The Equalizer: B-movie με άρωμα νοσταλγίας

Ο Denzel Washington σε μεγάλα κέφια υποδύεται τον ήρωα παλιάς τηλεοπτικής σειράς “Equalizer”, σε ένα b-movie που ωστόσο δεν αποφεύγει τα μελό κλισέ.
The Equalizer: B-movie με άρωμα νοσταλγίας
του Λουκά Τσουκνίδα
 
Ε ναι λοιπόν, πρόλαβα κι εγώ τον συγχωρεμένο πια Έντουαρντ Γούντγουορντ ως υπερκούλ εκδικητή των δρόμων κάπου εκεί στα τέλη του '80 κι έτσι, στο άκουσμα του τίτλου “The Equalizer”, έκανα το σχετικό εσωτερικό φλασμπάκ και περίμενα να δω τη αφροαμερικάνικη μετενσάρκωση του Ρόμπερτ Μακόλ. Το δίχως άλλο, ο Ντενζέλ είναι κομμένος και ραμμένος για το ρόλο, ο Αντουάν Φουκουά όμως ξεχνά ότι δε βρισκόμαστε πια στη δεκαετία του '80 και μας σερβίρει ένα μετριότατο μπι-μούβι, γεμάτο από ανελέητη βία και μελό πινελιές, μα δίχως ίχνος χιούμορ για να σπάσει η μονοτονία.

Η υπόθεση

Ο Ρόμπερτ Μακόλ είναι ένας χαμηλών τόνων χήρος που, όταν δεν εργάζεται στο τοπικό πολυκατάστημα, περνά την ώρα του διαβάζοντας κλασική λογοτεχνία με τη συντροφιά ενός ζεστού τσαγιού στο ντάινερ της γειτονιάς του. Εκεί γνωρίζει την Αλίνα, μια νεαρή πόρνη από τη Ρωσία η οποία ελπίζει μια μέρα να αποδεσμευτεί και να γίνει τραγουδίστρια. Μια μέρα, ο Ρώσος μαστρωπός στέλνει την κοπέλα στο νοσοκομείο κι ο Ρόμπερτ αποφασίζει να ξεθάψει το παρελθόν που είχε αφήσει πίσω του εδώ και καιρό...



Η κριτική

Σε μια εποχή που παλιές τηλεοπτικές σειρές αναβιώνουν στη μεγάλη οθόνη —άλλοτε με ύφος σοβαρό κι άλλοτε με διάθεση παρώδησης— και μεσήλικες (ή και υπερήλικες) σταρ αναλαμβάνουν ρόλους “σκληρών”, μια αναβίωση ενός αγαπημένου χαρακτήρα σχετικά άθικτου από τη λαίλαπα του “πορνό της νοσταλγίας”, δε μοιάζει καθόλου παράταιρη ως εγχείρημα. Ο Ρόμπερτ Μακόλ, ο “Equalizer”, είναι ένας χαρακτήρας παλιομοδίτικος όσο και επίκαιρος, ένας ρομαντικός ήρωας σε μια καθόλου ρομαντική εποχή. Ο Ντενζέλ Γουάσινγκτον εν τω μεταξύ, αντίθετα με τον Λίαμ Νίσον ο οποίος έκανε πρόσφατα το εμπορικό “άλμα”, δεν απείχε ποτέ από το σινεμά της δράσης, η ηλικία και το “φιζίκ” του είναι τέλεια για την περίσταση κι έχει συνεργαστεί ξανά με τον Φουκουά σε έναν απ' τους πιο δυνατούς ρόλους της καριέρας του (Training Day).

Στο ολοκαίνουργιο σενάριο, πέρα από το “χρώμα” του κεντρικού ήρωα, αρκετά ακόμη στοιχεία του πρωτότυπου έχουν αλλάξει, ενώ ο τόπος που επιλέχθηκε ως πεδίο δράσης είναι η Βοστώνη, μια πόλη μουντότερη και λιγότερο φορεμένη από τη Νέα Υόρκη. Εκεί, θα μπορούσε ίσως πιο εύκολα να κρυφτεί κάποιος που έχει απολέσει την παλιά του ταυτότητα κι αποζητά μια ήσυχη ζωή μακριά από το ταραχώδες, όπως εικάζουμε, παρελθόν του.

