Mad Max-Fury Road: Απολαυστικό θέαμα

Ο Mad Max επιστρέφει τριάντα χρόνια μετά, για ένα απολαυστικό, διασκεδαστικό μπλοκμπάστερ που μας χορταίνει παρανοϊκό (υπερ)θέαμα.
Mad Max-Fury Road: Απολαυστικό θέαμα
του Λουκά Τσουκνίδα

Το μακρινό 1979, ένας αυστραλός γιατρός, ο Τζορτζ Μίλερ μαζί με έναν παραγωγό, τον Μπάιρον Κένεντι, με τα λίγα μέσα που διέθεταν έκαναν το όραμά τους πραγματικότητα. Το όνομα αυτού “Mad Max”, και όπως ήταν φυσικό, η ανέλπιστη επιτυχία του γέννησε μια τριλογία που απέκτησε φανατικό κοινό και σύστησε στον κόσμο τον Μελ Γκίμπσον. Σήμερα, 30 χρόνια μετά το τρίτο σίκουελ και σε μια εποχή που τα οπτικά εφέ είναι ασύλληπτα πιο προηγμένα, ο Δρ. Μίλερ επιστρέφει με το “Mad Max: Fury Road” και μας ξανασυστήνει τον Μαξ Ροκατάνσκι με ένα φιλμ που, αν μη τι άλλο, είναι φτιαγμένο για να μας κάνει να περάσουμε καλά.

Η υπόθεση

Περιπλανόμενος πια, χωρίς οικογένεια και σκοπό, ο Μαξ Ροκατάνσκι βρίσκεται αιχμάλωτος στο κάστρο του Ιμόρταν Τζο, ενός πολέμαρχου με ένα στρατό από ετοιμοθάνατους νεαρούς και ένα τσούρμο όμορφες κοπέλες που του κάνουν παιδιά. Μια μέρα, η μονόχειρας στρατηγός Φουριόσα φυγαδεύει τις γυναίκες του Τζο με σκοπό να επιστρέψει στην Πράσινη Γη, το μέρος όπου γεννήθηκε κι η ίδια. Από ένα γύρισμα της τύχης, ο Μαξ βρίσκεται εν μέσω της καταδίωξης και, μην έχοντας άλλη επιλογή, συστρατεύεται με την αντάρτισσα και τα κορίτσια που διψούν για την ελευθερία τους...



Η κριτική

Η αλήθεια είναι ότι στις μέρες μας, που τα CGI έχουν εκτοξεύσει την εξωφρενικά αναληθοφανή δράση σε άλλα επίπεδα, θα ήταν κρίμα ο Τζορτζ Μίλερ να ψάχνει ακόμη υποστηρικτές για την αναβίωση των περιπετειών του Μαξ Ροκατάνσκι στον αποξηραμένο, απάνθρωπο κόσμο του μέλλοντος. Απ' την άλλη πάλι, αν το ότι περίμενε καμιά εικοσαριά χρόνια σήμαινε ότι θα έχει στη διάθεσή του τα σημερινά μέσα, αλλά και υποψήφιους πρωταγωνιστές όπως ο Τομ Χάρντι και η Σαρλίζ Θερόν, τότε χαλάλι. Το “Mad Max: Fury Road” ήρθε την κατάλληλη στιγμή, μια στιγμή που οι υπερήρωες έχουν αρχίσει να γίνονται βαρετοί και τα μπλοκμπάστερ είναι συνήθως σοβαροφανή και παρωχημένα.

Αν υπάρχει μια πιθανότητα ο κόσμος μας να καταλήξει ποτέ σε μια κατάσταση όπου οι άνθρωποι θα ζουν στην έρημο κάτω απ' τον ζυγό ψυχοπαθών πολέμαρχων που αλληλοσκοτώνονται για πετρέλαιο, πυρομαχικά και... μητρικό γάλα, τότε ο κόσμος του Mad Max είναι η απόλυτη παρωδία αυτής της πιθανότητας. Συνεχίζοντας από εκεί που σταμάτησε ο Μίλερ το 1985, αυτός και οι συνεργάτες του φτιάχνουν ένα παρανοϊκό σκηνικό καθαρής τρέλας, όπου ο καθένας κάνει ό,τι γουστάρει ή τέλος πάντων, ό,τι γουστάρουν τα άτομα σαν τον Ιμόρταν Τζο, ο οποίος ρίχνει το στρατό του στη μάχη συνοδεία ενός οχήματος που φέρει γιγάντιο σύστημα ηχείων κι ενισχυτών κι έναν τυφλό κιθαρίστα δεμένο μπροστά για να μη μένει ποτέ η μάχη χωρίς μεταλλικό σάουντρακ. Ή μήπως να πω ότι οι στρατιώτες που λατρεύουν τον θεό V8 και που θέλουν να θυσιαστούν για να πάνε στη Βαλχάλα ψεκάζουν πρώτα το στόμα τους με νίκελ για να είναι λαμπεροί όταν φτάσουν στην πύλη;

