρη της, κτισμένο το 1646, συναγωνίζεται με το περίτεχνο, τεράστιο (21 τόνοι μολύβδου χρειάστηκαν για να ολοκληρωθεί) γλυπτό-σιντριβάνι με τα τέσσερα άλογα που τραβούν ένα άρμα, συμβολίζοντας τους ποταμούς που καλπάζουν προς τη θάλασσα, δημιουργία του Frédéric-Auguste Bartholdi –ναι, του δημιουργού του Αγάλματος της Ελευθερίας αυτοπροσώπως– για το ποιο θα τραβήξει τα περισσότερα βλέμματα.

Από εδώ, στενά δρομάκια ανηφορίζουν προς τον έτερο λόφο της πόλης, εκείνον «που δουλεύει», περισσότερο γνωστό ως Croix Rousse. Συνοικία των Canuts, των τεχνιτών του μεταξιού, το εμπόριο του οποίου άνθιζε και στήριζε μεγάλο μέρος της οικονομίας της πόλης το 19ο αιώνα, οι πλαγιές του λόφου χαρακτηρίζονται από τα στενά δρομάκια τους, κάποια από τα οποία έχουν μετατραπεί σε σκαλοπάτια, που πλαισιώνονται από τα ψηλοτάβανα κτίρια με τα τεράστια παράθυρα, απαραίτητα για να επιτρέπουν σε όσο το δυνατόν περισσότερο φως να περνά, καθότι στέγαζαν στον ίδιο χώρο τα σπίτια και τα εργαστήρια των τεχνιτών.

Όσο πλησιάζουμε προς την –ομολογουμένως λιγότερο γοητευτική από τις πλαγιές του– κορυφή του λόφου, τα ιστορικά κτίρια δίνουν τη θέση του σε χαμηλές αποθήκες, που έχουν μετατραπεί σε μικρά θέατρα, πολυχώρους και arty μπαράκια, καθιστώντας το Croix Rousse μια από τις πλέον νεανικές, καλλιτεχνίζουσες γειτονιές της πόλης. Επειδή, όμως, η Ιστορία δε λείπει από κανένα σημείο της Λυών, το Amphitheatre de Trois Gauls, κτισμένο γύρω στο 19 μ.Χ., μαρτυρά τη ρωμαϊκή παρουσία και σε αυτόν το λόφο.

Κατηφορίζουμε πάλι, για να χαθούμε ξανά στο Presqu’île και την παλιά πόλη, να περπατήσουμε τις όχθες του Saône και του Ροδανού, να επισκεφθούμε μερικά από τα άπειρα μουσεία της πόλης –όλα δε χωράνε σε ένα ταξίδι, όσο και αν προσπαθήσετε– με ιδιαίτερη προτίμηση στο Μουσείο Καλών Τεχνών, που στεγάζεται σε ένα αββαείο του 17ου αιώνα, το Μουσείο Τυπογραφίας, το Σπίτι του Μεταξουργού, που θα μας μυήσει στα μυστικά της τέχνης του 19ου αιώνα, και το Μουσείο Lumière, που τιμά δύο εκ των διασημότερων κατοίκων της πόλης και την εφεύρεσή τους.

Αν, βέβαια, νομίζετε ότι η πόλη δε γέννησε άλλα διάσημα τέκνα, κάντε μια στάση στην Place St Vincent, στην όχθη του Saône, και θαυμάστε τον Τοίχο των Διάσημων Λυονέζων. Φιλοτεχνημένος με την παραδοσιακή τεχνική του trompe l'œil, της τρισδιάστατης οφθαλμαπάτης, απεικονίζει 25 προσωπικότητες στα μπαλκόνια επτά συνολικά ορόφων. Ο πρώτος που θα αναγνωρίσετε, στον δεύτερο όροφο δεξιά, είναι ο Antoine de St-Exupéry, με τη στολή του αεροπόρου και τον κατάξανθο Μικρό Πρίγκιπα πλάι του.

Ξεμακραίνοντας από το κέντρο της πόλης, το εντυπωσιακό, καταπράσινο Parc de la Tête d’ Or, στη δεξιά όχθη του Ροδανού, αξίζει να του αφιερώσετε ένα ολόκληρο πρωινό, για να περπατήσετε τα πλακόστρωτα μονοπάτια του, να θαυμάσετε το βοτανικό κήπο, να χαλαρώσετε στις όχθες της λίμνης ταΐζοντας τις πάπιες. Εξαιρετική «εκδρομή», δέκα λεπτά από το κέντρο της πόλης με το τραμ, είναι και η συμβολή των δύο ποταμών, γύρω από την οποία αναπτύσσεται τα τελευταία χρόνια μια από τις πλέον ενδιαφέρουσες αρχιτεκτονικά γειτονιές.

Καθώς πέφτει το σκοτάδι, η πόλη αλλάζει πρόσωπο, με τους άριστα μελετημένους καλλιτεχνικούς φωτισμούς να αναδεικνύουν τα μεγαλειώδη κτίριά της, προκαλώντας σε να την ξαναπερπατήσεις από την αρχή, για να θαυμάσεις και τη νυχτερινή της όψη. Καθώς το βήμα γίνεται όλο και πιο αργό, καθώς κοντοστέκεσαι για να θαυμάσεις μια ακόμα γωνιά που δεν είχες παρατηρήσει, συνειδητοποιείς ότι δεν είναι τα κτίρια, οι πλατείες, τα μνημεία ή οι δρόμοι αυτής της πόλης που σε γοητεύουν. Είναι η εναλλαγή τους, που φτιάχνει ένα σύνολο ιστορικό όσο και σύγχρονο, παιχνιδιάρικο και μεγαλειώδες, ανεπιτήδευτο αλλά και επιβλητικό. Ακριβώς όπως η εφεύρεση των αδελφών Lumière, που ξεγελούσε το μάτι. Δεν ήταν κινούμενη εικόνα, ήταν πολλές εικόνες στη σειρά.

