Οι υπεύθυνοι των τριών μεγάλων εταιρειών διοργάνωσης συναυλιών μιλούν για το φετινό τοπίο και τις δυσκολίες του να φέρνεις μεγάλα ονόματα στο ελληνικό κοινό.
Παλαιότερο των 360 ημερών
των Ηρώς Κουνάδη, Νικόλα Γεωργιακώδη
«Πενήντα λόγοι για να μην πάμε διακοπές». Αυτός ήταν ο τίτλος του κομματιού μας για τις καλοκαιρινές συναυλίες στην Αθήνα, το μακρινό 2007. Έξι χρόνια αργότερα, το τοπίο έχει αλλάξει, οι καλοκαιρινές μας συναυλίες μετά βίας πιάνουν το διψήφιο νούμερο, και… η γκρίνια καλά κρατεί: Τα εισιτήρια μας φαίνονται (πάντα) ακριβά, τα μεγάλα ονόματα δεν μας θυμούνται, τα υπόλοιπα Βαλκάνια έχουν καλύτερες διοργανώσεις, και πάει λέγοντας. Τι λένε, άραγε, οι διοργανωτές των εν Ελλάδι συναυλιών για όλα αυτά;
Ο Νίκος Λώρης της Didi Music, ο Σταύρος Στριλιγκάς της Detox, και ο Μάριος Σαργιάνος της P90 έχουν πολλά και ενδιαφέροντα να μας πουν για τις δυσκολίες του να διοργανώνεις συναυλίες στην Ελλάδα, για την χρυσή πενταετία του 2005-10, για το μέλλον των μεγάλων συναυλιών, αλλά και για το ελληνικό κοινό που… δυσκολεύει ακόμα περισσότερο τα πράγματα. Ας τους ακούσουμε.
Νίκος Λώρης: «Δεν είναι ότι δεν έρχονται μεγάλα ονόματα στην Ελλάδα, απλά οι Έλληνες τα αντιμετωπίζουν σαν μικρά»
Εισπράττει εδώ και δεκαετίες τα εύσημα αλλά και την γκρίνια του ελληνικού κοινού, όμως – κακά τα ψέματα- η Didi Music έχει φέρει στην Ελλάδα μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα της παγκόσμιας μουσικής σκηνής. Όλα ξεκίνησαν το 1984 με την ίδρυση από τον Νίκο Λώρη μιας από τις πρώτες ανεξάρτητες δισκογραφικές εταιρείες στην Ελλάδα. Η Δικαίωμα Διάβασης (τα αρχικά της οποίας «βάφτισαν» μετέπειτα την Di Di), έφερε το ελληνικό κοινό απέναντι σε μπάντες όπως οι Sonic Youth, οι Dead Kennedy’s και οι Soundgarden, ενώ μετά από λίγα χρόνια, το 1989, η εταιρεία έκανε στροφή και πέρασε αποκλειστικά στη διοργάνωση συναυλιών.
Στις χιλιάδες συναυλίες που έχει διοργανώσει μέχρι σήμερα η εταιρεία του Νίκου Λώρη, συγκαταλέγονται ονόματα όπως οι REM, Black Sabbath, Metallica, Pearl Jam, Duran Duran, Moby, The Cure, Tool, Radiohead, Korn, Nick Cave, Deep Purple, Sting, Iron Maiden και δεκάδες ακόμα.
«Το εισιτήριο πλέον δεν είναι ακριβό, είναι φτηνό. Είναι τόσο φτηνό που θα σταματήσουμε να κάνουμε συναυλίες», απαντά ο κ. Λώρης σε σχετική ερώτηση για τις τιμές των εισιτήριων, μόνιμο παράπονο των Ελλήνων μουσικόφιλων το οποίο φέτος είναι ακόμα πιο έντονο. «Μάλιστα έχει μειωθεί σε σχέση με πέρυσι κατά 50%. Όταν φέρνουμε σε συναυλίες Έλληνες καλλιτέχνες της πρώτης γραμμής και το εισιτήριο κάνει 8€ για τους ανέργους και 10€ ταμείο καταλαβαίνεις ότι δεν μαζεύονται χρήματα για να πληρωθούν άνθρωποι που εργάζονται για την διοργάνωση», προσθέτει.
