The Humbling: Η επιστροφή του Αλ Πατσίνο

Ένας απολαυστικός Αλ Πατσίνο πρωταγωνιστεί στη νέα ταινία του Μπάρι Λέβινσον, που (δεν) ισορροπεί μεταξύ ρομαντικής κομεντί και ψυχολογικού δράματος.
The Humbling: Η επιστροφή του Αλ Πατσίνο
του Λουκά Τσουκνίδα

Είκοσι σκόρπιες μέρες στο σπίτι του Μπάρι Λέβινσον στο Κονέκτικατ. Τόσο χρειάστηκαν αυτός και ο εμπνευστής του εγχειρήματος, ο Αλ Πατσίνο, ώστε να ολοκληρώσουν την κινηματογραφική μεταφορά του βιβλίου του Φίλιπ Ροθ, “The Humbling”, της εξιστόρησης των τελευταίων ημερών ενός γερασμένου σεξπηρικού ηθοποιού. Παρά την εξαιρετική δουλειά του πρωταγωνιστικού διδύμου των Πατσίνο και Γκρέτα Γκέρβιγκ, το αποτέλεσμα είναι ένα ανισόρροπο κράμα ρομαντικής κομεντί, υπαρξιακής φάρσας, ψυχολογικού δράματος και “κλαδικού θρίλερ” που εξυπηρετεί έναν και μόνο σκοπό, να παράσχει το σκηνικό για τον αδιάλειπτο θαρρείς μονόλογο του πρωταγωνιστή του.

Η υπόθεση

Ο Σάιμον Άξλερ μπήκε στα 60 του και το πάθος του για το θέατρο μοιάζει να υποχωρεί ραγδαία. Μετά από μια σειρά αποτυχιών αποφασίζει να βάλει τέλος στη ζωή του πηδώντας απ' το σανίδι μπροστά στο κοινό του. Η νέα του αποτυχία τον οδηγεί κατά σειρά στην απόσυρση, την ψυχιατρική κλινική και την αγκαλιά μιας τριαντάρας λεσβίας, κόρης παλιών του φίλων απ' το θέατρο. Παρ' ότι όμως η ζωή του μοιάζει να αποκτά νέο ενδιαφέρον, ο ίδιος αδυνατεί πλέον να βγει απ' την εσωστρέφεια, τον εγωκεντρισμό και τη συμπλεγματική συμπεριφορά που τον οδήγησαν ως εδώ...

 
Η κριτική

Ίσως με κάποια χαλαρή αυτοβιογραφική διάθεση, ίσως επειδή βρέθηκε κάποτε να συμπάσχει με τον ήρωα του Ροθ, ο Πατσίνο βάλθηκε να υλοποιήσει το κινηματογραφικό “The Humbling” και ελάχιστα πρέπει να δυσκολεύτηκε στο να πείσει έναν έμπειρο σκηνοθέτη όπως ο Μπάρι Λέβινσον να αναλάβει τα ηνία. Δεν είναι λοιπόν παράξενο ότι η ταινία αυτή “ανήκει” στον Αλ Πατσίνο κι είναι εκείνος που κρατά ζωντανό το ενδιαφέρον του θεατή για την τύχη του, αντιπαθή κατά βάση, Σάιμον Άξλερ.

Ευτυχώς για εμάς, ο βετεράνος ηθοποιός βρίσκει έναν πολύ καλό σύμμαχο στο πρόσωπο της ραγδαία ανερχόμενης Γκρέτα Γκέρβιγκ, η οποία αρνείται υπό μία έννοια να επισκιαστεί απ' τον πληθωρικό συμπρωταγωνιστή της. Παίρνει το χαρακτήρα της, την αμφιλεγόμενη Πεγκίν και δημιουργεί ένα θηλυκό αντίβαρο στον χειμαρρώδη, όσο και μονοδιάστατο, “αυτισμό” του Άξλερ, μια παρουσία που δίνει χρώμα στη ζωή του παρ' ολίγον αυτόχειρα, αλλά και στη μουντάδα και τη “λοουμπατζετιά” του φιλμ του Λέβινσον.

Γιατί, εδώ που τα λέμε, το “The Humbling” παραμένει μια ταινία που γυρίστηκε αποσπασματικά στο σπίτι του σκηνοθέτη χωρίς τη δυνατότητα να επιλεγεί κάποια ιδιαίτερη αισθητική πέραν μιας ξεπερασμένης εκδοχής αυτού που λέμε “ανεξάρτητο αμερικάνικο σινεμά”. Δυο-τρεις τοποθεσίες που υπογραμμίζουν την απόσυρση του πρωταγωνιστή απ' τα εγκόσμια του θεάτρου, φωτογραφία και σκηνογραφία που συγχρονίζονται με τη διάθεση και την ψυχική του κατάσταση και χαλαρή σύνδεση μεταξύ σκηνών, με στόχο τη μετάδοση ίσως της εμπειρίας του, της αποστασιοποίησης, της πτώσης και του αυτοκαταστροφικού αγώνα για επιστροφή.

Όλα αυτά ίσως και να δουλεύουν λόγω της παρουσίας του Πατσίνο και της Γκέρβιγκ, το σενάριο, όμως, χαλάει τη σούπα με τον τρόπο, κυρίως, που αποτυγχάνει να εκμεταλλευτεί τις υποπλοκές και τους δευτερεύοντες χαρακτήρες ως κάτι σημαντικότερο από απλά χιουμοριστικά διαλείμματα στους μονολόγους του Άξλερ, τις παραισθήσεις, αλλά και τις στιγμές του με την Πεγκίν, στις περισσότερες απ' τις οποίες χάσκει εμβρόντητος μ' εκείνη και τον εαυτό του. Μοιραία, η ιστορία του κυλά απ' το κλισέ με το οποίο ξεκίνησε, αυτό του θεατράνθρωπου που πάνω στη φρενήρη σχέση πάθους του με την κατ' εξοχήν τέχνη της προσομοίωσης έχει χάσει την ικανότητα της εμπειρίας αυτής καθεαυτής, προς εκείνο του ανελέητου χρόνου που δε γυρίζει πίσω να μας δώσει τις εμπειρίες που χάσαμε.

Το “The Humbling” είναι μια μέτρια ταινία, αλλά και μια καλή ευκαιρία για να απολαύσει κανείς τον Αλ Πατσίνο με μια γενναία δόση από Γκρέτα Γκέρβιγκ στο πλάι.

Βγαίνουν ακόμη:
Η αδιάφορη γαλλική κομεντί “Paulette”, το “Escobar: Paradise Lost” και “η ταινία που δίχασε τον αραβικό κόσμο”, το “Unknown Land” του δικού μας Μανουέλ ντε Κόκο.

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v