Ο αριστουργηματικός Ρομέο Καστελλούτσι, η αφρικάνα Miss Julie και όλα όσα θα θυμόμαστε από το Φεστιβάλ Αθηνών του 2015.
Παλαιότερο των 360 ημερών
της Ιωάννας Μπλάτσου
Ελάτε να θυμηθούμε τις πιο πολυσυζητημένες στιγμές του φετινού Φεστιβάλ Αθηνών. Σε αυτό το πρώτο μέρος, εστιάζουμε στον Ιούνιο και στο δεύτερο μέρος, στον Ιούλιο.
ΙΟΥΝΙΟΣ «Miss Julie»
Μια πολύ προσεγμένη παραγωγή, με υπέροχα τονισμένο το αφρικανικό στοιχείο (οι δύο εμβληματικές γυναικείες φιγούρες, μια προσωποποίηση της ιδέας της Mama Africa, της αρχέγονης μήτρας της ανθρωπότητας), μια ατμοσφαιρική ερωτική παράσταση (η σκηνή σεξ στο τραπέζι θύμιζε την ταινία "Ο ταχυδρόμος χτυπάει πάντα δύο φορές"), αλλά ΟΧΙ Στρίντμπεργκ. Μα, καλά, τι σκεφτόταν η σκηνοθέτης Γιάελ Φάρμπερ παρουσιάζοντας τη Miss Julie με τσίτι παρεό;! Χάθηκε όλη η αρρενωπή θηλυκότητα της στριντμπεργκικής ηρωίδας, μαζί με όλη τη δωρική αυστηρότητα και υφέρπουσα επικινδυνότητα του έργου.
Επίσης, φράσεις της Julie προς τον John, ("Not so fast, fucker! You owe me!" ή “Grow the fuck up, John!” και “You, fucking fart!”) και του John προς την Julie (“I didn’t touch you, I fucked you”) θα μπορούσαν να βρίσκονται σε έργο του Μαρμπέρ ή του Ρέιβενχιλ, δεν είναι Στρίντμπεργκ. Τέλος, η διανομή των δύο κεντρικών ρόλων, Hilda Cronjé (Miss Julie) και Bongile Mantsai (John), ήταν προβληματική. Η μεν Hilda Cronjé ήταν όλο πόζα και πομπώδες ύφος, ο δε Bongile Mantsai δέσποζε με το συγκλονιστικό του σώμα αλλά όχι με τις υποκριτικές του ικανότητες.
«Little Foxes» («Μικρές Αλεπούδες»)
Στιβαρό, εξαιρετικά δομημένο, βερολινέζικο θέατρο, με αφορμή το κλασικό –εντάξει, όχι και αριστουργηματικό- αμερικανικό έργο της Λίλιαν Χέλμαν. Ο Τόμας Οστερμάγιερ βρέθηκε σε μια ακόμα ευτυχή στιγμή της καριέρας του, ακολούθησε τη γραφή της Χέλμαν, αλλά τοποθέτησε τη δική του παραγωγή όχι στο σαλόνι μιας έπαυλης του αμερικανικού Νότου (Αλαμπάμα), αλλά σε ένα αστικό σαλόνι κάπου στην κεντροδυτική Ευρώπη.
Μίνιμαλ, στιλπνά σκηνικά, αυστηρά στιλάτα κοστούμια, προσεγμένοι φωτισμοί, ένας θίασος άψογα ρονταρισμένος, από τον πρώτο ρόλο (Ρεγγίνα) έως τον τελευταίο (υπηρέτρια Άντη) και μια χολιγουντιανού τύπου πρωταγωνίστρια, η Νίνα Χος (Ρεγγίνα Χάμπαρντ), εκπάγλου καλλονής και εντυπωσιακής ερμηνευτικής ακρίβειας. Εξίσου γοητευτικός ερμηνευτικά δίπλα της, ο Μαρκ Βάσκε, στο ρόλο του κυριαρχικού καπιταλιστή αδερφού της Μπεν Χάμπαρντ. Αξιοσημείωτη η ερμηνεία της Ουρσίνα Λάρντι στο ρόλο της εύθραυστης Μπέρντι Χάμπαρντ.
«Go down, Moses»
Αριστούργημα! Και μόνο αυτή την παραγωγή αν παρουσίαζε το Φεστιβάλ Αθηνών, λόγω οικονομικής στενότητας, θα αποζημιωνόταν όλο το φιλοθεάμον κοινό. (Αρκεί να μην ανέβαινε στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, καθώς η αχανής απόσταση μεταξύ σκηνής και θέσεων θεατών -από τη μέση της πλατείας και πίσω, αλλά και στους εξώστες- δυσκόλευε στην παρακολούθηση αυτής της εξαιρετικά συμβολικής στη λεπτομέρειά της παράστασης.)
Κάθε σκηνή συνέθετε ένα βαθιά οντολογικό κείμενο με πολιτικές διαστάσεις. Ένας τεράστιος κύλινδρος που αρχίζει να περιδινείται εκκωφαντικά ενώ πέφτουν πάνω του μακριά μαλλιά που συνθλίβονται –η ιστορία που θρέφεται κονιορτοποιώντας ζωές, αφηγήσεις, ιδέες, πράξεις; Μια γυναίκα που αιμορραγεί σε δημόσιες τουαλέτες κυοφορώντας ένα βρέφος και ο παραλληλισμός με εκείνο το βιβλικό βρέφος σε ένα καλάθι στον Νείλο –ο χρόνος έχει απωλέσει την καθησυχαστική γραμμικότητά του καταργώντας κάθε λογική, ενώ ταυτόχρονα ανασυνθέτει την οργανική ιστορία της ανθρώπινης πίστης.
Μια γυναίκα σε αξονικό τομογράφο –η μήτρα της επιστήμης και η μήτρα της ζωής. Και τέλος, η εμβληματική σκηνή της σπηλιάς (μια άλλη μήτρα), από τις ωραιότερες θεατρικές συλλήψεις που έχουν αντικρίσει τα μάτια μου, όπου μια μικρή κοινότητα γυμνών homo erectus, με φόντο τον ξάστερο ουρανό, αποθεώνει τη ζωή μέσα από το σεξουαλικό σμίξιμο, αλλά γνωρίζει και το πεπερασμένον του βίου μέσα από το θάνατο ενός μωρού. Η χαρά, η απώλεια, η απελπισία, ο θρήνος. Και ξαφνικά, ένας μεγάλος χτύπος, ένα SOS, η σκηνή σείεται, SOS και ο Καστελούτσι παραφράζει τους στίχους του T.S. Eliot: «This is the way the world ends / Not with a bang but a whimper».
Η παράσταση του εικαστικού Ρομέο Καστελούτσι εξερράγη μες στο μυαλό μου, όργωσε τα σπλάχνα μου, όπως μόνο κάποια θηριώδη κλασικά έργα τέχνης έχουν κάνει ως τώρα. Τις παραστάσεις του Καστελούτσι τις βιώνεις πρωτίστως σωματικά. Η μουσική του Σκοτ Γκίμπονς αποτέλεσε την τέταρτη διάσταση της σκηνικής αφήγησης.