«Στο φετινό Rockwave το εισιτήριο έχει 50€ για ανέργους και 65€ το κανονικό. Καταλαβαίνεις ότι οι καλλιτέχνες πλέον δεν έρχονται γιατί ζητάνε ένα εκατομμύριο ευρώ. Αν πληρώσω εγώ κάποιον με ένα εκατομμύριο ευρώ πώς θα μπορέσω να ανταπεξέλθω με 50€ εισιτήριο; Λένε πολλοί γιατί δεν έρχονται οι Maiden που έχουν έρθει εκατό φορές. Η απάντηση είναι γιατί είναι πλέον πάρα πολύ ακριβοί. Υπάρχουν βέβαια καλλιτέχνες που έρχονται να παίξουν με μειωμένες απαιτήσεις, όπως οι Depeche, αλλά έχω την αίσθηση ότι όσα δούμε φέτος θα είναι και τα τελευταία μεγάλα show στην Ελλάδα. Το κόστος δεν πέφτει, οι φαν δεν έχουν χρήματα, η γκρίνια εξακολουθεί να υπάρχει», λέει χαρακτηριστικά για το μέλλον της ελληνικής συναυλιακής πραγματικότητας.
Τον ρωτάμε γιατί βλέπουμε πλέον σπάνια καλλιτέχνες που είναι στα «ντουζένια» τους και πολύ πιο συχνά ονόματα που έχουν έρθει ξανά και ξανά στην χώρα. «Διαφωνώ εντελώς», απαντά. «Στην Ελλάδα έχουν έρθει τεράστια ονόματα, στο peak της καριέρας τους, που οι Έλληνες δεν τους έδωσαν την σημαία που έπρεπε. Το 2000, ήρθαν οι Rage Against The Machine και μάζεψαν μόνο δυόμισι χιλιάδες κόσμο. Ήρθαν οι Muse στο απόγειό τους και είχαν τεσσερισήμισι χιλιάδες . Ήρθαν οι Slipknot το 2005 και μάζεψαν 3.300 κόσμο. Τίποτα. Ήρθαν οι Korn και είχε τόσο κόσμο που νόμιζες ότι βρισκόσουν σε show για club, ούτε δύο χιλιάδες άτομα δεν μάζεψαν. Δεν είναι λοιπόν το θέμα ότι δεν έρχονται μεγάλα ονόματα στην Ελλάδα, είναι ότι οι Έλληνες φαν τα αντιμετωπίζουν σαν μικρά», αναφέρει.
Σύμφωνα με τον κ. Λώρη, στα ελληνικά συναυλιακά γεγονότα η περίοδος ακμής ήταν από το 1996 μέχρι και… φέτος. «Ξεκινήσαμε να ανεβαίνουμε συναυλιακά σαν χώρα με την έναρξη του Rockwave το 1996. Μέχρι να ξεκινήσει αυτό δεν είχαμε σχεδόν τίποτα στην Ελλάδα. Το Rockwave έβαλε την Ελλάδα στην γεωγραφία των συναυλιών, στο Rockwave έχουν παίξει ιστορικά μερικά από τα μεγαλύτερα συγκροτήματα», λέει σχετικά.
Σταύρος Στριλιγκάς: "Οι τιμές των εισιτηρίων στις ξένες συναυλίες είναι πλέον καλές"
Η Detox ξεκίνησε την λειτουργία της πριν από δέκα περίπου χρόνια από μια ομάδα ατόμων οι οποία ασχολούταν με διοργάνωση dance events και parties, ενώ έγινε γνωστή στο ευρύ κοινό μέσα από την άκρως επιτυχημένη διοργάνωση του EJEKT Festival το 2005 με headliners τους Chemical Brothers. To EJEKT έγινε με τα χρόνια θεσμός και η εταιρεία επεκτάθηκε φέρνοντας διεθνούς φήμης καλλιτέχνες στην Ελλάδα, έξω από τα πλαίσια του φεστιβάλ. Ο Moby, οι Scorpions, ο Jay-Z, ο 50Cent, οι Prodigy, οι Unkle, οι Deep Purple και οι Judas Priest αποτελούν μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα.
