Η Ζωή της Αντέλ: Απολαυστικός... Χρυσός Φοίνικας

Ένας Χρυσός Φοίνικας, μια υπέροχη πρωταγωνίστρια, η Αντέλ Εξαρχόπουλος, και μια απολαυστική ταινία, παρά την μεγάλη διάρκεια και το "δύσκολο" θέμα της.
Η Ζωή της Αντέλ: Απολαυστικός... Χρυσός Φοίνικας
του Λουκά Τσουκνίδα
 
Μετά το τρίωρο “Black Venus” ο Αμπντελατίφ Κεσίς επιστρέφει με ένα νέο μακροσκελές “έπος”, το πολυσυζητημένο “La Vie d' Adele” με την υπέροχη Αντέλ Εξαρχόπουλος στον κεντρικό ρόλο. Παρ' ότι αρκετά απ' τα 187 ολόκληρα λεπτά της νέας του ταινίας ξοδεύονται σε εξαιρετικά λεπτομερείς ερωτικές περιπτύξεις μεταξύ δύο πολύ όμορφων νεαρών γυναικών, τα υπόλοιπα χρησιμοποιούνται με τέτοιο τρόπο που να περικλείουν εντελώς φυσικά τις επίμαχες σκηνές σε μια υπέροχη αφήγηση. Την αφήγηση του ταξιδιού της Αντέλ απ' την εφηβεία στην ενηλικίωση δια μιας όχι και τόσο συνηθισμένης οδού, μα ούτε ιδιαίτερα αντισυμβατικής την ίδια στιγμή.

Η υπόθεση

Η νεαρή Αντέλ μοιάζει να ζητά κάτι διαφορετικό απ' αυτό που ζει ως μαθήτρια σ' ένα τυπικό μεσοαστικό σχολείο της Λιλ, συντροφιά με τις παιδικές της φίλες και υπό τις πιέσεις των αγοριών της τάξης για φλερτ και τα γνωστά παρελκόμενα. Της αρέσει η λογοτεχνία, εμπνέεται από καθηγητές με προσωπικότητα και ξέρει πολύ καλά τι θέλει να κάνει όταν μεγαλώσει: θα γίνει δασκάλα σε παιδιά δημοτικού, τα οποία αγαπά ιδιαιτέρως. Μια μέρα το βλέμμα της συναντιέται μ' εκείνο της καλοτεχνίτισας Εμά και η έλξη της για το ίδιο φύλο ξυπνά για τα καλά. Οι δυο κοπέλες θα ξανασυναντηθούν κι η Αντέλ θα γνωρίσει τον έρωτα της ζωής της, στον οποίο θα μείνει πιστή για αρκετό καιρό με τα γνωστά παρελκόμενα...



Η κριτική

Το εγχείρημα του δημιουργού, ο οποίος επιχειρεί να κινηματογραφήσει ένα πολύ ιδιαίτερο θέμα απ' την απόσταση που του εξασφαλίζει η ελάχιστη προσωπική του σχέση μ' αυτό, μοιάζει κάπως δύσκολο απ' τις πρώτες στιγμές της σεξουαλικής αφύπνισης της Αντέλ. Μια έφηβη, ανεπιτήδευτα όμορφη, περισσότερο ανήσυχη πνευματικά παρά κοκκέτα σαν τις συνομήλικές της, που αρέσει στα αγόρια μα την μπερδεύει η δική της αντίδραση στο φλερτ τους, βρίσκει τον μέντορα σε μια φοιτήτρια με παρόμοιες ανησυχίες, αλλά εντελώς διαφορετικό κοινωνικό υπόβαθρο. Πώς διατηρεί κανείς τις ισορροπίες εστιάζοντας στην εξέλιξη ή μη της προσωπικότητας μιας κοπέλας, της οποίας η λίμπιντο έχει τρελαθεί και την οδηγεί σε μια ξέφρενη σεξουαλικά σχέση;