Σε αυτό το πρίκουελ, κατά μία έννοια, ο Ρόμπερτ Μακόλ ζει σε ένα δικό του περιθώριο περιμένοντας, χωρίς να το ξέρει, μιαν αφορμή που θα πυροδοτήσει την αφύπνισή του. Η αφορμή έρχεται με τη μορφή μιας νεαρής ρωσίδας, της Αλίνα, η οποία συχνάζει στο ίδιο καφέ και δείχνει ενδιαφέρον για τον μοναχικό μεσήλικα που κάθε βράδυ βυθίζεται στα σκωροφαγωμένα βιβλία του. Η μικρή, που έχει το πολύ “παιδικό” όνειρο να γίνει τραγουδίστρια, ξυπνά μέσα του το πατρικό ένστικτο (ο Μακόλ δεν έχει δικά του παιδιά) κι η διάσωσή της από τους ρώσους μαστροπούς, για τους οποίους είναι εμφανώς αναλώσιμη, δεν είναι πλέον διαπραγματεύσιμη υπόθεση...

Όπως αντιλαμβάνεται κανείς, η ιστορία είναι αρκετά τυποποιημένη και οι εκπλήξεις ανύπαρκτες. Οι ντόπιοι ρώσοι κακοί αποδεικνύονται λίγοι για τον Μακόλ κι έτσι ο μεγιστάνας του οποίου τα συμφέροντα θίγονται στέλνει έναν τυπικό, κυνικό και απάνθρωπο ρώσο υπερτραμπούκο για να εντοπίσει και να “κανονίσει” τον απροσδόκητο αντίπαλο. Μπι-μούβι καραμπινάτο δηλαδή, μόνο που όταν έχεις τον Ντενζέλ Γουάσινγκτον αντί του Στίβεν Σιγκάλ και τον Αντουάν Φουκουά αντί του Φούφουτου Φουφουτίδη το συνολικό αποτέλεσμα είναι αναπόφευκτα μερικά επίπεδα πιο πάνω, έστω κι αν ο δεύτερος δεν είναι στην καλύτερη φόρμα του. Πράγματι, οι μονομαχίες είναι σε κάποια σημεία ακατάληπτες, ενώ και η γενικότερη σκηνοθεσία πατάει πάνω στα κλισέ χωρίς να μας δίνει τίποτε αξιομνημόνευτο, όπως άλλοι σκηνοθέτες έχουν κάνει κατά καιρούς με το είδος.

Ο Γουάσινγκτον πάντως είναι σε τοπ φόρμα και όπως ήταν αναμενόμενο, κρατά στις πλάτες του όλο το φιλμ. Στα συν η παρουσία του Μάρτον Τσόκας που προσπαθεί πολύ να κρατήσει σε αξιοπρεπή επίπεδα μια καταδικασμένη καρικατούρα “κακού”, την ώρα που η Κλόε Γκρέις Μόρετζ, ελάχιστα συμβατή με τον “υποφωτισμένο” κι επιφανειακό ρόλο της πόρνης, δεν καταφέρνει να σιγοντάρει επαρκώς τον πρωταγωνιστή.

Το “The Equalizer” είναι μια στερεοτυπική ταινία δράσης. Δε θα μείνει αξέχαστη σε κανέναν, ανοίγει όμως την όρεξη για μια επόμενη περιπέτεια του ήρωά της.

Βγαίνουν ακόμη:

Το κακό εφηβικό δράμα “Palo Alto”, η ταινία τρόμου “ The Guest ”, το γαλλοιταλικό δράμα “Un Chateau en Italie”, η καναδική κομεντί “The Grand Seduction”, το δράμα “Στο Σπίτι” του Αθανάσιου Καρανικόλα, η ταινία δράσης “Teenage Mutant Ninja Turtles” και η ταινία κινουμένων σχεδίων “The Boy with the Cuckoo-Clock Heart”.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v