Ο κ. Σταύρος Στριλιγκάς, υπεύθυνος επικοινωνίας της εταιρείας, μιλάει για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει μια διοργανώτρια εταιρεία στην Ελλάδα. «Προσπαθείς να κάνεις ξένες συναυλίες, είτε αυτές είναι ροκ είτε μέταλ είτε dance, σε μια χώρα η οποία ασχολείται κατά 90% με ελληνική μουσική. Οπότε, από την αρχή υπάρχει περιορισμένο ενδιαφέρον. Όπως δεν υπάρχει και στήριξη από φορείς όπως Δήμοι, Υπουργείο Τουρισμού κλπ. Είμαστε τόσα χρόνια εταιρεία, έχουμε διοργανώσει συναυλίες σε όλη την χώρα και δεν έχουμε πάρει ούτε έχουμε ζητήσει ποτέ επιχορήγηση από πουθενά. Το ίδιο συμβαίνει και με τις άλλες εταιρείες. Ανάλογα φεστιβάλ στο εξωτερικό επιδοτούνται αδρά από τον Δήμο τους ή το Υπουργείο, καθώς αυτή η βοήθεια θα μεταφραστεί σε τουρισμό, έσοδα κλπ. Οπότε είναι λογικό να έχουν και μεγαλύτερη ευκολία στο line-up τους τα φεστιβάλ", αναφέρει σχετικά.
Για το θέμα της τιμής των εισιτηρίων σχολιάζει: «Το θέμα με τα εισιτήρια στις ξένες συναυλίες στην Ελλάδα είναι δύσκολη ιστορία. Στο σύνολο της τιμής το μεγαλύτερο ποσοστό είναι φόροι πολλών ειδών, πνευματικά δικαιώματα, αμοιβή καλλιτέχνη, ενοίκια, κλπ. Το ποσοστό που μένει για τον διοργανωτή είναι πραγματικά πολύ μικρό. Τα εισιτήρια αυτή τη στιγμή, σε γενικές γραμμές, δεν είναι ακριβά. 30-35 ευρώ εισιτήριο για το Heavy By The Sea festival με Slayer, Down και όλα τα άλλα ονόματα, είναι εξαιρετική τιμή. Ήταν όμως σε αρκετές περιπτώσεις πριν 4-5 χρόνια. Οι ξένες συναυλίες στην Ελλάδα δεν έχουν πλέον μεγάλα έσοδα, όχι ότι είχαν ποτέ. Απόδειξη ότι έχουν σταματήσει να κάνουν συναυλίες οι περισσότερες παραδοσιακές εταιρείες του χώρου».
Για ποιον λόγο όμως σε φεστιβάλ του εξωτερικού βλέπουμε μουσικά «μεγαθήρια» με value for money τιμές εισιτηρίων και στην Ελλάδα όχι; Σύμφωνα με τον κ. Στριλιγκά το θέμα είναι κατά κύριο λόγο γεωγραφικό αλλά και θέμα κοινού. «Τα μεγάλα ονόματα δεν έχουν ως προτεραιότητα την Ελλάδα, καθώς και το κοινό δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλο και δεν πουλάνε δίσκους στην χώρα μας. Επίσης, η γεωγραφική θέση της Αθήνας δεν βολεύει τις περιοδείες, καθώς η πρόσβαση για τα συγκροτήματα είναι μόνο αεροπορική, που ανεβάζει πολύ τα έξοδα. Και στα μικρότερα συγκροτήματα, τα έξοδα είναι πολύ πιο λίγα για να πάνε σε άλλες χώρες γύρω από την Κεντρική Ευρώπη. Παίρνουν ένα βανάκι και γυρνάνε τις χώρες αυτές οδηγώντας, κάνοντας 2-3 ώρες για κάθε χώρα», λέει σχετικά.
Όσον αφορά τα κριτήρια με τα οποία επιλέγεται ένα συγκρότημα για να έρθει στην χώρα, ο κ. Στριλιγκάς εξηγεί ότι είναι ένας συνδυασμός δημοτικότητας και προσωπικού γούστου του εκάστοτε διοργανωτή. Για την επικαιρότητα συγκεκριμένα και τον λόγο για τον οποίο τελευταία δεν βλέπουμε συγκροτήματα στο peak τους, ο ίδιος λέει: «Όταν ένα συγκρότημα είναι τώρα στην καλύτερη φάση της καριέρας του δύσκολα θα έρθει στην Ελλάδα. Είτε θα είναι πολύ ακριβό είτε θα είναι πολύ καινούργιο και δεν θα το ξέρει κανένας. Δεν είμαστε Παρίσι ή Λονδίνο για να μαθαίνονται αμέσως οι μπάντες. Πάντως οι "ξένες" συναυλίες που γίνονται στην Αθήνα είναι πάρα πολλές, αναλογικά με το κοινό που υπάρχει».
