πηγή: Classicalmusic.gr
του Χρήστου Μαρίνου
Στο άρθρο αυτό θα ασχοληθούμε με μια μουσική προσωπικότητα η οποία κατά τη διάρκεια της ζωής της ήταν θέμα ταμπού να συζητηθεί ή να κριθεί από οποιονδήποτε στην πρώην Σοβιετική Ένωση.
”Ήταν κάποιος που δεν θα συζητιόνταν”, λέει ο Alexander Barantschik, πρώην βιολονίστας της Φιλαρμονικής Ορχήστρας του Λένινγκραντ, ”εάν ήταν καλός ή κακός. Ήταν πέραν απ’ όλα αυτά, ήταν ένας θεός”.
Υπήρξε μια τόσο ισχυρή προσωπικότητα που κατάφερε να επιζήσει και προπάντων να δημιουργήσει, να εξελιχθεί και να μείνει στην ιστορία της Ρώσικης μουσικής του προηγούμενου αιώνα. Βιώνοντας ένα μεγάλο πλήγμα το 1917, όπως λέει και ο ίδιος, δεν έπαψε ποτέ να υπηρετεί τη μουσική και την πατρίδα του, από τα πρώτα χρόνια της σταδιοδρομίας του έως το τέλος της ζωής του.
Ο Yevgeny Mravinsky γεννήθηκε στην Αγία Πετρούπολη στις 4 Ιουνίου 1903 σε οικογένεια μουσικών και μουσικόφιλων. Πήρε τα πρώτα του μαθήματα στο πιάνο σε ηλικία 6 χρονών.
Το φθινόπωρο του 1938 ο Mravinsky έλαβε μέρος στον 1ο Εθνικό Διαγωνισμό Μαέστρων της Ε.Σ.Σ.Δ. Στον 3ο γύρο φάνηκε καθαρά ότι τη νίκη θα έπαιρνε ο νεαρός Yevgeny. Αφού ανακοινώθηκε ο νικητής, μεταξύ των προσφορών και των συμβολαίων που του πρότειναν ήταν και η θέση του μόνιμου αρχιμουσικού της Φιλαρμονικής Ορχήστρας του Λένινγκραντ. Παίρνοντας τη μεγάλη αυτή απόφαση, εγκατέλειψε τελικά τις θέσεις στο Μπαλέτο και στην Όπερα και ανέλαβε μόνιμος αρχιμουσικός της Φιλαρμονικής του Λένινγκραντ• θέση που κράτησε μέχρι τον θάνατό του, δηλαδή για 50 χρόνια, αγνοώντας θέσεις που του πρότειναν από το εξωτερικό.
Ο Mravinsky, με τη δύναμη του ταλέντου του και τις εξαίρετες πρόβες του κατάφερε να κερδίσει την αγάπη και την εμπιστοσύνη των μουσικών. Ασφαλώς βοήθησε πολύ και η προσωπικότητά του μιας και κυριαρχούσαν τα στοιχεία της βαθιάς πίστης στη μουσική και στο Θεό, της απόλυτης βεβαιότητας σε οτιδήποτε έκανε, της επιβλητικότητάς του, αλλά και του ζεστού εσωτερικού του κόσμου.
Δυστυχώς όμως η χώρα και οι άνθρωποί της χτυπήθηκαν για άλλη μια φορά, το 1941, όταν οι Γερμανοί εισέβαλαν στις 22 Ιουνίου. Η ορχήστρα στάλθηκε στη Σιβηρία και εγκαταστάθηκε στο Novosibirsk. Η τοπική κυβέρνηση του Λένινγκραντ, που δεν είχε ποτέ πριν δική του ορχήστρα, πρότεινε στον Mravinsky να προσπαθήσει να παίζει ευκολότερη μουσική αλλά χωρίς να υπάρξει η παραμικρή ύφεση στο υψηλό μουσικό τους επίπεδο. Εκείνος έκανε τη νέα αρχή με την 5η Συμφωνία του Schostakowitsch...