Πώς θα πάτε
Το αεροδρόμιο Saint- Exupéry δε συνδέεται προς το παρόν απ’ ευθείας με την Αθήνα η τη Θεσσαλονίκη. Η οικονομικότερη επιλογή είναι πτήση για Παρίσι με easyJet ή Aegean (από 120 περίπου ευρώ μετ’ επιστροφής και φόρων, αν κλείσετε εισιτήρια μερικούς μήνες νωρίτερα) και από εκεί TGV –ήτοι, γρήγορο, άνετο, γαλλικό τραίνο– μέχρι τη Λυών. Η διάρκεια του ταξιδιού είναι 2 ώρες, και η τιμή του ξεκινά από 50 ευρώ μετ’ επιστροφής και ανεβαίνει –η λογική είναι ίδια με αυτήν του αεροπλάνου, όσο νωρίτερα το κλείσετε τόσο φθηνότερα θα πληρώσετε. Κατά καιρούς γίνονται προσφορές, που ρίχνουν την τιμή αισθητά.

Αν, πάλι, δε συμπαθείτε τα επίγεια μέσα μεταφοράς, η CSA, Lufthansa, Air France και Austrian αναλαμβάνουν να σας μεταφέρουν στο αεροδρόμιο της Λυών με τις ανάλογες ανταποκρίσεις σε Πράγα, Μόναχο, Παρίσι ή Βιέννη, σε τιμές… ασύμφορες, που ξεκινούν από 350 και φτάνουν τα 400 ευρώ, μετ’ επιστροφής, φόρων και λοιπών παρελκομένων.

Πού θα μείνετε
Συνηθισμένη να υποδέχεται ταξιδιώτες κάθε ηλικίας, η Λυών διαθέτει μια ευρύτατη γκάμα επιλογών διαμονής για κάθε γούστο και budget. Εξαιρετική, value for money επιλογή αποτελεί το τριών αστέρων Grand Hôtel de la Paix, στην καρδιά του Presqu’île, με τις τιμές του να κυμαίνονται στα 116 ευρώ για ένα δίκλινο δωμάτιο. Εξαιρετικό και το Hôtel des Artistes, μιαν ανάσα από την Place Bellecour, με τιμές που ξεκινούν από 105 ευρώ για το δίκλινο δωμάτιο. Αν αναζητάτε μια πιο low budget επιλογή, το Hotel des Savoies, επίσης στο Presqu’île, προσφέρει λιτά αλλά καθαρά δωμάτια σε τιμές που ξεκινούν από 64 ευρώ με πρωινό.

Πού θα φάτε
Ως γενέτειρα μερικών εκ των διασημότερων γάλλων σεφ, η Λυών θεωρείται γαστρονομική πρωτεύουσα της χώρας. Όπερ μεθερμηνευόμενο, όσο πικρές εμπειρίες κι αν είχατε από τη γαλλική κουζίνα στο παρελθόν –όλοι μας έχουμε– κάντε την καρδιά σας πέτρα και δοκιμάστε μερικές από τις τοπικές σπεσιαλιτέ –είναι πολύ πιθανό να εκπλαγείτε ευχάριστα. Αγαπημένη συνταγή, που συστήνεται ανεπιφύλακτα, το saucisson de Lyon, είδος λουκάνικου μαγειρεμένου συνήθως με κόκκινη σάλτσα.

Για παραδοσιακή κουζίνα και τοπικές σπεσιαλιτέ, επισκεφθείτε οπωσδήποτε το Maison Villemanzy (25 Montée St-Sébastien) στο Croix Rousse και είτε φρεσκάρετε τα γαλλικά σας είτε παραγγείλτε στην τύχη. Το μενού που περιλαμβάνει πρώτο πιάτο, κυρίως και γλυκό κοστίζει 24 ευρώ το άτομο και το αποτέλεσμα, σε κάθε περίπτωση, αποκλείεται να σας απογοητεύσει. Εξαιρετικό μπιστρό είναι το Perl (Rue du Président Édouard-Herriot) στο οποίο δοκιμάσαμε μία από τις καλύτερες quiche lorraine, αλλά και τα παραδοσιακά saucissons. Οι χορτοφάγοι θα λατρέψουν το Gaston (41 rue Merciere) για τις υγιεινές συνταγές του και το ατμοσφαιρικό περιβάλλον που θυμίζει εσωτερικό αγροκτήματος. Για τους αμετανόητους… burger-ο-λάτρες, υπάρχει πάντα η αλυσίδα Hippopotamus, με αμερικανικής έμπνευσης πιάτα και ολίγο από tex-mex, πάντα με τη γαλλική άποψη στο ψήσιμο –τονίστε ότι θέλετε τα πάντα πολύ καλά ψημένα, για να μην… στάζει το burger σας.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v