Κατά την γνώμη του, η περίοδος 2006 με 2011 ήταν η «χρυσή πενταετία» στα ελληνικά συναυλιακά γεγονότα. «Τότε ήρθαν όλοι, η Σακίρα, η Μαντόνα, οι Bon Jovi, οι U2… ήταν μια «χρυσή» εποχή και τώρα έχει πέσει απότομα. Τότε υπήρχε δίψα για τα μεγάλα ονόματα και ο κόσμος είχε και λεφτά. Πλέον ο κόσμος ζορίζεται», αναφέρει σχετικά..
Μάριος Σαργιάνος: «Ο κόσμος πλέον επιλέγει να δώσει χρήματα μόνο για καταξιωμένους καλλιτέχνες»
Αρκετά «φρέσκια» εταιρεία στον χώρο, η P90 Events ξεκίνησε όπως μας λέει ο ιδιοκτήτης της Μάριος Σαργιάνος από την αγάπη μιας ομάδας ατόμων για την ροκ μουσική και συγκεκριμένα τα live. Στα τρία και κάτι χρόνια λειτουργία της έχει φέρει μεταξύ άλλων στην χώρα μας ονόματα όπως οι The Raveonettes, οι Napalm Death, οι Therapy? , οι The Haunted, οι Red Fang και οι Cancer Bats.
Για το ζήτημα των τιμών των εισιτηρίων στον ελληνικό χώρο, και την γκρίνια που τις συνοδεύει, ο κ. Σαργιανός θεωρεί πως το θέμα είναι από μόνο του πολυδιάστατο: «Έχω και εγώ μια ερώτηση να σας κάνω σχετικά. Γιατί μία μπύρα κοστίζει κατά μέσο όρο 5 ευρώ σε ένα ελληνικό bar ενώ σε πολλά ευρωπαϊκά κράτη μόλις 2; Για να σου δώσω μια εικόνα του τι επηρεάζει και καθορίζει τις τιμές των εισιτηρίων θα αναφέρω: H απήχηση-δυναμική που έχει ένας καλλιτέχνης στην Ελλάδα, άλλες φορές μικρότερη και άλλες φορές μεγαλύτερη απ’ ότι σε άλλα κράτη, κάτι το οποίο έχει αντίκτυπο στην αμοιβή που αξιώνει, τα μεταφορικά κόστη των καλλιτεχνών τα οποία στην περίπτωση μας λόγω γεωγραφικής θέσης της Ελλάδας είναι αρκετά μεγαλύτερα, οι αυξημένοι φόροι-κρατήσεις των εισιτηρίων και πολλά ακόμα».
Η επιλογή των καλλιτεχνών από την εταιρεία γίνεται με κριτήριο το ύφος του καλλιτέχνη, τις προσωπικές… αδυναμίες του team και την εκτιμώμενη απήχηση που έχει στο κοινό το εκάστοτε όνομα. Παρ’ όλα αυτά, όπως λέει ο ίδιος : «Έχουμε κάνει και συναυλία για ογδόντα άτομα».
Για το πώς έχει αλλάξει το τοπίο των συναυλιών εν Ελλάδι τα τελευταία χρόνια σχολιάζει: «No money, no honey. Πλέον ο κόσμος επιλέγει να δώσει χρήματα μόνο για συναυλίες/καλλιτέχνες που πραγματικά θέλει να δει και αυτοί είναι συνήθως οι ήδη καταξιωμένοι. Το καταλαβαίνουμε από την μια πλευρά αλλά από την άλλη προσωπικά θα προτιμούσα να υπάρχει περισσότερη διάθεση για «εξερεύνηση» από το συναυλιακό μας κοινό. Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε πάντως είναι πάντα μέσα στο παιχνίδι σε οποιαδήποτε επαγγελματική δραστηριότητα. Αυτές είναι και που δίνουν αξία σε μια πιθανή επιτυχία, έτσι δεν είναι;».