Στις 9 Ιουνίου 1942 ο Mravinsky αποκάλυψε την 7η Συμφωνία του Schostakowitsch, γνωστή με τον τίτλο ’Leningrad’, στην ορχήστρα του και στο κοινό. Ο συνθέτης που μέχρι τότε την είχε ακούσει μόνο μία φορά από τον μαέστρο που έκανε την πρεμιέρα, συγκλονίστηκε από την ερμηνεία του Mravinsky. ”Η προσοχή του στη λεπτομέρεια και στην καλλιτεχνία είναι πραγματικά απίστευτη!”, εξέφρασε ο συνθέτης. ”Τόσους πολλούς μήνες που βρίσκονται μακριά από την πόλη μας, η ορχήστρα όχι μόνο κατάφερε να διατηρήσει τις καλύτερες ποιότητές της, αλλά επίσης πρόσθεσε κιόλας σε ότι ήδη είχαν!”
Η Συμφωνία παίχθηκε 4 φορές μέσα σε μία εβδομάδα. Αυτά τα 3 χρόνια που βρίσκονταν στη Σιβηρία, ο Mravinsky με την ορχήστρα του έδωσαν συνολικά 538 συναυλίες τις οποίες παρακολούθησαν περισσότεροι από 400.000 άνθρωποι. Επίσης, μεταδόθηκαν περισσότερες από 200 συναυλίες από το ραδιόφωνο.
Το Σεπτέμβριο του 1944 ο Mravinsky και η ορχήστρα του επέστρεψαν στο Λένινγκραντ όπου όλοι τους περίμεναν για να εκτιμήσουν και να απολαύσουν τις ραγδαίες βελτιώσεις και προόδους τους. Τον Φεβρουάριο του 1946 η ορχήστρα έκανε την πρώτη της εμφάνιση έξω από τη Ρωσία. Διοργανώθηκαν 9 συναυλίες στη Φινλανδία όπου πουλήθηκαν σε σύντομο διάστημα όλα τα εισιτήρια και οι εφημερίδες έγραψαν εγκωμιαστικά σχόλια που τίμησαν και την ορχήστρα και το Λένινγκραντ.
Παράλληλα με τα μουσικά γίγνεσθαι δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτά που συζητάμε πραγματοποιούνταν σε μια χώρα όπου δέσποζε σε ακραίο βαθμό η πολιτική. Στον τομέα αυτόν, o Mravinsky δεν έδειξε ποτέ κανένα ενδιαφέρον. Παρά την αγάπη και τη συμπόνια που ένοιωθε για την πατρίδα του, ποτέ δε συμμερίστηκε ή πίστεψε πως η πολιτική του Στάλιν στόχευε σε κάποια πρόοδο της Ρωσίας• αλλά και ποτέ όμως δεν έθιξε κάποιο ζήτημα που να προκαλέσει αντιδράσεις από οποιονδήποτε.
Ο Mariss Jansons, που υπήρξε και βοηθός του Mravinsky για 14 περίπου χρόνια, λέει ότι, ”Ήταν ένας αληθινός μουσικός και όταν έκανε κάτι, το έκανε για τη μουσική και όχι για τον εαυτό του ή για να δείξει τις δυνάμεις του. Ο στόχος του ήταν πάντοτε πολύ υψηλό επίπεδο μουσικής δημιουργίας. ... Παρόλο που σε καθεστώτα όπως αυτό που έζησε ο Mravinsky, όλα τα άτομα που κατείχαν υψηλές θέσεις, σχεδόν πάντα, ήταν και μέλη κομμάτων ή παρατάξεων, ο Mravinsky κατάφερε να μην αναμειχθεί ποτέ.”