Είναι προφανές ότι ο Μίλερ πέρασε πάρα πολύ καλά ετοιμάζοντας αυτή την ταινία, τόσο που ίσως η διάθεσή του δείχνει αρκετή και για ένα ακόμη βαρβάτο σίκουελ. Οι υπερβολές των κοστουμιών, των οχημάτων, των χαρακτήρων και του σεναρίου δεν αφήνουν το θεατή ούτε στιγμή να νιώσει ότι βλέπει κάτι, έστω και κατά συνθήκη “σοβαρό”. Παρ' όλ' αυτά, ο Μίλερ δεν έσπασε απλώς πλάκα. Ως παλιός δημιουργός στο κουρμπέτι φρόντισε να μας δώσει κι ένα λόγο να αποζητούμε την επικράτηση των ηρώων του και να αγωνιούμε στιγμιαία για την επιβίωσή τους κι ας ξέρουμε ότι “οι πρωταγωνιστές δεν πεθαίνουν”.

Μέσα στο μωσαϊκό κυνισμού, αρρώστιας και παγανιστικής μονομανίας που δημιούργησε, υπάρχουν λίγοι τελευταίοι πυλώνες λογικής και ανθρωπιάς. Είναι οι γυναίκες του Ιμόρταν Τζο, οι αγνές κοπέλες που είναι εκεί για να γεννούν τα τέλεια παιδιά του, την επόμενη γενιά που ίσως να αποδειχθεί πιο ανθεκτική στις ασθένειες οι οποίες θερίζουν τον πληθυσμό του κάστρου. Είναι και η Φουριόσα, η στρατηγός που αποφασίζει να ξεφύγει από την τρέλα και μαζί με τις κοπέλες να βρει την πατρίδα που θυμάται αμυδρά, ως έναν τόπο ηρεμίας και ευημερίας. Η ζωή όμως τα φέρνει παράξενα, κι έτσι, σύμμαχοί τους γίνονται δύο άνθρωποι δεμένοι με μια αλυσίδα κι ένα σωληνάκι μετάγγισης, ο Μαξ και ο Νουξ, ο καθένας με το δικό του βάσανο στην πλάτη και τη δική του ξεχωριστή προσωπικότητα που περιμένει να βγει στην επιφάνεια.

Κι ίσως η ετερόκλητη αυτή παρέα να μοιάζει σα να μην έχει καμία τύχη απέναντι στις αιμοσταγείς ορδές των τριών πολέμαρχων που συμμαχούν για να τους εξοντώσουν. Όμως οι δημιουργοί κρατούν ένα τελευταίο χαρτί στο χέρι τους κι όταν το ρίχνουν, το ενδιαφέρον για την τελική μπλοκμπαστεράτη αναμέτρηση αναζωπυρώνεται και το παιχνίδι της διασκέδασης έχει κερδηθεί.

Όπως έχει κερδηθεί και το στοίχημα του κάστινγκ, αφού ο Τομ Χάρντι κάνει εξαιρετική δουλειά στο ρόλο του, που είναι να υποστηρίζει εκείνον της Σαρλίζ Θερόν, η οποία δίνει το ρυθμό και την ισορροπία στην εξωφρενική πλοκή της ταινίας. Και όσο υπέροχες και αν είναι οι κοπέλες, οι οποίες κάνουν ό,τι μπορούν για να βοηθήσουν με τα ολόλευκα φορεματάκια τους μέσα στη σκόνη και το χάος, την παράσταση τους κλέβει ο Νίκολας Χουλτ στο ρόλο του Νουξ, του “αγοριού του πολέμου” που δεν έχει απολέσει τελείως την ψυχή του μαζί με τα λογικά του.

Το “Mad Max: Fury Road” είναι ένα απολαυστικό μπλοκμπάστερ.


Βγαίνουν ακόμη:

Το βιογραφικό δράμα “Pasolini” του Έιμπελ Φεράρα, το “Clouds of Sils Maria” του Ολιβιέ Ασαγιάς, το “Macondo” και το “Eyes of the Thief”.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v