Ο Κεσίς πάντως επιλέγει να μην το κάνει κρατώντας την κάμερα (το βλέμμα μας δηλαδή) μακριά απ' την σεξουαλική πλευρά της πρώτης σοβαρής σχέσης της νεαρής Αντέλ, μιας σχέσης που αναμένεται να στιγματίσει τη ζωή της και τις επόμενες σχέσεις της για πάντα. Δεν αφήνει τίποτε στη φαντασία μας, μόνο κρατά την κάμερά του καρφωμένη επάνω στα δύο κορίτσια σε όλες τις στιγμές της έκστασής τους, όταν δηλαδή η σχέση τους ολοκληρώνεται με τη σωματική επαφή και η κάθε μια τους παίρνει εκείνο που έχει ανάγκη απ' το απλωμένο χέρι της άλλης.

Όλα αυτά, αν και φλερτάρουν με το πορνό —και σ' ένα βαθμό είναι κιόλας, μιας και το εν δυνάμει ηδονοβλεπτικό βλέμμα του θεατή μεταβάλλει το χαρακτηρισμό του θεάματος— δε μοιάζουν παράταιρα ή ψυχαναγκαστικά, ασχέτως με το πόσο αντέχει ο καθένας να παρακολουθεί από τόσο κοντά την πιο οικεία στιγμή δύο ερωτευμένων ανθρώπων για τόσο πολύ χρόνο, όσο ο Κεσίς επιλέγει να την δείξει. Η σεξουαλική εκπαίδευση και χειραφέτηση της Αντέλ είναι βασικό στοιχείο της ενηλικίωσής της και της πρωτόγνωρης εμπειρίας της ως γυναίκα —αλλά και ως ομοφυλόφιλη γυναίκα— και αποτελεί προαπαιτούμενη “αφηγηματική εμπειρία” για μας, ώστε να περάσουμε στο δεύτερο μέρος της ταινίας, όταν, λίγα χρόνια μετά, η Αντέλ συζεί με την Εμά κι σχέση τους έχει περάσει σε μια κατάσταση “γάμου”.

Εν τω μεταξύ, ο δημιουργός μας έχει συστήσει και τις δυο τους με τρόπο εξαιρετικό, τις αντιφάσεις, τις ανασφάλειες και τις βεβαιότητες της κάθε μιας, που πηγάζουν κι απ' το οικογενειακό τους περιβάλλον —το εργατικό-μικροαστικό της Αντέλ και το διανοουμενίστικο-μεγαλοαστικό της Εμά. Εδώ είναι που μετράει ιδιαιτέρως η παρουσία των δύο πρωταγωνιστριών, της υπέροχης Αντέλ Εξαρχόπουλος που δίνει στην Αντέλ της οθόνης μια εικόνα πολυδιάστατη όσο και ξεκάθαρη σε κάθε εκδοχή της, αλλά και της πολύ πιο χαμηλών τόνων Λεά Σειντού, η οποία αποτελεί το τέλειο στήριγμα για τον κεντρικό χαρακτήρα, τον οδηγό που τον τραβά προς τη φυσική εξέλιξή του. Επίτευγμα φυσικά και σεναριακό, διά χειρός Κεσίς και της συνεργάτιδός του Γκαλιά Λακρουά.

Το “La Vie d' Adele” είναι μια πολύ καλή ταινία, “δύσκολη” λόγω ιδιαιτεροτήτων και διάρκειας, αλλά και ανταποδοτική ως μια καλοφτιαγμένη μελέτη δύο πολύ οικείων, εν τέλει, χαρακτήρων.

Βγαίνουν ακόμη:
Το ευχάριστο βιογραφικό δράμα “Kon-Tiki”, η συμπαθητική κομεντί “Liberal Arts”, η ταινία-σύμπραξη των Σταλόνε και Σβαρτσενέγκερ “Escape Plan”, το αναμενόμενα “κακό” σίκουελ “Machete Kills”, η γαλλική κωμωδία “ The Dream Team” και η ταινία τρόμου “Insidious: Chapter 2”.

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v