Το 1954 ο Mravinsky ονομάστηκε ’Artist of People of U.S.S.R.’, και το 1973 έλαβε το παράσημο ’Hero of Socialist Labor’. Όμως η διεθνής αναγνώριση δεν ήρθε λόγω των παρασήμων, αλλά λόγω των ερμηνειών του σε έργα του Mozart, του Beethoven, του Bruckner, του Wagner, του Sibelius, του Stravinsky, και φυσικά οποιουδήποτε Ρώσου ή Σοβιετικού συνθέτη. Η φήμη του εξαπλώθηκε κυρίως με τις μεταθανάτιες κυκλοφορίες της Melodiya και της BMG Classics το 1995 με το έργο του από τη δεκαετία του 40 μέχρι και του 80.
Στη Δύση, ο Mravinsky ήταν κυρίως διάσημος ως ερμηνευτής του Schostakowitsch (του οποίου τις Συμφωνίες αρ.5, 6, 8, 9, 10 και 12 έκανε τις πρεμιέρες) και του Tschaikowsky. Υπό τη διεύθυνση του Mravinsky η Φιλαρμονική του Λένινγκραντ αναγνωρίστηκε ως μία από τις καλύτερες ορχήστρες του κόσμου, παρότι ο κόσμος είχε ελάχιστες ευκαιρίες να την ακούσει πέραν από τη σπάνια περιοδεία (περίπου 30 συναυλίες μέσα σε 25 χρόνια), κάποιες αχνές Σοβιετικές ηχογραφήσεις, και τις ελάχιστες αλλά καταπληκτικές ηχογραφήσεις για τις εταιρείες Deutsche Grammophon και, προς το τέλος, Erato.
Οι βιντεοσκοπήσεις που υπάρχουν με τον Mravinsky μας φανερώνουν έναν μαέστρο γεμάτο φλόγα και ενέργεια. Στο πόντιουμ δείχνει πολύ συγκρατημένος βγάζοντας με πολύ καθαρές, συμπαγής και απλές κινήσεις το μέγιστο από την ορχήστρα. Πειθαρχημένος λεπτολόγος, ο Mravinsky ήξερε πάντα τι ήθελε. Ποτέ δεν ήταν εύκολος με τους μουσικούς, αλλά ακόμη λιγότερο με τον εαυτό του. Κατά τα τελευταία του χρόνια, ο γκριζομάλλης ’δικτάτορας’ διηύθυνε καθιστός σε μια ψηλή καρέκλα, αλλά ποτέ κανείς δεν το είδε αυτό ως σημάδι αστάθειας ή αδυναμίας. Πάντα παρέμεινε ο επιβλητικός γίγαντας που θαύμαζαν και λάτρευαν όλοι, ιδίως η ορχήστρα του.
Ο Mravinsky αντιπροσωπεύει την τελειότητα, όσο αυτή μπορεί να εννοηθεί, της Ρωσικής Σχολής Διεύθυνσης, στην οποία τεχνική ακρίβεια και πιστότητα της μουσικής συνδυάζονται με ιδιαίτερα ξεχωριστή και ρομαντική ερμηνεία. Η μαγεία του Mravinsky βρίσκεται δίχως καμία αμφιβολία στις ερμηνείες των έργων του Tschaikowsky και των Συμφωνιών του Schostakowitsch. Ιστορικές επίσης είναι και οι ηχογραφήσεις του στα έργα των μεγάλων κλασικών και ρομαντικών, και φυσικά των υπολοίπων συμπατριωτών του συνθετών. Άφησε την τελευταία του πνοή στην Αγ. Πετρούπολη στις 19 Ιανουαρίου 1988.
Στα γραπτά του ο Schostakowitsch σημειώνει, ”Το ταλέντο του Yevgeny Mravinsky είναι ζωηρό, ορμητικό και πρωτότυπο. Το προσωπικό στυλ που έχει όταν διευθύνει τον ξεχωρίζει αμέσως από τους άλλους μαέστρους. Πρέπει να προσθέσω ότι αυτή του η επίδοση δεν είναι προϊόν ταλέντου και μόνο. Είναι το αποτέλεσμα της σοβαρής δουλειάς ενός μεγάλου καλλιτέχνη. Ο Mravinsky δεν παραμελεί την τεχνική και κατά συνέπεια πετυχαίνει εκπληκτικά αποτελέσματα. Η εκτεταμένη προεργασία που πάντοτε κάνει σε οποιοδήποτε έργο αναλαμβάνει, τον βοηθά να το κατανοήσει βαθύτερα και καλύτερα.”
”Άλλο χαρακτηριστικό του είναι πως έχει φοβερές απαιτήσεις από τον εαυτό του.” Τον ρώτησα κάποτε: ”Απ’ όσα έργα έχεις διευθύνει, ποιο νομίζεις πως ήταν η μεγαλύτερή σου επιτυχία;”. Μου απάντησε: ”Αυτό το έργο δεν το έχω διευθύνει ακόμα”. ”Αυτή την άρνηση να ικανοποιηθεί με ό,τι έχει ήδη κατορθώσει, αυτή την επιθυμία να πηγαίνει πάντα μπροστά, θα έπρεπε να την αισθάνεται κάθε πραγματικός καλλιτέχνης”.
* Ο κ. Μαρίνος Γεννήθηκε στην Αθήνα και το 1988 εγκαταστάθηκε στην Αμερική όπου και ξεκίνησε μαθήματα πιάνου μέχρι το 1993 όταν και επέστρεψε στην Ελλάδα. Ξεκίνησε πάλι το 1999 στο Ωδείο ”Νέα Τέχνη”, στο οποίο και παρέμεινε μέχρι τον Δεκέμβριο του 2003 (τάξη Χριστίνας Τερτίπη). Κατόπιν, συνέχισε τις σπουδές του στο πιάνο ενώ παράλληλα ξεκίνησε μαθήματα μουσικής ερμηνείας με τον Γιώργο Χατζηνίκο, με τον οποίο και συνεχίζει σήμερα. Το 2001 έλαβε το ”Recital Certificate in Pianoforte Performance” από το Guildhall School of Music and Drama του Λονδίνου με διάκριση και την υψηλότερη βαθμολογία που δόθηκε σε Ελλάδα και Κύπρο και τη 2η σε Αγγλία κερδίζοντας παράλληλα υποτροφία. Ακόμα, το 2003 ολοκλήρωσε τις σπουδές αρμονίας (τάξη Γιάννη Πανταζάτου) με το αντίστοιχο πτυχίο.
Έχει παρακολουθήσει μαθήματα ”Αισθητικής της Μουσικής και της Τέχνης” (τάξη Κωνσταντίνου Π. Καράμπελα-Σγούρδα), σεμινάρια σύγχρονης μουσικής (τάξη Γιώργου Μηνά), master-classes πιάνου και διάφορα σεμινάρια για τη μουσική και τη τέχνη από τους Evgeny Kolmanovitsch, Ευάγγελο Σαραφιανό, Ζουζού Νικολούδη, Γιάννη Τράντα, Γιώργο Χατζηνίκο κ.α. Επίσης έχει παρακολουθήσει μαθήματα βιολοντσέλου με τον Ραφαήλ Κορί. Είναι υπεύθυνος του αρχείου ”Γιάννη Χρήστου”, το οποίο διατηρεί και επιμελείται από το 2001. Σε συνεργασία με το Νίκο Αδρασκέλα από το 2002, έχουν σχηματίσει πιανιστικό ντουέτο και έχουν εμφανιστεί σε συναυλίες τόσο στην Αθήνα όσο και στην επαρχία. Κύριος στόχος τους είναι να διαδώσουν τη μουσική των Ελλήνων συνθετών.
* Το κείμενο είναι απόσπασμα του αρχικού. Ολόκληρο δημοσιεύεται στο Classicalmusic.
πηγή: Classicalmusic.gr